Παρασκευή 30 Αυγούστου 2019

φθορά τις


Ω μεγάλε Ζακύνθιε,
των ωδών σου τα μέτρα,
υψηλά, σοβαρά,
τους αγώνες εκάλυπτον
εκτεταμένους.

[...]

Τις δάφνες του Σαγγάριου
η Ελευθερία φορέσασα,
γοργά από μίαν χείρα
σ' άλλην περνά και σύρεται,
δούλη στρατώνος.

Καθώς, όταν την εύκολον
λείαν αποκομίσει,
φεύγει, διστάζει, κι έπειτα
σε μια γραμμήν ελίσσεται
πλήθος μυρμήγκων,

μεγάλα προπορεύονται
έντομα, μέγα φέροντα
βάρος, ακολουθούσι,
με φορτίο ελαφρότερο,
μικρότερα άλλα,

και δε βλέπουν στο πλάγι τους
το παιδάκι που στέκει
να γελά τον αγώνα των,
και δε βλέπουν ότι ύψωσε
τώρα το πέλμα*-

ούτω την χώραν νέμεται
η στρατιά της ήττης,
του λαού την απόφασιν,
άτεγκτον, φοβεράν,
περιφρονούσα.

Αλλά τί λέγω; Θρήνησε,
θρήνησε την πατρίδα,
νεκράν όπου σκυλεύουν
αλλοφρονούντα τέκνα της,
ώ Ανδρέα Κάλβε.

Μικράν, μικράν, κατάπτυστον
ψυχήν έχουν αι μάζαι,
ιδιοτελή καρδίαν,
και παρειάν αναίσθητον
εις τους κολάφους.

*

* Πρβλ. το μικρό ποίημα «Φθορά», σ. 94:

Στην άμμο τα έργα στήνονται μεγάλα των ανθρώπων,
και σαν παιδάκι τα γκρεμίζει ο Χρόνος με το πόδι.

Κώστας Καρυωτάκης,
από την συλλογή Ελεγεία και σάτιρες [1927]


Σχόλιον Πάνου Καραβία: «Φαίνεται σαν στιχουργημένη μεταγραφή του αποσπάσματος 52 του Ηρακλείτου: Αιών παις εστι παίζων, πεσσεύων· παιδός η βασιληίη· [=Η διάρκεια της ανθρώπινης ζωής είναι παιδί που παίζει μια παρτίδα με πεσσούς (πούλια)· του παιδιού είναι η νίκη]» (Πάθος γραφής και Τα τοπία, 1979, σ. 49).


Κ. Γ. Καρυωτάκης, Ποιήματα και πεζά (επιμ. Γ.Π. Σαββίδης, έκδ. Εστία, Αθήνα 1995, σσ. 99-101 & 94). Αρχικά το ποίημα «Εις Ανδρέαν Κάλβο», απ' όπου αντλώ την πρώτη και τις τελευταίες επτά στροφές. Έπεται και ως σημείωση αντιπαραβολής η πάνυ ηρακλείτεια «Φθορά». Ο ίδιος.

Σάββατο 24 Αυγούστου 2019

η μοναχική πολιτεία


Η μοναχική πολιτεία είναι πολύ μεγάλο πράγμα και έχει αγώνα και βάρος πολύ. Οι άνθρωποι δεν είναι αρνιά να τούς βόσκη κανείς. Είναι άνθρωποι με συνήθειες και θελήματα, με φρονήματα και πάθη ανίατα, όπου μήτε τον ίδιον ζήλον έχουσιν μήτε την ιδίαν προαίρεσιν. Ευκολώτερον είναι να καθαρίζη κανείς τα αναγκαία εις την Αθήνα, παρά ανθρώπους από τα πάθη να μεταβάλη εις αγαθούς.

Τριάντα πέντε χρόνους είμαι Γέροντας, πατήρ συνοδίας μεγάλης, γυμνασμένος εις άκρον με πράξιν και θεωρίαν, και έχω φτύσει όλον το αίμα μου εις το να μεταβάλω ανθρώπους, και ξεύρω την αιματηράν δυσκολίαν όπου έχει εις το να γίνη εν αληθεία κανείς μοναχός.

[...] Εάν όμως δεν είναι η Χάρις και ενεργήσουν τα πάθη εις ημάς, τότε είναι τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών, όπως λέγουν οι Άγιοι διά την μοναχικήν πολιτείαν. Δι’ αυτό ησύχαζε τώρα, και συν τω χρόνω θα δεἰξη ο Κύριος ποίον είναι το θέλημά Του.

Εάν, παιδί μου, ο μοναχός δεν βρή την ευχήν αδιάλειπτον, και διά μέσου αυτής να ενεργήση η Χάρις, είναι αδύνατον να μην γυρίσουν τα πάθη οπίσω, και τότε θα γίνη χειρότερος από ό,τι ήταν στον κόσμον. Και πάλιν, διά να εύρη παρηγορίαν απ' την ευχήν, πρέπει να αγωνίζεται, να ζητήση εμπόνως, να κλάψη και ωσάν μικρό παιδάκι φωνάζον να προσεύχεται εις τον Χριστόν και εις την γλυκειά Του Μανούλα να τού ανοίξη τους οφθαλμούς. [...]

γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, “Επιστολή προς Μοναχό Παντελεήμονα”, Άγιον Όρος 29.03.1959, στον τόμο Θείας χάριτος εμπειρίες (έκδ. Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, 2005, σσ. 202-203).

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2019

ησυχαστικές διατάσεις το δεύτερον είτε το πρώτον


Αυτή η ευχή, όταν την λες με το στόμα διαρκώς, την συνηθίζη ο νους με τον ενδιάθετον λόγον.

Ο νους, επειδή είναι τροφοδότης πασών των εννοιών και των διανοητικών κινήσεων, ή καλόν ή κακόν θα το κατεβάση εις την καρδίαν. Η καρδία, επειδή είναι το κέντρον, εάν είναι κακόν, αισχρόν, πονηρόν, θα διαδράμη παντού σαν ηλεκτρισμός, να ποτίση ηδονήν πονηράν όλα τα μέλη, εξεγείρουσα την επανάστασιν των επιθυμιών πάσης κακίας. Εάν λοιπόν εσύ λέγης την ευχήν διαρκώς, γίνεται το ενάντιον. Την κατεβάζει ο νους εις την καρδίαν, και διά της εδικής σου βίας να κρατήσης τον νουν καθαρώς εις τα λόγια, χωρίς να δέχεσαι φαντασίαν καμμίαν, μόνον τα λόγια να εννοής. Τότε, μην προλαμβάνων ο νους να σχηματίση κακόν όπου είχεν συνηθίσει, καθαρίζει και ευχαριστείται να λέγη μονάχα την ευχήν.

Διά της συνεχούς λοιπόν επικλήσεως γίνεται διαδρομή στην καρδίαν διά της εισπνοής και εκπνοής, και νους, λόγος και καρδία γίνεται ένα, όπου καθαρίζεται η καρδία και δέχεται την επισκιάζουσαν Χάριν. Τότε γίνεται ουρανός μέσα σου, παράδεισος.

Μέχρι αυτού είναι η πράξις, ύστερον γίνεται θεωρία. Φθάσε μέχρι αυτού, και αν ο γλυκύς Ιησούς μέσα σου ενεργήση, θα σού είπω πολλά πιο υψηλότερα· μόνον βιάζου. [...]

γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, “Επιστολή προς Μοναχό Παντελεήμονα”, Άγιον Όρος 17.09.1958, στον τόμο Θείας χάριτος εμπειρίες (έκδ. Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, 2005, σ. 198).

Κυριακή 18 Αυγούστου 2019

ησυχαστικές διατάσεις


Η δύναμις όλη της ψυχής είναι η προσευχή. Και καθώς το σώμα ενδυναμώνει με τας τροφάς και τα διάφορα καρυκεύματα όπου του κάμνομε, έτσι και η ψυχή μας θέλει πρώτον την ευχή, ανάγνωσιν, λόγον προφορικόν, παράδειγμα να βλέπη, και έτσι ολίγον κατ’ ολίγον εξυπνάει. Διότι, αν την αφήσης, κοιμάται, την κυριεύει η λήθη, η αναισθησία· θέλει ξανέμισμα, όπως κάνομεν, όταν φυσάμε να ανάψωμεν την φωτιά. Τα παραδείγματα είναι τα φυσήματα, όπου πέφτει η στάκτη που είναι η λήθη, και ανάβουν τα κάρβουνα όπου γεννούν την θερμότητα. Έτσι φεύγει η αναισθησία, όπου γεννάει την πλάνη και νομίζει ο άνθρωπος ότι είναι καλά, χωρίς να είναι καλά.

Λοιπόν εσὐ, μικρό μου παιδάκι, τώρα όπου έχεις καιρόν, κλάψε διά να χαρής, πένθησε, φώναξε, αγκάλιαζε την εικόνα της Παναγίας, όπως αγκαλιάζεις την μανούλα σου, και ωσάν μικρό φώναζέ την Μάνα, Μανούλα μου, βοήθησέ με, δός μου ό,τι γνωρίζεις ωφέλιμο διά την ψυχή μου. Και λέγε της πολλά λόγια και θα εξαντλής Χάριν παρήγορον κάθε φορά όπου θα την παρακαλής· θα αποκτήσης αγάπην.

Αυτή θα σού χαρίση και την ευχήν, αυτή θα ανάψη φλόγα και έρωτα εις τον Χριστόν, διότι μεσιτεύει εις τον Υιόν της...


*

Το στόμα σου αδιαλείπτως να μελετά την ευχήν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Κολληθείτω η πνοή σου εις το όνομα του γλυκυτάτου Χριστού, και αυτό αφού θα πολυκαιρίση, θα το συνηθίση ο νους να το λέγη παντοτινά με τον ενδιάθετον λόγον. Μόνον πρόσεχε μην δέχεσαι φαντασίες. Εις τα λόγια μόνον της ευχής να προσέχης και πολύ θα ωφεληθής.

Διότι με την ευχήν, θα καθαρίση ο νους σου και θα την κατεβάση εις την καρδίαν, και θα γίνη διαδρομή, ένωσις νοός, λόγου και καρδίας, και θα γίνη Παράδεισος μέσα σου.

Ο Θεός, αγαπητό μου παιδί, χώμα λαβών και πλάσας πηλόν εδημιούργησεν έναν πήλινον σκεύος, τον άνθρωπον, ως ο κεραμεύς πλάθει ένα σταμνάκι. Το ενεφύσησεν και εδημιουργήθη ψυχή ζώσα.

Βλέπεις, παιδί μου, πόσην αξίαν μάς έδωσεν ο Θεός; Ο πηλός γίνεται συγγενής του Θεού...

γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, “Επιστολή προς Μοναχή Βρυαίνη”, Άγιον Όρος 15.03.1959, και “Επιστολή προς ανώνυμη Μοναχή”, (άνευ χρον.) στον τόμο Θείας χάριτος εμπειρίες (έκδ. Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, 2005, σσ. 183, 216).


Τετάρτη 14 Αυγούστου 2019

ενώ οι πατρίδες...


Θυμάμαι εδώ μια ιστορία που άκουσα στην Μελβούρνη. Ήταν, μού είπαν, 1974 στην Κύπρο, μετά την εισβολή και την αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών: οι Τουρκοκύπριοι, στα κατεχόμενα, οι Ελληνοκύπριοι στο νότιο τμήμα, δυό όψεις της ίδιας προσφυγιάς.

Μερικές ώρες προτού φύγουν οι Τουρκοκύπριοι γείτονες της Σαλώμης έφεραν από το σπίτι τους όλα τα υπάρχοντά τους και τα έκρυψαν στο υπόγειο των Ελληνοκυπρίων φίλων τους.

Οι τελευταίοι τούς ξεπροβόδισαν, μέχρι που τα καμιόνια τούς μετέφεραν στο βορρά. Μήνες μετά, ένα γράμμα φτάνει από το Λονδίνο στην Κύπρο. Οι Τουρκοκύπριοι, που δεν μπορούσαν να ζήσουν στην στρατοκρατούμενη βόρεια Κύπρο, έφυγαν στην Αγγλία και με το γράμμα τους ζητούσαν από τους φίλους τους να πουλήσουν τα πράγματα του υπογείου και να τούς στείλουν τα χρήματα.

Οι Έλληνες πούλησαν στις καλύτερες τιμές τα πάντα, έστειλαν τα χρήματα στο Λονδίνο, χωρίς να κρατήσουν δραχμή για τον εαυτό τους. Οι Τουρκοκύπριοι έφυγαν στην Αυστραλία και από εκεί κάλεσαν τους φίλους τους για να ζήσουν και πάλι μαζί.

Τούς συνάντησα να τα πίνουν μαζί, όταν ο Τούρκος μού είπε δακρυσμένος: «μην πείς λέξη κακή για τους Έλληνες, τ' αδέλφια μου». Αδελφός, που σημαίνει από την ίδια μήτρα· πράγμα που έχουν ξεχάσει πολλοί διανοούμενοι μέσα στην αλαζονεία της άγνοιας που τούς χαρακτηρίζει.

Αναρωτιέμαι, τέλος, με αφορμή αυτήν την ιστορία, μήπως η διασπορά, η εξορία και η ξενιτεία επαναβεβαιώνουν την εμπιστοσύνη του ανθρώπου στον συνάνθρωπο, ενώ οι πατρίδες ρίχνουν το άτομο στο λαβύρινθο μιας αγέλης, απ' όπου δεν μπορεί να εξέλθει παρά μόνον καταβροχθίζοντας τον διπλανό του.

Βρασίδας Καραλής, “Μεταξύ πόλεως και κόσμου (σκέψεις μέσα από την εμπειρία της διασποράς)”, εν Ερουρέμ (Περιοδικό ποικίλης ύλης, τ.1, Αθήνα, Μάϊος 1995, σ. 170-171).

Σάββατο 10 Αυγούστου 2019

εμβήκαν γυναίκες εις την Ιβήρων


Εμβήκαν και εδώ οι κομμουνισταί, γυναίκες και άνδρες, και τα ερήμαξαν όλα. Μαγαζιά, μοναστήρια· πήραν λίρες με το σακί· άδειασαν τα μπακάλικα. Πήραν αιχμαλώτους 300 εργάτες και έφυγαν. Έμειναν διά να πάρουν όσα άφησαν, φὀρτωσαν 250 μουλάρια και τα πήραν εις την Βουλγαρίαν.

Εμβήκαν γυναίκες εις την Ιβήρων, όπου είναι η Πορταΐτισσα, όπου δεν άφησεν να έμβη η βασίλισσα τότε να προσκυνήση· τώρα εμβήκαν οι ληστές. Ασφαλώς έφτασε και η κατάλυσις του τόπου μας εδώ. Διότι η Παναγία θα τον αφήση· και αλλοίμονον εις τους μοναχούς, όπου δεν θα βρεθούν σε μετάνοιαν.

γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, “Επιστολή προς Μοναχή Ευπραξία”, Άγιον Όρος 28.10.1948, στον τόμο Θείας χάριτος εμπειρίες (έκδ. Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, 2005, σσ. 176-177).

Τρίτη 6 Αυγούστου 2019

και πώς νυν λέγεις αυτόν εν τω παραδείσω περιπατείν;


κβ. Ερείς ουν μοι· Συ φης τον θεόν εν τόπω μη δειν χωρείσθαι, και πώς νυν λέγεις αυτόν εν τω παραδείσω περιπατείν; Άκουε ό φημι. Ο μεν θεός και πατήρ των όλων αχώρητός εστι και εν τόπω ουχ ευρίσκεται· ου γαρ εστι «τόπος της καταπαύσεως αυτού» (πρβλ. Ησ. 66,1 και Πράξ. 7,49). Ο δε λόγος αυτού, δι' ού τα πάντα πεποίηκε, δύναμις ών και σοφία αυτού, αναλαμβάνων το πρόσωπον του πατρός και κυρίου των όλων, ούτος παρεγίνετο εις τον παράδεισον εν προσώπω του θεού και ωμίλει τω Αδάμ.

Και γαρ αυτή η θεία γραφή διδάσκει ημάς τον Αδάμ λέγοντα της φωνής ακηκοέναι (πρβλ. Γεν. 3,10). Φωνή δε τί άλλο εστίν αλλ' ή ο λόγος ο του θεού, ός εστι και υιός αυτού; Ουχ ως οι ποιηταί και μυθογράφοι λέγουσιν υιούς θεών εκ συνουσίας γεννωμένους, αλλά ως αληθεία διηγείται τον λόγον τον όντα διά παντός ενδιάθετον εν καρδία θεού. Προ γαρ τι γίνεσθαι τούτον είχε σύμβουλον, εαυτού νουν και φρόνησιν όντα.

Οπότε δε ηθέλησεν ο θεός ποιήσαι όσα εβουλεύσατο, τούτον τον λόγον εγέννησε προφορικόν, πρωτότοκον πάσης κτίσεως, ου κενωθείς αυτός του λόγου, αλλά λόγον γεννήσας και τω λόγω αυτού διά παντός ομιλών.

Όθεν διδάσκουσιν ημάς αι αγίαι γραφαί και πάντες οι πνευματοφόροι, εξ ών Ιωάννης λέγει· «Εν αρχή ήν ο λόγος και ο λόγος ήν προς τον θεόν» (πρβλ. Ιω. 1,1), δεικνύς ότι εν πρώτοις μόνος ήν ο θεός και εν αυτώ ο λόγος. Έπειτα λέγει· «και θεός ήν ο λόγος· πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέν έν» (πρβλ. Ιω. 1,1,3). Θεός ουν ων ο λόγος και εκ θεού πεφυκώς, οπόταν βούληται ο πατήρ των όλων πέμπει αυτόν είς τινα τόπον, ός παραγινόμενος και ακούεται και οράται, πεμπόμενος υπ' αυτού, και εν τόπω ευρίσκεται.

Θεόφιλος προς Αυτόλυκον, βιβλίον β΄, εν Νικ. Τζιράκης, Απολογητές. Συμβολή στη σχέση των Απολογιών με την αρχαία ελληνική γραμματεία (έκδ. Αρμός, Αθήνα 2003, σσ. 212-213).

Παρασκευή 2 Αυγούστου 2019

τα ονόματα των θεών είναι κενά περιεχομένου


[…] η διδασκαλία της Εκκλησίας βρίσκεται ακόμη στα σπάργανά της και δεν μπορεί κανείς να περιμένει από τον Αθηναγόρα άρτια και πλήρη θεολογική διατύπωση, όταν μάλιστα αποφεύγει πλήρως να χρησιμοποιήσει το όνομα Ιησούς Χριστός. Έχει, όμως, τη δύναμη να διατυπώνει την πίστη της Εκκλησίας στην Αγία Τριάδα, ελέγχοντας συγχρόνως κατ' αυτόν τον τρόπο τους κατηγόρους των Χριστιανών: «τίς ουν ουκ αν απορήσαι τους άγοντας θεόν πατέρα και υιόν θεόν και πνεύμα άγιον, δεικνύντας αυτών και την εν τη ενώσει δύναμιν και την εν τη τάξει διαίρεσιν, ακούσας αθέους καλουμένους;».

*

Ο Απολογητής αναλαμβάνει να απαντήσει και σε μία ένσταση, η οποία, τηρουμένων των αναλογιών, παραπέμπει στο θέμα των εικόνων. Είναι η εξής: Η ανάγκη να πλησιάσουν οι άνθρωποι τους θεούς τους και να τούς προσφέρουν τα δώρα και τις θυσίες τους εκπληρώνεται μέσω των εικόνων (αγαλμάτων κλπ.). Επειδή, όμως, τα πρωτότυπα των εικόνων, δηλαδή των αγαλμάτων, είναι ψευδή, άρα και οι εικόνες, δηλαδή τα αγάλματα, δεν απεικονίζουν τίποτε!

Η αντίφαση, λοιπόν, υπάρχει στο ότι οι άνθρωποι προσφέρουν σε θεούς οι οποίοι, ως ανύπαρκτοι, αδυνατούν να αποδεχτούν τις προσφορές και μέσω των εικόνων/αγαλμάτων τους.

Εν τω μεταξύ ο Αθηναγόρας δεν φαίνεται διατεθειμένος να αντικρούσει τις θαυματουργικές ενέργειες των εθνικών ειδώλων. Αυτό γίνεται, μετά και τα όσα αναφέραμε ήδη πιο πάνω, επειδή ο Απολογητής γνωρίζει ότι τα ονόματα των θεών είναι κενά περιεχομένου, άρα οι ονομαζόμενοι θεοί είναι ανύπαρκτοι.

σημ. 53: […] Ο Απολογητής παραπέμπει και στον Υ 131 στίχο της Ιλιάδας του Ομήρου, όπου ομολογείται ότι είναι δύσκολο οι αθάνατοι θεοί να βγούν μπροστά μας, στο φώς: «… χαλεποί δε θεοί φαίνεσθαι εναργείς». […].

*

Ο Αθηναγόρας, υποχωρώντας προφανώς σε επίπεδο λόγου, θα δεχόταν να έχουν οι αρχαίοι σαρκοειδείς θεούς, αλλά να μην έχουν τα πάθη του θυμού και της οργής και τόσα άλλα που τούς χαρακτηρίζουν (σημ. 62 με παραπομπές στον Όμηρο).

Νικ. Τζιράκης, Απολογητές. Συμβολή στη σχέση των Απολογιών με την αρχαία ελληνική γραμματεία (έκδ. Αρμός, Αθήνα 2003, σσ. 106, 117-119, 122-123).