Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2021

και δυο μανταρίνια...


Ξέπνοα τα κορμιά των τριών - σε δυστύχημα αυτοκινητιστικό-
σκοτωμένων, στο δάπεδο παραπλήσιου καφενείου.
Τού ενός το χέρι κρεμασμένο από ένα κάγκελο
τού άλλου ακουμπισμένο πάνω στο στήθος,
ενώ τού τρίτου το ένα παπούτσι πεταμένο,
και η κάλτσα τρύπια στο μεγάλο νύχι τού ποδιού του.
Κλειδιά σκόρπια απ' τις τσέπες, κέρματα, και δυο μανταρίνια.

Γιώργος Μαρκόπουλος, στίχοι δημοσιευμένοι στο περιοδ. Η λέξη (τ. 205, Ιούνιος-Σεπτέμβριος 2010).


*

[το μέγαρον του Αισωνίου]

Το σπουδαιότερο εύρημα από το χώρο του ίδιου κτηρίου [ενν. το καλύτερα σωζόμενο νοτιοδυτικό κτήριο σε άνδηρο βορείως της Δυτικής Πύλης εντός της μυκηναϊκής ακρόπολης της Μιδέας] είναι ένα πήλινο πρισματικό σφράγισμα [του 14ου αι. π.Χ.] με παράσταση λιονταριού που επιτίθεται σε ταύρο.

Στις τρείς όψεις του φέρει επιγραφή της Γραμμικής Β γραφής όπου αναφέρονται η λέξη «μέγαρον» (me-ka-ro-de) και το όνομα «Αισώνιος» (a3-so-ni-jo).

Η επιγραφή αυτή είναι σημαντική, επειδή η λέξη «μέγαρον» εμφανίζεται εδώ για πρώτη φορά στη Μυκηναϊκή γραφή.


Καίτη Δημακοπούλου & Νικολέττα Διβάρη-Βαλάκου, Η μυκηναϊκή ακρόπολης της Μιδέας (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2010, σσ. 20-21, 24 εικ. 24).

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2021

παραμονή των


Εις τα βάθη υπογείου τινός της οδού Καλαμιώτου,
όπου τα κρεοπωλεία και οπωροπωλεία ήσαν
πλουσιώτατα και θαυμασίως εστολισμένα...*

Παραμονή των Χριστουγέννων τάχα. Σαράντα ημέρας οι άνθρωποι ενήστευον εις το νησάκι εκείνο. Η καλύβη, η χρησιμεύουσα ως κρεοπωλείον, είχε καταληφθή υπό τινος ναυπηγού, όστις υπ' αυτήν εσκάρωσε πλοιάριον. Την παραμονήν το έρριψεν εις την θάλασσαν μ' ευχάς κ' ευλογίας, και ο κρεοπώλης κατέλαβε πάλιν την καλύβην, ακολουθούμενος από χοίρους, τράγους και αμνούς· όλα προς σφαγήν διά τα Χριστούγεννα.

*

- Όχι, καημένε, να πηγαίναμεν εις τον άγιον Δανιήλ, έξω εις τα Ελαιοτριβεία.
- Πώς; είπον έκθαμβος.
- Ναι. Εις τον άγιον Δανιήλ. Ο παπά-Στουπής, φίλε μου, μόλις τού πάνε την διαταγήν τού Μητροπολίτου, «Τί έκαμε, λέει;», εφώναξε με την άγρια, βραχνιασμένην φωνάραν του από τον ταραμά, ένας καλός εφημέριος εις τον άγιον Δανιήλ, έξω εις τα Ελαιοτριβεία, και άρχισεν από τα μεσάνυχτα, σαν εις το Μέγα Πάσχα να σημαίνη· την έσπασε την καμπάνα, φίλε μου. «Τί έκαμε, λέει;», επανελάμβανε και εκτύπα, κρεμασμένος εις την καμπάνα με θυμόν. Σήμερον τά 'μαθα. Και εώρτασαν λαμπρά τα Χριστούγεννα εκεί έξω σαν καλοί χριστιανοί.
- Να μη το μάθωμεν! είπον μετά λύπης.
- Δεν είμεθα άξιοι, φαίνεται. Είπε και ο φίλος μου εν θλίψει.
Και εξηκολούθησεν:
- Εώρτασαν ωραία. Έξω-έξω, εις την άκρην της πόλεως. Είναι μιά ήσυχη γειτονιά, σαν χωριουδάκι. Και η εκκλησία μικρούτσικη. Ο κυρ-Χριστόφιλος, πού το μυρίσθη; Λες και είναι γάτος εις μερικά πράγματα. Τούς έβαλε ανάγνωσιν από τον «Θησαυρόν» του Δαμασκηνού, όπου υπάρχει περίληψις λαμπρά, εις απλήν γλώσσαν, από τον περίφημον λόγον του Γρηγορίου του Θεολόγου «Χριστός γεννάται, δοξάσατε!». Και ευχαριστήθησαν όλοι, ιδίως «οι ταλιαγρήται», οι εργάται των ελαιοτριβείων. Τούς έψαλε και τον πολυέλεον κατόπιν καλογερικά, φίλε μου. Και εις το τέλος οι ταλιαγρήται είχον τηγανίτες με το καλύτερο λάδι, και τσίπουρο ντόπιο, και μη ρωτάς. Μόνον ένα λάθος έκαμε, κουρασθείς πλέον. Εις το «Χριστός γεννάται» κατά το έθος, έπρεπε να κινήση σταυροειδώς τον πολυέλαιον, εις ένδειξιν χαράς, αλλ' ελησμόνησαν να τόν ανάψουν εγκαίρως, ο δε κυρ-Χριστόφιλος, νομίζων ότι είναι αναμμένος, τόν εκίνησε σβησμένον. Δεν πειράζει όμως. Πάν ό,τι γίνεται με καλήν καρδιά, είναι καλόν.
Και είπον πάλιν μετά θλίψεως:
- Να μη το μάθουμε και ημείς!
- Έ! το βράδυ, θα ψάλλωμεν όλον τον «Κανόνα», με παρηγόρησεν ο φίλος μου. Θα έλθω να σε πάρω.
[...]

Αλ. Μωραϊτίδης, «Χριστούγεννα στον ύπνο μου», στον τόμο: Χρυσός και Χρυσομηλιγγάτος. Δέκα αφηγήματα για τον Αλ. Παπαδιαμάντη (έκδ. Αρμός, Αθήνα 1996, σσ. 94, 78-79). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 83).

Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2021

η μεταφορά και η τραγωδία


[...] η μεταφορά δεν είναι ποτέ ένα αθώο σχήμα. Το να λέμε ότι ο χρόνος είναι «ευμετάβλητος» ή το βουνό «μεγαλειώδες», το να μιλούμε για την «καρδιά» του δάσους, για έναν ήλιο «ανελέητο», για ένα χωριό «κουρνιασμένο» στον μυχό της κοιλάδας, σημαίνει, ώς ένα βαθμό, ότι παρέχουμε ενδείξεις για τα ίδια τα πράγματα: μορφή, διαστάσεις, κατάσταση, κ.τ.λ.

Η επιλογή όμως ενός αναλογικού, και ωστόσο απλού λεξιλογίου, κάνει κιόλας κάτι άλλο από το να δίνει λογαριασμό για αμιγώς φυσικά δεδομένα, και επιπλέον αυτό που βρίσκεται εκεί δεν μπορεί να πιστωθεί διόλου στη φιλολογία και μόνο.

Το ύψος του βουνού προσλαμβάνει, είτε το θέλουμε είτε όχι, ηθική αξία· η θερμότητα του ήλιου γίνεται το επακόλουθο μιας βούλησης...

Στο σύνολο σχεδόν της σύγχρονης λογοτεχνίας μας, αυτές οι ανθρωπομορφικές αναλογίες επαναλαμβάνονται με υπερβολική επιμονή, υπερβολική συνοχή, για να μην αποκαλυφθεί ένα ολόκληρο μεταφυσικό σύστημα.

Για τους συγγραφείς που, λίγο ώς πολύ συνειδητά, κάνουν χρήση παρόμοιας ορολογίας, το ζήτημα δεν μπορεί παρά να είναι η εδραίωση μιας διαρκούς σχέσης ανάμεσα στο σύμπαν και στο ον που το κατοικεί. Έτσι, τα συναισθήματα του ανθρώπου θα μοιάζουν εκ περιτροπής να γεννιούνται από τις επαφές του με τον κόσμο και να βρίσκουν σ' αυτόν τη φυσική τους ανταπόκριση, αν όχι την άνθισή τους.

Η μεταφορά, που θεωρείται ότι δεν εκφράζει παρά μια ανυστερόβουλη παρομοίωση, εισάγει στην πραγματικότητα μια υπόγεια επικοινωνία, μία κίνηση συμπάθειας (ή αντιπάθειας) που είναι ο αληθινός λόγος ύπαρξής της. Διότι, ως παρομοίωση, είναι σχεδόν πάντοτε μια άχρηστη παρομοίωση, που δεν προσφέρει τίποτε το νέο στην περιγραφή. Τί θα έχανε το χωριό αν είχε απλώς «τοποθετηθεί» στον μυχό της κοιλάδας;

Η λέξη «κουρνιασμένο» δεν μάς δίνει καμία συμπληρωματική πληροφορία. Απεναντίας, μεταφέρει τον αναγνώστη (ακολουθώντας κατά πόδας τον συγγραφέα) στην υποτιθέμενη ψυχή του χωριού· εάν δεχθώ τη λέξη «κουρνιασμένο», δεν είμαι πλέον πέρα για πέρα θεατής· γίνομαι εγώ ο ίδιος το χωριό, κατά τη διάρκεια μιας φράσης, και ο μυχός της κοιλάδας λειτουργεί όπως μια κοιλότητα όπου επιθυμώ να εξαφανιστώ.

Βασιζόμενοι σε αυτή την πιθανή σύμβαση, οι υποστηρικτές της μεταφοράς θα απαντήσουν ότι κατ' αυτόν τον τρόπο, διαθέτει ένα πλεονέκτημα: να καθιστά αισθητό ένα στοιχείο που πριν δεν ήταν.
[...] Πρέπει μάλιστα να προσθέσουμε ότι το περίσσευμα περιγραφικής αξίας δεν είναι εδώ παρά ένα άλλοθι: οι αληθινοί λάτρεις της μεταφοράς δεν στοχεύουν παρά στο να επιβάλλουν την ιδέα της επικοινωνίας. [...]

*

[..] ο αναγνώστης παρόμοιων εικόνων θα βγεί από το σύμπαν των μορφών και θα βυθιστεί σε ένα σύμπαν σημασιών. Ανάμεσα στο κύμα και στο άλογο, θα κληθεί να συλλάβει ένα ιδιαίτερο βάθος: μανία, υπερηφάνεια, ισχύ, αγριότητα... Η ιδέα της φύσης, οδηγεί αλάνθαστα στην ιδέα μιας φύσης κοινής σε όλα τα πράγματα, δηλαδή ανώτερης. Η ιδέα της εσωτερικότητας οδηγεί πάντοτε σε εκείνη της υπέρβασης.

Και η κηλίδα απλώνεται όλο και περισσότερο: από το τόξο στο άλογο, από το άλογο στο κύμα και από τη θάλασσα στον έρωτα. Η κοινή φύση, για μία ακόμη φορά, δεν θα μπορεί παρά να είναι η αιώνια απάντηση στη μόνη ερώτηση του ελληνο-χριστιανικού πολιτισμού μας·

η Σφίγγα είναι εμπρός μου, με ρωτάει, δεν χρειάζεται καν να προσπαθήσω να εννοήσω τους όρους του αινίγματος που μού απευθύνει, δεν υπάρχει παρά μία δυνατή απάντηση, μία και μόνο απάντηση σε όλα: ο άνθρωπος. [...]

*

Η τραγωδία μπορεί να ορισθεί, εδώ, ως απόπειρα επανάκτησης της απόστασης που υπάρχει ανάμεσα στον άνθρωπο και στα πράγματα, με την έννοια της νέας αξίας· αυτό θα ήταν εντέλει μια δοκιμασία, όπου η νίκη θα συνίστατο στο να έχεις ηττηθεί.

Η τραγωδία εμφανίζεται λοιπόν ως η τελευταία επινόηση του ανθρωπισμού για να μην αφήσει τίποτε να διαφύγει: εφόσον η ομοφροσύνη ανάμεσα στον άνθρωπο και τα πράγματα έχει τελικώς καταγγελθεί, ο ανθρωπισμός διασώζει την επιβολή του, εγκαθιδρύοντας πάραυτα μια νέα μορφή αλληλεγγύης, αφού το ίδιο το διαζύγιο κατέστη η βασιλική οδός για τη σωτηρία.

Αλαίν Ρομπ-Γριγιέ, Φύση, Ανθρωπισμός, Τραγωδία (μτφρ. Δημ. Δημητριάδης, έκδ. Alloglotta, Αθήνα 2012, σσ. 13-15, 16, 20-21, 23).

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2021

για μια ιδιωτική θεωρία της λογοτεχνίας


Ο Γκανάς είναι ο πιο επώνυμος
δημοτικός ποιητής μας.*

Η καλή λογοτεχνία θέτει τα ερωτήματα. Η κακή λογοτεχνία τα απαντά.

*

Δεν μπορούμε να μιλάμε για έτοιμο έργο πριν ο συγγραφέας αισθανθεί λαθραναγνώστης του.

*

Συχνά με αναζητώ σ' εκείνο το αριστούργημα που χάθηκε αύτανδρο στ' ανοιχτά μιας πολύκροτης ελληνικής δεκαετίας: ...από το στόμα της παλιάς Remington... του Γιάννη Πάνου (1983).

*

«Αυτό δεν είναι μια πίπα», ή: Το μέγα μάθημα-σφαλιάρα του Ρενέ Μαγκρίτ: μη διαβάζετε τις λεζάντες.

Αχιλλέας Κυριακίδης, Σημειώσεις για μια ιδιωτική θεωρία της λογοτεχνίας (έκδ. Κίχλη. Αθήνα 2015, σσ. 13, 7, 37, 40). - Το motto εκ του ιδίου, (ό.π., σ. 32).

Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2021

θεογονίας στιχάκια και σχόλια εν φιλότητι


στ. 82: διοτρεφέων βασιλήων. Ο τύπος διοτρεφέες βασιλήες (αναθρεμμένοι από το Δία βασιλιάδες) είναι συχνότατος στα ομηρικά έπη και εκφράζει την ελέω θεού εξουσία του βασιλιά, του «ποιμένος λαών». Την αντίληψη αυτήν είχαν και άλλοι λαοί, αρχαιότεροι των Ελλήνων –Ασσύριοι, Βαβυλώνιοι, Αιγύπτιοι– αλλά εξαφανίζεται στους κλασσικούς χρόνους, για να ξαναφανεί με τους Ρωμαίους αυτοκράτορες και να περάσει, με τον Χριστιανισμό, στο Βυζάντιο όπου ο αυτοκράτωρ ήταν ελέω θεού πιστός εν Χριστώ βασιλεύς. Στην Δύση εμφανίζεται πάλι ο τίτλος αυτός με τον Καρλομάγνο, τον 9ο αι.

στ. 131-132: ή δε και ατρύγετον πέλαγος τέκεν, οίδματι θυίον, / Πόντον, άτερ φιλότητος εφιμέρου. (= Και γέννησε [η Γη], χωρίς έρωτα τρυφερό, το ατρύγητο πέλαγος που φουσκοθαλασσώνει, τον Πόντο).

στ. 337-345: Τηθύς δ' Ωκεανώ Ποταμούς τέκε δινήεντας,
Νείλόν τ' Αλφειόν τε και Ηριδανόν βαθυδίνην
Στρυμόνα Μαίανδρόν τε και Ίστρον καλλιρέεθρον
Φάσίν τε Ρήσόν τ' Αχελώιόν τ' αργυροδίνην
Νέσσον τε Ροδίον θ' Αλιάκμονά θ' Επτάπορόν τε
Γρήνικόν τε [=Γρανικόν] και Αίσηπον θείόν τε Σιμούντα
Πηνειόν τε και Έρμον ευρρείτην τε Κάικον
Σαγγάριόν τε μέγαν Λάδωνά τε Παρθένιόν τε
Εύηνόν τε και Άρδησκον θείόν τε Σκάμανδρον
.

Πολλά από τα ποτάμια αυτά είναι της Ιωνίας. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Ησίοδος δεν αναφέρει κανέναν από τους ποταμούς της Βοιωτίας όπως τον Κηφισσό ή τον Ασωπό.

στ. 371-374: Θεία δ' Ηέλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην
Ηώ θ', ή πάντεσσιν επιχθονίοισι φαείνει
αθανάτοις τε θεοίσι, τοί ουρανόν ευρύν έχουσι,
γείναθ' υποδμηθείσ' Υπερίονος εν φιλότητι
.

(= Σαν έσμιξε ερωτικά η Θεία με τον Υπερίονα, γέννησε τον μέγα Ήλιο και την λαμπρή Σελήνη και την Αυγή φέγγει για όλους...)

στ. 404-406: Φοίβη δ’ αυ Κοίου πολυήρατον ήλθεν ες ευνήν·
κυσαμένη δη έπειτα θεά θεού εν φιλότητι
Λητώ κυανόπεπλον εγείνατο, μείλιχον αιεί,
μειλίχιον εξ αρχής
...

(= Η Φοίβη θεά από έρωτα θεού, του γοητευτικού Κοίου, γέννησε παιδί, την γαλαζόπεπλη Λητώ πάντα γλυκειά, γλυκειά από την πρώτη ώρα...).

στ. 482-484: κρύψεν δε [η Γαία τον νεογνό της Ρέας Δία] ε χερσί λαβούσα
άντρω εν ηλιβάτω, ζαθέης υπό κεύθεσι γαίης,
Αιγαίω εν όρει πεπυκασμένω υλήεντι
.

(= και με τα χέρια της τον έκρυψε σε μια βαθειά σπηλιά, στα έγκατα της πάνσεπτης γής, στο όρος Αιγαίο το πυκνά δασωμένο).

στ. 497-500: πρώτον δ' εξείμεσσε λίθον, πύματον καταπίνων·
τόν μεν Ζευς στήριξε κατά χθονός ευρυοδείης
Πυθοί εν ηγαθέη γυάλοις ύπο Παρνησοίο
σήμ' έμεν εξοπίσω, θαύμα θνητοίσι βροτοίσιν
.

(= Πρώτον εξέμεσε τον λίθο που είχε, τελευταίον καταπιεί. Αυτόν ο Δίας τον έστησε στην ευρύχωρη Πυθώ [τους Δελφούς] στα ριζά του Παρνασσού να μένει μνημείο στα υστερότερα χρόνια, θαύμα για τους θνητούς ανθρώπους).

Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 54-55, 58-59, 70-71, 70-73, 78-79).

Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2021

απόστιχα επ' έρωτος


ώ κτενός *

Θερμαίνει μ' ο καλός Κορνήλιος· αλλά φοβούμαι
τούτο το φώς, ήδη πύρ μέγα γιγνόμενον
. Μαικίου
ερωτομανές και γέμον ασεβείας

ερωτομανές και γεμάτο ασέβεια
Με ανάβει ο ωραίος Κορνήλιος· αλλά το φοβάμαι
αυτό το φώς, γίνεται κιόλας μεγάλη φωτιά.

*

[...] ου γαρ ο παις ήπιος ουδ' άκακος,
αλλά μέλων πολλοίσι και ουκ αδίδακτος ερώτων.
την φλόγα ριπίζειν δείδιθι, δαιμόνιε
. Διοδώρου
επ' έρωτι παραινέσεις

συμβουλές περί έρωτος
Όχι εσύ, του ενδόξου Μεγιστοκλέους γιε,
ακόμα κι αν σού φαίνεται πολύ ανώτερος
κι από τα δυο σου μάτια,
κι αν λάμπει από τις Χάριτες λουσμένος, μην
τον τριγυρνάς
τον καλλονό· γιατί ο νεαρός δεν είναι πράος ούτε άδολος,
αλλά τη σκέψη απασχολεί πολλών κι άμαθος
από έρωτες δεν είναι.
Τη φλόγα να φυσάς απόφυγε, κακότυχε.


και τεκέων εύσταχυν ανθοσύνην **

Αγαθή Δημητρούκα, Τα ηδονικά - 18 τραγούδια βασισμένα σε ερωτικά επιγράμματα ( έκδ. Πατάκη, Αθήνα 2019, σσ. 26, 55).

-----
* τί αιδοίο, Φιλοδήμου (ό.π, σσ. 24, 54).
** και τέκνων άνθος καρπερό, Αγαθίου Σχολαστικού (ό.π., σσ. 42, 61).

Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2021

εις πόρνας δύο


[36] Φιλονικούσαν μεταξύ τους [ήρισαν αλλήλαις] η Ροδόπη,
η Μελίτη κι η Ροδόκλεια,
για το ποια έχει από τις τρείς καλύτερο μουνί,
[των τρισσών τίς έχει κρείσσονα μηριόνην]
και μ' έβαλαν κριτή· και σαν θεές περίοπτες
σταθήκανε γυμνές το νέκταρ κάνοντας να ρεύσει.
[έστησαν γυμναί, νέκταρι λειβόμεναι.]
Και της Ροδόπης έλαμπε πολύτιμο ανάμεσα στα μπούτια της
ίδιος ροδώνας που τον σκίζει απαλά ο ζέφυρος.
[έλαμπε μέσος μηρών πολύτιμος / οία ροδών πολιώ σχιζόμενος ζεφύρω.]
Της δε Ροδόκλειας υγρό στην όψη σαν γυαλί
ίδιο με φρεσκοσμιλεμένο άγαλμα μες σε ναό.
Αλλά, γνωρίζοντας καλά τι έπαθε για την απόφασή του ο Πάρις,
αμέσως και τις τρείς αθάνατες ισότιμα στεφάνωσα.

*

[35] Ο ίδιος έκρινα πυγές τριών· αυτές με επέλεξαν
γυμνή τη λάμψη των μελών τους δείχνοντάς μου.
[Πυγάς αυτός έκρινα τριών· είλοντο γαρ αυταί
δείξασαι γυμνήν αστεροπήν μελέων
.]
Η πρώτη σφραγιζόταν από στρογγυλά λακκάκια
ανθίζοντας απ' τους γλουτούς με πάλλευκη απαλότητα·
της άλλης η χιονάτη σάρκα εκεί που χώριζε
πιο βαθυκόκκινη γινόταν κι από ρόδο πορφυρό·
[πορφυρέοιο ρόδου μάλλον ερυθροτέρη]
γαληνεμένη η τρίτη την αυλάκωνε το κύμα το βουβό,
και σειόταν από μόνη της με τ' απαλό της δέρμα.
Αν ο κριτής εκείνος των θεών έβλεπε τούτες τις πυγές,
δε θά 'θελε ούτε να κοιτάξει πια τις προηγούμενες.
[ει ταύτας ο κριτής ο θεών εθεήσατο πυγάς,
ουκέτ' αν ουδ' εσιδείν ήθελε τας προτέρας
.]

του Ρουφίνου, εις πόρνας, αναίσχυντον
και σαπρόν και όλον γέμον αναίδειαν, κι όμοιον, αναίσχυντον και σαπρότατον

Αγαθή Δημητρούκα, Τα ηδονικά - 18 τραγούδια βασισμένα σε ερωτικά επιγράμματα ( έκδ. Πατάκη, Αθήνα 2019, σσ. 30-31, 57-58).

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2021

παρθένω αιδοίη ίκελον


στ. 535-572: και γαρ ότ' εκρίνοντο θεοί θνητοί τ' άνθρωποι
Μηκώνη, τότ' έπειτα μέγαν βούν πρόφρονι θυμώ
δασσάμενος προέθηκε
, Διός νόον εξαπαφίσκων.
τοις μεν γαρ σάρκας τε και έγκατα πίονα δημώ
εν ρινώ κατέθηκε καλύψας γαστρί βοείη
,
τω δ' αύτ' οστέα λευκά βοός δολίη επί τέχνη
ευθετίσας κατέθηκε καλύψας αργέτι δημώ
.
δη τότε μιν προσέειπε πατήρ ανδρών τε θεών τε·
Ιαπετιονίδη, πάντων αριδείκετ' ανάκτων,
ώ πέπον, ως ετεροζήλως διεδάσσαο μοίρας.
ώς φάτο κερτομέων Ζευς άφθιτα μήδεα ειδώς.
τόν δ' αύτε προσέειπε Προμηθεύς αγκυλομήτης
ήκ' επιμειδήσας, δολίης δ' ου λήθετο τέχνης·
Ζευ κύδιστε μέγιστε θεών αιειγενετάων,
των δ' έλε', οπποτέρην σε ένι φρεσί θυμός ανώγει.
φη ρα δολοφρονέων· Ζευς δ' άφθιτα μήδεα ειδώς
γνώ ρ' ουδ' ηγνοίησε δόλον· κακά δ’ όσσετο θυμώ
θνητοίς ανθρώποισι, τα και τελέεσθαι έμελλεν.
χερσί δ' ό γ' αμφοτέρησιν ανείλετο λευκόν άλειφαρ.
χώσατο δε φρένας αμφί, χόλος δε μιν ίκετο θυμόν,
ως ίδεν οστέα λευκά βοός δολίη επί τέχνη.
εκ του δ' αθανάτοισιν επί χθονί φύλ' ανθρώπων
καίουσ' οστέα λευκά θυηέντων επί βωμών.
τον δε μέγ' οχθήσας προσέφη νεφεληγερέτα Ζευς·
Ιαπετιονίδη, πάντων πέρι μήδεα ειδώς,
ώ πέπον, ουκ άρα πω δολίης επιλήθεο τέχνης.
ώς φάτο χωόμενος Ζευς άφθιτα μήδεα ειδώς·
εκ τούτου δη έπειτα δόλου μεμνημένος αιεί
ουκ εδίδου μελίησι πυρός μένος ακαμάτοιο
θνητοίς ανθρώποις, οί επί χθονί ναιετάουσιν.
αλλά μιν εξαπάτησεν είς πάις Ιαπετοίο
κλέψας ακαμάτοιο πυρός τηλέσκοπον αυγήν.
αυτίκα δ' αντί πυρός τεύξεν κακόν ανθρώποισιν·
γαίης γαρ σύμπλασσε περικλυτός Αμφιγυήεις
παρθένω αιδοίη ίκελον Κρονιδέω διά βουλάς
.

(= [535] Τον καιρό που κρίνονταν, στην Μακώνη [Σικυών] θεοί και άνθρωποι θνητοί τότε ο Προμηθέας μοίρασε ένα μεγάλο βόδι και πρόθυμα, ύστερα, το πρόσφερε με σκοπό να ξεγελάσει τον Δία. Στην μια μερίδα έβαλε τις σάρκες και τα παχιά εντόσθια, σκεπασμένα με της κοιλιάς το δέρμα. [540] Στην άλλη έσιαξε, με τέχνη δολερή, τα γυμνά κόκκαλα του βοδιού και τα σκέπασε με άσπρο λίπος. Τού φώναξε, τότε, ο πατέρας ανθρώπων και θεών: «Ιαπετονίδη! υπέροχε ανάμεσα στους αρχόντους, φίλε… πολύ μεροληπτικά έφτιαξες τις μερίδες!» [545] Έτσι είπε πειράζοντάς τον ο Δίας με την αλάθευτη σκέψη και τότε ο πανούργος Προμηθέας τού αποκρίθηκε χαμογελώντας μη ξεχνώντας την δολερή του τέχνη: «Ένδοξε Δία, άρχοντα των θεών των αιωνίων, διάλεξε όποιαν από τις δύο τραβάει η καρδιά σου». [550] Το είπε πονηρά, κι ο Δίας με την αλάθευτη σκέψη, ένοιωσε, δεν τού ξέφυγε ο δόλος, και μέσα του μελετούσε την καταστροφή των θνητών ανθρώπων όπως κι έμελλε να το κάνει*. Με τα δυο του χέρια σήκωσε το άσπρο λίπος, κι οργίστηκε κι η χολή του φούσκωσε μέσα του [555] καθώς είδε τ' άσπρα κόκκαλα της δολερής παγίδας. Αυτός είν' ο λόγος που στη γή η γενιά των ανθρώπων καίνε, για τους αθανάτους κόκκαλα επάνω σε βωμούς που καπνίζουν. Γεμάτος αγανάκτηση ο νεφεληγερέτης Δίας τού φώναξε: «Ιαπετονίδη, σύ που τα ξέρεις όλα, φίλε [560] δεν την ξέχασες την δολερή σου τέχνη!» Έτσι τού είπε θυμωμένος ο Δίας με την αλάθευτη σκέψη. Τον λόγο αυτόν δεν τον ξεχνούσε και δεν έστελνε επάνω στις μελιές [φτελιές· ο κεραυνός βάζει φωτιά στο δέντρο και την παίρνουν οι άνθρωποι] την ορμή της ακάματης φωτιάς για χάρη των θνητών ανθρώπων που κατοικούν στη γή. [565] Τον εξαπάτησε όμως ο άφοβος γιος του Ιαπετού κι έκλεψε την ανταύγεια της ακάματης φωτιάς μέσα σε κούφιο καλάμι. Βαθιά την δάγκωσε ο θυμός την καρδιά του Δία που βροντάει ψηλά, σαν είδε, ανάμεσα στους ανθρώπους την ανταύγεια της φωτιάς. [570] Ευθύς, αντίρροπο της φωτιάς, κατασκεύασε ένα κακό για τους ανθρώπους. Ο ξακουστός Κουτσοπόδης [Ήφαιστος] έπλασε με χώμα, του Κρονίδη παραγγελία, ένα πλάσμα ίδιο παρθένα σεμνή...).

* Η ιστόρηση αυτή είναι συγκεχυμένη. Η τιμωρία του Προμηθέα αναφέρεται πριν από την πανουργία του και πριν από την κλοπή της φωτιάς. Ο Δίας ξέρει την πονηριά και θυμώνει όχι γι' αυτήν την ίδια αλλά γιατί τον ξεγελούν. Η απόφαση τιμωρίας των ανθρώπων παίρνεται πριν επωφεληθούν της κλοπής και πριν απ' την κλοπή.

Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 80-83).

Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2021

και ανήκεστον κακόν


στ. 585-590: αυτάρ επεί δη τεύξε καλόν κακόν αντ' αγαθοίο,
εξάγαγ', ένθα περ άλλοι έσαν θεοί ηδ' άνθρωποι,
κόσμω αγαλλομένην γλαυκώπιδος οβριμοπάτρης.
θαύμα δ' έχ' αθανάτους τε θεούς θνητούς τ' ανθρώπους,
ως έιδον δόλον αιπύν, αμήχανον ανθρώποισιν
.

(= Κι όταν, αντί του καλού έφτιαξε το όμορφο αυτό κακό, την πήγε στολισμένη από την γαλανομάτα κόρη του πανίσχυρου, εκεί που ήσαν μαζεμένοι θεοί και άνθρωποι και θαύμασαν και οι αθάνατοι θεοί και οι ανθρώποι οι θνητοί καθώς είδαν την στημένη αυτήν αναπόφευκτη για τους ανθρώπους παγίδα).

στ. 600-612: ώς δ' αύτως άνδρεσσι κακόν θνητοίσι γυναίκας
Ζευς υψιβρεμέτης θήκεν, ξυνήοντας έργων
αργαλέων· έτερον δε πόρεν κακόν αντ' αγαθοίο·
ός κε γάμον φεύγων και μέρμερα έργα γυναικών
μη γήμαι εθέλη, ολοόν δ' επί γήρας ίκοιτο
χήτεϊ γηροκομοίο· ό γ' ου βιότου επιδευής
ζώει, αποφθιμένου δε διά κτήσιν δατέονται
χηρωσταί· ώ δ' αύτε γάμου μετά μοίρα γένηται,
κεδνήν δ' έσχεν άκοιτιν αρηρυίαν πραπίδεσσι,
τω δε τ' απ' αιώνος κακόν εσθλώ αντιφερίζει
εμμενές· ός δε κε τέμνη αταρτηροίο γενέθλης,
ζώει ενί στήθεσσιν έχων αλίαστον ανίην
θυμώ και κραδίη, και ανήκεστον κακόν εστιν
.

(= Έτσι ο Δίας που βροντάει ψηλά, έβαλε, ανάμεσα στους άντρες, για το κακό τους, τις γυναίκες, συντρόφισσες συφοράς κι αντί για καλό τούς πόρισε κακό. Όποιος, αποφεύγοντας τον γάμο και τις έγνοιες που φέρνει η γυναίκα δεν θελήσει να παντρευτεί, σαν φτάσουν τα καταραμένα γεράματα στερημένος γηροκόμο [ενν. τον γιο που εύχεται στον καθένα -πρβλ. Έργα και Ημέραι, στ. 378] δεν τού λείπει το ψωμί όσο ζεί, μα σαν πεθάνει την περιουσία του μοιράζονται μακρινοί συγγενείς. Όποιος πάλι τού έταξε το ριζικό του τον γάμο, μπορεί να πάρει σύντροφο φρόνιμη και με μυαλό, μα πάλι στον αιώνα θα βλέπει το κακό ν’ αντισταθμίζει το καλό. Αλλ' όποιον τού έλαχε καμιά συφοριασμένη θα ζεί έχοντας μέσ' τα στήθια του, στην καρδιά και στο νού, ένα αβάσταχτο βάσανο, κακό που δεν έχει άλλο).

*

στ. 624-626: αλλά σφεας Κρονίδης τε και αθάνατοι θεοί άλλοι,
ούς τέκεν ηύκομος Ρείη Κρόνου εν φιλότητι,
Γαίης φραδμοσύνησιν ανήγαγον ες φάος αύτις
.

(= Ο Κρονίδης όμως και οι άλλοι αθάνατοι θεοί, που τούς είχε γεννήσει απ' τον έρωτα του Κρόνου η Ρέα με τα πλούσια μαλλιά, άκουσαν την συμβουλή της Γής και τούς ξανάφεραν στο φώς).

στ. 651-653: μνησάμενοι φιλότητος ενηέος, όσσα παθόντες
ες φάος αψ αφίκεσθε δυσηλεγέος υπό δεσμού
ημετέρας διά βουλάς υπό ζόφου ηερόεντος
.

(= [Μιλάει ο Δίας στους Γίγαντες:] θυμηθείτε με κάποια ευγνωμοσύνη πως υποφέρατε ανυπόφορα δεσμά, στον σκοτεινό κάτω τον ζόφο...).

Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 82-85, 86-87).

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2021

γυναικών Αλκμήνη


[…] Ο Δίας όμως, ο πατέρας θεών κι ανθρώπων, έκλωθε
άλλη σκέψη με το νού του· το πώς θα σπείρει,
για θεούς κι ανθρώπους, όσους τούς τρέφει το ψωμί,
εκείνον που τον όλεθρό τους θα αποτρέψει.
Κατέβηκε λοιπόν τον Όλυμπο, συνεπαρμένος από δόλο
σκοτεινό
, από τον πόθο φλογισμένος της καλλίζωνης γυναίκας,
μέσα στη νύχτα· έφτασε γρήγορα πρώτα στο Τυφαόνιο όρος,
πέρασε από κεί μετά στου Φίκιου την ψηλή κορφή,
βαθύβουλος ο Ζευς.
Όπου και κάθισε, να στοχαστεί ο νούς του
έργα παράξενα και θαυμαστά
·
ευθύς, μέσα στη νύχτα, ανέβηκε στην κλίνη
και την κοιμήθηκεν αβρή
την κόρη του Ηλεκτρίοωνα [Αλκμήνη] -
έτσι εκπληρώνοντας τον πόθο του.
Αλλά την ίδια νύχτα ο Αμφιτρύων, ήρωας λαμπρός
και στρατηλάτης, με τελειωμένο το μεγάλο του κατόρθωμα,
φτάνει στο σπίτι του.
Δεν έτρεξε να πάει σε δούλους, βοσκούς που ζούσαν
στους αγρούς· πιο πριν ανέβηκε κι αυτός στην κλίνη
της γυναίκας του
- τόσος ο έρωτας που κυβερνούσε την καρδιά
ενός γενναίου πολεμιστή.
Πόσο και πώς αγαλλιά κάποιος που γλίτωσε από κακό μεγάλο,
φριχτήν αρρώστια ή και δεσμά ακατάλυτα,
έτσι κι ο Αμφιτρύων, έχοντας συντελέσει έργο βαρύ,
γέμισε αγάπη κι αγαλλίαση, μπαίνοντας στο δικό του σπίτι.
Όλην τη νύχτα αγκαλιασμένος το ακριβό του ταίρι,
δόθηκε στην απόλαυση των δώρων που χαρίζει
η χρυσή Αφροδίτη
.
Εκείνη τότε, δυό φορές παραδομένη, και σε θεό
και σε θνητό αντρείο, στη Θήβα την επτάπυλη
γέννησε δίδυμα τ' αγόρια της

[Ηρακλέα από θεό και Ιφικλή από θνητό].

Εκλογές από τον Ησίοδο. Θεογονία, Έργα & Ηοίαι (μτφρ. Δ. Μαρωνίτης, β΄ έκδοση, συμπληρωμένη και διορθωμένη, έκδ. Άγρα, Αθήνα 2009, σσ. 62-63).

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

διά της φρουρούσης χάριτος


φάρμακον ακεσώδυνον * (σ. 82,9).

48. […] ζατρεύεσθαι των ελαιών οι καρποί
και οργάνοις τισί και λίθου βάρει το έλαιον εκπιέζεσθαι
και κενήν υδρίαν ελαίου πληρώσαι και ως αυτόν αγαγείν.** (σ. 136).

Εκ του Κουτλουμουσιάνου κώδικος 210 (φ. 106α-181β) προοίμιον:

1. Οι εν πελάγει μεγάλω πλέοντες, οις ουκ όρος, ου βουνός, ουδέ σκόπελοί τινες την χέρσον σημαίνουσι, πρός τινας αστέρας αποβλέποντες και προς εκείνους το σκάφος ρυθμίζοντες, αναυάγητοι διαμένουσιν. Οι δε γε της εκκλησίας μαθηταί και της ευσεβείας τρόφιμοι, οι εν τω πελάγει του βίου τούτου τυγχάνοντες, ου προς αστέρας τινάς αποβλέπουσιν, αλλά προς τους πάλαι αγίους και εναρέτους πατέρας το όμμα της διανοίας τείνοντες και τοις εκείνων ίχνεσι πόθω ψυχής ακολουθούντες, εις τον αυτόν λιμένα της ουρανίου βασιλείας διασώζονται· διά τούτο γαρ και οι βίοι αυτών εν ταις βίβλοις εγράφησαν, ίνα μη μόνον ακούοντες επαινώμεν, αλλ' ίνα και ποθήσαντες την αυτών πολιτείαν ζηλώσωμεν. (σ. 161).

Εκ του Βαρβερινιανού κώδικος 583 (σσ. 611-683)

3. […] και μακάριον βίον εν αώρω και ατελεί ηλικία πεπολιωμένην σοφίαν επιδεικνύμενος […] (σ. 18).
7. […] Του καιρού δε προϊόντος και εν έξει γεγονώς των τοιούτων πόνων και εθάδα ώσπερ την ψυχήν της τοιαύτης σκληροτέρας διαγωγής αποφήνας, εβδομάδος ημέρα των θείων μετελάμβανε μυστηρίων και μικρόν κλάσμα άρτου καχρυδίου, όπερ πλήρες ήν ευρώτος και έξωρον, ως μηδέ κάν γουν τη οσφρήσει σώζειν την άρτου ποιότητα, και πόσις δε ήν αυτώ ύδωρ, μέτρω και φειδοί λαμβανόμενον. (σ. 24). [= Ενώ δε ο καιρός περνούσε και είχαν γίνει έξις σ' αυτόν οι κόποι της ασκήσεως, και είχε σαν συνηθισμένη την ψυχή του σε τέτοια σκληροτέρα ζωή, κατά μίαν ημέρα της εβδομάδος μετελάμβανε των Θείων Μυστηρίων και, μετά την Μετάληψι αυτών, έτρωγε και μικρό κομμάτι άρτου κριθαρένιου το οποίον ήτο μουχλιασμένο από την πολυκαιρία, ώστε ούτε με την όσφρησι να διατηρή την ιδιότητα του άρτου] (μτφρ. υπό Γ. Κατσούλα, έκδ. Τήνος, Αθήνα 1997, σ. 42).
9. […] ηξίωμαι γαρ ουκ οίδ’ όπως ο ανάξιος έτι τω χοΐ συμφυρόμενος και θνητώ σαρκίω δεδεμένος οράν τρανώς τοις έσωθεν όμμασι τα αθέατα κάλλη και την ελπιζομένην μακαριότητα της των αιωνίων αγαθών απολαύσεως. (σ. 28).
11. Τούτοις τοις ρήμασι και ευχαίς επικαίροις εφοδιάσας ο γέρων τον όσιον […], τη υστεραία της χειρός του οσίου ο γέρων αψάμενος και είσω του θείου ναού γενόμενος και τω του ξύλου κρούσματι πάσαν συγκαλέσας την αδελφότητα, κοινής ευχής γενομένης, και τρις εκατοντάκις το Κύριε ελέησον πάντων εκφωνησάντων, εξήλθε πως ο των μοναχών όμιλος του ιερού φροντιστηρίου, ανιωμένων πάντων επί τη στερήσει του αδελφού και λυπουμένων. […] (σ. 34).
14. «[…] ιδού εγώ έτοιμός ειμι και προς πάντα κίνδυνον ευτρεπής και παράσκευος. Ει δ' ουκ ελάβετε, τί διά κενής ανομείτε, ώ κάκιστοι, οι μηδέ κατά χοίρων όλως ειληφότες εξουσίαν;» Είτα και πλέον ή κατά άνθρωπον είναι διά της φρουρούσης χάριτος δεικνύων, ίστατο μεν αδεής, έφερε δε διά χειλέων τα του Δαβίδ ρήματα, λέγων «Κύριος φωτισμός μου και σωτήρ μου, τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος υπερασπιστής της ζωής μου, από τίνος δειλιάσω; Εάν παρατάξηται επ' εμέ παρεμβολή, ου φοβηθήσεται η καρδία μου» και τα εξής.
15. Αλλ' ούτω μεν τληπαθών ο αοίδιμος εφ' όλης τρισίν έτεσιν, επί τε τη αμέτρω σκληραγωγία και τοις εκ των ακαθάρτων δαιμόνων πειρασμοίς, έκαμνε μεν το σώμα διαπονούμενος και μογών εν τοις υπέρ φύσιν αγώσιν· […] Ευθύμησεν ο μέγας επί τη θεία τήδε και αγαθή επαγγελία και των ασκουμένων πλέον από τρυφής το σώμα ρωσθείς και βεβαία πτερωθείς ελπίδι, ώρμησε παραχρήμα προς το κήρυγμα, παρομαρτούσης αυτώ και της οδηγούσης χάριτος, καταδιώκων έκτοτε τα πονηρά πνεύματα ευθαρσώς και γενναίως και ώσπερ τισί θηρίος καλάμου επιτιμών αυτοίς. (σσ. 42, 44, 46).

*

Ο Λαμψίδης σταχυολογεί από έκδοση του 1646 εν Βενετία που εμπεριέχει και την Διαθήκη του οσίου ότι αναγράφεται: Εν ταις κλειναίς Βενετίαις, Παρά Ιωάννη Αντωνίω τω Ιουλιανώ. αχμσ΄. Πουλιέται κοντά εις το Πόντε του Αγίου Φαντίνου. (σ. 242).

Εκ της Διαθήκης Νίκωνος: στιχ. 4-7: […] ερχόμενος εγώ εις το Αμύκλειον [=Τεγέα] επαράγγειλα τα λόγια τα θεϊκά. Τότε δε εσυμαζώχθηκαν οι άρχοντες της Λακεδαιμονίας, εις την εκκλησίαν της αγίας Βαρβάρας και είπανέ μου, πώς εις την λακεδαιμόνιαν έπεσεν τόσον θανατικόν. Ώστε οπού εμείς δεν ημπορούμεν να θάπτομεν τους νεκρούς. [και εξιστόρισις της σωτηρίας εκ του θανατικού κατόπιν οδηγιών του αγίου]. (σ. 251).

Ακροτελεύτειος στιχ. 156-157: Διά να οδηγήση ο θεός να φυλαχθούσι όλα ετούτα οπού εγώ εσχεδίασα εις το τετράδιον. (σ. 256).

*

διά την ζωγραφικήν τέχνην εν Βυζαντίω

α) Ο ζωγράφος, και ο πλέον επιδέξιος, εχρειάζετο «μοντέλο», είχεν ανάγκην να έχη προ αυτού το ζωγραφούμενον αντικείμενον.

β) Κατά πρώτον εγράφετο επί του πίνακος [σανίδι, 92,5] το όλον σχέδιον και μετά ταύτα εχρωματίζετο και

γ) ειδικώτερον δια την απεικόνισιν του Οσίου: Τούτον ο ζωγράφος παρέστησε μακρόν μεν τη ηλικία (= το ανάστημα), το σχήμα ερημικόν (= το του μοναχού, του αναχωρητού) και ράκος παλαιόν ενειμένον, αυχμώντα την κεφαλήν (= ακάλυπτον άρα), μέλανας δε κεκτημένον τας τρίχας της κεφαλής και του πώγωνος… έφερε… επί χείρας και ράβδον σταυρόν έχουσαν περί το άκρον αυτής [90, 31-35]. Βεβαίως η απεικόνισις ενέφαινε τον Όσιον ουχί εις γεροντικήν ηλικίαν, αλλά εισέτι νέον. (σ. 433).

Βίος και Πολιτεία και μερική θαυμάτων διήγησις του αγίου και θαυματουργού Νίκωνος μυροβλύτου του Μετανοείτε [928-1005],
εν τω τόμω: Ο εκ Πόντου όσιος Νίκων ο Μετανοείτε (κείμενα – σχόλια), Οδ. Λαμψίδου (Επιτροπή Ποντιακών Μελετών – περιοδικό Αρχείον Πόντου, Παράρτημα 13 – Πηγαί της Ιστορίας των Ελλήνων του Πόντου, Αθήναι 1982).

Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2021

στύξ, όταν ψευδώς ορκίζονται οι θεοί


στ. 775-806: ένθα δε ναιετάει στυγερή θεός αθανάτοισι,
δεινή Στύξ, θυγάτηρ αψορρόου Ωκεανοίο
πρεσβυτάτη· νόσφιν δε θεών κλυτά δώματα ναίει
μακρήσιν πέτρησι κατηρεφέ'· αμφί δε πάντη
κίοσιν αργυρέοισι προς ουρανόν εστήρικται.
παύρα δε Θαύμαντος θυγάτηρ πόδας ωκέα Ίρις
αγγελίην πωλείται επ' ευρέα νώτα θαλάσσης.
οππότ' έρις και νείκος εν αθανάτοισιν όρηται
και ρ' ός τις ψεύδηται Ολύμπια δώματ' εχόντων,
Ζεύς δέ τε Ίριν έπεμψε θεών μέγαν όρκον ενείκαι
τηλόθεν εν χρυσέη προχόω πολυώνυμον ύδωρ
ψυχρόν
, ό τ' εκ πέτρης καταλείβεται ηλιβάτοιο
υψηλής
· πολλόν δε υπό χθονός ευρυοδείης
εξ ιερού ποταμοίο ρέει διά νύκτα μέλαιναν
Ωκεανοίο κέρας· δεκάτη δ' επί μοίρα δέδασται·
εννέα μεν περί γήν τε και ευρέα νώτα θαλάσσης
δίνης αργυρέης ειλιγμένος εις άλα πίπτει,
ή δε μί' εκ πέτρης προρέει μέγα πήμα θεοίσιν.
ός κεν την επίορκον απολλείψας επομόσση
αθανάτων, οί έχουσι κάρη νιφόεντος Ολύμπου,
κείται νήυτμος τετελεσμένον εις ενιαυτόν·
ουδέ ποτ' αμβροσίης και νέκλταρος έρχεται άσσον
βρώσιος, αλλά τε κείται ανάπνευστος και άναυδος
στρωτοίς εν λεχέεσσι, κακόν δε ε κώμα καλύπτει.
αυτάρ επεί νούσον τελέση μέγαν εις ενιαυτόν,
άλλος γ' εξ άλλου δέχεται χαλεπώτερος άεθλος.
εινάετες δε θεών απαμείρεται αιέν εόντων,
ουδέ ποτ' ες βουλήν επιμίσγεται ουδ' επί δαίτας
εννέα πάντα έτεα· δεκάτω δ' επιμίσγεται αύτις
είρας ες αθανάτων, οί Ολύμπια δώματ' έχουσιν.
τοίον άρ' όρκον έθεντο θεοί Στυγός άφθιτον ύδωρ
ωγύγιον
, το δ' ίησι καταστυφέλου διά χώρου
.

(= [775] [Εκεί [ενν. στον Άδη] και κατοικεί, φρικτή για τους αθάνατους θεά, η Στύξ η φοβερή, γριά κόρη του Ωκεανού που κυλάει κυκλικά. Μένει μακριά απ' τους θεούς σε παλάτι φημισμένο που στέγη έχει βράχια ψηλά. Γύρω, τριγύρω στηρίζεται σε στύλους ασημένιους που υψώνονται προς τον ουρανό. [780] Του Θαύμαντα η θυγατέρα, η γοργοπόδαρη Ίρις, σπάνια έρχεται να φέρει μήνυμα επάνω απ' την πλατιά θάλασσα, όταν φιλονικία ή διχόνοια χωρίσει αθανάτους. Και τότε για να φανερωθεί ποιός είν' ο ψεύτης απ’ όσους κατοικούν στον Όλυμπο, ο Δίας στέλνει την Ίριδα να φέρει «τον μέγα όρκο των θεών», από τον μακρινό εκείνο τόπο. [785] Τον φέρνει σε χρυσό μέσα δοχείο κι είναι το ξακουστό νερό, το κρύο που πέφτει από ψηλό κρεμαστό βράχο. Του Ωκεανού είναι παρακλάδι που από το ιερό ποτάμι κυλάει άφθονο κάτω μεσ’ από τα φαρδυά περάσματα της γής, μέσα στην μαύρη νύχτα. Έχει το δέκατο του νερού και τ' άλλα εννιά, [790] σαν ασημένια στροβιλίσματα, τα κυλάει ο Ωκεανός γύρω απ' τη γή και τα πλατιά πελάγη και τα ρίχνει στη θάλασσα. Και το ένα αυτό, το δέκατο, πέφτει απ' τον ψηλό τον βράχο, κακό μεγάλο για τους θεούς. Όποιος απ' τους αθάνατους που ζούν στις χιονισμένες του Ολύμπου κορυφές, ορκίζεται επίορκα παίρνοντας μάρτυρα το νερό αυτό, [795] χρόνο ολόκληρο κείτεται χωρίς πνοή. Ούτε έρχεται ποτέ ν' αγγίξει αμβροσία ή νέκταρ για να τραφεί αλλά κείτεται χωρίς αναπνοή, άφωνος απάνω στα στρωσίδια και τον κατέχει κακή λιγοθυμιά. Κι όταν μετά από έναν μεγάλο χρόνο η αρρώστια τού περάσει, άλλα, χειρότερα κακά παθαίνει. [800] Εννέα χρόνια ζεί μακριά από τους αθανάτους κι ούτε πηγαίνει στα συμβούλια ή στα δείπνα τους, χρονιές ολόκληρες εννιά. Μόνο στην δέκατη χρονιά ξανασμίγει στις συγκεντρώσεις των θεών που ζούν στον Όλυμπο. [805] Τέτοιος είναι ο όρκος που όρισαν οι θεοί στ' όνομα του πανάρχαιου, αθάνατου νερού της Στύγας που τρέχει ανάμεσα σε βραχοτόπια].).

Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 94-97).

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2021

τιτανομαχίας πέρι ΙΙ


στ. 674-735: οί τότε Τιτήνεσσι κατέσταθεν εν δαΐ λυγρή
πέτρας ηλιβάτους στιβαρής εν χερσίν έχοντες.
Τιτήνες δ' εκατέρωθεν εκαρτύναντο φάλαγγας
προφρονέως
, χειρών τε βίης θ’ άμα έργον έφαινον
αμφότεροι· δεινόν δε περίασχε πόντος απείρων,
γή δε μέγ' εσμαράγησεν, επέστενε δ' ουρανός ευρύς
σειόμενος
, πεδόθεν δε τινάσσετο μακρός Όλυμπος
ριπή ύπ’ αθανάτων, ένοσις δ' ίκανε βαρεία
Τάρταρον ηερόεντα, ποδών τ' αιπεία ιωή
ασπέτου ιωχμοίο βολάων τε κρατεράων·
ώς άρ' επ' αλλήλοις ίεσαν βέλεα στονόεντα.
φωνή δ' αμφοτέρων ίκετ' ουρανόν αστερόεντα
κεκλομένων· οί δε ξύνισαν μεγάλω αλαλήτω.

Ουδ' άρ' έτι Ζεύς ίσχεν εόν μένος, αλλά νυ του γε
είθαρ μεν μένεος πλήντο φρένες, εκ δε τε πάσαν
φαίνε βίην· άμυδις δ' άρ' απ' ουρανού ηδ' απ' Ολύμπου
αστράπτων έστειχε συνωχαδόν· οι δε κεραυνοί
ίκταρ άμα βροντή τε και αστεροπή ποτέοντο
χειρός άπο στιβαρής, ιερήν φλόγα ειλυφόωντες
ταρφέες· αμφί δε γαία φερέσβιος εσμαράγιζε
καιομένη
, λάκε δ' αμφί πυρί μεγάλ' άσπετος ύλη.
έζεε δε χθών πάσα και Ωκεανοίο ρέεθρα
πόντος τ' ατρύγετος· τους δ' άμφεπε θερμός αυτμή
Τιτήνας χθονίους, φλοξ δ' αιθέρα δίαν ίκανεν
άσπετος, όσσε δ' άμερδε και ιφθίμων περ εόντων
αυγή μαρμαίρουσα κεραυνού τε στεροπής τε.
καύμα δε θεσπέσιον κάτεχεν Χάος· είσατο δ' άντα
οφθαλμοίσι ιδείν ηδ' ούασι όσσαν ακούσαι
αύτως, ως ει Γαία και Ουρανός ευρύς ύπερθε
πίλνατο· τοίος γαρ κε μέγας υπό δούπος ορώρει
της μεν ερειπομένης, του δ' υψόθεν εξεριπόντος·
τόσσος δούπος έγεντο θεών έριδι ξυνιόντων.
συν δ' άνεμοι ένοσίν τε κονίην τ' εσφαράγιζον
βροντήν τε στεροπήν τε και αιθαλόεντα κεραυνόν,
κήλα Διός μεγάλοιο, φέρον δ' ιαχήν τ' ενοπήν τε
ες μέσον αμφοτέρων· ότοβος δ' άπλητος ορώρει

σμερδαλέης έριδος, κάρτος δ' ανεφαίνετο έργων.
εκλίνθη δε μάχη· πριν δ' αλλήλοις επέχοντες
εμμενέως εμάχοντο διά κρατεράς υσμίνας.

Οί δ' άρ' ενί πρώτοισι μάχην δριμείαν έγειραν
Κόττος τε Βριάρεώς τε Γύης τ' άατος πολέμοιο,
οί ρα τριηκοσίας πέτρας στιβαρών από χειρών
πέμπον επασσυτέρας, κατά δ' εσκίασαν βελέεσσι
Τιτήνας, και τους μεν υπό χθονός ευρυοδείης
πέμψαν και δεσμοίσιν εν αργαλέοισιν έδησαν
χερσίν νικήσαντες υπερθύμους περ εόντας,
τόσσον ένερθ' υπό γής, όσον ουρανός εστ' από γαίης·
[τόσσον γαρ τ' από γής ες Τέρταρον ηερόεντα.]
εννέα γαρ νύκτας τε και ήματα χάλκεος άκμων
ουρανόθεν κατιών δεκάτη ες γαίαν ίκοιτο·
εννέα δ' αυ νύκτας τε και ήματα χάλκεος άκμων
εκ γαίης κατιών δεκάτη ες Τάρταρον ίκοι
.
τον περί χάλκεον έρκος ελήλαται· αμφί δε μιν νύξ
τριστοιχεί κέχυται περί δειρήν· αυτάρ ύπερθεν
γής ρίζαι πεφύασι και ατρυγέτοιο θαλάσσης.
ένθα θεοί Τιτήνες υπό ζόγω ηερόεντι
κεκρύφαται βουλήσι Διός νεφεληγερέταο
[χώρω εν ευρώεντι, πελώρης έσχατα γαίης.]
τοις ουκ εξιτόν εστι, θύρας δ' επέθηκε Ποσειδέων
χαλκείας
, τείχος δε περοίχεται αμφοτέρωθεν.
ένθα Γύης Κόττος τε και Οβριάρεως μεγάθυμος
ναλίουσι, φύλακες πιστοί Διός αιγιόχοιο
.

(= Και τότε, στην τρομερή την μάχη σταθήκαν [οι Εκατόγχειρες] κατάντικρυ στους Τιτάνες [675] με ογκόλιθους στα στιβαρά τους χέρια. Οι Τιτάνες από μέρους τους, πύκνωσαν γρήγορα τις φάλαγγές τους και έδειχναν, και από τις δυό μεριές, το τί μπορούσαν δύναμη και χέρια. Βούιζε φοβερά ο απέραντος γύρω πόντος και βόγγηξε βαριά η γή και σείστηκε στενάζοντας ο αχανής ουρανός. [680] Κλονίστηκε πάνω στα ριζιμιά του ο πανύψηλος Όλυμπος απ' την ορμή των αθανάτων και βαρύς σεισμός έφτανε ως τον γεράνιο Τάρταρο από τον κρότο των ποδιών, τον ανείπωτο πάταγο που έκαναν οι τρομερές ριξιές καθώς πηγαινορχόνταν οι μύδροι που σφυρίζαν. [685] Και οι φωνές τους, καθώς έκραζαν κι από τις δυό μεριές έφταναν ώς τον κατάστερο ουρανό καθώς πάλευαν με αλαλαγμούς. Και τότε πια ο Δίας δεν συγκράτησε τον θυμό του κι ευθύς το μένος του πλημμύρισε την ψυχή του κι έβαλε όλη του την δύναμη. Από τον ουρανό κι από τον Όλυμπο ερχόταν κι έριχνε ακατάπαυτα [690] πολλές μαζί αστραπές και οι πυκνοί κεραυνοί με βροντές κι εκλάμψεις πετούσαν από το στιβαρό του χέρι. Και γύρω, η ζωοδότρα γή καιγόταν με τριγμούς και τ' απέραντα δάση βογγούσαν ζωσμένα από φωτιά. [695] Κόχλαζε η γή ολάκερη και τα νερά του Ωκεανού κι η ατρύγητη θάλασσα και καυτή λαύρα έζωνε τους χθόνιους Τιτάνες κι η τεράστια φλόγα ανέβαινε ως τις θείες νεφέλες. Όση κι αν είχαν δύναμη τούς θάμπωνε εκτυφλωτικά η λάμψη του κεραυνού, της αστραπής. [700] Καυτή πνοή αγκάλιαζε το χάος. Η θέα για τα μάτια, ο θόρυβος για τ’ αυτιά έμοιαζαν όπως θα ήταν να χτυπηθούν η γή και ο απάνω ουρανός. Τέτοιος θα ήταν ο κρότος αν η γή καταστρεφόταν κι απάνω της γκρεμιζόταν ο ουρανός. Τόσος ήταν ο κρότος της σύγκρουσης των θεών. [705] Και μαζί οι άνεμοι συνταράζαν τη γή, σηκώνοντας σκόνη, βροντή κι αστραπή φλογισμένος κεραυνός, όπλα του μεγάλου Δία, κι οι άνεμοι σκορπούσαν τις φωνές και τις κραυγές ανάμεσά τους. [710] Κρότος τρομερός ανασηκωνόταν από την φοβερή πάλη όπου αγωνίζονταν δυνατοί. Και τότε έκλινε η μάχη· ως τότε μάχονταν με μανία σε φοβερές συγκρούσεις. Μέσα στους πρώτους σήκωσαν σκληρή μάχη ο Κόττος κι ο Βριάρεος και ο Γύης αχόρταγος για πόλεμο. [715] Τριακόσια βράχια ρίχνανε απανωτά, με τα στιβαρά τους χέρια και σκιάσανε μ’ αυτά τούς Τιτάνες και τούς έστειλαν, έπειτα, κάτω στην πλατειά γή και τούς δέσανε σε σκληρά δεσμά, τους αλαζονικούς που τούς είχαν νικήσει με τα χέρια τους. [720] Τόσο μακριά κάτω απ' την γή όσο ο ουρανός είναι μακριά από τη γή. Εννέα νύχτες κι εννέα μέρες αν έπεφτε χάλκινο αμόνι από τον ουρανό, θα έφτανε στην γή στις δέκα. Κι εννέα πάλι νύχτες και μέρες χάλκινο αμόνι [725] που θα έπεφτε από την γή θα έφτανε στον Τάρταρο στις δέκα. Χάλκινο τείχος τον περιτριγυρίζει. Τριπλό σκοτάδι σκεπάζει τον στενό του λαιμό απ' όπου ξεφυτρώνουν οι ρίζες της γής και της ατρύγητης θάλασσας. Εκεί είναι θαμμένοι οι Τιτάνες [730] απ' την βουλή του Δία του νεφεληγερέτη. Δεν μπορούν να φύγουν από κεί. Ο Ποσειδών χάλκινες τοποθέτησε πύλες και τείχος τον κλείνει από παντού και εκεί κατοικούν, φύλακες πιστοί του Δία του αιγίοχου [735] ο Γύης, ο Κόττος κι ο Βριάρεος).

Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 88-93).

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2021

τιτανομαχίας πέρι Ι


καύμα δε θεσπέσιον κάτεχεν Χάος *

στ. 629-653: δηρόν γαρ μάρναντο πόνον θυμαλγέ' έχοντες
αντίον αλλήλοισι διά κρατεράς υσμίνας
Τιτήνες τε θεοί και όσοι Κρόνου εξεγένοντο·
οί μεν αφ' υψηλής Όθρυος Τιτήνες αγαυοί,
οί δ' άρ' απ' Ουλύμποιο θεοί δωτήρες εάων,
ούς τέκεν ηύκομος Ρείη Κρόνω ευνηθείσα·
οί ρα τότ' αλλήλοισι χόλον θυμαλγέ' έχοντες
συνεχέως εμάχοντο δέκα πλείους ενιαυτούς.
ουδέ τις ήν έριδος χαλεπής λύσις ουδέ τελευτή
ουδετέροις, ίσον δε τέλος τέτατο πτολέμοιο.
αλλ' ότε δη κείνοισι παρέσχεθον άρμενα πάντα,
νέκταρ τ' αμβροσίην τε, τα περ θεοί αυτοί έδουσι,
πάντων εν στήθεσσιν αέξετο θυμός αγήνωρ.

[ως νέκταρ τ' επάσαντο και αμβροσίην ερατεινήν,]
δη τότε τοις μετέειπε πατήρ ανδρών τε θεών τε·
κέκλυτέ μευ, Γαίης τε και Ουρανού αγλαά τέκνα,
όφρ' είπω, τα με θυμός ενί στήθεσσι κελεύει.
ήδη γαρ μάλα δηρόν εναντίοι αλλήλοισι
νίκης και κράτεος πέρι μαρνάμεθ' ήματα πάντα
Τιτήνές τε θεοί και όσοι Κρόνου εκγενόμεσθα.
υμείς δε μεγάλην τε βίην και χείρας αάπτους
φαίνετε Τιτήνεσσιν εναντίοι εν δαΐ λυγρή
μνησάμενοι φιλότητος ενηέος, όσσα παθόντες
ες φάος άψ αφίκεσθε δυσηλεγέος υπό δεσμού
ημετέρας διά βουλάς υπό ζόφου ηερόεντος
.

(= Χρόνια μάχονταν μεταξύ τους [630] οι Τιτάνες και οι θεοί, οι γεννημένοι απ' τον Κρόνο, σε σκληρές μάχες, οι θαυμαστοί Τιτάνες επάνω στην Όθρυ την ψηλή και πάνω στον Όλυμπο οι θεοί, οι χαριστές των καλών που είχε γεννήσει η Ρέα με τα πλούσια μαλλιά σαν είχε πλαγιάσει με τον Κρόνο. [635] Πάνω από δέκα χρόνια μάχονταν αδιάκοπα μεταξύ τους με οργισμένη καρδιά. Τελειωμό για κανέναν δεν είχε, ούτε λύση ο σκληρός τους αγώνας κι ο πόλεμος μάκραινε και για τους δυό αβέβαιος. Όταν όμως τούς προσφέραν [στους Εκατόγχειρες] [640] το νέκταρ και την αμβροσία, τροφή των θεών, μέσα στα στήθια τους στεριώθηκε η αντρειωμένη τους καρδιά. Και ο πατέρας ανθρώπων και θεών τούς είπε τότε: «Ακούστε με απαράβγαλτα παιδιά της Γής και τ' Ουρανού, [645] να σάς πώ ό,τι μού παραγγέλνει, μέσα μου η καρδιά μου. Χρόνια τώρα, οι Τιτάνες κι εμείς, όσοι θεοί γεννηθήκαμε από τον Κρόνο πολεμάμε μεταξύ μας ολημερίς για την νίκη και την επιβολή. Εσείς, τώρα, φανερώστε εναντίον των Τιτάνων [650] την μεγάλη σας δύναμη και τ' ακαταμάχητά σας χέρια στην τρομερή μάχη· θυμηθείτε με κάποια ευγνωμοσύνη πως υποφέρατε ανυπόφορα δεσμά, στον σκοτεινό κάτω τον ζόφο και πως απ’ την δική μου τη βουλή ξαναβρεθήκατε πάλι στο φώς»).

*

στ. 820-822: Αυτάρ επεί Τιτήνας απ' ουρανού εξέλασεν Ζεύς,
οπλότατον τέκε παίδα Τυφωέα Γαία πελώρη
Ταρτάρου εν φιλότητι διά χρυσέην Αφροδίτην


(= Αφού, λοιπόν ο Δίας έδιωξε τους Τιτάνες από τον ουρανό, η πελώρια Γή γέννησε τον νεότερο γιό της Τυφωέα από την ένωσή της με τον Τάρταρο, χάρη στην Αφροδίτη την χρυσή).

στ. 859-868: φλοξ δε κεραυνωθέντος απέσσυτο τοίο άνακτος
ούρεος εν βήσσησιν Αίτνης παιπαλοέσσης,
πληγέντος. πολλή δε πελώρη καίετο γαία
ατμή θεσπεσίη και ετήκετο κασσίτερος ώς
τέχνη ύπ' αιζηών εν ευτρήτοις χοάνοισι
θαλφθείς, ηέ σίδηρος, ό περ κρατερώτατός εστιν,
ούρεος εν βήσσησι δαμαζόμενος πυρί κηλέω

[τήκεται εν χθονί δίη υφ' Ηφαίστου παλάμησιν.]
ώς άρα τήκετο γαία σέλαι πυρός αιθομένοιο.
ρίψε δε μιν θυμώ ακαχών ες Τάρταρον ευρύν
.

(= [καταποντισμός και του Τυφωέα:] Κι απ' τον κεραυνωμένο εχθρό φλόγα τινάχτηκε από τα σκοτεινά κι απότομα φαράγγια του βουνού (Αίτνα) όπου είχε χτυπηθεί. Καιγόταν η πελώρια γή σ' έκταση μεγάλη κι έβγαιναν ατμοί φοβεροί, κι έλυωνε σαν κασσίτερος που τον μαζεύουν οι ρωμαλέοι άνθρωποι κάτω απ' το τρύπιο χωνί όπου τον έχουνε ζεστάνει, ή σαν το σίδερο που είν’ ακόμα πιο σκληρό όταν, μεσ' τα φαράγγια του βουνού, λυώνει μέσα στην θεία γή σαν το αρπάξει η φλογερή φωτιά μεσ’ τα χέρια του Ηφαίστου).

Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 86-87, 96-97, 98-99). - Στο motto λεξούλες εκ του στιχ. 700. Σημαίνει: «καυτή πνοή αγκάλιαζε το χάος».

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2021

έργα και ημέραι


Μόνο τα πρόβατα που το μαλλί τους συντηρούν ολοχρονίς,
αυτά το μένος του βοριά δεν τα πειράζει.*

Αλλά την κόρη την αβρή και τρυφερή, που μένει σπίτι της,
πλάι στην καλή της μάνα, άμαθη ακόμη
με τα πάθη της χρυσοστολισμένης Αφροδίτης,
αυτή δεν την προσβάλλει· το απαλό της δέρμα λούζοντας,
με λάδι λιπαρό αλειμμένη, στο μέσα μέρος του σπιτιού
κουρνιάζει, όσο κρατούν οι μέρες του χειμώνα.**

[…] Τότε και των θεών ο κήρυκας [ο Ερμής] τής χάρισε ωραία φωνή,
κι ονόμασε Πανδώρα τη γυναίκα αυτή· γιατί οι θεοί
του Ολύμπου όλοι τής δώρισαν κι από ένα δώροσυμφορά
για τους φιλόπονους ανθρώπους.
Κι όταν ο δόλος συντελέστηκε, αμάχητος και σουβλερός,
έστειλε τότε στον Επιμηθέα ο Δίας
τον γρήγορο μαντατοφόρο των θεών, ο Αργοφονιάς να φέρει
το δόλιο δώρο· ο Επιμηθέας όμως ούτε που σκέφτηκε
το τί τον είχε συμβουλέψει από καιρό ο Προμηθεύς· δώρο
να μην δεχτεί ποτέ
απ' τον Ολύμπιο Δία·
να το γυρίσει πίσω, μήπως και πέσει στους ανθρώπους
συμφορά μεγάλη.
Εκείνος όμως το υποδέχτηκε, και μόνο όταν πια κράτησε το κακό
στο χέρι του, συνήλθε και θυμήθηκε.
[…]

[της τρίτης γενεάς το χάλκινο γένος]
δούλευαν μόνο τον χαλκό – δεν είχε ακόμη εφευρεθεί ο μαύρος σίδηρος.
Κι αφού απ' τα ίδια τους τα χέρια ξεκληρίστηκαν,
κατέβηκαν στον σκοτεινό, άραχλο δόμο του Άδη,
ανώνυμοι. Όσο κι αν ήταν τρομεροί, τούς εξαφάνισε
μαύρος ο χάρος, κι άφησαν πίσω τους το φώς,
τη λάμψη του ήλιου.

[…]
Όπου τους πιο πολλούς [της ηρωικής τέταρτης γενεάς] στο χώμα τούς παράχωσε
το τέλος του θανάτου. Σε κάποιους όμως έδωσε τη χάρη
ο Κρονίδης Ζευς να μείνουν πέρα απ' τους ανθρώπους·
σαν αγαθός πατέρας τούς κατοίκισε στα πέρατα του κόσμου,
κι εκεί, με δίχως λύπη στην ψυχή τους,
κατοικούν στις Νήσους των Μακάρων, πλάι στις ροές
του Ωκεανού, του βαθυστρόβιλου, ήρωες ευτυχείς·
που τούς προσφέρει τρεις φορές η σιτοφόρα γή τον χρόνο
ώριμους και γλυκούς καρπούς, σαν μέλι.

Άμποτε να μη ζούσα εγώ σ' αυτήν την πέμπτη γενεά,
με τους ανθρώπους της· καλύτερα νά 'χα πεθάνει πιο μπροστά
ή να γεννιόμουν ύστερα. Γιατί έφτασε τώρα η ώρα

του γένους του σιδήρου.
[…]
Ο Δίας όμως θα αφανίσει κι αυτό το γένος των βροτών·
όταν τα νήπια θα γεννιούνται με κροτάφους γκρίζους·
ούτε ο γονιός θα μοιάζει του παιδιού του μήτε και τα παιδιά
με τους γονείς· ο ξένος στον φιλόξενο, ο σύντροφος στον σύντροφο
μήτε κι ο αδελφός στον αδελφό
δεν θά 'ναι φίλος πια, που ήταν άλλοτε ο κανόνας.
Θα τούς καταφρονούν τους γέροντες γονείς οι απόγονοί τους,
θα τούς χλευάζουν ξεστομίζοντας λόγια βαριά,
άσπλαχνοι, ανίδεοι μπροστά στον φόβο του θεού·
σ' εκείνους που τούς γέννησαν, όταν γεράσουν, δεν θα αποδώσουν
τα τροφεία τους· καμιά αρετή ευορκίας, δικαιοσύνης,
καλοσύνης· αντίθετα, θα δείχνουν την εκτίμησή τους
σ' όποιον θα πράξει το κάκο· το δίκιο καθενός η δυνατή γροθιά·
θα λείψει κι η ντροπή· [...]
(στίχοι 50-200)

Εκλογές από τον Ησίοδο. Θεογονία, Έργα & Ηοίαι (μτφρ. Δ. Μαρωνίτης, β΄ έκδοση, συμπληρωμένη και διορθωμένη, έκδ. Άγρα, Αθήνα 2009, σσ. 42-43, 45-46, 47). - Τα motto εκ του ιδίου, δύο ενσταντανέ περιγράφοντας τον Χειμώνα (ό.π., σ. 51).

Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2021

επειδή έθεσαν όλα τα πράγματα σε τάξη


Με τις λίγες αυτές γραμμές [Ηροδότου, Ιστορίαι 2, 52] ο πρώτος Έλλην ιστορικός μάς πληροφορεί για πολλά. Ότι στην πελασγική Ελλάδα η θρησκεία δεν ήταν ανθρωπομορφική, ότι σε προελληνική εποχή οι κάτοικοι του ελληνικού κόσμου πήραν τα ονόματα των θεών από τους Αιγυπτίους και ότι οι Έλληνες τα κληρονόμησαν από τους Πελασγούς. Μάς δίνει επίσης την ετυμολογία της λέξης θεός [«επειδή έθεσαν όλα τα πράγματα σε τάξη»] και τούτο φανερώνει ότι είναι προελληνική.

[…] με τα ευρήματα που έχουν προκύψει από τις ανασκαφές στον χώρο της Μικράς Ασίας και της Μεσοποταμίας καθώς και από την αποκρυπτογράφηση οπτών πινακίδων σφηνοειδούς γραφής που χρονολογούνται από το 2.000 π.Χ. και ύστερα, μπορούμε να προσθέσομε στοιχεία και να διευκρινίσουμε μερικά σημεία αρχίζοντας από την διαπίστωση ότι οι Πελασγοί δεν πήραν τα ονόματα των θεών μόνο από την Αίγυπτο και ότι η πολυθεΐα και η θεογονία του Ομήρου και του Ησιόδου δεν είναι πρωτότυπες.

Και οι δυό έχουν εμπνευστεί από πολύ παλαιότερους μύθους, χεττιτικούς (1.400 π.Χ.) που και αυτοί κατάγονται από αρχαιότερους μύθους, ίσως σουμεριακούς, και ιστορούν την διαδοχή στην εξουσία τριών θεών, όπως ιστορεί ο Ησίοδος την διαδοχή Ουρανός- Κρόνος – Δίας, και μάλιστα με την σχεδόν ταυτόσημη περιγραφή του τρόπου εκθρονισμού του πρώτου θεού από τον δεύτερο. Όπως ο Κρόνος κόβει, με δρεπάνι, τα γεννητικά όργανα του πατέρα του Ουρανού, έτσι και στην χεττιτική μυθολογία ο Κουμαρμπί δαγκώνει, κόβει και καταπίνει τα γεννητικά όργανα του πατέρα του Ανού.

*

Φαίνεται πολύ πιθανό η λέξη Ωκεανός (που κατά τους Έλληνες μυθογράφους περιβάλλει, σαν κύκλος την γή) να κατάγεται από την χεττιτική λέξη uginna που σημαίνει κύκλος. Στο γνωστό πια επικό ποίημα, που κατά τους ειδικούς θα ήταν διαδεδομένο στην Μεσοποταμία στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. το επονομαζόμενο έπος του Gilgamech συναντούμε το όνομα Aruru. Είναι η θεά της δημιουργίας και η λέξη αντιστοιχεί με την ομηρική άρουρα = γή (άχθος αρούρης -Ιλ. Σ 52). Συναντούμε επίσης την λέξη Κί που σημαίνει και αυτή γή.

[…] Πανάρχαιες, ασφαλώς, ήσαν οι παραδόσεις που, με την επινόηση της σφηνοειδούς γραφής καταστάλαξαν σε γραπτά κείμενα που βρίσκονταν συγκεντρωμένα στην «βιβλιοθήκη» του Σαρδανάπαλου, βασιλιά της Νινευή, η οποία καταστράφηκε συθέμελα άμα την κατέκτησαν το 612, Μήδοι και Βαβυλώνιοι. Κάτω από τα ερείπια βρισκόταν η βιβλιοθήκη του Σαρδανάπαλου.

Μόνο περί τα μέσα του 19ου αι. ένας άγγλος ερασιτέχνης αρχαιολόγος, άρχισε ανασκαφές στην τοποθεσία της Νινευή και κόμισε στο Βρεταννικό Μουσείο θαυμάσια ασσυριακά γλυπτά και χιλιάδες πινακίδες σφηνοειδούς γραφής που άρχισαν, αρκετά αργότερα, να αποκρυπτογραφούνται αποσπασματικά.

Η σημασία της καταστροφής της βιβλιοθήκης της Νινευή, για την αρχαϊκή περίοδο, ίσως είναι όμοια με την σημασία της καταστροφής της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας για τη κλασική περίοδο. Χάθηκε, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, ολόκληρο το πολιτισμικό έργο μιας εποχής που είχε μόλις μπεί στο κατώφλι της γραπτής απομνημονεύσεως του λόγου.

Άγγ. Βλάχος “Προλεγόμενα”, στο Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 12, 13).

Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2021

«ανάγκα και θεοί πείθονται»


Εκτός από ένα ιερό (όπου απαγορευόταν η είσοδος), στον Ακροκόρινθο (Παυσανίας 2,4,6) πουθενά δεν αναφέρεται λατρευτικός τόπος της Ανάγκης, την οποία αναφέρει ο Πλάτων μία μόνο φορά (Πολιτεία 10.616 κ.εξ.) στον μύθο του Ηρός [σημ. το όνομα Ήρ αναφέρεται στην γενεαλογία του Ιησού όπως την δίνει ο Λουκάς (3.28)], γιού του Αρμενίου, που αναστήθηκε δέκα μέρες μετά τον θάνατό του και περιγράφει το τί είδε. «Σαν φώς περιέσφιγγε τον ουρανό, όπως τα σχοινιά των τριήρων, κι από τα άκρα του ήταν τεντωμένη η άτρακτος της ανάγκης γύρω από την οποία περιστρέφονταν όλες οι σφαίρες [ενν. του ουρανού]». [...]

Οι αιώνες δεν δημιούργησαν τέτοια πλάνη για την εβραϊκή μυθολογία, που περιέχει μια σειρά ιστορικών γεγονότων […]. Ακολουθούν τα θαύματα του μάνα και των ορτυκιών, έργα και αυτά, του Γιαχβέ παρ' όλον ότι στην έρημο του Σινά είναι, και τα δύο, φυσικά φαινόμενα. Το μάνα (εβραϊστί μαν) περιγράφεται (Έξοδος ΙΣΤ΄ 3) ωσεί σπέρμα κορίου λευκόν, το δε γεύμα αυτού (γεύση) ως εγκρίς (παξιμάδι) εν μέλιτι.

*

Η περιγραφή της θεοφανείας στο όρος Σινά, όταν ο θεός δίνει τις Δέκα Εντολές στον Μωϋσή (Έξοδος ΙΘ΄ 16...19) είναι συγκλονιστική και μοιάζει με τις εκδηλώσεις του άλλου θεού, του νεφεληγερέτη και υψιβρεμέτη και βαρύκτυπου Δία: «… και εγένοντο φωναί και αστραπαί και νεφέλη γνοφώδης επί όρους Σινά… το όρος το Σινά εκαπνίζετο όλον διά το καταβεβηκέναι επ' αυτό τον θεόν εν πυρί, και ανέβαινεν ο καπνός, ωσεί καπνός καμίνου».

Όπως ο Δίας, ο Γιαχβέ δεν δείχνει το πρόσωπό του, δεν «εμφανίζεται» αλλά «εκδηλώνεται» και όταν υπόσχεται στον Μωϋσή ότι θα τού παρουσιαστεί, τηρεί την υπόσχεσή του αλλά δεν δείχνει το πρόσωπό του. Δείχνει την πλάτη του γιατί δεν μπορεί άνθρωπος ν' αντικρύσει τον θεό κατά πρόσωπο χωρίς να πεθάνει.

*

Μια μορφή θείας εκδηλώσεως υπό το σχήμα νεφέλης [ενν. εν τη ερήμω των εβραίων] αναφέρει ο Ηρόδοτος τις παραμονές της ναυμαχίας της Σαλαμίνας [ενν. το περιστατικό με τον Δημάρατο].

[…] Ο Γιαχβέ φτάνει μέχρι του σημείου να δώσει ανθρώπινη φωνή σε ζώο, στην όνο του Βαλαάμ. Ο προφήτης αυτός έχει εξαιρετική δύναμη και ο εχθρός των Εβραίων, Βαλάκ, τον καλεί να πάει κοντά του και να ρίξει μαύρες κατάρες εναντίον τους. […] Κατάλαβε και πήγε έως τον Βαλάκ, αλλά αρνήθηκε να καταρατεί τον λαό Ισραήλ (Αριθμοί ΚΒ΄ 22).

[…] Περιστατικό παρόμοιο, που να μιλάει ζώο με ανθρώπινη φωνή, δεν νομίζω ότι υπάρχει στην αρχαία ελληνική μυθολογία παρά μόνο στην Ιλιάδα όπου τα άλογα του Αχιλλέα, δώρο του Δία, κλαίνε σαν άνθρωποι. […]

[…]Η Εσθήρ, ευνοουμένη του Ξέρξη, όταν στολίζεται για να πάει να τού προσπέσει και να τον παρακαλέσει ν' ανακαλέσει την διαταγή να γίνει διωγμός των Εβραίων, φοράει το στέμμα της και, Εβραία πιστή, προσεύχεται στον θεό της λέγοντάς του ότι σιχαίνεται τους αλλοφύλους […] οι Εβραίοι εορτάζουν κάθε χρόνο τα Πουρίμ σε ανάμνηση της σωτηρίας τους χάρη στην Εσθήρ. […]

*

Η φύση αυτή καθ' εαυτήν της πολυθεΐας εμποδίζει την ανάπτυξη αιρέσεων στους κόλπους της [ελληνικής] θρησκείας. Οι Πυθαγόριοι, οι Ορφικοί, οι Ελευσίνιοι δεν αποτελούν αιρέσεις αλλά σύνολο μυημένων που, όχι μόνο δεν αμφισβητούν την πολυθεΐα αλλά την κατανοούν πληρέστερα στην αλληγορική της μορφή.

Αντίθετα η αυστηρότητα, η άκρα ακαμψία των επιταγών, ηθικών και λατρευτικών, της Εβραϊκής μονοθεϊστικής θρησκείας, με τις πολλαπλές απαγορεύσεις της και τους καταναγκασμούς της, τους οποίους επιτείνουν στην εφαρμογή τους, οι εκπρόσωποι του ιερατείου, οδηγούν στην διάσπαση των πιστών και την δημιουργία αιρέσεων που έχουν σφοδρές αντιθέσεις μεταξύ τους. Πρώτη και αρχαιότερη αίρεση είναι οι Σαμαρείτες.

Ύστερα υπάρχουν οι Φαρισαίοι με αντιπάλους τους Σαδδουκαίους που δεν πιστεύουν στην ημέρα της Κρίσεως. Υπάρχουν οι Ζηλωταί, οι Χασσιδίμ, οι Ηρωδιανοί, οι Εσσαίοι, οι Γαλιλαίοι, οι Μασβοθαίοι, οι Ελληνιανοί, οι Ημεροβαπτισταί, τέλος οι Χριστιανοί τους οποίους αποκαλούσαν, στα πρώτα μετά Χριστόν χρόνια, Ναζαρηνούς ή Ναζωραίους, εβραϊκά Νοζρίμ. Όλοι όμως μονοθεϊσταί αλλά με διαφορετικές λατρευτικές πράξεις, θυσίες ή προσευχές.

Άγγ. Βλάχος “Προλεγόμενα”, στο Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 38-39, 40, 41-42, 44, 45-46). - Τίτλος του παρόντος εκ του ιδίου (ό.π., σ. 38).

Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2021

genius και genua


[Τα σύννεφα] διασχίζουν εδώ κι εκεί σαν πλοία το πέλαγος του αέρα κατευθυνόμενα από τους ανέμους, μετέωρα και ευκίνητα και αλλάζοντας κάπως σχήμα, όταν πλησιάζουν ή απομακρύνονται. Αν όμως εγκυμονούν κάποια υγρασία, κατεβαίνουν προς τη γή σαν να πρόκειται να γεννήσουν. Και όσο πιο φορτωμένα με νερό είναι, τόσο πιο χαμηλά κινούνται, μια σκοτεινή μάζα με κάπως αργή κίνηση· όταν είναι στεγνά όμως ακολουθούν υψηλότερη πορεία, και φέρονται σαν δεμάτια μαλλιού, μια λευκή μάζα που πετάει με ζωντάνια.

*

Κατά μίαν έννοια, και η ανθρώπινη ψυχή, που βρίσκεται στο σώμα, αποκαλείται δαίμων [...]. Άρα ο αγαθός πόθος είναι και αγαθός θεός. Γι' αυτό θεωρούν μερικοί, όπως ήδη αναφέρθηκε, ότι ευδαίμονες ονομάζονται οι ευτυχείς, των οποίων ο αγαθός δαίμων, δηλαδή η ψυχή τους, έχει αγγίξει την τελειότητα χάρη στην αρετή τους. Αυτόν, το δαίμονα, στη γλώσσα μας, όπως εγώ το ερμηνεύω, και ίσως σφάλλω, αλλά σίγουρα θα το διακινδυνεύσω, μπορείς να τον αποκαλείς genius. Αυτός είναι η ψυχή του καθενός, και, παρ' όλο που είναι αθάνατος, ωστόσο γεννιέται*55 μαζί με τον άνθρωπο. Έτσι και οι ικεσίες που απευθύνονται στον genius και στα γόνατα*56 μού φαίνεται ότι αποδεικνύουν τη σύζευξη και τη σύνδεσή μας, καθώς αναφέρονται συνολικά με δύο λέξεις σε σώμα*57 και ψυχή, των οποίων εμείς αποκαλούμε κοινωνία και ένωση.


Σημ.55: Δεν είναι σαφές αν ο Απουλήιος αντιλαμβάνεται την υπαρκτή ετυμολογική σύνδεση της λέξης genius με το ρήμα gigno (= γεννώ) και επιλέγει συνειδητά τη συγκεκριμένη λέξη (gignitur, δηλαδή «γεννιέται»), κατά την προσφιλή συνήθεια των φιλοσόφων για να στηρίξει τον ισχυρισμό του αυτό.

Σημ.56: Αναφέρεται στην πρακτική των ικετών που αγγίζουν τα γόνατα εκείνου στον οποίο απευθύνουν την ικεσία τους (βλ. π.χ. Ιλιάδα Α, 406-410). Ο Απουλήιος χρησιμοποιεί ένα επιχείρημα βασισμένο στην παρετυμολογική σύνδεση των λέξεων genius και genu (= γόνατο), οι οποίες υποτίθεται ότι έχουν αναφορά στην ίδια έννοια.

Σημ.57: Η λατινική λέξη genua, δηλαδή «γόνατα», είναι αυτή που αντιπροσωπεύει το σώμα στην εξίσωση που προτείνει ο Απουλήιος. Μετωνυμικά, η αντίστοιχη, και ετυμολογικά συγγενής με τη λατινική, ελληνική λέξη γούνατα χρησιμοποιείται επίσης στην ποίηση, για να αναφερθεί στο σώμα (βλ. π.χ. Ιλιάδα Ε, 176: επεί πολλών τε και εσθλών γούνατ' έλυσεν (γιατί έλυσε τα γόνατα πολλών και γενναίων, δηλαδή, σκότωσε πολλούς και γενναίους).

Απουλήιος, Το δαιμόνιον του Σωκράτη (μτφρ.-εισαγ.-σημ. Γ. Ανδρικόπουλος, έκδ. Ροές, Αθήνα 2019, σσ. 45-46, 54-56).

Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2021

δαίμονες


1. Πολύ αργά (22 Οκτωβρίου 1913)
Πολύ αργά. Γλυκύτητα του πένθους και του έρωτα.
Να σού χαμογελά εκείνη μες στη βάρκα.
Αυτό ήταν το ωραιότερο.
Η διαρκής λαχτάρα να πεθάνεις και το να συγκρατιέσαι ακόμα,
αυτό και μόνο είναι ο έρωτας *

Η δομή του λόγου έχει ως εξής:
παρ. 1-3: Η κατά τον Πλάτωνα διαίρεση των έμψυχων όντων σε τρία μέρη: θεούς, δαίμονες και ανθρώπους· τα διάφορα είδη θεών.
παρ. 3-5: Το απρόσιτο των θεών.
παρ. 6-18: Οι δαίμονες ως ενδιάμεσοι μεταξύ θεών και ανθρώπων: τα καθήκοντά τους, οι τόποι κατοικίας τους, η φύση τους γενικά.
παρ. 19-20: Η φύση του προστάτη δαίμονα του Σωκράτη.
παρ. 21-24: Επιχειρήματα προς το ακροατήριο για την ανάγκη λατρείας και σεβασμού προς τον προσωπικό δαίμονα του καθενός.

*

Μεταξύ των ορατών θεών, πρέπει να τοποθετήσεις, αν συμφωνείς με τον Πλάτωνα, και άλλα ουράνια σώματα: τον Αρκτούρο, τις βροχοποιούς Υάδες, τις δύο Άρκτους [Βιργίλιος, Αινειάς ΙΙΙ, 516] και άλλους παρόμοια απαστράπτοντες θεούς, τους οποίους βλέπουμε τις έναστρες νύχτες, με καθαρό καιρό, να στολίζουν και να στέφουν τη χορεία του ουρανού με αυστηρή χάρη και άγρια ομορφιά, όταν θωρούμε τα ποικίλα από τις θαυμαστές λάμψεις ανάγλυφα μέσα σε αυτή την τελειότατη «ασπίδα του κόσμου», όπως την αποκαλεί ο Έννιος.

*

Θα σημάνω υποχώρηση μπροστά σε πράγματα που υπερβαίνουν κατά πολύ τη μετριότητά μου και θα ανακαλέσω την ομιλία αυτή από τον ουρανό στη γή. Σ' αυτή, το προηγμένο ζώο είμαστε εμείς, οι άνθρωποι, αν και οι περισσότεροι, από αδιαφορία απέναντι στην αληθινή διδαχή, τόσο πολύ ευτέλισαν τους εαυτούς τους με σφάλματα όσο και με τους εξιλασμούς απ' αυτά, εμποτίστηκαν από τις εγκληματικές τους πράξεις και, σχεδόν απεκδυόμενοι την ευγένεια του είδους μας, αποθηριώθηκαν φρικτά, σε βαθμό που δημιουργείται η εντύπωση ότι δεν υπάρχει κατώτερο ζώο στη γή απ' τον άνθρωπο. Τώρα όμως το θέμα μας δεν είναι η απαρίθμηση των σφαλμάτων μας [...].

*

«... Υπάρχουν εξάλλου κάποιες ενδιάμεσες θεϊκές δυνάμεις, που βρίσκονται σε εκείνο το μέρος του αέρα, μεταξύ των κορυφών του αιθέρα και των εγκάτων της γής, χάρη στις οποίες και οι επιθυμίες μας και τα κατορθώματά μας φτάνουν ως εκείνους» (Πλάτων). Οι δυνάμεις αυτές ονομάζονται από τους Έλληνες δαίμονες, και δρούν μεταξύ των κατοίκων της γής και του ουρανού, μεταφέροντας από εδώ αιτήματα και από εκεί αρωγές, ενώ κάποιες διερμηνεύουν μεταξύ των δύο και μεταφέρουν χαιρετισμούς εκατέρωθεν. Μέσω αυτών, όπως ισχυρίζεται ο Πλάτων στο Συμπόσιο (202d-e), πραγματοποιούνται όλες οι θεϊκές αναγγελίες και τα διάφορα θαύματα των μάγων, όπως μάς παραδίδονται, και όλα τα είδη των χρησμών. Από αυτούς, ο καθένας είναι επιτετραμμένος κάποιου είδους μαντικής, όπως ακριβώς δηλαδή ανατίθεται η διοίκηση των επαρχιών· άλλοι ευθύνονται για το πλάσιμο των ονείρων, άλλοι για το διαχωρισμό των εντοσθίων, άλλοι κατευθύνουν την ευοίωνη πτήση των πτηνών και άλλοι τα διδάσκουν το προφητικό κελάηδισμα, άλλοι εμπνέουν τους μάντεις, άλλοι ρίχνουν κεραυνούς και άλλοι κάνουν τα σύννεφα να πάλλονται, διαχειρίζονται δηλαδή όλ' αυτά, μέσω των οποίων προβλέπουμε το μέλλον. Πρέπει λοιπόν να θεωρούμε ότι όλα τούτα πραγματοποιούνται με τη θέληση, την εύνοια και το κύρος των επουρανίων θεών, αλλά και χάρη στην υπακοή, τη δράση και τις υπηρεσίες των δαιμόνων.

Απουλήιος, Το δαιμόνιον του Σωκράτη (μτφρ.-εισαγ.-σημ. Γ. Ανδρικόπουλος, έκδ. Ροές, Αθήνα 2019, εκ της εισαγωγής σ. 15, σσ. 25, 29, 36-37).


*


13. Μια φορά έσπασα το πόδι μου:
ήταν η ωραιότερη εμπειρία της ζωής μου
.*


-----
* Τα motto εκ του Θραύσματα από τον Κάφκα (μτφρ. Λένια Ζαφειροπούλου, έκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2018, σσ. 12, 28 - από τα μέρη IV & Ι).

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2021

κάποιου είδους φωνή


Για δες λοιπόν τις καθημερινές τους δαπάνες·
θα βρείς στους λογαριασμούς τους ότι ξοδεύουν πολλά
και αφειδώς, αλλά για τον εαυτό τους τίποτα,
και εννοώ τη φροντίδα του δαίμονά τους,
που τίποτ' άλλο δεν είναι παρά η αφοσίωση στη φιλοσοφία.*

Κάποιος τύραννος ρώτησε [τον Αρίστιππο, ιδρυτή της Κυρηναϊκής σχολής
και αυτοπροσδιοριζόμενο μαθητή του Σωκράτη]
σε τί τον είχε ωφελήσει η τόσο εκτενής
και μακρά ενασχόλησή του με τη φιλοσοφία. Ο Αρίστιππος απάντησε:
«Στο να μπορώ να μιλάω με όλους τους ανθρώπους ήσυχος
και χωρίς φόβο».**

[...] οι μάντεις, όταν δέχονται οιωνούς, ακούν κάποια φωνή την οποία συχνότατα συλλαμβάνουν με τα αυτιά τους και για την οποία δεν έχουν αμφιβολία ότι προέρχεται από ανθρώπινο στόμα. Ο Σωκράτης όμως δεν είπε ότι άκουσε κάποια φωνή, αλλά «κάποιου είδους φωνή», και απ' τον προσδιορισμό αυτό αμέσως καταλαβαίνεις ότι δεν πρόκειται ούτε για συνηθισμένη ούτε για ανθρώπινη φωνή. Αν ήταν τέτοια, άσκοπος θα ήταν ο χαρακτηρισμός «κάποιου είδους», και μάλλον θα έλεγε απλώς «μία φωνή» ή «τη φωνή κάποιου», όπως λέει εκείνη η εταίρα στον Τερέντιο: μού φάνηκε ότι άκουσα τη φωνή του στρατιώτη.

Αν κάποιος όμως λέει ότι άκουσε «κάποιου είδους φωνή», είτε αγνοεί από πού προέρχεται, είτε τού δημιουργεί κάποια αμφιβολία, είτε υποδεικνύει ότι έχει κάτι το ασυνήθιστο και μυστηριώδες, όπως περιέγραφε ο Σωκράτης εκείνη τη θεϊκής προέλευσης φωνή που άκουγε, όποτε η στιγμή ήταν κατάλληλη.

Εγώ, από πλευράς μου, νομίζω επίσης ότι δεν προσλάμβανε τα σημάδια του δαίμονα μόνο με τ' αυτιά του, αλλά και με τα μάτια του. Γιατί αναφέρει συχνότερα ότι τού παρουσιάζεται κάποιο θεϊκό σημάδι, παρά ότι ακούει τη φωνή.

Αυτό το σημάδι θα μπορούσε να είναι και η μορφή του ίδιου του δαίμονα, την οποία μόνος ο Σωκράτης μπορούσε να διακρίνει, όπως ο ομηρικός Αχιλλέας την Αθηνά. Νομίζω πως οι περισσότεροί σας με πολύ δισταγμό θα πιστεύατε αυτό που μόλις είπα και απορείτε που η μορφή του δαίμονα εμφανίζεται στον Σωκράτη.

Αντιθέτως, οι Πυθαγόρειοι εκπλήσσονταν πολύ με όποιον ισχυριζόταν ότι δεν είχε δεί ποτέ του δαίμονα, και για την πληροφορία αυτή είναι νομίζω επαρκής μάρτυρας ο Αριστοτέλης. Άλλωστε, αν μπορεί οποιοσδήποτε ν' αποκτήσει τη δυνατότητα να δεί κάποια θεϊκή μορφή, γιατί να μην μπορεί να συμβεί αυτό πρωτίστως στον Σωκράτη, τον οποίο το ύψος της σοφίας του τόν είχε εξισώσει με οποιαδήποτε μεγάλη θεότητα;

Γιατί δεν υπάρχει τίποτε που να μοιάζει περισσότερο σε θεό ή να τον ευχαριστεί πιο πολύ, από έναν άνδρα τέλεια αγαθό στην ψυχή, που όσο υπερέχει απ' τους υπολοίπους ανθρώπους, τόσο απέχει απ' τους αθανάτους θεούς.

[...] ακριβώς αυτό σε διδάσκει ο Όμηρος γι' αυτόν τον Οδυσσέα,
με το να τον παριστάνει πάντοτε συνοδευόμενο από τη σωφροσύνη
την οποία κατά ποιητική σύμβαση ονόμαζε «Αθηνά».***


Απουλήιος, Το δαιμόνιον του Σωκράτη (μτφρ.-εισαγ.-σημ. Γ. Ανδρικόπουλος, έκδ. Ροές, Αθήνα 2019, σσ. 67-69). - Το motto εκ του ιδίου (όπ., σσ. 72, 83). - Και η κατακλείδα ομοίως (ό.π., σ. 78).

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021

για τους Θράκες


12. Οι θεατές κοκαλώνουν όταν το τρένο περνά χωρίς
να σταματήσει.
 
2. Η συνουσία ως τιμωρία για την ευτυχία της
συνύπαρξης.*

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (VII, 110), εκτός από τους Κίκονες κατοικούσαν πιο δυτικά ώς τον Νέστο οι Βίστονες και οι Σαππαίοι. Ο ίδιος (V, VI και VIIΙ) δίνει πληροφορίες για τις συνήθειες των Θρακών, όπως για την ελευθερία των άγαμων γυναικών (τας παρθένους ου φυλάττουσι), την αγορά των γυναικών από τους γονείς του γαμπρού (ωνέονται τας γυναίκας), την ευγένεια της στίξης του σώματος (το μεν εστίχθαι ευγενές κέκριται), την εργασία (αργόν είναι κάλλιστον), τον τρόπο ζωής (από πολέμου και ληιστύος κάλλιστον) και τα ταφικά έθιμα (τριήμερη πρόθεση νεκρών, καύση ή ενταφιασμός, αγώνες με βραβεία, κυρίως, μονομαχία).

Χ. Μπακιρτζής - Δ. Τριαντάφυλλος, Θράκη (έκδ. ΕΤΒΑ, Αθήνα 1988, σ. 9).



*

1. Ο αληθινός δρόμος περνά από ένα σκοινί
που δεν είναι τεντωμένο ψηλά
αλλά ελάχιστα πάνω απ' το έδαφος
Μοιάζει μάλλον προορισμένο για να σκοντάφτεις
παρά για να περπατάς πάνω του.**


-----

* Τα motto εκ του τευχιδίου Θραύσματα από τον Κάφκα (μτφρ. Λένια Ζαφειροπούλου, έκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2018, σσ. 12, 20, 18, μέρη Ι, ΙΙΙ & ΙΙ).

Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2021

το φρούριο της Δούρα Ευρωπός


Έρημος ο βράχος
έκανε την καρδιά του πέτρα
ούτε ένα κυκλάμινο *


17. Περηφάνια (15 Νοεμβρίου 1910, ώρα δέκα)
Δεν θα επιτρέψω στην κόπωση να μέ καταβάλει.
Θα πηδήξω μέσα στη νουβέλα μου,
ακόμη κι αν το άλμα μού ξεσκίσει το πρόσωπο.**

Δούρα στα ασσυριακά σημαίνει κάστρο.
Ευρωπός είναι η ονομασία της μακεδονικής πόλης, όπου γεννήθηκε ο μελλοντικός Σελευκίδης βασιλιάς, ο Σέλευκος ο Νικάνωρ, ο ιδρυτής της Δούρα Ευρωπού, ο οποίος την εποίκισε με ανθρώπους από τη γενέτειρά του, τη Μακεδονία. [...]

Οι ψηλοί πύργοι του δεσπόζουν πάνω από την απέραντη πεδιάδα της Μεσοποταμίας. Προκεχωρημένο φυλάκιο, πάνω από το ποτάμι που χώριζε τις αυτοκρατορίες.

Συρία. Ελληνικοί απόηχοι (κείμενα Michel de Grèce, φωτογραφίες Λίζα Έβερτ, Ντόρα Μηναΐδη, Μαρία Φακίδη, έκδ. Αδάμ, Αθήνα 1993, σ. 190).


*


12. Σκηνή στο τραμ. (1910: Στ' όνειρό μου παρακάλεσα τη χορεύτρια Εντουάρντοβα
να χορέψει και μια φορά το τσάρντας
...)
Η χορεύτρια Εντουάρντοβα, φίλη της μουσικής,
ταξιδεύει και στο τραμ όπως παντού,
συνοδευόμενη από δυο βιολιστές
που τούς βάζει συχνά και παίζουν.
Διότι δεν υπάρχει λόγος να απαγορεύεται η μουσική
στο τραμ,
  αν οι μουσικοί παίζουν καλά,
αν ευχαριστούν τους συνεπιβάτες κι αν δεν κοστίζε
ι τίποτα,
δηλαδή αν δεν συλλέγονται χρήματα στο τέλος.
Ωστόσο στην αρχή προκαλείται κάποια έκπληξη
και για λίγη ώρα όλοι βρίσκουν τη μουσική ανάρμοστη.
Αλλά όταν το τραμ τρέχει μ' όλη του την ταχύτητα,
ο αέρας φυσά δυνατά
και το δρομάκι είναι σιωπηλό, έχει γούστο.**


-----
* Το αρχικό motto εκ του Χρήστου Ανδρεουλάκου, Ποιήματα (αυτοέκδοση, Αθήνα, χ.χ.).
**Τα επόμενα motto εκ του τευχιδίου Θραύσματα από τον Κάφκα (μτφρ. Λένια Ζαφειροπούλου, έκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2018, σσ. 14-15, 24-25, μέρη Ι & ΙΙΙ). -Το έσχατο θα το ζήλευε κι ο Εμπειρίκος.

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2021

η γραφειοκρατική οργάνωση στην Πύλο


Περαιτέρω πληροφορίες για την γραφειοκρατική οργάνωση στην Πύλο προέρχονται από το βορειοανατολικό κτίριο.

Ένα θραύσμα πινακίδας που ανακαλύφθηκε στο δωμάτιο 98 έχει καταγραμμένους τροχούς αρμάτων. Ένας άλλος γραφέας καταγράφει δέρματα (μερικά από αυτά κόκκινα) για χαλινάρια και λουριά και ακόμη ένας άλλος σημειώνει δέρματα για διαφορετικούς σκοπούς.

Πινακίδες με καταστάσεις των ομάδων εργασίας στις οποίες ανέθεταν διάφορα καθήκοντα (σχετιζόμενα, πιο σίγουρα, με εξαρτήματα αρμάτων) είναι το προϊόν δύο άλλων γραφέων, ενώ ακόμη ένας κατέγραφε την είσοδο των υπαλλήλων από τις επαρχιακές περιοχές.

Συνεπώς ένας αριθμός υπευθύνων είχε αναλάβει το καθήκον του συντονισμού αυτού του εργαστηρίου.

*

Υπάρχουν επίσης αναφορές για μερικούς εργαζόμενους «στην έδρα» της θεάς Ποτνίας Ιππίας (Κυρίας των Αλόγων) και άλλοι στην υπηρεσία μίας διαφορετικής Ποτνίας, πιθανώς κάπου αλλού. Ένα από τα σημεία αυτά θα μπορούσε να είναι το ιερό (δωμάτιο 93) δίπλα στο οποίο κτίσθηκε το εργαστήριο.

*

[...] υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ βορειοανατολικού κτιρίου και του κεντρικού αρχείου. Μία πινακίδα από το διαμέρισμα των αρχείων, η οποία σημειώνει την άφιξη προμηθειών που προορίζονταν για το «εργαστήριο αμαξών», θεωρείται ότι αναφέρεται σε αυτό το κτίριο. Πινακίδα που συνδέεται με τροχούς αμαξών προέρχεται από το δωμάτιο 98, όπως ήδη αναφέρθηκε, αλλά οι υπόλοιπες από αυτή τη σειρά ανακαλύφθηκαν στα κεντρικά αρχεία. Φαίνεται ότι όλες εκείνες οι πινακίδες ήσαν γραμμένες στο εργαστήριο, όπου γίνονταν επισκευές αμαξών, και μεταφέρθηκαν κατόπιν στο διαμέρισμα των αρχείων για αποθήκευση.

Επί πλέον, δύο από τις συγκεκριμένες πινακίδες που βρέθηκαν στο διαμέρισμα των αρχείων αναφέρονται σε άνδρες δούλους που ήσαν καταγεγραμμένοι σε μία κατάσταση προσωπικού από το εργαστήριο.

Οδηγός στο Ανάκτορο του Νέστορα. Μυκηναϊκές θέσεις στην περιοχή του και το Μουσείο της Χώρας (μτφρ. Χατζηφώτη Λ., έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2007, σσ. 63, 64).
-Μια καταφανώς απρόσεκτη έκδοση τόσο στην αδόκιμη εν πολλοίς τυπωμένη μετάφραση όσο και στην πληθώρα τυπογραφικών αβλεψιών, αλλά και στο δέσιμο. Kρίμα! κρίμα!

Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2021

κορυφάσιο, αιγολέον, κορυφαίος και άλλα πολλά


Το βασίλειο της Πύλου εκτεινόταν σε μία έκταση 2.000 τ.χλμ. και ίσως να καταλάμβανε ολόκληρη τη σημερινή Μεσσηνία. Χωριζόταν για διοικητικούς σκοπούς σε δύο επαρχίες, που περιγράφονται στις πινακίδες ως «αυτή η πλευρά του Αιγολέον» και «πέρα από το Αιγολέον». Μοιάζει φανερό, ιδιαίτερα αν στέκεσαι στο ανάκτορο, ότι τα όρια μεταξύ τους είναι η οροσειρά που διακρίνεται καθαρά στα βορειοανατολικά. Αυτή η οροσειρά, γνωστή στους μεταγενέστερους Έλληνες και Ρωμαίους ως Αιγάλεω, διχοτομεί την χερσόνησο από βορειοδυτικά στα νοτιοανατολικά.

Τα επτά διαμερίσματα της Εντεύθεν Επαρχίας της Πύλου και οι εννέα της Εκείθεν Επαρχίας καταγράφονται σε μία σταθερή γεωγραφική σειρά σε αρκετές πινακίδες, που αναφέρονται τόσο στους εισπραττόμενους φόρους όσο και στα εξαγόμενα από το ανάκτορο κονδύλια.

Μία ομάδα από στοιχεία για φόρους αποκαλύπτει περαιτέρω τις σχέσεις ανάμεσα σε διαφορετικές επαρχίες. Υπάρχει πινακίδα για κάθε περιοχή, με κατάλογο λογαριασμών και πληρωμών έξι διαφορετικών αγαθών καθώς και κάποιων εξαιρέσεων. Δεν προσδιορίζονται όλα τα αγαθά. Δύο είναι σίγουρα χειροποίητα ενδύματα και δέρματα βοδιών, και μέλι και κερί ίσως να περιλαμβάνονται μεταξύ των άλλων. Αυτά πιθανόν να είναι κοινά και ίσως οι ποσότητές τους μάλλον μικρές, αφού όλες οι περιοχές είναι υποχρεωμένες να συνεισφέρουν έξι συνολικά αγαθά.

Διαθέτουμε μία βασική γνώση τού πώς υπολογίζονταν οι φόροι, αν και μερικές λεπτομέρειες είναι ακόμη ασαφείς. Οι διοικητές του ανακτόρου δεν φορολογούσαν χωριστά κάθε περιοχή. Άρχιζαν, μάλλον, κάνοντας τον λογαριασμό της επαρχίας και σε κάθε επαρχία ενοποιούσαν κάποιες γειτονικές περιοχές ούτως ώστε το φορολογικό βάρος να καταμερίζεται τίμια μεταξύ πλουσιότερων και φτωχότερων περιοχών σε κάθε τμήμα του βασιλείου.

Ο υπολογισμός από το ανάκτορο χοίρων, κρασιού και δερμάτων στις επαρχίες δείχνει τα ίδια ποσά για κάθε οικονομική μονάδα. Αυτή πρέπει να είναι η βάση για όλη την οικονομική διοίκηση του βασιλείου. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει ότι κάθε μία ξεχωριστά περιοχή δεν περιλαμβάνονταν στα άμεσα ενδιαφέροντα του ανακτόρου.

Μία πινακίδα δείχνει ιεραρχικά τους διοικητές κάθε επαρχίας, περιλαμβάνοντας ένα διοικητή (Κο-ρε-τε) και ένα υποδιοικητή (Προ-κο-ρε-τε). Μεμονωμένες επαρχίες καταγράφονται να συνεισφέρουν σε λινάρι, χάλκινα οικιακά είδη ή εργάτες μεταξιού που απασχολούνται από το ανάκτορο.

Ανασκάφηκε ακόμη ένα επαρχιακό κέντρο, αν οι επιστήμονες δεν έκαναν λάθος στον ταυτισμό του με τη θέση Νιχώρια, κατά μήκος της γραμμής του Αιγάλεω. Αυτός ο οικισμός πάνω στην κορυφή ενός λόφου κοντά στον σύγχρονο Ριζόμυλο, επιβλέποντας τον Μεσσηνιακό κόλπο, άκμασε και παράκμασε μαζί με το ανάκτορο. Η γεωγραφική θέση του και τα λείψανα που αποκαλύφθηκαν ταιριάζουν με όλα τα χαρακτηριστικά που περιμέναμε από αυτή τηυν πόλη βασισμένοι στις πληροφορίες των πινακίδων. Καθώς η τοπογραφία και η ανασκαφή συνεχίζει να συμπληρώνει τον χάρτη των οικισμών στην περιοχή, καθίσταται δυνατόν να διατυπώνονται και άλλες ομοιότητες μεταξύ των θέσεων στο χώρο και σημαντικών πόλεων που αναφέρονται στις πινακίδες.

Οδηγός στο Ανάκτορο του Νέστορα. Μυκηναϊκές θέσεις στην περιοχή του και το Μουσείο της Χώρας (μτφρ. Χατζηφώτη Λ., έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2007, σσ. 57-59).
-Μια καταφανώς απρόσεκτη έκδοση τόσο στην αδόκιμη εν πολλοίς τυπωμένη μετάφραση όσο και στην πληθώρα τυπογραφικών αβλεψιών, αλλά και στο δέσιμο. Kρίμα!