Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2025

και το έργο τέχνης


Στα κείμενά του για την τέχνη ο Φρόυντ διαμορφώνει μια θεωρία η οποία στόχο έχει να υπογραμμίσει τις αναλογίες μεταξύ τής λογοτεχνικής δημιουργίας και τής καθημερινής εμπειρίας.

Οι αναλογίες αυτές εδράζονται στη θεωρία τής μετουσίωσης, στις παρατηρήσεις για το παιδικό παιχνίδι και στην εκπλήρωση τής μεταμφιεσμένης επιθυμίας, όπως περιγράφεται στη θεωρία τού ονείρου.

Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι προσεγγίζει το έργο τέχνης και το λογοτεχνικό κείμενο από δύο πλευρές: από αυτήν τής δημιουργίας (ή, σύμφωνα με έναν άλλο κώδικα, τής παραγωγής) του και από αυτήν τής πρόσληψηςκατανάλωσής) του.

*

Βασική του θέση είναι ότι ο άνθρωπος ουδέποτε απαρνείται κάτι που τού προσφέρει απόλαυση, απλώς υποκαθιστά μια μορφή απόλαυσης με μιαν άλλη. Κατά συνέπεια, υποστηρίζει ότι περνάει κανείς από το παιχνίδι στη φαντασίωση, ότι δηλαδή οι φαντασιώσεις των ενηλίκων θα έμοιαζαν με το παιδικό παιχνίδι αν είχαν τη δυνατότητα να συνδεθούν με την πραγματικότητα των άλλων·

όμως δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, μια και δεν παίρνουν ποτέ μια μορφή ανακοινώσιμη και παραμένουν απόλυτα ιδιωτικές. Με μια εξαίρεση, τις φαντασιώσεις εκείνες που παίρνουν τη μιρφή μιας γραπτής μυθοπλαστικής αφήγησης, ενός μυθιστορήματος με την ευρύτερη δυνατή σημασία τού όρου.

Κατά συνέπεια, ο Φρόυντ διακρίνει ανάμεσα στη δημιουργική γραφή και στη φαντασίωση με κριτήριο την προσθήκη, το πλεόνασμα, τής μορφής· με άλλα λόγια, με κριτήριο κάποια μορφή αισθητικής, η οποία καθιστά το προϊόν τής φαντασίωσης λογοτεχνικό κείμενο, το «αισθητικοποιεί», το «κοινωνικοποεί» και τού προσδίδει μια σχέση με την εκτός αυτού πραγματικότητα.

*

Το σύντομο αυτό κείμενο [ενν. «Ο ποιητής και η φαντασίωση» (1908)] έχει καταστατική σημασία στη σύνδεση τής φροϋδικής θεωρίας για τα όνειρα με αυτήν για την λογοτεχνία. 'Οπως τονίζει ο Paul Ricoeur,

πρώτον, εισάγει την έννοια τού παιχνιδιού, το οποίο, όπως ο ίδιος ο Φρόυντ θα αναπτύξει στο Πέραν τής αρχής τής ηδονής, σημαίνει τον έλεγχο τής απουσίας, έναν έλεγχο που διαφέρει από την παραισθητική εκπλήρωση επιθυμιών·

δεύτερον, επειδή ακριβώς δεν διεισδύει στα εσώτερα τής καλλιτεχνικής δημιουργίας, σχολιάζει την απόλαυση που αυτή προσφέρει και την τεχνική που υιοθετεί για την επεξεργασία των φαντασιώσεων:

ο συγγραφέας αφενός απαλύνει τον εγωιστικό χαρακτήρα των φαντασιώσεων με αλλαγές και αποκρύψεις και αφετέρου δωροδοκεί τον αναγνώστη με την αισθητική απόλαυση που προσφέρει η γραπτή μορφή τους, με ένα είδος «προκαταρκτικής απόλαυσης» (Vorlust), που υπόσχεται και προοιωνίζεται μεγαλύτερη απόλαυση από «βαθύτερες πηγές τής ψυχής».

*

[...] εδώ έγκειται η σημασία τής θεωρίας τής μετουσίωσης και των απόψεων για το παιδικό παιχνίδι, που επιτρέπουν στον ψυχαναλυτικό λόγο:

πρώτον, να υπογραμμίσει τη σημασία τής πρόσληψης τού έργου τέχνης και τού λογοτεχνικού κειμένου·

δεύτερον, να καταδείξει τις ομοιότητες που υπάρχουν ανάμεσα στην καλλιτεχνική ή τη λογοτεχνική παραγωγή και την καθημερινότητα·

τρίτον, να προχωρήσει στη μελέτη των καθημερινών και κοινών σε όλους φαινομένων, όπως τού ονείρου, τής φαντασίωσης, τού παιδικού παιχνιδιού, μέσω τής γνώσης που παρέχει η λογοτεχνία και η τέχνη.

[...] Η μετατροπή των ενορμήσεων σε κοινωνικά καταξιωμένες συνδέεται με την εκπλήρωση των μεταμφιεσμένων με βάση τους μηχανισμούς του ονείρου επιθυμιών·

Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Αρτεμίδωρος & Φρόυντ. Ερμηνευτικές θεωρίες & λογοτεχνικά όνειρα (έκδ. Εξάντας, Αθήνας 2005, σσ. 139-140, 143-144, 144-145, 146, 146-147).

Δεν υπάρχουν σχόλια: