(επί τη επετείω της αθλίας εισβολής...)
Γράφει ο Νέστωρ Πανσές.
Στόν αγρό
θηρεύω τά βάτα
κύπριδος ερασμίας
εραστών
κι οι παπαρούνες
ανεμίζουν άλικες
μόνες στήν πλάση
τριγύρω θλιμμένες
επιτύμβιον άδουσες
πλάϊ στ’ αγκάθια
ευαίσθητες
-μυροφόροι οπιούχοι παρθένοι-
κλαίουσες ήρωα ήδη καί θεόν
εκ του Άδου κάτω
όλως εγηγερμένον·
νάτη! βλαστάνει συκιά
ήμερος.
Σχόλιον· «Τούτο δ’ εννοείθ’ , όταν
πορθήτε γαίαν, ευσεβείν τά πρός θεούς·
ός τάλλα πάντα δεύτερ’ ηγείται πατήρ
Ζεύς· ου γάρ ευσέβεια συνθνήσκει βροτοίς·
κάν ζώσι κάν θάνωσιν, ουκ απόλλυται.»
(Σοφοκλ. Φιλοκτήτης, στ. 1440-4).
6 σχόλια:
Τα σφάλματα ήταν όλα δικά μας. Εμείς αφήσαμε την Κερκόπορτα και πάλι ανοιχτή. Ελλειψη στρατηγικής. Κωλοχανείον η νεο-Ελλάς.
Πίκρα,ε;
Σε 8 μέρες η ιστορία της Κύπρου έκανε σβούρες στο κεφάλι μου απ'όσα άκουσα και διάβασα.
Το κακό είναι ότι δεν κατάλαβα πού κατέληξε...
Νεαρή μου tallou...
Την Πόλη, τούς είπε, την Πόλη, που τόσο πολεμάτε, θα την πάρετε. Προσέξτε, μόνο, όταν κυριεύετε την γή, σεβαστείτε ό,τι ανήκει στους θεούς...
Τούτο είναι που καλεί ο ήρωας και από μηχανής κατά χάριν θεός Ηρακλής, τον Φιλοκτήτη και τον νεαρό Νεοπτόλεμο στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή.
Πόλη, λέγοντας, την Τροία εννοώ.
Με την ευκαιρία ας σταθούμε λίγο ακόμη εδώ:
Αξίζει να μελετήσει κανείς τον χαρακτήρα του νεαρού αυτού. Οι πονηρότεροι (βλέπε: Οδυσσέας) τον βάλανε μπροστά, να βγάλει το φίδι από την τρύπα...
Ο Οδυσσέας, εν ολίγοις, τού ανακοινώνει ένα ακόμη πανούργο σχέδιο, για το πώς να μπεί μπροστά ο νεαρούλης και με την ειλικρίνειά του (είναι και γιός του νεκρού Αχιλλέα βέβαια) θα κάμψει την άρνηση του πληγωμένου (διττώς) και γηραιού πιά Φιλοκτήτη. Πλέγμα στο οποίο αλεκτί, συμμετέχει ο μικρός.
Μα έλα ντε, που πάνω στην κρίσιμη καμπή του δράματος και ενώ έχουν με τα χίλια ζόρια πείσει τον Φιλοκτήτη και τού έχουν πάρει τα όπλα (-τα όπλα, τουλάχιστον), τί το πιάνει το σκατόπαιδο, και σε μιάν κρίση συνειδήσεως τα 'μολογεί όλα. Μα όλα... Πως ο Δυσσέας είναι και πάλι πίσω απ' όλα αυτά. Και έρχονται τα πάνω κάτω.
Γι'αυτό, λέω, αξίζει μιά ματιά ακόμη στον νεαρούλη, που τον εβάλανε στη μέση οι πονηροί, και τί τό 'πιασε, το σκατόπαιδο, να τα 'μολογήσει όλα. Μα όλα;
Τον θεατή γοητεύει το δράμα εκείνο που πέχτηκε τόσην ώρα μές στην ψυχούλα του: Τίποτα δεν είχε φανερώσει μέχρι εκείνην τη στιγμή, ο μπάσταρδος. Πάνω στο καλύτερο μάς έκοψε με την παλινωδία του...
Την λύση έδωσε ο ήρως τε και ήδη θεός, ως ελέχθη.
Δημοσιευμένο τώρα πια στην Οδό Πανός, τ. 151 (Ιαν.-Μαρ. 2011). Ο ίδιος.
Δημοσίευση σχολίου