Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2019

η μέθοδος του Κάφκα


Το βύθισμα στον «ύπνο του κόσμου», στο αρχαϊκό, το αρχικό και το άναρθρο, είναι κυρίως φυγή στην ανευθυνότητα. Ταυτόχρονα όμως η αντίδραση στο νατουραλισμό και η αναζήτηση νέων μορφών έκφρασης γέννησε τη μέθοδο του Κάφκα που φαινομενικά μεταμορφώνει την κοινωνική πραγματικότητα σε μύθο.

Ο κόσμος χρωστά τεράστια ευγνωμοσύνη στον Μαξ Μπροντ που έσωσε τα χειρόγραφα του Κάφκα, αλλά είναι επίσης γεγονός πως πολλοί παραπλανήθηκαν από την παρερμηνεία που έκαμε ο Μπροντ στα έργα του Κάφκα. Ο Κάφκα δεν έγραψε για το άγχος του ανθρώπου «στο διάστημα» ή «στην αρχή των πραγμάτων», αλλά σε μια ειδική κοινωνική κατάσταση. Εφεύρε μια θαυμάσια μορφή φανταστικής σάτιρας -τ' όνειρο μπλεγμένο με την πραγματικότητα- για να παρουσιάσει την εξέγερση του μοναχικού ατόμου που παλεύει απέλπιδα εναντίον σκοτεινών δυνάμεων σ' έναν ξένο κόσμο και νοσταλγώντας κάποια μορφή κοινότητας, ακόμα και τη διφορούμενη κοινότητα του «Πύργου».

Ο Μπροντ ερμήνεψε τούτες τις εικόνες κοινωνικών καταστάσεων ως σύμβολο υποτιθεμένων «αιώνιων» καταστάσεων. Κατασκεύασε ένα μυστικιστικό σύνολο από μια χούφτα σκόρπια μυστικιστικά στοιχεία στο έργο του Κάφκα και παρουσίασε το νέο μέσο που χρησιμοποίησε ο Κάφκα για να περιγράψει τη ζωή στη μοναρχία των Αψβούργων -μια ζωή και πραγματική και φανταστική- σαν ένα είδος Καββάλας, σαν ένα μυστηριώδη κωδικοποιημένο κατάλογο θρησκευτικής εμπειρίας και ιλλουμινισμού. Ο Κάφκα παρερμηνευμένος έτσι έχει κάνει κάμποσο κακό και έχει ενθαρρύνει πολλούς φενακιστές.

[...] Η στάση του Κάφκα ήταν στάση αναποφασιστικότητας. Ήταν με το μέρος των εξευτελισμένων και αδικημένων και εναντίον των κυβερνώντων. Αλλά δεν πίστευε στην ικανότητα των ανθρώπων που προασπίζονταν ν’ αλλάξουν τον κόσμο. Πίσω από κάθε νέα ελπίδα υπήρχε στο μυαλό του ένας νέος φόβος, πίσω από κάθε απάντηση ένα νέο ερώτημα. [...] Ο Κάφκα, απεγνωσμένα μοναχικός, δεν πίστευε κατά βάση στην πρόοδο, πίστευε μόνο πως τα ίδια πράγματα ξανάρχονται πάντα.

Έρνστ Φίσερ, Η αναγκαιότητα της τέχνης (μτφρ. Φ. Χατζηδάκη, έκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1966, σσ. 118- 119).

Δεν υπάρχουν σχόλια: