Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018

και καίγονται ούλες οι αρρώστιες...


...αγγεία δε θείου τε και ασφάλτου
εμπλησάμενοι και φαρμάκου,
όπερ Μήδοι μεν νάφθαν καλούσιν,
Έλληνες δε Μηδείας έλαιον,
πυρί δε ταύτα υφάψαντες
επί τας μηχανάς των κριών έβαλλον.*

Την ημέρα που γιορτάζει η χάρη του, όποιος θέλει μετράει μια κλωνιά με τον άγιο Γιάννη, όσο δηλαδή είναι το εικόνισμα του τέμπλου, και τη ζώνει στη μέση του. Κοιμάται με δαύτηνε δυό τρεις βραδιές κι ύστερα τήνε χύνει κερί και την ανάβει στη χάρη του και καίγονται ούλες οι αρρώστιες.

από την λαϊκή παράδοση της Κορώνης για την ημέρα τ' Α-Γιαννιού (29 Αυγούστου)


-----
* Στο motto ολίγος Προκόπιος (Γοτθικός πόλεμος, VIII, 11:36), περιγράφοντας το υγρόν πυρ, αποτελούμενο από θειάφι και νάφθα, δηλαδή πετρέλαιον Μηδείας, εντός χειροβομβίδων ή και, γενικότερων ούτως ειπείν, οβίδων βαλλόμενον.

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2018

η λατρεία του «νεοφανούς» αγίου Φανουρίου


Άγιος Γεώργιος. [14]89 ή [14]97. Φορητή εικόνα αγίου Γεωργίου δρακοντοκτόνου.
Χρονολόγηση: [14]89 ή [14]97.
Διαστάσεις: 1,23 x 0,62 μ.

Προέρχεται από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Άνω στην πόλη της Ρόδου. Στην ίδια θέση πιθανώς βρισκόταν το 14ο αιώνα η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου (του Φανουρίου). Αντίγραφο της λατρευτικής εικόνας του αγίου μεταφέρθηκε στην Κρήτη από τον ηγούμενο της μονής Βαλσαμονερού Ιωνά Παλαμά, από όπου άρχισε η λατρεία του «νεοφανούς» αγίου Φανουρίου.

Στη δεξιά κάτω γωνία διασώζεται τμήμα της χρονολόγησης της εικόνας ... ξ΄Ζ (...97). Με δεδομένο το γεγονός ότι αυτό το έργο, για τεχνοτροπικούς λόγους, δεν μπορεί να είναι παλαιότερου του 15ου και νεότερο των αρχών του 16ου αιώνα, η χρονολογία θα πρέπει να συμπληρωθεί [14]97 ή [69]97 (6997-5508= 1489).

Η Ρόδος από τον 4ο αιώνα μ.Χ. μέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους (1522). Παλάτι μεγάλου Μαγίστρου (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2004, σ. 92).

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2018

μνήμη η Μακρόνησος


«Χαίρομαι που είμαστε μαζί σε έναν χώρο που είναι μνήμη. Εδώ έχουν βασανιστεί εκατοντάδες άνθρωποι, αξιωματικοί του στρατού, πολίτες, φοιτητές. Εδώ είναι το μικρό Νταχάου» δήλωσε ο Κώστας Μανταίος για τον τόπο διεξαγωγής της συνέντευξης, επιδιδόμενος ακολούθως σε παράθεση ιστορικών στοιχείων για το νησί της Μακρονήσου, που έχει περίπου 12 χλμ. μήκος και 2,5-3,5 χλμ. πλάτος.

Για τα νεότερα χρόνια είπε: «Η Μακρόνησος αρχίζει το '47.

Εκεί στήθηκαν πολλά στρατόπεδα, τα οποία ξεκίνησαν από τον Μάιο του '47 οπότε ιδρύθηκε το Β′ Τάγμα Ειδικών Οπλιτών, τον Ιούλιο του '47, οπότε στήθηκε το Γ′ Τάγμα Ειδικών Οπλιτών και παράλληλα το Α′ Τάγμα Οπλιτών, ενώ τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς έγινε το Γ′ Κέντρο Παρουσιάσεων Αξιωματικών, αυτοί που υπήρξαν στον Εμφύλιο Πόλεμο.

Τον Αύγουστο του '47 μεταφέρθηκαν εκεί οι στρατιωτικές φυλακές Αθηνών, οπότε ονομάστηκαν Στρατιωτικές Φυλακές Μακρονήσου και τον Νοέμβριο του '48 ιδρύθηκε το στρατόπεδο πολιτικών εξορίστων. Το καλοκαίρι του '49 ιδρύθηκε το ειδικό στρατόπεδο αναμόρφωσης ιδιωτών, αριστερών πολιτών, και το 1950 μεταφέρθηκαν περίπου 500 γυναίκες από το Τρίκερι και έκαναν ένα ειδικό στρατόπεδο αναμόρφωσης γυναικών.

Η Μακρόνησος διατηρήθηκε ως το 1953 και αργότερα ως το '54 και το '55, που άρχισε να αδειάζει, οπότε ιδρύθηκαν άλλα μικρά τάγματα ανεπιθύμητων. Στη Μακρόνησο όλη την περίοδο υπολογίζεται ότι πέρασαν, βασανίστηκαν και υπέφεραν περίπου 100.000 άνθρωποι. Καταλαβαίνετε γιατί θέλουμε να το κάνουμε μνημείο».

Για την ανάδειξη της Μακρονήσου σε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO (με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ, βλ. Ι, ΙΙ, ΙΙΙ).

Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

τα μήλα άρα γε παρά θίν’ αλός;


"...Αφού δε πλέον αύται έφθασαν εις το ωραιότατον ρεύμα του ποταμιού, -αυτού ήσαν μεν αένναοι πλυνοί, πολύ δε ωραίον ύδωρ έρρεε κάτωθεν προς τα έξω, ώστε να καθαρίση πολύ μάλιστα λερωμένα,- ενταύθα τας ημιόνους απέλυσαν από κάτω από την φορτηγόν άμαξαν. και ταύτας μεν αφήκαν να τρέχωσι παρά τον στροβιλώδη ποταμόν, ίνα τρώγωσι μελίγλυκυ χόρτον· αύται δ' από την άμαξαν (90) έλαβον με τας χείρας τα ρούχα και έφερον εις το μέλαν ύδωρ, (προς καθαρισμόν) δε κατεπάτουν εντός των λάκκων ταχέως αμιλλώμεναι. αφού δ' έπλυναν και εκαθάρισαν πάσαν ακαθαρσίαν, κατά σειράν ήπλωσαν εις την παραλίαν της θαλάσσης, όπου μάλιστα εις την ξηράν χαλίκια εξέπλυνε συνήθως η θάλασσα. αύται δ', αφού ελούσθησαν και ηλείφθησαν λιπαρώς δι' ελαίου, έπειτα εγευμάτισαν εις τας όχθας του ποταμού, περιέμενον δε να στεγνώσουν τα ρούχα εις τας ακτίνας του ηλίου, αφού δ’ ηυφράνθησαν φαγητόν αι δούλαι και αυτή, με σφαίραν αύται έπειτα έπαιζον, αφού απέβαλον το μαντήλι της κεφαλής. (100) μεταξύ δ' αυτών η λευκώλενος Ναυσικά έκαμνεν αρχήν του παιγνιδιού. καθώς δ' η τοξεύτρια Άρτεμις πορεύεται εις τα όρη, ή εις τον υπερύψηλον Ταΰγετον ή εις τον Ερύμανθον, διασκεδάζουσα (με το κυνήγιον) κάπρων και ταχειών ελάφων· ομού δε με αυτήν αι αγροτικαί νύμφαι, αι κόραι του αιγιόχου Διός παίζουσι, χαίρει δε εις την καρδίαν η Λητώ· υπερέχει δε όλας κατά την κεφαλήν και το μέτωπον, ευκολώτατα δε διακρίνεται, αν και είναι όλαι ωραίαι. τοιουτοτρόπως αύτη διέπρεπε μεταξύ των θεραπαινίδων η άγαμος παρθένος. Αλλ' ότε πλέον φυσικά έμελλε να επανέλθη οπίσω εις την οικίαν, (110) αφού ήθελε ζεύξει τας ημιόνους και διπλώσει τα ωραία ρούχα, τότε πάλιν άλλο εσκέφθη η γλαυκώπις Αθηνά, ίνα σηκωθή ο Οδυσσεύς και ίδη την ωραίους οφθαλμούς έχουσαν κόρη, η οποία να οδηγήση αυτόν εις την πόλιν των Φαιάκων ανδρών. την σφαίραν λοιπόν έρριψεν η βασιλόπαις προς τινα θεραπαινίδα· την θεραπαινίδα μεν δεν επέτυχεν, αλλά έρριψεν εις το βαθύ συστρεφόμενον ύδωρ· αύται δ' επάνω εις αυτό εφώναξαν μακράν· εξύπνησε δ' ο θείος Οδυσσεύς, ανακαθήμενος δ' εσκέπτετο κατά την διάνοιαν και κατά την καρδίαν· «αλλοίμονον εις εμένα! Εις τίνων πάλιν ανθρώπων την γήν έχω φθάσει; ποίον από τα δύο δηλ. είναι ούτοι βίαιοι και άγριοι και όχι πολιτισμένοι, (120) ή είναι φιλόξενοι και έχουσιν ψυχήν θεοσεβή; ήλθεν εις τας ακοάς μου κραυγή οξεία ως νεανίδων· [νυμφών, αι οποίαι έχουσι τας αποκρήμνους κορυφάς των ορέων και τας πηγάς των ποταμών και τους χλοερούς λειμώνας.] βεβαίως λοιπόν, πιστεύω, είμαι πλησίον ανθρώπων με ομιλίαν· αλλ' εμπρός εγώ αυτός θα εξετάσω και θα ίδω.» Τοιουτοτρόπως αφού είπεν, εξήλθε κάτω από τους θάμνους ο θείος Οδυσσεύς, έκοψε δ' από του πυκνού δάσους διά της χονδράς χειρός κλάδον πολύφυλλον, ίνα καλύψη περί το σώμα τα αιδοία.". (Ζ 85-129)


Απόδοσις υπό Π. Γιαννακοπούλου (1977). Στο πρωτότυπο έχει ως εξής:

"αι δ' ότε δη ποταμοίο ρόον περικαλλέ' ίκοντο, 85
ένθ' ή τοι πλυνοί ήσαν επηετανοί, πολύ δ' ύδωρ
καλόν υπεκπρόρεεν μάλα περ ρυπόωντα καθήραι,
ένθ' αι γ' ημιόνους μεν υπερκπροέλυσαν απήνης.
και τας μεν σεύαν ποταμόν πάρα δινήεντα
τρώγειν άγρωστιν μελιηδέα· ται δ' απ' απήνης 90
είματα χερσίν έλοντο και εσφόρεον μέλαν ύδωρ,
στείβον δ' εν βόθροισι θοώς έριδα προφέρουσαι.
αυτάρ επεί πλύνάν τε κάθηράν τε ρύπα πάντα,
εξείης πέτασαν παρά θίν' αλός, ήχι μάλιστα
λάιγγας ποτί χέρσον αποπλύνεσκε θάλασσα. 95
αι δε λοεσσάμεναι και χρισάμεναι λίπ' ελαίω
δείπνον έπειθ΄είλοντο παρ' όχθησιν ποταμοίο,
είματα δ' ηελίοιο μένον τερσήμεναι αυγή,
αυτάρ επεί σίτου τάρφθεν ομωαί τε και αυτή,
σφαίρη ται δ' άρ' έπαιζον από κρήδεμνα βαλούσαι· 100
τήσι δε Ναυσικάα λευκώλενος ήρχετο μολπής.
οίη δ' Άρτεμις είσι κατ' ούρεα ιοχέαιρα,
ή κατά Ταΰγετον περιμήκετον ή Ερύμανθον,
τερπομένη κάπροισι και ωκείης ελάφοισιν
· τη δε θ' άμα νύμφαι, κούραι Διός αιγιόχοιο, 105
αγρονόμοι παίζουσι γέγηθε δε τε φρένα Λητώ·
πασάων δ' ύπερ ή γε κάρη έχει ηδέ μέτωπα,
ρείά τ' αριγνώτη πέλεται, καλαί δε τε πάσαι,
ως ή γ' αμφιπόλοισι μετέπρεπε παρθένος αδμής.
αλλ' ότε δη άρ' έμελλε πάλιν οικόνδε νέεσθαι 110
ξεύξασ' ημιόνους πτύξασά τε είματα καλά,
ένθ' αύτ' άλλ' ενόησε θεά, γλαυκώπις Αθήνη,
ως Οδυσσεύς έγροιτο ίδοι τ' ενώπιδα κούρην,
ή οι Φαιήκων ανδρών πόλιν ηγήσαιτο.
σφαίραν έπειτ' έρριψε μετ' αμφίπολον βασίλεια· 115
αμφιπόλου μεν άμαρτε, βαθείη δ' έμβαλε δίνη
· αι δ' επί μακρόν άυσαν· ο δ' έγρετο δίος Οδυσσεύς,
εζόμενος δ' ώρμαινε κατά φρένα και κατά θυμόν
· «ώ μοι εγώ, τέων αύτε βροτών ες γαίαν ικάνω;
ή ρ' οί γ' υβρισταί τε και άγριοι ουδέ δίκαιοι, 120
ήε φιλόξεινοι και σφιν νόος εστί θεουδής;
ώς τε με κουράων αμφήλυθε θήλυς αυτή
· [νυμφάων, αί έχουσ' ορέων αιπεινά κάρηνα
και πηγάς ποταμών και πίσεα ποιήεντα]
ή νύ που ανθρώπων ειμί σχεδόν αυδηέντων. 125
άλλ' άγ' εγών αυτός πειρήσομαι ηδέ ίδωμαι.»
ώς ειπών θάμνων υπεδύσετο δίος Οδυσσεύς,
εκ πυκίνης δ' ύλης πτόρθον κλάσε χειρί παχείη
φύλλων, ως ρύσαιτο περί χροΐ μήδεα φωτός". (Ζ 85-129)


υπεκπρόρεεν = έρρεεν εμπρός (προ) εκ του βάθους έξω (υπέκ).
καθήραι = απαρέμφατον του σκοπουμένου, δυνατού αποτελέσματος: τόσον άφθονο, ώστε να δυνηθή να καθαρίση.
υπεκπροέλυσαν = άφησαν, απέλυσαν τας ημιόνους κάτωθεν του ζυγού προς τα εμπρός από της αμάξης ν' απέλθωσιν.
άγρωστις = αγριάδα, χόρτον.
έριδα προφέρουσαι = εξήγησις του θοώς = φέρουσαι εις φώς, δεικνύουσαι άμιλλαν, προς αλλήλας αμιλλώμεναι.
κάθηραν = κείται συνεπτυγμένως = απεμάκρυναν διά καθαρίσεως.
ποτί χέρσον αποπλύνεσκε = προς την ξηράν (κυμαινομένη) συνήθιζε να εκπλύνη· άρα επί καθαρωτάτου καχληκώδους εδάφους.
τήσι – μεταξύ τούτων
μολπήν = παιδιά, πιθανώς μετά χορού συνδεδεμένη.
αγρονόμοι = αι εν τοις αγροίς διατρίβουσαι, αγροδίαιτοι.
παίζουσι = διασκεδάζουσι κατά την πορείαν.
Λητώ = η γλυκύθυμος συμμετοχή της μητρός, ήτις ως θεατής εισάγεται, προάγει την παραβολήν πέραν του αμέσου αυτής σκοπού εις περιτετορνευμένην και πλήρη ζωής εικόνα.
βασίλεια = η βασιλόπαις.
αμφιπόλου μεν άμαρτε = χιαστί ετέθησαν αι λέξεις ως προς το έρριψε μετ' αμφίπολον. Η πρότασις είναι ασύνδετος, ώστε το κοινόν αμφοτέρων των προτάσεων υποκείμενον εις το τέλος της πρώτης ετάχθη.
εζόμενος = καθήμενος, τ. έ. επί της ευνής ανεγειρόμενος.
δίκαιοι = πολιτισμένοι.
θήλυς = γυναικεία τ. έ. λιγυρά, οξεία.
θάμνων = αφαιρετική γενική, μετά του υπεδύσετο = από κάτω από τους θάμνους.
φύλλων = προσδιορίζει το πτόρθον ως είδος γενικής της ύλης.
ρύσαιτο = αλλαχού περί των αμυντικών όπλων = καλύψη, ενν. υποκείμενο: ο πτόρθος.
μήδεα φωτός = τα ανδρικά αιδοία.

Χαρίεν ομηρικό απόσπασμα. Χορός, τραγούδι, παιγνίδι παρά θίν' αλός. Τα φρεσκολουσμένα κοράσια και καλολαδωμένα, βάλλασι και παίζασι τα μήλα; μέχρι που ξύπνησαν τον δίο Οδυσσέα. Έτσι το θέλησε η γλαυπώπις Αθήνη! Ο ίδιος.

'Αλλο απόσπασμα από το ίδιο έργο εδωδά, αλλά κι εδώ.

Τρίτη 14 Αυγούστου 2018

κάποτε, η Ίσις και ο Όσιρις


Κάποτε, η Ίσις και ο Όσιρις ήταν σημαντικότατοι θεοί για τους Έλληνες, με την υπόσχεση μιας θρησκείας που προσέφερε προσωπική λύτρωση και μεταθανάτια ζωή. Τον 2ο αιώνα μ.Χ., ο Απουλήιος, στις «Μεταμορφώσεις», παρουσιάζει τη θεά να σώζει τον πρωταγωνιστή Λούκιο, μεταμορφώνοντας τον σε άνθρωπο πάλι από γάιδαρο. Και συστήνει τον εαυτό της: «Η οικουμένη με λατρεύει με χίλιες μορφές, χίλια ονόματα και με διάφορες τελετές και προσευχές. Οι Φρύγες με ονομάζουν Κυβέλη· οι Κυπριώτες Παφία Αφροδίτη, οι ντόπιοι Αθηναίοι Κεκρόπεια Αθηνά· οι Κρήτες Άρτεμη Δικτύνη· οι Σικελοί, που μιλούν τρεις γλώσσες, Περσεφόνη Στυγία· οι κάτοικοι της Ελευσίνας, αρχαία Δήμητρα, άλλοι Ήρα Μπελλόνα, Έκάτη, μερικοί Ραμνούσια Νέμεση. Μα οι Αιθίοπες, που ο ήλιος τούς φωτίζει στην ανατολή του, οι Αριανοί και οι Αιγύπτιοι, που στις επιστήμες προηγήθηκαν από όλους τους λαούς, μου αποδίδουν τη λατρεία που μου πρέπει με το αληθινό όνομα, της θεάς Ίσιδος» (μετάφραση Αριστείδη Αϊβαλιώτη, εκδόσεις Νεφέλη, 1982).


Νίκος Κωνσταντάρας, “Αιγύπτιοι θεοί, Έλληνες Εβραίοι”, στην Καθημερινή της 30ης.06.2018.

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2018

κατά λάθος


Κατά λάθος, αντί για το βρακάκι σου
μού άφησες το μάλλινο σκουφί σου.*

Άντων, Αντών! Κοίτα
εδώ, εδώ, δες εδώ -

Είχε γείρει, πού ακριβώς;
Είχε γείρει έτσι που όλο το κορμί της
ήταν λόφοι, λόγγοι και κοιλάδες
πάνω από έναν ολοκαίνουργιο Κορινθιακό -
τον ατενίζω τώρα
στη βίγλα των Κτηρίων
απέναντι στα πλάγια κατσίκια
που βόσκουν κατηφορικά χορτάρια.

[...]

Τούτα τα στιλπνά κι εύσαρκα λαγόνια
ήταν κάποτε δικά μου
σαν τα συρτάρια του γραφείου,
άνοιγαν κι έκλειναν με τη βουλή μου.

[...]

Αντώνης Ζέρβας, Διάλογοι με τον Αρχίλοχο (έκδ. Περισπωμένη, Αθήνα 2016, σσ. 33-34). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π, σ. 29).

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018

ποιό άγουρο σταφύλι νάχω ‘ςτο στόμα μου;


Είναι ωραία τα μάτια σου
ανοίγουν πρωϊνά
‘ςτις εσοχές του ουρανού.*

[...]

Η τέχνη
νεωκόρος εξόριστη
θεραπεύει την αρχαία πληγή.

Θα γραφούν ωραίοι στίχοι.

Ο άνεμος τους ταξιδεύει σαν κύματα ‘ςτα ξένα.
Κάποιοι θα γίνουν άγαλμα
θα το χαζεύει ένα παιδί μέχρι τον έρωτά του.

Θα βασιλεύει η σιωπή.
Οι άνθρωποι τεχνολογούν δοξάζοντας
Ιερείς που κατεβάζουν τον ουρανό ‘ςτα χέρια τους
και τον μοιράζουν σε κομματάκια ψωμί
· -τα πουλιά μαζεύουν τα ψίχουλα
και φεύγουν πάλι ‘ςτα μέρη
που τούς δίνουνε μιλιά-

Φτάνουμε ‘ςτο ανείπωτο κάποτε
κι επιστρέφουμε
‘ςτις κοινότατες λέξεις.

*

Ο Θεός είναι μια αύρα
που κάποτε κατοίκησε
‘ςτο σώμα μιας γυναίκας.


Άγγελος Καλογερόπουλος, “Κοινός λόγος”, ποίημα από την συλλογή Αργά Μαθήματα (έκδ. Το κοινόν των Ωραίων Τεχνών, Αθήνα 2002, σ. 33). - Το motto εκ του ιδίου, (σ. 10). Αλλά και το μοιράδι εκ του “Ύστερον”, εκ του ιδίου (ό.π., σ. 31). Κι ο τίτλος ακόμη στιχάκι εκ του ιδίου (ό.π., 30).

Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

και των ψυχών


στραβά που σ' έραψα στραβά
στραβά θα με ξηλώσεις *

Σάββατο των ψυχών
Κάνει πάλι Σάββατο έξω
Και γω κλεισμένος σ' ένα κάτι κλιματιζόμενο
Μετρώ κοινωνικότητα σε κλεμμένους αναπτήρες
Πόλη γεμάτη Σάββατο
Στα δάχτυλά σου μετρώ τις ημέρες μου
Σάββατο των ψυχών
Στην πολιτεία της Άλμπα

Θωμάς Τσαλαπάτης, «Άλμπα» (έκδ. Εκάτη, Αθήνα 2015).


*

ΜΕΔΟΥΣΑ
Κατ' αρχήν
είναι το βλέμμα
κι εκείνη το 'φερνε από μεγάλα βάθη
Δεν ξέρω αν εξηγεί η μοναξιά
μα ωστόσο η μοναξιά –
που δυο χαλίκια δεν ενώνονται ποτέ
και τα βουνά μια μέρα θα μας γίνουνε χαλίκια
Ήταν πικρή κι αμίλητη
που όλα την ίδια τύχη μες τα μάτια της
από ένα μυρμήγκι
ώς τη δημοκρατία
κι ανάμεσα σ' αυτά τα δυο
πλήθος κορμιά συρρέανε
κόρες εκπάγλου καλλονής
οι μάγκες με τις λεοντές
–να σημειώσουμε πως τότε δεν υπήρχαν φωτογράφοι–
Ήταν καλή
και την εσκότωσαν
ο μανιακός ο θαυμαστής
με τη λεπίδα
Ξεσπάσαν μαύρες ταραχές
σειρήνες
μπάτσοι
πετροπόλεμος
από παντού συνθήματα:
Νεκρή μου φύση σού 'ρχομαι
Ψωμί
Παιδεία
Ελευθερία
σ' όλα δοκίμασα τα δόντια μου
σ' όλα μού σπάσανε
Λοιπόν;
Εκεί που η τάξη αδυνατεί
έρχεται ο μύθος
Αυτά.
Δεν σώθηκε τίποτα δικό της
Κρίμα.
Πρέπει να ήτο
εξαίσια γλύπτις

Γιάννης Στίγκας, από την ποιητική συλλογή· Βλέπω τον κύβο Ρούμπικ φαγωμένο (έκδ. Μικρή Άρκτος, Αθήνα 2014). - Στο motto, εκ του ιδίου, αρκτικοί στίχοι από το ποίημα "Φρανκεστάιν ή καλύτερα άτιτλο".

Απ' εδωδά ειλημμένα!