Η ταύτιση είναι γνωστή στην ψυχανάλυση ως η πρωιμότερη εκδήλωση συναισθηματικού δεσμού με ένα άλλο πρόσωπο. […] Εκδηλώνει, λοιπόν, τότε [το αγόρι] δύο ψυχολογικά διαφορετικούς δεσμούς, μια ξεκάθαρα αντικειμενοτρόπο σεξουαλική επένδυση προς τη μητέρα, μια τυπική ταύτιση προς τον πατέρα. Αμφότερες συνυπάρχουν για ένα διάστημα η μία δίπλα στην άλλη, χωρίς αμοιβαία επίδραση ή ενόχληση. […] Η ταύτιση είναι εξαρχής, όντως, μια αμφίσημη υπόθεση, μπορεί να στραφεί τόσο προς την έκφραση τρυφερότητας όσο και προς την επιθυμία εξουδετέρωσης.
*
[…] Μπορούμε να σκεφτούμε τα σμήνη των ερωτοχτυπημένων κυριών και κοριτσιών που περιτριγυρίζουν έναν τραγουδιστή ή έναν πιανίστα ύστερα από μια παράσταση. Σίγουρα, θα ήταν εύκολο για καθεμιά τους να ζηλεύει τις άλλες, μόνο που, δεδομένου του αριθμού τους και της συνακόλουθης αδυναμίας να πετύχουν τον ερωτικό τους στόχο, τον εγκαταλείπουν και, αντί να ξεμαλλιάζονται μεταξύ τους, συμπεριφέρονται σαν ενιαία μάζα, τιμούν από κοινού τον ήρωά τους και θα ήταν χαρούμενες να μοιραστούν μια κυματιστή μπούκλα από τα μαλλιά του. Αυτές οι πρώην αντίπαλες κατάφεραν να ταυτιστούν μεταξύ τους βάσει ενός παρόμοιου έρωτα για το ίδιο αντικείμενο.
*
[…] Ακόμη και το ωραίο ανέκδοτο για την κρίση του Σολομώντα έχει τον ίδιο πυρήνα. Αν το παιδί της μιας πέθανε, γιατί να ζεί αυτό της άλλης; Η επιθυμία πρόδωσε εκείνη που έχασε το παιδί της.
Επομένως, το κοινωνικό αίσθημα στηρίζεται στη μετατροπή ενός αρχικά εχθρικού συναισθήματος σε έναν θετικά χρωματισμένο δεσμό δίκην ταυτίσεως.
*
Κάθε χριστιανός αγαπά τον Χριστό ως ιδεώδες του και νιώθει μέσω ταύτισης δεμένος με τους άλλους χριστιανούς. Όμως η Εκκλησία απαιτεί περισσότερα από αυτόν. Οφείλει, επίσης, να ταυτιστεί με τους άλλους χριστιανούς και να τούς αγαπήσει όπως τον έχει αγαπήσει ο Χριστός. Επομένως, η Εκκλησία απαιτεί να πληρωθεί και στα δύο σημεία η θέση της λίμπιντο που προκύπτει από τον σχηματισμό της μάζας. […] Αυτό το επιπλέον ξεπερνά, προφανώς, τη συγκρότηση της μάζας. […] Όμως, αυτή η περαιτέρω εξέλιξη της κατανομής της λίμπιντο στη μάζα είναι, προφανώς, ο παράγοντας επί του οποίου ο χριστιανισμός στηρίζει τον ισχυρισμό του ότι έχει κατακτήσει μια υψηλότερη ηθική.
Sigmund Freud, Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ (μτφρ. Β. Πατσογιάννης, έκδ. Πλέθρον, Αθήνα 2014, σσ. 58, 80, 81, 100-101).