Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2025

η καθιέρωση του μονοθεϊσμού


Καμμιά άλλη πτυχή της θρησκευτικής ιστορίας δεν έγινε για μάς τόσο σαφής όσο η καθιέρωση του μονοθεϊσμού στους Εβραίους και η συνέχειά του στον χριστιανισμό, αν αφήσουμε κατά μέρος την επίσης κατανοητή εξέλιξη από το ζωικό τοτέμ στον ανθρώπινο θεό με τον τακτικό του συνοδό. (Ακόμη και οι τέσσερις Ευαγγελιστές του χριστιανισμού έχουν ο καθένας τους το αγαπημένο του ζώο).

Αν δεχθούμε προσωρινά την φαραωνική κοσμοκρατορία ως αφορμή για την ανάδυση της ιδέας του μονοθεϊσμού, θα δούμε ότι αυτή η ιδέα, ξερριζωμένη από το έδαφός της και μεταφερμένη σε άλλον λαό, διατρέχει μια λανθάνουσα περίοδο και έπειτα καταλαμβάνει αυτόν τον λαό, ο οποίος την φυλάει ως το πιο πολύτιμο κτήμα του και εκείνη με τη σειρά της κρατάει τον λαό στη ζωή προσφέροντάς του την περηφάνια ότι είναι ο περιούσιος λαός.

Είναι η θρησκεία του προπάτορα, με την οποία συνδέεται η ελπίδα για ανταμοιβή, διάκριση και τελικά για κοσμοκρατορία. Αυτή η τελευταία φανταστική επιθυμία, την οποία ο εβραϊκός λαός έχει εγκαταλείψει πριν από πολύν καιρό, ζεί ακόμη και σήμερα στους εχθρούς του εβραϊκού λαού που πιστεύουν στη συνωμοσία των «Σοφών της Σιών».

*

Φαίνεται ότι μια αυξανόμενη συνείδηση ενοχής είχε καταλάβει τον εβραϊκό λαό, ίσως μάλιστα ολόκληρο τον τότε πολιτισμένο κόσμο, ως πρόδρομος της επιστροφής του απωθημένου περιεχομένου, ώσπου κάποτε ένας από τις γραμμές αυτού του λαού, νομιμοποιημένος στον ρόλο ενός πολιτικοθρησκευτικού υποκινητή, βρήκε την αφορμή με την οποία μια νέα θρησκεία, ο χριστιανισμός, αποσπάσθηκε από τον ιουδαϊσμό.

Ο Παύλος, ένας Ρωμαίος εβραϊκής καταγωγής από την Ταρσό, συνέλαβε αυτή την συνείδηση ενοχής και σωστά την ανήγαγε στην προϊστορική της πηγή, στο «προπατορικό αμάρτημα», όπως το αποκάλεσε, ένα έγκλημα κατά του θεού, το οποίο μόνο με το θάνατο μπορεί να ξεπληρωθεί.

Με το προπατορικό αμάρτημα ήλθε στον κόσμο ο θάνατος. Στην πραγματικότητα αυτό το έγκλημα, που άξιζε τον θάνατο, ήταν η δολοφονία του προπάτορα που αργότερα θεοποιήθηκε.

Δεν έγινε όμως μνεία στην δολοφονία, αλλά στη θέση της μπήκε η φαντασίωση για την εξιλέωση από αυτή, γι’ αυτό και τούτη η φαντασίωση χαιρετίσθηκε ως αγγελία λύτρωσης (ευαγγέλιο). Ένας γιός του θεού δέχθηκε να θανατωθεί, αν και ήταν αθώος, και έτσι επωμίσθηκε την ενοχή όλων των ανθρώπων. Έπρεπε να είναι ένας γιός, διότι επρόκειτο για μια πατροκτονία.

Ίσως η ανάπτυξη της φαντασίωσης για την λύτρωση να επηρεάσθηκε από παραδόσεις ανατολικών και ελληνικών μυστηρίων. Το ουσιώδες σε αυτή πρέπει να οφείλεται στον ίδιο τον Παύλο, ο οποίος ήταν ένας άνθρωπος με βαθύτατες θρησκευτικές καταβολές· τα σκοτεινά ίχνη του παρελθόντος ελλόχευαν στην ψυχή του, έτοιμα να εκδηλωθούν σε πιο συνειδητές περιοχές.

Ότι ο λυτρωτής θυσιάσθηκε χωρίς να είναι ένοχος, αυτό ήταν προφανώς μια μεροληπτική παραμόρφωση που δυσκόλευε την λογική κατανόηση, διότι πώς μπορεί ένας αθώος, ένας μη ενεχόμενος στην δολοφονία, να πάρει πάνω του την ενοχή των δολοφόνων δεχόμενος ο ίδιος να θανατωθεί;

Στην ιστορική πραγματικότητα δεν υπήρχε μια τέτοια αντίφαση. Ο «λυτρωτής» δεν μπορούσε να είναι άλλος από τον κύριο υπαίτιο, τον αρχηγό της σπείρας των αδελφών που υπερνίκησε τον πατέρα.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 179, 180-181).