Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2021

ο τεκνοποιός έρωτας και ο έρωτας για ηδονή


[…] ώς τις ύστατες εξελίξεις της θεογονίας, ο τεκνοποιός έρωτας εξακολουθεί να είναι η διέπουσα αρχή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει αμεταβλησία στον έρωτα: δεν παύουν και σ' αυτόν να εκδηλώνονται βαθιές μεταμορφώσεις. Αν στα όντα της γενιάς των Τιτάνων διαπιστώσαμε ότι ο Έρωτας ωθούσε στην τεκνοποιία, χωρίς ιδιαίτερες μάλιστα εκλεπτύνσεις, εδώ τα πράγματα αλλάζουν. Οι Κρονίδες έχουν πιο διακριτή ατομικότητα απ' ό,τι οι πρόγονοί τους. Διαθέτουν μια πιο πλούσια και πιο κατεργασμένη προσωπικότητα. Η ερωτική παρόρμηση γίνεται ήδη σ' αυτούς πιο συνειδητή και εξελίσσεται σε μια έφεση για ηδονή. Παράλληλα, ο έρωτας παίρνει σιγά-σιγά και μια συναισθηματική επένδυση. Τώρα χρειάζεται και στον έρωτα στρατηγική. Το βλέπουμε στην Ιλιάδα του Ομήρου. [...]

Ο Ησίοδος πάλι, με τρόπο αλήθεια πολύ διακριτικό, επισημαίνει επίσης αυτή την εξέλιξη των ερωτικών ορμέμφυτων. Για να υποδηλώσει ενώσεις οι οποίες επιτελούν ακόμα, στους απογόνους του Κρόνου, μια θεογονική και μόνο λειτουργία, ο Ησίοδος μεταχειρίζεται εκφράσεις παρόμοιες μ' εκείνες που είχε χρησιμοποιήσει και στην περίπτωση προγενέστερων θεών. Ενώνονται, λέει, και κάποτε προσθέτει και το «εν φιλότητι». Ωστόσο, ο Ησίοδος δίνει τώρα, κάπου-κάπου, και μια καινούργια διασαφητική λεπτομέρεια. […] ένα επίθετο ή ένα άλλο συμπλήρωμα προορισμένο να υπογραμμίσει τα θέλγητρα αυτής […]

*

Αυτό το ψυχολογικό βάθεμα του έρωτα έχει σπουδαίες συνέπειες. Από κίνητρο για τεκνογονία, ο έρωτας γίνεται στο εξής μια διψασμένη αναζήτηση για ηδονή, μια διάφανη εξωτερίκευση ενός συναισθήματος, δίχως γενετικό επακόλουθο. […] Έτσι, ο Έρως δεν είναι πλέον μόνο ο δυναμικός υποκινητής της αναπαραγωγικής διαδικασίας, του οποίου η δραστηριότητα εξασφάλιζε την εξέλιξη της κοσμογονίας. Ο μικρός αυτός γιος της Αφροδίτης συνεχίζει βέβαια και τώρα να συμβάλλει στη διαιώνιση του σύμπαντος, αλλά, από δώ και στο εξής, μπορεί επίσης να πειραματιστεί πιο ελεύθερα με την εξουσία του. Η μητέρα του είναι μια πολύ σημαντική θεά.

Αυτή η μετάλλαξη του έρωτα κατά την εποχή των απογόνων του Κρόνου συνοδεύεται κι από μιαν άλλου τύπου, διπλή εξέλιξη. Οι θεοί, καθώς είναι τώρα προικισμένοι με ποικίλους και αλληλοσυμπληρούμενους ρόλους, συγκροτούν πια μια οργανωμένη κοινωνία. Οι άνθρωποι πάλι δέχονται τον εκπολιτισμό. [...]

Και μάλιστα, πέρα από τη δράση της στους τεκνοποιούς δεσμούς που εξασφαλίζουν τη διαιώνιση των ήδη δημιουργημένων ειδών, μπορεί και σμίγει ακόμα και «ζευγάρια» που είναι από τη φύση τους στείρα. Σ' αυτά, η ομορφιά κι η ευτυχισμένη πληρότητα που προσφέρει η Αφροδίτη είναι αυτοσκοποί. Και να που τα δώρα της θεάς του έρωτα δεν είναι πια αποκλειστικά στολίδια για γυναικεία πρόσωπα. Ομορφαίνουν επίσης και τους νέους άντρες. Έτσι, ο Δίας θα ερωτευθεί το Γανυμήδη· ο Απόλλωνας τον Υάκινθο.

Jean Rudhardt, Έρως και Αφροδίτη στα κοσμολογικά συστήματα των αρχαίων Ελλήνων (μτφρ. Ν. Πετρόπουλος, έκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996, σσ. 78-79, 81, 82, 83-84).

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2021

για να βάλει τέλος σ’ αυτή της την αλαζονεία

δενδρώτις ώρα δ' εκ νοτίζοντος γάμου
τέλειός εστι *
Θνητοί πρόγονοι και θεϊκοί απόγονοι ζούν για λίγον καιρό μαζί, σε μιαν αμφίβολη σχέση οικειότητας. Αρκετοί μύθοι μάς πληροφορούν πώς ξεκαθαρίζει τελικά η κατάσταση: Μεταξύ του θνητού και του αθανάτου ανοίγεται μια απόσταση, κι από κεί κι ύστερα ο καθένας εκπληρώνει το ρόλο του, στον δικό του χωριστό δρόμο.

Σε μιαν ενδιάμεση περίοδο, κι ενώ η απόσταση αυτή μεγαλώνει, θνητοί και αθάνατοι συνάπτουν πολλές ακόμα ενώσεις μεταξύ τους. Άλλες από αυτές τις ενώσεις είναι θεογονικές. Ξέρουμε πώς ενώθηκε ο Δίας με τη Σεμέλη και γέννησε το Διόνυσο. Ο Διόνυσος είναι θεός, μόνο που γεννήθηκε τελευταίος απ' όλους τους θεούς. Πεθαίνει λοιπόν, κι έπειτα γεννιέται και πάλι, αυτή τη φορά για μια ζωή χωρίς τέλος.

Επίσης, ο Δίας γοητεύει την Αλκμήνη κι από την ένωσή τους γεννιέται ο Ηρακλής. Αυτός είναι θνητός αλλά, μετά το θάνατό του, θα αποθεωθεί στον Όλυμπο. Από άλλες πάλι τέτοιες ενώσεις γεννιούνται άτομα με υποδειγματικό πεπρωμένο: εδώ είναι η ρίζα της δημιουργίας, ανάδειξης ή ενδυνάμωσης οικογενειών που θα διαδραματίσουν καθοριστικούς ρόλους στην ιστορία του ελληνικού κόσμου.

Άλλες, τέλος, ενώσεις μεταξύ θνητών και αθανάτων φαίνονται λίγο-πολύ τυχαίες. Όλες πάντως είναι εμπνευσμένες από την Αφροδίτη. Όποια κι αν είναι η έκβασή τους, τέτοιες ενώσεις δεν παύουν να είναι ετεροβαρείς. Ο θεός δεν μπορεί να παρουσιαστεί με τη θεϊκή του όψη στην ποθητή του θνητή γυναίκα: πρέπει να «μεταμφιεστεί».

Ο Δίας, ας πούμε, μεταμορφώνεται σε χρυσή βροχή για να σμίξει με τη Δανάη, σε ταύρο για να απαγάγει την Ευρώπη, σε κύκνο για να ξελογιάσει την Λήδα. Αυτές οι μεταμορφώσεις δεν είναι απλώς απατηλά τεχνάσματα: ο άνθρωπος δεν αντέχει ν' αντικρίσει το θεό σ' όλη του τη θεϊκή λαμπρότητα. Όταν η Σεμέλη [ξεγελαγμένη από την άγρυπνη κι ανελέητη νόμιμη σύζυγο, την Ήρα] ζητάει από το Δία να τής εμφανιστεί με το αληθινό του πρόσωπο, κι εκείνος δέχεται να εκπληρώσει την επιθυμία της, η Σεμέλη πεθαίνει την ίδια στιγμή, κεραυνοβολημένη από το θέαμα της θεϊκής λαμπρότητας.

Έτσι, σε τέτοιες ενώσεις θνητού και αθάνατου, το ανθρώπινο ον διατρέχει κίνδυνο· και το θεϊκό χάνει μέρος της αξιοπρέπειάς του. Πράγματι, εμπνέοντας στους θεούς ερωτικό πόθο για θνητές και επιβάλλοντας στις θεές τον έρωτα για θνητούς, η Αφροδίτη κάνει κατάχρηση της δύναμής της και ταπεινώνει τα θεϊκά πρόσωπα.

Για να βάλει τέλος σ' αυτή της την αλαζονεία, ο Δίας θέτει κι αυτός με τη σειρά του την Αφροδίτη υπό την εξουσία του και τής εμπνέει έρωτα για τον Αγχίση. Η θεά σμίγει λοιπόν με το θνητό άρχοντα της Τροίας και γεννάει κι αυτή έναν κοινό θνητό [ενν. τον Αινεία]. Η Αφροδίτη νιώθει βέβαια ικανοποίηση, αλλά υφίσταται αυτό της το πάθος με μια αίσθηση ήττας. Τότε ξαναβρίσκει την αίσθηση του μέτρου.

Από κεί και ύστερα δεν θα αναπτυχθούν ξανά πια τέτοιοι, τόσο άνισοι δεσμοί. Ο Ύμνος εις Αφροδίτην, όπου και διαβάζουμε την ερωτική αυτή περιπέτεια του Αγχίση, ανήκει στην ομάδα των ομηρικών ύμνων που, όπως ο ύμνος για τη Δήμητρα, εξιστορούν τις τελευταίες φάσεις της διανομής των τιμών, τις τελευταίες διευθετήσεις της θρησκευτική τάξης των πραγμάτων.

Jean Rudhardt, Έρως και Αφροδίτη στα κοσμολογικά συστήματα των αρχαίων Ελλήνων (μτφρ. Ν. Πετρόπουλος, έκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996, σσ. 93-99). - Το motto στιχάκι από τις Δαναΐδες του Αισχύλου, στο ίδιο (ό.π., σσ. 67-68). Σημαίνει: «Μέσα στην πάχνη του γαμήλιου μυστηρίου, οι καρποί των δέντρων φτάνουν στην τέλεια ωριμότητα».

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2021

Έρως και Αφροδίτη πριν και μετά


Σε μια πρώτη μυθολογική παράδοση, της οποίας καλύτερος μάρτυς είναι για μάς ο Ησίοδος, ο Έρως είναι προγενέστερος από την Αφροδίτη. Πλάι σε άλλες αρχέγονες δυνάμεις, όπως το Χάος (ουδέτερο) και η Γαία (θηλυκό), και ο Έρως είναι ένα ον πρωταρχικό. Η δράση του ξεκινάει πριν από τον σαφή διαχωρισμό των φύλων. Συνεπώς, σ' αυτό το στάδιο, ο ρόλος του δεν είναι να διέπει το ερωτικό σμίξιμο, αλλά να φέρνει στο φως, να «ενεργοποιεί», αυτό που «έκρυβαν» μέσα τους.

Μόνο μετά τον ευνουχισμό του Ουρανού από τον Κρόνο -και την συνακόλουθη απόσταση που εγκαθιδρύεται ανάμεσα στο άρρεν και στο θήλυ-, η σεξουαλική πράξη θα πάρει έναν καινούργιο χαρακτήρα και θα γίνει πραγματικά γόνιμη:
γιατί από δύο όντα δημιουργείται τώρα ένα τρίτο, διαφορετικό από τους γεννήτορές του.

Όσο ο Ουρανός, ξαπλωμένος πάνω στη Γή, ενωνόταν μαζί της μέσα στην παραζάλη μιας ακατάπαυστης συνουσίας, ο Έρως επαρκούσε για να τούς σμίγει.

Από τότε όμως που το αρσενικό και το θηλυκό αποχωρίστηκαν, η ένωσή τους, πιο τυχαία, πιο επεισοδιακή, απαιτεί την παρέμβαση μιας άλλης αρχής. Η κίνηση που, ακρωτηριάζοντας τον Ουρανό, τον στερέωσε στην κορυφή του κόσμου, μακριά από τη Γή, η ίδια κίνηση δίνει τη γέννηση και στην Αφροδίτη:

θεά όχι πια του πάθους, ως διάχυτου συμπαντικού παλμού, αλλά της ερωτικής έλξης, ως συνέπειας που προκαλείται από την εξατομικευμένη ομορφιά, τα θέλγητρα, τους καλλωπισμούς και όλα τα πονηρά τεχνάσματα της σαγήνης.

*

Σε μια δεύτερη μυθική παράδοση, που τη συναντάμε σε πολυάριθμες μαρτυρίες, ο Έρως παρουσιάζεται σαν παιδί της Αφροδίτης. Η μυθική δηλαδή αυτή εκδοχή αντιστρέφει τη σειρά εμφάνισης των δύο θεϊκών δυνάμεων. Παρουσιάζοντας το θεό να γεννιέται ύστερα από τη θεά, τροποποιεί ταυτόχρονα τη μορφή τους και τις σχέσεις τους.

Πώς να εξηγήσουμε τέτοιες παραλλαγές, τέτοιες «αντιφάσεις», για τις οποίες ωστόσο καθόλου δε φαίνεται ν' αγανακτούσαν οι Έλληνες; Η εξήγηση δίνεται αν σκεφτούμε πως ο δεύτερος αυτός τύπος μυθικών αφηγήσεων δεν βλέπει πια τον Έρωτα και την Αφροδίτη μέσα από το πρίσμα της «προέλευσης».

Ο δεύτερος τύπος δεν εξιστορεί την ανάδυση των διαφόρων θεοτήτων μεσ' από μια πορεία διαφοροποίησης, όπου τα παιδιά γεννιούνται διαφορετικά από τους γονείς τους, διαθέτοντας σαφέστερα χαρακτηριστικά, άρα και πιο περιορισμένες ιδιότητες. Η εξιστόρηση αρχίζει από τη στιγμή όπου η οριστικά εγκαθιδρυμένη τάξη πραγμάτων συνεπάγεται για όλες τις κατηγορίες όντων, θεϊκών ή ανθρώπινων, για όλες γενικά τις οικογένειες ζώντων, μια μορφή σαφή και καθορισμένη, που πρέπει να κληρονομηθεί αμετάβλητη από γενιά σε γενιά.

Κάθε όν έχει τώρα την καθαρά ατομική του μορφή, τη δική του θέση και λειτουργία μέσα στα πλαίσια μιας τάξης που εγγυάται ο Ζευς. Από κανένα ζευγάρωμα δε θα επιτρεπόταν να προκύψει ξαφνικά δημιούργημα ειδολογικά ή οπτικά καινούργιο: θα ήταν ένα τέρας. Τα παιδιά πρέπει να είναι σε όλα τα σημεία τους «όμοια» με τον πατέρα τους.

Γι' αυτό ο Έρως και ο Πόθος οφείλουν να παραμένουν υποταγμένοι στο βασιλιά των θεών, που χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες τους για τη διατήρηση μιας αδιατάρακτης τάξης πραγμάτων. Έτσι λοιπόν, η σύμβαση αυτών των μύθων [του δεύτερου τύπου] αποδίδει στην Αφροδίτη το ρόλο κόρης του Δία υποταγμένης στον πατέρα της, και στον Έρωτα το ρόλο ενός μικρού παιδιού της Αφροδίτης.

Jean-Pierre Vernant, «Πρόλογος», στο Jean Rudhardt, Έρως και Αφροδίτη στα κοσμολογικά συστήματα των αρχαίων Ελλήνων (μτφρ. Ν. Πετρόπουλος, έκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996, σσ. 14-16).

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

κάποιες άλλες παραδόσεις


παιδός τ' ηδέ γυναικός,
επήν και ταύτ' αφίκηται ώρη,
συν δ' ήβη γίνεται αρμοδίη *

[ο Πλάτων] για να δώσει ένα μάθημα ηθικής λέει: ο έρωτας μπορεί, από τη μια, νά 'ναι εξευγενισμένος και να εξυψώνει την ψυχή, οπότε και συμβάλλει στην απελευθέρωσή της από τους δεσμευτικούς καταναγκασμούς της μετενσάρκωσης. Μπορεί όμως, από την άλλη, νά 'ναι χυδαίος και, με το δέλεαρ της ηδονής, να δυναμώνει τα δεσμά που φυλακίζουν την ψυχή σ' ένα κάποιο σώμα.

Για να αισθητοποιήσει ακριβώς ο Πλάτων αυτές τις δύο όψεις έρωτα, μιλάει και για δύο Αφροδίτες.

Η πρώτη, η Ουρανία, εμπνέει τον έρωτα που, έλκοντας μια ψυχή προς μιαν άλλη ψυχή, φέρνει τον ώριμο άντρα κοντά σ' ένα νεαρό αγόρι. Απ’ αυτόν τον έρωτα πηγάζει η εποικοδομητική συνανατροφή, μέσ' από την οποία ο εραστής οδηγεί τον αγαπημένο του στην αναζήτηση του καλού.

Η δεύτερη, η Πάνδημος, εμπνέει τον έρωτα που φέρνει κοντά έναν άντρα και μια γυναίκα. Απ' αυτόν τον έρωτα παράγονται μόνο ένσαρκα όντα και όχι γνήσιοι καρποί του πνεύματος.

Διατυπώνοντας αυτή του τη θεωρία, που για τον αρχαίο Έλληνα είναι τόσο απροσδόκητη όσο και για μάς, ο Πλάτων δεν ενδιαφέρεται να ρίξει φώς στα διδάγματα της κοινής θρησκείας της εποχής του. Αλλά στέκεται στον αντίποδά τους.

Γιατί ο ελληνικός κόσμος δεν περιφρονεί καθόλου την τεκνοποιία· αντίθετα, τής αποδίδει ιερό χαρακτήρα. Η δημιουργία απογόνων φέρνει την πιο γαλήνια σιγουριά και απομακρύνει τον ενστικτώδη φόβο του θανάτου, γιατί διασφαλίζει την επιβίωση της οικογενειακής κοινότητας και τη συνέχιση των καθιερωμένων οικογενειακών ιεροτελεστιών προς τιμή των νεκρών.

Εξάλλου, η διαδεδομένη λατρευτική πρακτική μάς δείχνει ότι η Ουρανία Αφροδίτη δεν είναι μόνο θεά των μη σαρκικών ερωτικών σχέσεων. Οι εταίρες τής αποδίδουν επίσης τιμές και ικετεύουν την προστασία της.

*

Όσο κι αν ο ποιητής [Ησίοδος] εκφράζει με ποικίλους τρόπους τις θεϊκές ερωτικές ενώσεις, πάντα τον ενδιαφέρει απλά και μόνο το αποτέλεσμα: η τεκνοποιία. Τέτοιες τυπικές εκφράσεις, στερημένες από ρομαντισμό, χρησιμοποιούνται από τον ποιητή για τους θεούς όλων των γενεών αδιακρίτως. Κι όμως, συμβαίνει κάποτε να εισάγει σ' αυτές τις εκφράσεις ένα συμπληρωματικό στοιχείο, που μού φαίνεται πως έχει μια ιδιαίτερη σημασία. Για τα θεϊκά ζευγάρια της γενιάς των Τιτάνων λέει, μερικές φορές, ότι σμίγουν εν φιλότητι [...]

Στην πραγματικότητα, όμως, το ζευγάρωμα Ουρανού και Γής σ' εκείνες τις εναρκτήριες φάσεις της κοσμογονίας έχει μια όψη κτηνώδη, που πολύ λίγο συμβιβάζεται με τη φιλότητα. Επιπλέον, γνωρίζουμε ότι η Αφροδίτη δεν έχει ακόμη γεννηθεί. Να όμως που η φιλότης έχει εξαρχής καταχωρηθεί στις δικές της αρμοδιότητες:

«Σ' αυτήν έλαχε εξαρχής η τιμή κι η / αρμοδιότητα, μες στους θνητούς και στους αθανάτους, / νά 'ναι θεά για τα παρθενικά γλυκομιλήματα και τα ερωτοχαμόγελα και τις απιστίες, / για τη γλυκιά ερωτική ικανοποίηση και το χαρούμενο το σμίξιμο το ερωτικό» [Θεογονία, 203-206].

Η θεά Αφροδίτη προσδίδει στην ερωτική σχέση μια γλυκιά ηπιότητα, που ο Έρως δε διέθετε καθόλου, αφού εκείνος έφερνε τελικά τη διάσπαση σ' εκείνους που καθυπέτασσε στην επιρροή του. Ανάμεσα λοιπόν στα πρώτα σμιξίματα του Ουρανού και της Γαίας [υπό την επιρροή του Έρωτα], και στα μεταγενέστερα, που έχουν εμπνεύστρια την Αφροδίτη, υπάρχει διαφορά ποιοτική.

*

Η Αφροδίτη λοιπόν προσφέρει και στους τρεις τομείς του κόσμου -στον ουρανό, στη θάλασσα και στην ξηρά– τη χάρη τους, την πληρότητα και τη γαλήνη τους. Παντού σ’ αυτές τις τρεις περιοχές, η Αφροδίτη ωθεί σε τεκνοποιία.

Jean Rudhardt, Έρως και Αφροδίτη στα κοσμολογικά συστήματα των αρχαίων Ελλήνων (μτφρ. Ν. Πετρόπουλος, έκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996, σσ. 53-55, 74, 75-76, 104). - Στο motto απόσπασμα (24) του σοφού Σόλωνος, εκ του ιδίου (ό.π, σσ. 106-107). Σημαίνει: «και, όταν παρουσιαστεί ευκαιρία, την απόλαυση της νιότης ενός εφήβου ή μιας κοπελιάς. Αυτά φτάνουν και περισσεύουν σ' έναν θνητό, για νά 'ναι ευτυχισμένος».

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2021

απαιτείται μια απόσταση


[…] η Γαία είναι στην αρχή μόνη της και όλα βρίσκονται μέσα της ακόμη συγκεχυμένα. Από την στιγμή που η Γαία εξάγει από τα σπλάχνα της τον Ουρανό, γίνονται διακριτές δύο οντότητες [Ουρανός-Γη]. Όμως δεν υπάρχει ακόμη ανάμεσά τους ένας μόνιμος χώρος, ώστε και τα άλλα δημιουργήματα να πάρουν μια θέση σ' αυτόν.

Ο Κρόνος, ευνουχίζοντας τον Ουρανό στο σμίξιμό του με τη Γαία, κόβει ένα δεσμό που ενώνει αυτό το πρωτογενές ζεύγος. Τώρα, ο Ουρανός και η Γη απομακρύνονται μεταξύ τους αρκετά, και τα παιδιά τους μπορούν πια να βγούν στο φώς.

Ο μύθος του ευνουχισμού του Ουρανού είναι η πιο συνήθης ελληνική παραλλαγή ενός μύθου που τον γνωρίζουμε κι από άλλους λαούς: είναι ο μύθος του διαχωρισμού Ουρανού και Γης. [...]

*

Ο Ουρανός είναι ένα στοιχείο αρσενικό, του οποίου η σεξουαλική δραστηριότητα, αρχικά, είναι ακατάπαυστη όσο τα δύο μέλη του αρχέγονου ζεύγους [Γαία-Ουρανός] βρίσκονται κοντά το ένα στο άλλο. Αλλά η συνέχιση αυτής της δραστηριότητας θα απέβαινε ατελέσφορη. Κατά ένα παράδοξο τρόπο, ο ευνουχισμός του Ουρανού είναι απαραίτητος για τη γέννηση των ίδιων του των παιδιών.

Ο ευνουχισμός αυτός, που απέχει πολύ από το να ισοδυναμεί με στείρωση, κάνει τη σεξουαλική πράξη αποτελεσματική και αληθινά γόνιμη. Μια απόσταση πρέπει να παρεμβληθεί και να χωρίσει το αρσενικό από το θηλυκό ώστε η ένωσή τους ν' αποκτήσει ισορροπία. Ο πόθος του αρσενικού πρέπει να βρεί το μέτρο για νά 'ναι αναπαραγωγικός και ν' ανταποκρίνεται επίσης στο κάλεσμα του θηλυκού […].

*

Όσο για τη θεολογική σημαντική του μύθου του Ουρανού, δύο μόνο παρατηρήσεις έχω να κάνω. Οι θεϊκές ιδιότητες βρίσκουν την πλήρη τους πραγμάτωση μέσα στο σύμπαν και στη διάταξη του σύμπαντος.

Βλέπουμε όμως ότι κάθε [θεϊκό] ον, μέσα από την πορεία διαφοροποίησης που ακολουθεί, αποκτά έναν καλύτερα προσδιορισμένο και πιο συγκεκριμένο χαρακτήρα, σε καθεμιά από τις εκδηλώσεις του. Παράλληλα, οι αρμοδιότητες και οι ιδιότητές του περιορίζονται ολοένα, όπως φαίνεται πάλι από τις εκδηλώσεις του αυτές: ο Ήλιος δεν είναι τόσο απέραντος, ο Απόλλων ή ο Διόνυσος δεν είναι τόσο συμπαντικοί όσο ο κοινός τους πρόγονος, ο Ουρανός, στην πρώτη του κατάσταση.

Από αυτή την άποψη, η κοσμογονική πρόοδος μας φαίνεται αινιγματική: προϋποθέτει μια σειρά από -μειωτικές, οπωσδήποτε- υποβαθμίσεις, των οποίων το πρώτο σημάδι βρίσκουμε στην περίπτωση του ευνουχισμού του Ουρανού.

Η συγκεκριμένη αυτή υποβάθμιση αντισταθμίστηκε εντούτοις με την ένταξη όλων των δημιουργημάτων μέσα σε μια κοσμική τάξη, όπου το απλό και το πολλαπλό συμφιλιώνονται και το ον ξαναβρίσκει τελικά την πληρότητά του.

*

Είναι αναμφισβήτητο ότι ο ακρωτηριασμός του Ουρανού περιόρισε το αυθόρμητο όπως και τη διάρκεια του πόθου του, αλλά ο μύθος μάς πληροφορεί επίσης ότι δεν καταβλήθηκαν οριστικά οι θεϊκές ικανότητες. Αυτό που χανόταν σε πόθο αναπληρώθηκε, υπό άλλη μορφή στη θεά που προήλθε από τα κομμένα γεννητικά όργανα του Ουρανού.

Η Αφροδίτη, θεά της ερωτικής έλξης, της ομορφιάς, των θελγήτρων και των καλλωπισμών, είναι τώρα εκείνη που θα διεγείρει τον πόθο και θα τού ξαναδώσει την χαμένη του δύναμη, γεφυρώνοντας έτσι την απόσταση που παρεμβλήθηκε μεταξύ των δύο φύλων.

Ο Ουρανός δε βγαίνει τελικά χαμένος: Τώρα η σχέση του με τη Γή δεν είναι πια μια μονομερής επιβολή εκτός πραγματικότητας, όπως ήταν παλιότερα. Μέσα στο διαλεκτικό παιχνίδι μεταξύ πόθου και σαγήνευσης, οι δύο συμπαίκτες της ερωτικής σχέσης θα έχουν από δω και πέρα ο καθένας το δικό του μερίδιο πρωτοβουλίας.

Έτσι, με τον ευνουχισμό του Ουρανού δεν καταργείται η σεξουαλικότητα, αλλά ορίζονται οι συνθήκες υπό τις οποίες θα περάσει σ' έναν κόσμο με ολοένα πιο εξειδικευμένη ποικιλομορφία. Σ' αυτές τις καινούργιες συνθήκες, η ερωτική έλξη θα συνεχίσει να εκπληρώνει την κοσμογονική λειτουργία που τής αναγνωρίσαμε, κάτω όμως από τη συνδυασμένη τώρα δράση του Έρωτα και της Αφροδίτης.

Jean Rudhardt, Έρως και Αφροδίτη στα κοσμολογικά συστήματα των αρχαίων Ελλήνων (μτφρ. Ν. Πετρόπουλος, έκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996, σσ. 36, 37, 39-40, 41-43).

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2021

για την μέλλουσα κατάσταση και την υποτιθέμενη αγαθότητά του


Αφήνοντας κατά μέρος την ενοχλητική ιδέα ότι η θεολογία μάς προσφέρει έναν δύστροπο Θεό του οποίου οι μεροληπτικές και δεσποτικές εντολές ορίζουν τη μοίρα τής ανθρωπότητας, εάν θελήσουμε να εστιάσουμε το βλέμμα μας μόνο στην υποτιθέμενη αγαθότητά του, που όλοι οι άνθρωποι, ακόμα και εκείνοι που τρέμουν ενώπιον ενός τέτοιου Θεού, συμφωνούν να την αποδώσουν σ' αυτόν· εάν αναγνωρίσουμε ότι σκοπός του δεν είναι άλλος απ' το να μεριμνά για τη δόξα του, απαιτώντας απ' τα έλλογα όντα να τόν εξυμνούν· εάν αναζητήσουμε στα έργα του μονάχα την πρόνοια για το καλό της ανθρωπότητας, πώς, άραγε, θα εναρμονίσουμε αυτές τις απόψεις και τις γνώμες με την πραγματικά ακατανίκητη άγνοια στην οποία ένας τέτοιος Θεός, τόσο μεγαλειώδης και αγαθός, άφησε το μεγαλύτερο κομμάτι τής ανθρωπότητας [σε ό,τι αφορά τον ίδιο];

Εάν ο Θεός θέλει να καταστεί γνωστός, να λατρεύεται και να δοξάζεται, γιατί δεν φανερώνεται με τα πιο αγαπητά του γνωρίσματα σ' όλα τα έλλογα όντα που επιθυμεί να τόν αγαπούν και να τόν λατρεύουν; Γιατί, άραγε, δεν φανερώνεται σ' ολάκερη την πλάση με έναν τρόπο αδιαμφισβήτητο, που θα ήταν πιότερο ικανός να μάς πείσει απ' αυτές τις ιδιωτικές αποκαλύψεις που επιφέρουν στη Θεότητα την κατηγορία τής μεροληψίας υπέρ κάποιων δημιουργημάτων της;

Δεν θα έπρεπε ο παντοδύναμος να επιστρατεύσει πιο πειστικά μέσα για να φανερωθεί στον άνθρωπο από αυτές τις γελοίες μεταμορφώσεις και τις υποτιθέμενες ενσαρκώσεις, οι οποίες επιβεβαιώνονται μόνο από κάποιους συγγραφείς που δεν συμφωνούν ούτε μεταξύ τους;

*

Ο πόθος μας να παραμείνουμε για πάντα όπως είμαστε· η επιφυλακτικότητά μας απέναντι στη βίαιη και απροσδόκητη αλλαγή, η οποία είναι κοινή σε όλους τους άβιους και έμβιους συνδυασμούς του σύμπαντος, αυτές είναι, στην πραγματικότητα, οι κρυφές προδιαθέσεις που γέννησαν τις απόψεις των ανθρώπων για την μέλλουσα κατάσταση.

Shelley P.B., Η αναγκαιότητα της αθεΐας (μτφρ. Κ. Δεσποινιάδης – Ισιδ. Στανιμεράκη, έκδ. Πανοπτικόν, Θεσ/σνίκη 2017, σσ. 22-23, 51).

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2021

και το περί Θεού ερώτημα


Εάν θελήσουμε να εξηγήσουμε τις ιδέες μας για την Θεότητα, θα αναγκαστούμε να παραδεχτούμε ότι ο άνθρωπος, με τη λέξη «Θεός», δεν μπόρεσε παρά να ορίσει την πιο απόκρυφη, την πιο απόμακρη και την πιο άγνωστη αιτία των αποτελεσμάτων που μπορούσε να δεί· άρχισε να χρησιμοποιεί αυτή τη λέξη μονάχα όταν έπαψε να τού είναι ορατό το έργο των φυσικών και των γνωστών αιτιών· αφ’ ής στιγμής έχασε το νήμα αυτών των αιτιών ή όταν το μυαλό του δεν μπόρεσε πια να ακολουθήσει την αλυσίδα, σταμάτησε μπροστά στις δυσκολίες και έβαλε τέλος στις έρευνές του, αποκαλώντας Θεό την τελευταία των αιτιών, εκείνη, δηλαδή, που βρίσκεται πέραν όλων των αιτιών που γνώριζε· έτσι, το μόνο που κατάφερε ήταν να αποδώσει μια ασαφή ονομασία σε μια άγνωστη αιτία, ενώπιον της οποίας η οκνηρία ή τα όρια της γνώσης του τον ανάγκασαν να σταματήσει.

Κάθε φορά που λέμε ότι ο Θεός είναι ο πρωτουργός κάποιου φαινομένου, τούτο υποδηλώνει ότι αγνοούμε τον τρόπο με τον οποίο ένα τέτοιο φαινόμενο μπόρεσε να τεθεί σε κίνηση με τη βοήθεια των γνωστών σε μάς φυσικών δυνάμεων ή αιτιών. Με αυτόν τον τρόπο, το ανθρώπινο γένος, στο οποίο έλαχε ο κλήρος της άγνοιας, αποδίδει στη Θεότητα όχι μόνο τα ασυνήθιστα φαινόμενα που τού προξενούν εντύπωση, αλλά, επιπλέον, τα πιο απλά γεγονότα, οι αιτίες των οποίων θα μπορούσαν να γίνουν εύκολα κατανοητές σε οποιονδήποτε επιθυμούσε να τίς μελετήσει.

Κοντολογίς, ο άνθρωπος ανέκαθεν έτρεφε σεβασμό για τις άγνωστες αιτίες και τις απροσδόκητες συνέπειές τους, τις οποίες η άγνοια τον εμπόδιζε να αποκαλύψει. Πάνω σε τούτα τα ερείπια της φύσης ο άνθρωπος ήγειρε τον φανταστικό κολοσσό της Θεότητας.

Εάν η άγνοια της φύσης γέννησε τους θεούς, η γνώση της φύσης προορίστηκε να τούς καταστρέψει. Καθώς ο άνθρωπος καταλάβαινε όλο και περισσότερα, η δύναμη και οι πόροι του αυξάνονταν από τούτη τη γνώση· η επιστήμη, οι τέχνες και η φιλοπονία τού πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους· η εμπειρία τόν καθησύχασε ή τού εξασφάλισε τα μέσα αντίστασης στις δυνάμεις πολλών αιτιών που, μόλις έγιναν κατανοητές, έπαψαν να τον ανησυχούν. Κοντολογίς, οι φόβοι του διασκορπίστηκαν κατ' αναλογία προς τον διαφωτισμό του. Ο μορφωμένος άνθρωπος παύει να είναι δεισιδαίμων.

Λέγεται (από προφορικές παραδόσεις που πέρασαν από στόμα σε στόμα απ' τη μια γενιά στην άλλη) ότι ολόκληροι λαοί λάτρευαν τον Θεό των πατέρων και των ιερέων τους: η αυθεντία, η εμπιστοσύνη, η υποταγή, καθώς και τα έθιμα, αντικαθιστούσαν τις πεποιθήσεις ή τις αποδείξεις: οι λαοί προσκυνούσαν και προσεύχονταν επειδή οι πατέρες τους τούς έμαθαν να προσκυνούν και να προσεύχονται: γιατί, όμως, οι πατέρες τους έπεφταν στα γόνατα;

Διότι, σε αυτούς τους πρωτόγονους καιρούς, οι νομοθέτες και οι καθοδηγητές τούς το παρουσίασαν ως καθήκον. «Λάτρευε και πίστευε», έλεγαν, «τους θεούς που δεν μπορείς να καταλάβεις· έχε εμπιστοσύνη στη βαθιά μας σοφία· γνωρίζουμε περισσότερα από εσένα για τη Θεότητα». Και όταν εσύ ρωτούσες με τη σειρά σου, «αλλά γιατί να έρθω εγώ σε εσάς;», θα απαντούσαν: γιατί αυτό είναι το θέλημα του Θεού· επειδή, αν τολμήσεις να αντισταθείς, θα σε τιμωρήσει. Αυτός είναι, λοιπόν, ο Θεός που γυρεύουμε; Παρόλ' αυτά, ο άνθρωπος ανέκαθεν γυρόφερνε σ' αυτόν τον φαύλο κύκλο· το νωθρό του μυαλό έβρισκε πάντοτε ευκολότερο να αποδέχεται την κρίση των άλλων.

Όλα τα θρησκευόμενα έθνη εγκαθιδρύονται αποκλειστικά και μόνο πάνω στην αυθεντία· όλες οι θρησκείες του κόσμου απαγόρευαν την έρευνα και μάς αποτρέπουν απ’ το να σκεφτόμαστε με τη λογική· η αυθεντία θέλει τη πίστη στον Θεό· ο ίδιος ο Θεός για τον οποίο κάνουμε λόγο στηρίζεται μόνον στην αυθεντία μιας χούφτας ανθρώπων που προσποιούνται ότι τον γνωρίζουν και, ως απεσταλμένοι του, τον αγγέλουν στη γή· διότι ένας Θεός που έχει επινοηθεί από τον άνθρωπο, αδιαμφισβήτητα χρειάζεται έναν άνθρωπο για να τον φανερώσει.

Shelley P.B., Η αναγκαιότητα της αθεΐας (μτφρ. Κ. Δεσποινιάδης – Ισιδ. Στανιμεράκη, έκδ. Πανοπτικόν, Θεσ/σνίκη 2017, σσ. 18-20).