Το σώμα μου γυμνό μονάχα τα μαλλιά
μαυρίζανε πάνω στο στήθος.*
Εδώ δεν έχεις τόπο ν' αφήσεις μήτε τον ίσκιο σου **
αν είχαμε κάψει τα χέρια μας προτού κάψουμε τούτο το δέντρο ***
5.
Ένας στρογγυλός ουρανός
τόσο πολύτιμος κι ανένδοτος
μια νέα ερωτική ζύμη ερωτική
δάση της άνοιξης
όταν ο νούς μεταμορφώνεται σε χώρα απέραντη
όπου αρμενίζουνε δέντρα πουλιά και σώματα.
6.
Ο νέος μου οφθαλμός
διαυγής και πάμφωτος μες στους ευδαίμονες
λόφους που βρέχονται από τη σιωπή
τόξα ζωής
μια νέα θρησκεία χλοερής δύναμης
η γή που αναμιμνήσκεται τη θάλασσα
κι εσύ μη λησμονάς το σώμα σου
ένας θεός μετατοπίζοντας
το απέραντο με την ανάσα του
πυρακτωμένο μεσημέρι.
10.
Τα ζοφερά βιβλία όπου αρμενίζει η βλάστηση
των μαύρων αισθημάτων
δάση στοχαστικής πυκνότητας
ολάκερα βουνά
ώ σκόνη κι έρημος του νού.
Έλα
το δίκαιο δόντι το αυστηρό μαχαίρι
υγεία τσουχτερή
τρομαχτικά τοπία γέννας.
Και τότε να
ποίηση θερμή πατρίδα αφανισμένη.
κι ανεβαίνω
συνεχώς
προς το άπειρο.****
Τάκης Σινόπουλος, τρία ποιήματα από την σμικρά ΑΝΤΙΣΤΙΞΗ, 1952 της συλλογής «Η νύχτα και η αντίστιξη» [1959], όπως περιέχονται στην συγκεντρωτική έκδοση Συλλογή Ι (έκδ. Ερμής, Αθήνα 1990, σσ. 203, 204, 208).
-----
* Το πρώτο motto από το ποίημα ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΑΝΟ ΦΩΣ της συλλογής «Η νύχτα και η αντίστιξη» [1959] (ό.π., 163).
Το δεύτερο από το ποίημα ΑΓΡΥΠΝΙΑ της ίδιας συλλογής (ό.π., σ. 178).
Το τρίτο από το ποίημα Ο ΕΠΙΖΩΝ της ίδιας συλλογής (ό.π., σ. 191).
Το τέταρτο από το ποίημα ΜΕΘΗ της ίδιας συλλογής (ό.π., σ. 174).