'Ηδη στην Πολιτεία μάς εκπλήσσει δυσάρεστα και μάς απωθεί εκείνη η λεπτομερώς επεξεργασμένη υποταγή σε κανονισμούς, με την βοήθεια της οποίας ο φιλόσοφος σκέφτεται να κυριαρχήση στην ψυχή των πολιτών του· σε τελική ανάλυση, όμως, είναι κατανοητή: στο μοναστήρι αρμόζει ο μοναστικός κανονισμός. Στους Νόμους όμως, αυτή η ίδια υποταγή σε κανονισμούς προκαλεί ακόμη αλγεινότερη εντύπωση γιατί παύει να θεωρήται μέσον και γίνεται σκοπός. Στην Πολιτεία τυχόν παρακοή σε εξωτερικές επιταγές έχει δευτερεύουσα σημασία: κάθε λάθος μπορεί να διορθωθή και κάθε παράλειψη μπορεί να καλυφθή από την ζωντανή σοφία του φιλοσόφου, η οποία υπερισχύει κάθε εξωτερικής επιταγής.
Απεναντίας, στους Νόμους η υποταγή στους κανονισμούς είναι το παν· εάν ο νομοθέτης παραλείψη ή παραμελήση το παραμικρό ανοίγει τον δρόμο σε μελλοντικούς νεωτερισμούς, οι οποίοι καταστρέφουν την σταθερότητα της νομοθεσίας. Εάν, για παράδειγμα, επιτρέψη την ελάχιστη παρέκκλιση από τα καθιερωμένα πρότυπα της μουσικής και της ποιήσεως, η κρίση των πολιτών τείνει σε ανεξαρτησία, η οποία αποτελεί την πηγή της ανυπακοής: η αταξία στην μελωδία προκαλεί αταξία στις σκέψεις, στα αισθήματα, σε όλη γενικώς την ατομική και κοινωνική ζωή. Για να παραμείνη η νομοθεσία αταλάντευτη, πρέπει να είναι ακριβής σε όλες της τις λεπτομέρειες: άπαξ διά παντός ορίζει πώς πρέπει να τραγουδά και να εκφράζεται ο ποιητής.
Ευγένιος Τρουμπετσκόϊ, Η κοινωνική ουτοπία του Πλάτωνος (μτφρ. Δ. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 1999, σσ. 187-188).
Η πλατωνική Πολιτεία, λέει ο Βετζέτι, είναι ένα πολύπλοκο και πολυδιάστατο έργο, πλουσιότατο σε μεταφορές, εικόνες και παράδοξα. Τα δύο πρώτα βιβλία παρουσιάζουν μια θεωρία της καταγωγής της δικαιοσύνης και μια γενεαλογία της ηθικής που οδηγούν ευθέως στον Χομπς και στον Νίτσε. Το τέταρτο βιβλίο παρουσιάζει μια ψυχολογία του διαιρεμένου και συγκρουσιακού εγώ, που θα μπορούσε να παραλληλιστεί με εκείνη του Φρόιντ.
Στο πέμπτο βιβλίο βρίσκουμε την κομμουνιστική ουτοπία, την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και της οικογένειας. Στο έβδομο συναντάμε ένα εξαιρετικό δοκίμιο αντιεμπειρικής επιστημολογίας των μαθηματικών. Στο όγδοο μια βαρυσήμαντη παράλληλη κριτική της δημοκρατίας και της τυραννίας. Και, βέβαια, υπάρχει ο Πλάτων που μας είναι περισσότερο οικείος, εκείνος της ιδέας του Αγαθού και της αθανασίας της ψυχής.
Γράφει ο Θανάσης Γιαλκέτσης στο "Επτά" της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας της 19ης Ιουλίου 2009 παρουσιάζοντας το νέο βιβλίο του καθηγητή στη Πάβια Μάριο Βετζέτι Un paradigma in cielo. Ολόκληρο το άρθρο εδωδά.
Η κάθε είδους φυσική ομορφιά εξαρτάται βεβαίως από την αναλογία, τη σχέση και τη θέση των μερών, αλλά θα ήταν αυθαίρετο να συμπεράνουμε από αυτό ότι η αντίληψη της ομορφιάς, όπως ακριβώς και η αλήθεια των γεωμετρικών προτάσεων, συνίσταται εξ ολοκλήρου στην αντίληψη των σχέσεων και ότι σχηματίζεται εξ ολοκλήρου από τη νόηση ή τις διανοητικές μας ικανότητες. Σε όλες τις επιστήμες, ο νους μας ερευνά τις άγνωστες σχέσεις με βάση τις γνωστές, όμως στις αποφάσεις τις σχετικές με το γούστο ή την εξωτερική ομορφιά, όλες οι σχέσεις είναι εκ των προτέρων δεδομένες και οφθαλμοφανείς· το επόμενο βήμα είναι ότι αισθανόμαστε ένα συναίσθημα ευαρέσκειας ή αποστροφής, αναλόγως προς τη φύση του αντικειμένου και τη διάθεση των [αισθητηρίων] οργάνων μας.
Ο Ευκλείδης εξήγησε πλήρως όλες τις ιδιότητες του κύκλου, αλλά πουθενά δεν είπε τίποτε για την ομορφιά αυτού του σχήματος. Ο λόγος είναι προφανής. Η ομορφιά δεν είναι μια ιδιότητα του κύκλου. Δεν βρίσκεται σε κανένα σημείο της γραμμής, της οποίας τα σημεία απέχουν εξίσου από το κοινό κέντρο. Η ομορφιά του κύκλου είναι μόνο το αποτέλεσμα που το σχήμα αυτό παράγει στο νου, ο οποίος είναι δεκτικός τέτοιων συναισθημάτων εκ της ιδιαίτερης κατασκευής και δομής του. Μάταια θα έψαχνε κανείς την ομορφιά στον κύκλο ή θα την αναζητούσε στις ιδιότητες αυτού του σχήματος είτε με τη βοήθεια των αισθήσεων είτε μέσω μαθηματικών συλλογισμών.
Ντέϊβιντ Χιούμ, 'Ερευνα σχετικά με τις αρχές της ηθικής, στο: Αρετές και συμφέροντα. Η βρετανική ηθική σκέψη στο κατώφλι της νεωτερικότητας (μτφρ.- επιμ. Δ. Δρόσος, έκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2008, σσ. 295-296).
[...] η σύνολη διαφορά μεταξύ συμβόλου και μεταφοράς· η τελευταία είναι μια ελεύθερη επινόηση του λόγου, ενώ το σύμβολο είναι συνδεδεμένο με τις παραστάσεις του κόσμου. Αγγίζουμε εδώ ένα ανέκπτωτο στοιχείο, ακόμη πιο ανέκπτωτο από εκείνο που ανακαλύπτει η ποιητική εμπειρία: στο ιερό σύμπαν η ικανότητα του λέγειν βασίζεται στην ικανότητα του κόσμου να σημαίνη. Εξ ου και η λογική της σημασίας προβαίνει από την ίδια την δομή του ιερού κόσμου.
Αντιστοιχία μεταξύ της δημιουργίας εν ταυτώ και της τάξεως των φυσικών φαινομένων και των ανθρωπίνων πράξεων: έτσι ο αληθινός ναός συμμορφώνεται πάντοτε προς κάποιο ουράνιο πρότυπο. Αντιστοιχία μεταξύ μακρόκοσμου και μικρόκοσμου: έτσι στην ιερογαμία ουρανού και γης απαντά η ένωση ανδρός και γυναικός. Αντιστοιχία μεταξύ γεωργησίμου εδάφους και γυναικείου αυλακώματος, μεταξύ σπλάγχνων της γης και μητρικού στήθους, όπως μεταξύ ηλίου και ματιού, όπως μεταξύ αρσενικού σπέρματος και σπόρου της σποράς, όπως μεταξύ ταφής του ανθρώπου και θανάτου του σπόρου, όπως μεταξύ κάθε νέας γεννήσεως και επιστροφής της ανοίξεως.
Αντιστοιχία σε τρία επίπεδα, μεταξύ σώματος, οικίας και κόσμου, η οποία σημαίνεται αμοιβαίως με τους στύλους του ναού και την σπονδυλική στήλη, την στέγη του σπιτιού και το κρανίο, την ανθρώπινη ανάσα και τον αέρα, και η οποία κάνει να αντιστοιχούν στα κατώφλια, τις πόρτες και τις γέφυρες, στα μονοπάτια που χαράζει ο βηματισμός του κατοίκου και περιπατητή, ομόλογα περάσματα που οι μυητικές τελετές μάς βοηθούν να διαβούμε την κρίσιμη στιγμή της ανθρώπινης μετοικήσεως, κατά την γέννηση, την εφηβεία, τον γάμο και την ταφή. Η λογική αυτή της αντιστοιχίας «δεσμεύει» τον λόγο στο ιερό σύμπαν.
Πωλ Ρικαίρ, Λόγος και σύμβολο (μτφρ. Μ. Πανταζάρα, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2002, σσ. 76-77).
Χρυσόφρυδη· σε κέρδισα
με μάγια και πλανέματα
πολλά και παραμύθια.
Στο χάδι επαραδόθηκες
το αντρίκειο· σού εξεκούμπωσα
τη ζώνη, και τα στήθια
ακόμα σού ήταν άγουρα·
δεν πήδησεν η στάλα
-σημάδι υγειάς αλάθευτον-
που θα μάς θρέψει έναν υγιό
με της αντρείας το γάλα.
Και πια δε σ’ άγγιξα. 'Εμεινα,
κι ακούμπησα στα γόνατα
τ’ ολόδροσο κεφάλι·
τα μάτια μου εδιαβαίνανε
της πλάσης το κρουστάλλι,
ή σιωπηλός εκοίταζα,
σε μιά βαθιά αναγάλλια,
το χέρι σου ως ετίναζε
μ’ ένα μεγάλο σάλεμα
τα θεοτικά, ώ θαμπώματα!
μαλλιά σου ώς στ’ αστραγάλια.
Κ’ έβλεπα, πάντα σιωπηλός,
στην ακατάφλογη φωτιά
το θείο κορμί να ντύνεις...
'Αγγελος Σικελιανός, από τον Αλαφροΐσκιωτο (iii. 853-877).