Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

γύρω από την έννοια της ψυχής


παράσταση ερυθρόμορφης ληκύθου
στο Μουσείο του Τάραντα (470 π.Χ.)
με απεικόνιση της ψυχής της Αριάδνης
που ταξιδεύει την ώρα του ύπνου *

Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των Ελλήνων γύρω από την έννοια της ψυχής και τη διαδικασία μετάβασης και ενσωμάτωσης του νεκρού στον Άλλο Κόσμο αποτέλεσαν ένα καίριο ζήτημα της έρευνας. Για το ομηρικό έπος, τη στιγμή του θανάτου σταματούν οι ανθρώπινες λειτουργίες, παραμένει η ταυτότητα του νεκρού, αλλά η υπόστασή του μοιράζεται πλέον σε σώμα (λείψανο), αδρανές υλικό χωρίς μένος, και σε ψυχή, άυλο είδωλον που τού μοιάζει αλλά χωρίς τη φρένα.

Η έδρα της συνείδησης του ομηρικού ανθρώπου είναι το στήθος, ενώ η ψυχή συνδέεται με την κεφαλή. Οι νεκροί είναι αμενηνά κάρηνα [Ομήρ. Κ 521, 536 και λ 29, 49] (κεφαλές χωρίς μένος) και η ταυτότητά τους επιβιώνει ως ανίσχυρη ψυχή στον κάτω κόσμο.

Η κηδεία σηματοδοτεί μέσα σε φυσικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα τη διαδικασία της αποσύνθεσης του σώματος, την τελετή της αναχώρηση των ψυχών και την τελετουργία της απελευθέρωσής τους.

Ο J. Bremmer που ασχολήθηκε με τις εκφάνσεις της ψυχής στην πρώιμη και αρχαϊκή Ελλάδα κατέδειξε με σαφήνεια τη διπλή φύση της. Υπάρχει μια ελεύθερη ψυχή που σχετίζεται με την ακριβή ταυτότητα του νεκρού και όσο το σώμα είναι ζωντανό αυτή παραμένει ανενεργή, με εξαίρεση τη συνθήκη του ύπνου, όπου μπορεί να εκδηλώνεται μέσα από τα όνειρα· και υπάρχει και μια δεύτερη διάστασή της που εμφυσά στο σώμα τη ζωή και τη συνείδηση.

Η ελεύθερη ψυχή μετά θάνατον συνεχίζει ως ψυχή του νεκρού, αλλά ούτε όλοι οι νεκροί έχουν το ίδιο status ούτε «εμφανίζονται» ή απεικονίζονται με τον ίδιο τρόπο.

*

σημ. 441: Η διήγηση του Σωκράτη για τον κάτω κόσμο στον Φαίδωνα (107c-115a) μπορεί να αντιπαραβληθεί με τις αφηγήσεις του στον Γοργία (523a-525a) και την Πολιτεία (614b-621d). Και στα τρία έργα εκτός από το θέμα της αθανασίας ψυχής παρουσιάζεται και η μετά θάνατον κρίση της.

*

Το χαριτωμένο μετά από όλη αυτή την εναργή αφήγηση είναι ότι ο Σωκράτης μοιάζει στο τέλος να παραδέχεται ότι ο μύθος του σκοντάφτει στη λογική, το μεν ουν ταύτα διισχυρίσασθαι ούτως έχειν ως εγώ διελήλυθα, ου πρέπει νουν έχοντι ανδρί, εντούτοις αξίζει κανείς να ρισκάρει -καλός γαρ ο κίνδυνος- με την ιδέα ότι έτσι έχουν τα πράγματα.

Δημήτρης Μποσνάκης, Κατηφείη και όνειδος. Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι νεκροί - Αποκλίνουσες ταφικές πρακτικές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο: μεταξύ νομιζομένων και στέρησης της ταφής (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2020, σσ. 65, 67 σημ. 441, σ. 68). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 65, σημ. 417).

Δευτέρα 25 Απριλίου 2022

στ' οσίου Λουκά το μοναστήρι


Στ' Ὅσιου Λουκᾶ τὸ μοναστήρι, ἀπ' ὅσες
γυναῖκες τοῦ Στειριοῦ συμμαζευτῆκαν
τὸν Ἐπιτάφιο νὰ στολίσουν, κι ὅσες
μοιρολογῆτρες ὥσμε τοῦ Μεγάλου
Σαββάτου τὸ ξημέρωμα ἀγρυπνῆσαν,
ποιὰ νὰ στοχάστη - ἔτσι γλυκὰ θρηνοῦσαν! -
πώς, κάτου ἀπ' τοὺς ἀνθούς, τ' ὁλόαχνο σμάλτο
τοῦ πεθαμένου τοῦ Ἄδωνη ἦταν σάρκα
ποὺ πόνεσε βαθιά;
Γιατὶ κι ὁ πόνος
στὰ ρόδα μέσα, κι ὁ Ἐπιτάφιος Θρῆνος,
κ' οἱ ἀναπνοὲς τῆς ἄνοιξης ποὺ μπαίναν
ἀπ' τοῦ ναοῦ τὴ θύρα, ἀναφτερώναν
τὸ νοῦ τους στῆς Ἀνάστασης τὸ θάμα,
καὶ τοῦ Χριστοῦ οἱ πληγὲς σὰν ἀνεμῶνες
τοὺς φάνταζαν στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια,
τὶ πολλὰ τὸν σκεπάζανε λουλούδια
ποὺ ἔτσι τρανά, ἔτσι βαθιὰ εὐωδοῦσαν!

Ἀλλὰ τὸ βράδυ τὸ ἴδιο τοῦ Σαββάτου,
τὴν ὥρα π' ἀπ' τὴν Ἅγια Πύλη τὸ ἕνα
κερὶ ἐπροσάναψε ὅλα τ' ἄλλα ὡς κάτου,
κι ἀπ' τ' Ἅγιο Βῆμα σάμπως κύμα ἁπλώθη
τὸ φῶς ὦσμε τὴν ξώπορτα, ὅλοι κι ὅλες
ἀνατριχιάξαν π' ἄκουσαν στὴ μέση
ἀπ' τὰ «Χριστὸς Ἀνέστη» μίαν αἰφνίδια
φωνὴ νὰ σκούξει: «Γιώργαινα, ὁ Βαγγέλης!»

Καὶ νά· ὁ λεβέντης τοῦ χωριοῦ, ὁ Βαγγέλης,
τῶν κοριτσιῶν τὸ λάμπασμα, ὁ Βαγγέλης,
ποὺ τὸν λογιάζαν ὅλοι γιὰ χαμένο
στὸν πόλεμο· καὶ στέκονταν ὁλόρτος
στῆς ἐκκλησιᾶς τὴ θύρα, μὲ ποδάρι
ξύλινο, καὶ δὲ διάβαινε τὴ θύρα
τῆς ἐκκλησιᾶς, τὶ τὸν κοιτάζαν ὅλοι
μὲ τὰ κεριὰ στὸ χέρι, τὸν κοιτάζαν,
τὸ χορευτὴ ποὺ τράνταζε τ' ἁλώνι
τοῦ Στειριοῦ, μιὰ στὴν ὄψη, μιὰ στὸ πόδι,
ποὺ ὡς νὰ τὸ κάρφωσε ἦταν στὸ κατώφλι
τῆς θύρας, καὶ δὲν ἔμπαινε πιὸ μέσα!

Καὶ τότε - μάρτυράς μου νά 'ναι ὁ στίχος,
ὁ ἁπλὸς κι ἀληθινὸς ἐτοῦτος στίχος -
ἀπ' τὸ στασίδι πού 'μουνα στημένος
ξαντίκρισα τὴ μάνα, ἀπ' τὸ κεφάλι
πετώντας τὸ μαντίλι, νὰ χιμήξει
σκυφτὴ καὶ ν' ἀγκαλιάσει τὸ ποδάρι,
τὸ ξύλινο ποδάρι τοῦ στρατιώτη,
- ἔτσι ὅπως τὸ εἶδα ὁ στίχος μου τὸ γράφει,
ὁ ἁπλὸς κι ἀληθινὸς ἐτοῦτος στίχος -,
καὶ νὰ σύρει ἀπ᾿ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς της
ἕνα σκούξιμο: «Μάτια μου… Βαγγέλη!»

Κι ἀκόμα, - μάρτυράς μου νά 'ναι ὁ στίχος,
ὁ ἁπλὸς κι ἀληθινὸς ἐτοῦτος στίχος -,
ξοπίσωθέ της, ὅσες μαζευτῆκαν
ἀπὸ τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέφτης,
νανουριστά, θαμπὰ γιὰ νὰ θρηνήσουν
τὸν πεθαμένον Ἄδωνη, κρυμμένο
μὲς στὰ λουλούδια, τώρα νὰ ξεσπάσουν
μαζὶ τὴν ἀξεθύμαστη τοῦ τρόμου
κραυγὴ πού, ὡς στὸ στασίδι μου κρατιόμουν,
ἕνας πέπλος μοῦ σκέπασε τὰ μάτια!…

Ἄγγελος Σικελιανός, Λυρικὸς Βίος (τ. E´, έκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1968).

Παρασκευή 22 Απριλίου 2022

μέσα στον άρτο ολόκληρος


Γράφοντας γράμματα τρυγώ τα σπαράγματα
του χαμογέλιου σου
και ο αγέρας φυσομανά στις ρωγμές του μυαλού
σφυρίζει στην πηγάδα του ύπνου
Ανασέρνω σταμνί το σταμνί την οδύνη μου
και την αδειάζω
Μουσκεύουν τα σεντόνια των ευωδιαστών ύπνων μας
που στρώσανε κυδώνι τα δικά σου χέρια
Ά τα χέρια σου
τα χέρια σου
όταν σφράγιζαν τις χαραμάδες στην πορτοπούλα
και ύστερα τραβούσαν την κουβέρτα στο μαγουλό μου
μη με πληγώσει ο βοριάς *

Ώρα Δεύτερη. […] Ένα φύλλο υψώθηκε πάνω από το κεφάλι του. Μπήκε στη σκιά του. Ανάμεσα στις διακλαδώσεις των νεύρων του φωτεινές ίνες άρχισαν να κυλούν. Πεινάω και διψάω, είπε και κουλουριάστηκε κάτω από το φύλλο. Έβρεχε φωτεινές κλωστές. Αυτός βογγούσε. Λίγο λίγο οι βόγγοι αραίωσαν. Αθόρυβα ήρθε η ησυχία. Κλείστηκε μέσα της όπως σε άρτο αρμυρισμένο από τα δάκρυά του. Ένα μαχαίρι βυθίστηκε και τον έκοψε σε μερίδες αλλά πάλι ήταν μέσα στον άρτο ολόκληρος. Το φύλλο τον σκέπαζε.

*

Ώρα Πέμπτη. Ήρθε πάλι η νύστα. Ένα κύμα αδιαφορίας ανέβηκε από τα ακροδάχτυλα ώς την καρδιά του. Πολύ μακριά πέρασε ένας καμπουράκος που φορούσε προβιά ζώου. Προσπάθησε να διώξει τη νύστα και φώναξε με όλη του τη δύναμη:
- Έ, σύ! Έ, σύ! Στάσου!
Ο άλλος κοντοστάθηκε και ρώτησε:
- Τί ζητάς από έναν που βαδίζει ήσυχος;
Δεν ήξερε τί να απαντήσει, κατάφερε να ψελλίσει:
- Μη μ' αφήνεις.
Ο καμπουράκος γύρισε και τού είπε:
- Έλα, λοιπόν.
Παλεύοντας να διασχίσει το κύμα της αδιαφορίας που τον έπνιγε, έφτασε με κόπο κοντά του και άρπαξε την άκρη της προβιάς του. Εκείνος έβγαλε ένα κουτάλι από κασσίτερο γεμάτο κρασί, έρριξε μερικά ξερά ψίχουλα, έσκυψε και τού έδωσε να φάει. Το φεγγοβόλο πρόσωπο ήρθε τόσο κοντά του που δεν μπορούσε πια να δεί παρά μόνο έναν πίδακα από λάμψεις. Ανακάθησε. Ο καμπουράκος τού είπε:
- Γιατί τούς αφήνεις να σε ταράξουν; Μην τούς δίνεις σημασία, χαρά μου!
- Θέλω να κάνω κάτι σπουδαίο. Κι αυτοί έχουν τη Δύναμη.
- Νιώθεις ακόμα αηδία, χαρά μου;
- Όχι, καθόλου, απάντησε αυτός, κι ήταν σα να μην την είχε νιώσει ποτέ.
- Πήγαινε στην ειρήνη του Θεού τότε.

Νατάσα Κεσμέτη, Μικρό Ωρολόγιο (έκδ. Ευθύνη / Ο μικρός Αστρολάβος, Αθήνα 2005, σσ. 12-13, 16-17).


-----
* Στο motto στίχοι του Παναγιώτη Κουσαθανά για την μάνα, την δική του, καθενός μας, εκ του τόμου Τα ποιήματα και τέσσερεις αναπλάσεις (έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2011, σ. 184). Κάποιοι εξ αυτών αναδημοσιεύονται και στα Παραμιλητά (τ. Ε΄, έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2021, σσ. 199-201).

Τρίτη 19 Απριλίου 2022

για την σταύρωση


πρόχειρες «δημόσιες ατιμωτικές» ταφές (τύπος IV)
που προορίζονται για αποκλίνοντες νεκρούς (πολίτες;),
δημόσια εκτελεσθέντες καταδίκους (με αποτυμπανισμό ή σταύρωση).
Διακρίνονται από τον ατιμωτικό στιγματισμό των λειψάνων
με την παραμονή κατά τον ενταφιασμό των θανάσιμων οργάνων
(κλοιών, καρφιών).*

Ενώ στις φιλολογικές πηγές οι μαρτυρίες για εκτέλεση με σταύρωση είναι πολυάριθμες [σημ.], τα διαθέσιμα αρχαιολογικά δεδομένα σπανίζουν.

Η ελληνική ορολογία περιλαμβάνει τους όρους σταυρός, σταυρόω, ανασταυρόω, σκόλοψ και ανασκολοπίζω, αλλά μόνο τα κείμενα των αυτοκρατορικών χρόνων με τη χρήση του όρου «σταυρός» δηλώνουν ξεκάθαρα τη διαδικασία της ρωμαϊκής σταύρωσης.

Διαφορετικά οι τρείς τελευταίες λέξεις ενέχουν και τη σημασία του καρφώνω (διαπερνώ, παλουκώνω), π.χ. της αποκομμένης κεφαλής.

Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση που μαρτυρεί ο Ηρόδοτος (9, 78-79) για τη μεταχείριση του νεκρού Λεωνίδα από τον Μαρδόνιο και τον Ξέρξη στις Θερμοπύλες, τον οποίον αποταμόντες την κεφαλήν ανεσταύρωσαν.

Το ατιμωτικό αυτό γεγονός επικαλείται ως επιχείρημα ένας Αιγινήτης μετά τη μάχη των Πλαταιών στον σπαρτιάτη βασιλιά Παυσανία, παραινώντας τον να φερθεί αναλόγως (ανασκολοπίσας τετιμωρήσεαι) προς τον Μαρδόνιο, προκειμένου να πάρει εκδίκηση για τον αδελφό τού πατέρα του, Λεωνίδα. Έχει εξαιρετική σημασία ότι στο άκουσμα της πρότασης, να αφήσει να ξεσπάσει η μανία του προς τον νεκρό, η αντίδραση του Παυσανία ήταν άμεση και ιδιαίτερα οργισμένη, θεωρώντας ότι μια τέτοια συμπεριφορά τόν υποβιβάζει τελείως ως άνθρωπο (ες το μηδέν κατέβαλες παραινέων νεκρώ λυμαίνεσθαι).

Επιπλέον, αποφαίνεται ότι πρόκειται για πρακτικές που ταιριάζουν περισσότερο στους βαρβάρους και όχι στους Έλληνες, και ότι οι Έλληνες ακόμη τούς επικρίνουν γι' αυτό (τα πρέπει μάλλον βαρβάροισι ποιέειν ή περ Έλλησι, και εκείνοισι δε επιφθονέομεν).

Στο παραπάνω αποκαλυπτικό χωρίο του Ηροδότου ας υπογραμμιστεί ότι η πρακτική τής σταύρωσης και του ανασκολοπισμού προβάλλουν ταυτόσημες, ενώ η ατιμωτική πράξη προς το νεκρό σώμα επιτείνεται με την αποκοπή της κεφαλής.

Τα ρήματα κρεμάω και κρεμάνυμμι μπορούν επίσης να δηλώνουν τη σταύρωση, ενώ στις συγγενικές πρακτικές τής σταύρωσης συγκαταλέγεται και ο ελληνικός τρόπος θανατικής εκτέλεσης που αναφέρεται με τον όρο αποτυμπανισμός (>αποτυμπανίζω).

Κατά τη Δημοκρατική περίοδο η ρωμαϊκή σταύρωση απευθύνεται σε δούλους (servile supplicium), και σε δημόσιους εχθρούς, όπως χαρακτηρίζονται στον στρατό οι προδότες και αυτοί που εγκαταλείπουν τα όπλα. Η lex Puteolana, της εποχής του Αυγούστου ή των Ιουλίων-Κλαυδίων, επιβεβαιώνει τη χρήση της σταύρωσης για δούλους, απελεύθερους (liberti) και ξένους (peregrine), και περιστασιακά σε πολίτες, ως summum supplicium, κατά τον ορισμό του Κικέρωνα. Σε μεταγενέστερους χρόνους η σταύρωση έγινε αποδεκτός τρόπος εκτέλεσης και για ελεύθερους πολίτες.


σημ. 1159: Ενδεικτικά σημειώνουμε τη σταύρωση των Ελλήνων αιχμαλώτων στη Μοτύη από τον Διόνυσο των Συρακουσών με την αιτιολογία της σύμπραξης με τους Καρχηδονίους στην κατάληψη των πόλεων της Σικελίας τον 4ο αι. π.Χ., βλ. Διόδ. Σικ. 14, 53, 4 ή των 2000 κατοίκων της Τύρου μετά την κατάληψή της από τον Αλέξανδρο το 332 π.Χ. Διόδ. Σικ. 17, 46, 3-4.

Δημήτρης Μποσνάκης, Κατηφείη και όνειδος. Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι νεκροί - Αποκλίνουσες ταφικές πρακτικές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο: μεταξύ νομιζομένων και στέρησης της ταφής (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2020, σσ. 171-172). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 196).

Σάββατο 16 Απριλίου 2022

για τον αποτυμπανισμό και το κώνειο


[...] αναφέροντας τον παραστατικό τρόπο
με τον οποίο περιγράφει ο Σωκράτης [Πλάτ. Φαίδων, 83d-e],
με καρφιά και περόνες, το ανάρμοστο δέσιμο της ψυχής στο σώμα.
Μέσω της ηδονής και της λύπης, τη φυλακίζει ταπεινώνοντάς την
και τής στερεί την κοινωνία με το θεϊκό, το καθαρό και το μονοειδές:
ότι εκάστη ηδονή και λύπη ώσπερ ήλον έχουσα προσηλοί αυτήν προς το σώμα
και προσπερονά και ποιεί σωματοειδή, δοξάζουσαν ταύτα αληθή είναι
άπερ αν και το σώμα φή.*
Για τον νόμιμο τρόπο εκτέλεσης κακούργων, ίσως από τους προσολώνειους χρόνους, με αργό και βασανιστικό θάνατο, δημόσια και εξαιρετικά επώδυνη έκθεση [πρβλ. Πλάτωνος, Πολιτεία, 439e-440a: ώ κακοδαίμονες εμπλήσθητε του καλού θεάματος], που αποσκοπούσε στον παραδειγματισμό και σωφρονισμό των παρερχομένων, υπήρχε ένα όργανο θανάτωσης, γνωστό ως σανίς [Αριστοφ., Θεσμοφοριάζουσαι, 929-1231, όπου ο πανούργος Μνησίλοχος τοποθετείται για το αδίκημα της ασέβειας ακινητοποιημένος σε ξύλινη σανίδα με κλοιούς στα χέρια, τα πόδια και γύρω από τον λαιμό] ή τύμπανον, και ο τρόπος εκτέλεσης ήταν γνωστός ως αποτυμπανισμός [Λυσ. 13, 56].

[...] Ο καταδικασμένος με κλοιούς ανοικτούς στο κατώτερο τμήμα (σε σχήμα Ω, διπλού αγκίστρου ή κρίκου αλυσίδας) που δεν διαπερνούσαν τα προαναφερόμενα μέλη, γυμνός προσηλωνόταν σφιχτά σε πλατιές σανίδες, τα λεγόμενα τύμπανα, και στη συνέχεια οι σανίδες στερεώνονταν κάθετα στο έδαφος. Κρεμασμένος χωρίς νερό και τροφή, υπέφερε αργά και οδυνηρά από τη πίεση του σώματός του στους κλοιούς. Συχνά επερχόταν και σύνθλιψη των μελών [κατεάγησαν τα μέλη], αν βεβαίως σε αυτό δεν συνέβαλε η μανία του παρευρισκόμενου πλήθους που διέσυρε, λιθοβολούσε και πιθανώς κτυπούσε τους καταδίκους. Το μαρτύριο, «χωρίς το κτύπημα χάριτος» που σήμαινε τη συντριβή της κεφαλής μπορούσε να παραταθεί για αρκετές ημέρες [Πλούταρχος, Περικλής, 28]. Φαίνεται, εντούτοις, ότι η κατάλευσις (λιθοβολισμός) των κεφαλών διασφάλιζε επίσης την εξιλέωση της πόλης (αφοσίωσιν), ικανοποιώντας μια εμπεδωμένη δεισιδαιμονία, τον φόβο προς εκδίκηση μεταθάνατον των εγκληματιών, και την αποτροπή να εμφανιστούν ως αραιοί και προστρόπαιοι αλάστορες.

Ας σημειωθεί ότι οι σιδερένιοι κλοιοί κατά την αντίληψη των αρχαίων είχαν και αποτροπαϊκή δύναμη, καθόσον «νεκροί και δαίμονες σίδηρον φοβούνται» (σχολ. Οδ., λ 48).

Σύμφωνα με τις πηγές, όμως, εφόσον ο κλοιός γύρω από τον λαιμό ήταν δυνητικά προσαρμόσιμος και ως εκ τούτου κατά περίσταση χαλαρότερος, η τιμωρία της πρόσδεσης στην σανίδα, στην περίπτωση που αυτή ταυτίζεται με την ποδοκάκκη, δεν συνδεόταν αναγκαστικά με εκτέλεση, αλλά και με προσωρινή δημόσια έκθεση των παραβατών. [Για την ποδοκάκκη Λυσ. 10. 16. Δημοσθ. 24, 105, 3, όπου για τους κλέπτες προβλεπόταν έκθεση πέντε ημερών στην ποδοκάκκη].

*

Οι Αθηναίοι είχαν τέσσερις μεθόδους για να ανακαθορίσουν τα όρια της κοινότητας: εξορίζουν, εκτελούν, εκτελούν και επιβάλλουν αταφία ή προσφέρουν αμνηστία. Ο αποτυμπανισμός ήταν σε χρήση τον 5ο και τον 4ο αι. π.Χ. και μετά την πτώση της δημοκρατίας, ενώ το κώνειο εισήχθη μόλις στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. [επί τυραννίας των Τριάκοντα]. Και οι τρείς αναφορές στο κώνειο περιγράφουν τιμωρίες που επιβλήθηκαν από τους ολιγαρχικούς, ενώ όλες για τον αποτυμπανισμό εκτελέστηκαν από τον δήμο. Αρχές του 6ου αιώνα έκαναν χρήση της ποδοκάκκης, ενώ τον 5ο και 4ο αι. π.Χ. της σανίδας - αποτυμπανισμού [ξύλον συνεκδοχικά].
Είναι πιθανό ο αποτυμπανισμός να είναι η κανονική μορφή δημόσιας εκτέλεσης στην Αθήνα από τον 7ο/6ο ώς τον 4ο αι. π.Χ. με αλλαγές στον μηχανισμό με την πάροδο του χρόνου, με εξέλιξη της ποδοκάκκης σε άλλο ξύλινο όργανο βασανιστικής τιμωρίας και εκτέλεσης.

Με το κώνειο το δημόσιο θέαμα που παρείχε ο αποτυμπανισμός αντικαταστάθηκε από την ιδιωτική «αθέατη» εκτέλεση εντός του δεσμωτηρίου, όπου εκτός από τον δημόσιο δούλο που ήταν υπεύθυνος για την παρασκευή του δηλητηρίου μπορούσαν να παρευρεθούν μόνο οι οικείοι του εκτελεσθέντος [Φαίδων, 115-118].


σημ. 1108: Βλ. Πλατ. Φαίδων, 62d, για να επενεργήσει σωστά το κώνειο το σώμα δεν πρέπει να θερμαίνεται, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με την έντονη συζήτηση. Στο ίδιο κείμενο βλ. παρακάτω 117-118, την περιγραφή της διαδικασίας της θανάτωσης του Σωκράτη, με το σταδιακό μούδιασμα του σώματος, στον οποίο το φάρμακο είχε προσφερθεί τριμμένο από κάποιον ειδικό σε κύλικα.

σημ. 1109: Βλ. Πλατ. Φαίδων, 116c, για την ικανοποίηση της «τελευταίας επιθυμίας» στους καταδίκους πριν από την εκτέλεση, όπου είχαν τη δυνατότητα να φάνε, να πιουν και να συνευρεθούν ερωτικά με πρόσωπα που επιθυμούσαν. Εικόνες περιγραφής δεσμωτηρίου υπάρχουν διάσπαρτες στον Φαίδωνα, π.χ. 59d-e, 60 a-c.

Δημήτρης Μποσνάκης, Κατηφείη και όνειδος. Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι νεκροί - Αποκλίνουσες ταφικές πρακτικές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο: μεταξύ νομιζομένων και στέρησης της ταφής (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2020, σσ. 161, 162-163, 164 και σημειώσεις). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 163-164).

Τετάρτη 13 Απριλίου 2022

το ομηρικό έθιμο της τελετουργικής σφαγής αιχμαλώτων


[...]
Το μήλο που έκοψες στερνό
βρέχω στη θάλασσα και λαίμαργα δαγκώνω.*

σημ. 387: Πλάτωνος Νόμοι, 872b-c, σε περίπτωση εκούσιου φόνου από δούλο ελεύθερου πολίτη, ο δημόσιος δήμιος οδηγεί τον θύτη στον τάφο του σκοτωμένου και τον μαστιγώνει όσες φορές διατάξει εκείνος που κέρδισε τη δίκη. Μετά τη μαστίγωση αν ο θύτης επιζήσει τότε πρέπει να εκτελείται.

*

Ορισμένοι μελετητές υποθέτουν ότι η εφαρμογή της αντεκδίκησης αντανακλά ένα ευρέως διαδεδομένο έθιμο σε πρωιμότερες κοινωνίες, όπου ίσχυε η προσωπική αντεκδίκηση από τα μέλη της φυλής, πριν από τη θεσμοθέτηση της δικαστικής ποινής και της δημόσιας εκτέλεσης στην πόλη.

Από τα ανασκαφικά δεδομένα, οι υποτιθέμενες μυκηναϊκές και κυπριακές «ταφές δούλων», που θανατώθηκαν για να υπηρετούν τον κύριό τους και στον Άλλο Κόσμο, και εντοπίζονται στους δρόμους των τάφων, εύλογα εγείρουν το ερώτημα μήπως τελικώς σχετίζονται με υπαίτιους φόνων ή με αντίπαλους πολεμιστές στη μάχη που θανατώνονται τελετουργικά ως αντίποινα. Οι συγκεκριμένες ταφές είναι αφρόντιστες, πτωχικά κτερισμένες (ή καθόλου), και ορισμένοι σκελετοί υποδεικνύουν δέσμευση ή ακρωτηριασμό (κολόβωση), και αποκλεισμό από τον τάφο του τιμώμενου νεκρού.

[...]

Το μοναδικό εύρημα από τον ελληνικό χώρο των ιστορικών χρόνων που μπορεί ανεπιφύλακτα να συσχετιστεί τόσο με το ομηρικό έθιμο της τελετουργικής σφαγής αιχμαλώτων στα κράσπεδα της πυράς όσο και με τη θανάτωση του υπαιτίου φόνου στον τάφο του νεκρού είναι ο δειροτομηθείς στην ταφική πυρά του πολεμιστή (πυρά Α) της Ελεύθερνας [Σταμπολίδης 1996].

Δημήτρης Μποσνάκης, Κατηφείη και όνειδος. Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι νεκροί - Αποκλίνουσες ταφικές πρακτικές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο: μεταξύ νομιζομένων και στέρησης της ταφής (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2020, σ. 62 σημ. 387, σ. 63).

-----
* Το motto εκ του Παναγιώτη Κουσαθανά, από το ποίημα «Νησιώτικο» [1966], σΤα ποιήματα και τέσσερεις αναπλάσεις (έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2011, σ. 12).

Κυριακή 10 Απριλίου 2022

το σώμα παραμένει άθικτο και η ψυχή το εμψυχώνει ξανά


η λέξη βρικόλακας έχει σλαβική ρίζα
(και πιθανώς σερβική προέλευση)
και σημαίνει λυκάνθρωπος.*

[...] ο θάνατος σύμφωνα με τις λαϊκές αντιλήψεις στην αρχαία Ελλάδα δεν συνιστά απαραίτητα τον τελικό αποχωρισμό ψυχής και σώματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις το σώμα παραμένει άθικτο και η ψυχή το εμψυχώνει ξανά. Αυτή η κατάσταση όπου ο νεκρός δεν ανήκει ούτε στον ένα ούτε στον άλλο κόσμο είναι θλιβερή και μπορεί να τερματιστεί μόνο με την αποσύνθεση του σώματος που επιτυγχάνεται είτε με την ταφή ή την καύση.

Ο άταφος είναι μια από τις κατηγορίες των νεκρών που επανέρχεται ως φάντασμα. Εντούτοις, ακόμη και σε περίπτωση ταφής ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος της αδυναμίας αποσύνθεσης είτε επειδή ο θάνατος ήταν ξαφνικός (άωροι) είτε βίαιος (βιαιοθάνατοι).

Και στις δύο περιπτώσεις το σώμα παραμένει άφθαρτο, ίσως γιατί η ψυχή δεν πρόλαβε ή δεν έφτασε η ώρα να το εγκαταλείψει. Μια οικογενειακή κατάρα ή μια θανάσιμη αμαρτία, όπως ο φόνος, μπορεί να δεσμεύσουν το σώμα από τη σήψη και να επιφέρουν αυτή την απελπιστική και τρομακτική κατάσταση. Η μόνη μέθοδος που μπορεί άμεσα να εγγυηθεί τη λύση της αποσύνθεσης είναι η πυρά.


σημ. 548: «σύμφωνα με τη λαϊκή πίστη αν ο άνθρωπος πέθαινε ήσυχα «με καλόν θάνατο» τότε η ψυχή του τριγύριζε για 40 μέρες στον κόσμο μέχρι να γίνει το μνημόσυνο, οπότε ησύχαζε και παρέμενε οριστικά στον κόσμο των νεκρών.
Αν ωστόσο ο θάνατος δεν ήταν φυσικός αλλά βίαιος -δολοφονία κ.ά.- η ψυχή του σκοτωμένου τριγύριζε στον χώρο που σύχναζε όσο ήταν εν ζωή και γινόταν βρικόλακας.
Το ίδιο συνέβαινε και στην περίπτωση που ο νεκρός θαβόταν πριν ξεψυχήσει ή βαρυνόταν από κάποια αποτρόπαιη πράξη». Δαμιανός 2005, Λαϊκές αφηγήσεις. Μύθοι και παραμύθια των Κυθήρων. Φαντασιακή δημιουργία και πραγματικότητα (Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών).

*

Δεν αναφέρονται αλάστορες δαίμονες στην αρχαϊκή Ελλάδα, αλλά εντυπωσιάζει το γεγονός ότι στον πλατωνικό Φαίδωνα, ένα έργο με μεγάλη ποιητική δύναμη στην έκθεση των μύθων, τα σκιοειδή φαντάσματα των μιαρών ψυχών περιφέρονται ανάμεσα στους τάφους και στα μνήματα [Φαίδων 81c-d].

Εντούτοις αργότερα στους Νόμους ο Πλάτων θα περιγράψει με αρκετή ενάργεια τις «συναισθηματικές αντιδράσεις» ενός νεοθνούς βιαιοθάνατου [Νόμοι 865 D-E]. Στο [εν λόγω] απόσπασμα ο φιλόσοφος μεταφέρει έναν παλαιόν δέ τινα των αρχαίων μύθων:

Ο νεοθνής φέρεται να νιώθει θυμό για τον δράστη και ταυτόχρονα είναι γεμάτος φόβο για τη βιαιότητα που υπέστη. Στη θέα του δράστη που κυκλοφορεί ελεύθερος τρομάζει και ταρασσόμενος ο ίδιος ταράζει και τον δράστη με μεγάλη δύναμη, έχοντας σύμμαχο τις αναμνήσεις που βασανίζουν τον φονιά. Ο δράστης για να μην υποστεί τις δυνάμεις του νεκρού πρέπει να εξαφανιστεί από το θύμα του μένοντας μακριά όλες τις εποχές του χρόνου από όλα τα μέρη που ζούσε ο σκοτωμένος. Με συγχώρεση από συγγενή του θύματος και εξαγνισμό από το μίασμα ο δράστης εφόσον παραδοθεί στον νόμο μπορεί να επανέλθει στην κοινότητα μετά από κάποιο διάστημα.

Αυτό που έχει σημασία είναι ότι πουθενά δεν υποδεικνύεται κάποιο τυπικό για παρεμπόδιση του θυμού του νεκρού (με αποκλεισμό για παράδειγμα του λειψάνου στον τάφο κάτω από το βάρος αντικειμένων ή με ακρωτηριασμό του).

Δημήτρης Μποσνάκης, Κατηφείη και όνειδος. Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι νεκροί - Αποκλίνουσες ταφικές πρακτικές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο: μεταξύ νομιζομένων και στέρησης της ταφής (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2020, σσ. 83, 177-179 και σημ. 548). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 84).

Πέμπτη 7 Απριλίου 2022

σχετικά με τις ψυχές...


[...] οι διόβλητοι (κεραυνόπληκτοι),
οι δευτερόποτμοι ή υστερόποτμοι (αυτοί που πέθαναν δύο φορές,
δηλαδή οι νομισθέντες νεκροί που ανεφάνησαν ζωντανοί)
[...]. Εκτός από τους ήρωες και τους πεσόντες στη μάχη
που απολάμβαναν διαφοροποιημένες ταφές,
έχοντας με το μέρος τους την εξαιρετικά θετική εκτίμηση
της κοινής γνώμης,
οι διόβλητοι θεωρούνταν επίσης ευλογία για την κοινότητα
και τα σώματά τους, μολονότι δεν αποσυντίθονταν,
θάβονταν εκεί όπου χτυπήθηκαν μέσα σε περίβολο.*

Γενικότερα, κατά την αρχαϊκή και κλασική εποχή καθιερώνονται με τη μορφή αστικών τελετουργιών - Ανθεστήρια, Αγριάνια, Νεκύσια, Γενέσια (η αναδιοργάνωση των τελευταίων από ιδιωτική σε ετήσια δημόσια τελετή αποδίδεται στον Σόλωνα) - τρόποι ελέγχου των επιθέσεων των νεκρών με επιρροές από ανατολικούς πολιτισμούς, ενώ παράλληλα για την εξομάλυνση της έντασης οργανώνονται τελετουργικά οι λατρείες των Σεμνών Θεών και της Εκάτης που λειτουργούν ως μεσάζοντες των δύο κόσμων.

Από την κλασική περίοδο και μετέπειτα όμως η πόλις έχει να αντιμετωπίσει πολλά νέα ζητήματα σχετικά με τις ψυχές:

πρώτον, την επικίνδυνη χειραγώγησή τους από επαγγελματίες ειδικούς (με τη χρήση καταδέσμων),

δεύτερον, τη νέα αντίληψη (ιερός νόμος από τον Σελινούντα, περ. 450 π.Χ.) ότι οι ζωντανοί είναι σε θέση να βελτιώσουν με ειδικές τελετές τη μιαρή κατάσταση ψυχών συγγενών τους προκειμένου να αποφύγουν οι ίδιοι συνέπειες που απορρέουν από το μίασμα (όπως η στειρότητα),

και τρίτον, ότι η αποτροπή των εφόδων των φαντασμάτων μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση μαγικών ειδωλίων (επιγραφή της Κυρήνης, 330 π.Χ.).

Εφόσον δεν υπάρχουν ιερά βιβλία και δόγμα οι θρησκευτικές αντιλήψεις δεν μπορεί να είναι στατικές. Διαμορφώνονται, ερμηνεύονται και διαδίδονται πρωτίστως από τους ποιητές, ενίοτε κρίνονται ή επιχειρείται εξορθολογισμός και διεύρυνσή τους από τους φιλοσόφους της εκάστοτε ιστορικής περιόδου.

Στις Ευμενίδες του Αισχύλου, στο πνεύμα της εποχής (458 π.Χ.) η πολιούχος Αθηνά προκειμένου να επιτύχει την ασφάλεια της πόλης, παρεμβαίνει ως γόης με μαγικά μέσα και ορίζει νέους κανόνες για τον έλεγχο των νεκρών και τη συναλλαγή των ζωντανών μαζί τους.

Στο ίδιο έργο ο μεγάλος τραγικός προειδοποιεί όσους διαπράξουν ανόσια φονικά ότι η οργή των θυμάτων οξύνεται όταν μεσολαβούν οι τιμωροί θεότητες. Η επιθετική καταδίωξη από τις Ερινύες δεν σταματά ούτε μέχρι τον Άδη, ενώ οι εξαιρετικά βλαπτικές τους ιδιότητες αποστερούν από το σώμα των ενόχων παντελώς τους χυμούς της ζωής (αναίμακτον, βόσκημα δαιμόνων, σκιάν).

Προηγουμένως, στις Χοηφόρους, είχε περιγράψει λεπτομερώς με κέντρο τον Ορέστη όλη την καταφρόνια, την ολέθρια σωματική παθολογία και τον «κακό θάνατο» (άτιμον κάφιλον θνήσκειν) που προβλέπεται σε βάρος των αδικούντων ή αυτών που αμελούν να εκπληρώσουν τις οφειλόμενες υποχρεώσεις τους έναντι βιαιοθάνατων συγγενών τους.

Έχει ενδιαφέρον ότι διαδεδομένες πρακτικές της κοινότητας σχετικά με την ατιμωτική μεταχείριση των νεκρών σωμάτων, ήδη από την ομηρική ποίηση, αντιμετωπίζονται με αποδοκιμασία από τους θεούς, όπως για παράδειγμα ο Απόλλωνας, που παρεμβαίνει για να επικρίνει τον Αχιλλέα για τον διασυρμό και την ατίμωση του Έκτορα.

Το μοτίβο του μασχαλισμού στο νεκρό σώμα του φονευθέντος με απώτερο σκοπό ο νεκρός να μετοικήσει στον κάτω κόσμο τελείως ατιμασμένος, σύμφωνα με την αντίληψη του Αισχύλου, ενείχε υπόρρητα και νεκροφοβικές δοξασίες, σχετικές με την ενδεχόμενη εκδίκηση του πνεύματος του νεκρού.

Η ιδέα του κολοβωμένου λειψάνου ως πρακτική χειραγώγησης των φαντασμάτων είναι πολύ πιθανό σε μια μεταγενέστερη εποχή να μετεξελίχθηκε στην πρακτική χειραγώγηση ανθρώπων μέσω των μαγικών ειδωλίων. [...]

Δημήτρης Μποσνάκης, Κατηφείη και όνειδος. Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι νεκροί - Αποκλίνουσες ταφικές πρακτικές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο: μεταξύ νομιζομένων και στέρησης της ταφής (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2020, σσ. 192-193). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 57).


Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

κυνός κακομηχάνου


Η σχέση ανθρώπου και σκύλου στην ομηρική ποίηση είναι βαθιά αλλά γεμάτη αμφισημίες, συχνά μετωνυμική, καθώς ο σκύλος είναι μέλος της ανυπότακτης φύσης κοντά ή μέσα στον άνθρωπο, αλλά και μεταφορική, αφού κάποιος μπορεί να χαρακτηριστεί σκύλος ή μπορεί να απευθυνθούν σε κάποιον όπως σε σκύλο.

Με σκύλο παρομοιάζει ο Οδυσσέας τόσο την καρδιά του όσο και την κοιλιά του (κύντερον), καθώς δεν μπορεί εύκολα να τίς θέσει υπό έλεγχο [Ομ. υ 10-18, η 216-221]. Σκύλο αποκαλούν προσβλητικά ο Διομήδης και ο Αχιλλέας τον Έκτορα που με τη βοήθεια του Απόλλωνα γλυτώνει στη μάχη [Ομ. Λ 362-367, Υ 449-454], κυνώπιδα τη μάνα του ο Ήφαιστος που προσπάθησε να τόν κρύψει επειδή ήταν χωλός [Ομ. Σ 398, Ομηρ. Ύμν. 3 στον Πύθιο Απόλλωνα 317-318].

Και αδιάντροπες σκύλες χαρακτηρίζονται γενικώς και οι θεές που δεν αναγνωρίζουν την εξουσία των ανωτέρων τους (η Ήρα του Δία, η Άρτεμις της Ήρας [Ομ. Θ 483, Φ 481, κύον αδεές]). Η μοιχαλίδα Ελένη αυτοχαρακτηρίζεται ως κυνώπις [Ομ. Γ 180, Ζ 344, κυνός κακομηχάνου, 356 Ομ. δ 145], αλλά ομοίως αποκαλούνται η Κλυταιμνήστρα [Ομ. λ 424, 427], η Αφροδίτη [Ομ. θ 319], και οι άπιστες θεραπαινίδες της Πηνελόπης [Ομ. τ 154].

Ο Οδυσσέας, τέλος, αποκαλεί τους μνηστήρες σκύλους πριν τούς θανατώσει [Ομ. χ 35]. Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Redfield, για τον ομηρικό κόσμο ο σκύλος αποτελεί το έμβλημα τού ατελώς κοινωνικοποιημένου, συμβολίζει την ανθρώπινη αντίσταση στον εκπολιτισμό και υποδηλώνει κυρίως την έλλειψη της κοινωνικής αιδούς.

*

η διαφορά των «βαρβάρων»

Οι μαζικές σφαγές του άμαχου πληθυσμού τουλάχιστον κατά τα ελληνικά ήθη φαίνεται να περιορίζονται στους ηβώντες, σε όσους δηλ. ήταν σε θέση να πάρουν όπλα, αντίθετα η παρουσία «βαρβάρων» στις τάξεις των επιτιθέμενων νικητών (Θράκες, Καρχηδόνιοι και Ίβηρες) φαίνεται να καταστρατηγεί κάθε ηθικό κανόνα συμπεριλαμβάνοντας στους βιαιοθάνατους πρεσβυτέρους και γυναικόπαιδα, ακόμη και ακρωτηριασμούς πτωμάτων.

*

Στον κόσμο της Ιλιάδας βρίθουν οι αναφορές για κολόβωση, ακρωτηριασμό λειψάνων και αποκεφαλισμό πολεμιστών με κίνητρο ενίοτε μόνο την εκδίκηση, καθώς ο αντίπαλος είναι ήδη νεκρός ή έχει πεθάνει από διαφορετικό χτύπημα [Ομ. Λ 145-147, Ν 202-204, Ξ 496-498].

Ξεχωρίζει για την αγριότητά της η περίπτωση της αποδειροτόμησης του Ίμβριου από τον Αίαντα, τον γιο του Οϊλέα, που δεν αρκέστηκε στην αποκοπή της κεφαλής, αλλά θυμωμένος καθώς ήταν για τον θάνατο του Αμφιμάχου, αφού τη στριφογύρισε, την πέταξε σφαιρηδόν μέσα σε αυτούς που πολεμούσαν [Ομ. Ν 202-204].

Στην αγγειογραφία από τις αρχές του 6ου αι. π.Χ. δεν απουσιάζουν οι σκηνές, όπου πολεμιστές κραδαίνουν στα χέρια τους τις κεφαλές του εχθρού.

Δημήτρης Μποσνάκης, Κατηφείη και όνειδος. Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι νεκροί - Αποκλίνουσες ταφικές πρακτικές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο: μεταξύ νομιζομένων και στέρησης της ταφής (έκδ. ΤΑΠ, Αθήνα 2020, σσ. 123-124, 109, 174 και σημειώσεις).

Παρασκευή 1 Απριλίου 2022

o gran varietà del tutto


διάλεξε:
πρόσφυγας ή περι
ορισμό *

ΕΑΥΤΟΜΑΤΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ
δεν είχε πολύ χώρο στο δε νιώθω τίποτα οπότε έβαλε ακίδες απώθησης *

ΟΙ ΞΕΝΟΙ

Η ξένη εγώ
παρατηρώ την ξένη απέναντι
να διαβάζει τον Ξένο του Καμί,
στο ίδιο βαγόνι,
συνεπιβάτες και οι τρείς.
Κατεβαίνω στον προκαθορισμένο σταθμό,
δίχως να δώ τη συνέχεια
του βουβού διαλόγου ανάμεσά τους.
Είχα γνωρίσει τον ίδιο Ξένο
δύο δεκαετίες πριν,
τότε που εκείνη
δεν ήταν παρά ένας σπόρος
στις σκέψεις μιας άλλης ξένης,
που ίσως όπως κι εγώ
ν' αγάπησε τον ίδιο Ξένο.

Ελεάνα Ζιάκου

*

Μια φορά μίλησα μ' έναν άγνωστο
Με φώναξε αναπτήρα
Ένας λώρος ενώνει παράμεσο με παράμεσο
Σαν φίντινγκ τιούμπ ενός μωρού εξωγήινου
Μια φορά ένας άγνωστος με φώναξε εξωγήινο μωρό
Πώς μπορεί το σπέρμα του αλκοολικού στην απεξάρτηση να έχει γεύση λυκίσκου
Ψέματα λέτε κύριε ανάφτρα
Ή αυτό ή
Κάτι που βάζει κανείς μέσα του αργεί να φύγει
Όπως τα μέσα μου που τα βράδια παίρνουν το σχήμα σου
Ο γείτονας σκαλίζει έπιπλα στο πεζοδρόμιο και με κοιτάζει
Τι θα κάνεις όταν το τελειώσεις
Θα το κάψω μού λέει. Θα το κάψω.

Rafaelle Syk

Τεφλόν - ποιητικό σκεύος και όχι μόνο, (τ. 26, Χειμώνας-Άνοιξη 2022, σσ. 47, 100). Θα ξαναδιάβαζα ακόμη από το εν λόγω τεύχος τα κάτωθι:

Christophe Tarkos, Η ποίηση της Γαλλίας (σ. 15), Ζωντανός Εργάτης (σσ. 16-18), Τρώγωντας (σσ. 23-24).

Marwa Helal, Απογραφή (σ. 53).

και από την Σύγχρονη Αλβανόφωνη ποίηση το ποίημα της Αντελίνας Τερσάνι (σσ. 88-89). Σε κάποια άλλα σημεία του περιοδικού δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να επιδιωχθεί στην μετάφραση των αγγλικών λέξεων η πιο προκλητική απόδοση. Είναι εμφανώς λάθος εκειδά το enforcement (σ. 58), ως επιβολή αντί της εφαρμογής! Μην τα τραβάμε απ' τα μαλλιά!


-----
* Τα motto του Τάσου [MHNYMAL] Σταυρουλάκη (ό.π., σ. 5) και του Άγγελου Κυρίου (ό.π., σ. 27) αντίστοιχα. Ενώ στον τίτλο του παρόντος, στιχάκι της Amelia Rosselli... «ώ πληθώρα του όλου» αποδίδει εκειδά πάλι εσφαλμένως ο μεταφραστής του αντί του πολυποικιλότητα όπως προτείνουν κι έγκριτοι ποιητές (ό.π., σ. 36, με εκτενές αφιέρωμα στην ιταλίδα αυτόχειρα, σσ. 32-42).