Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025

στην ένωσι του σλαυικού κόσμου αργά ή γρήγορα η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνη δική μας!


[...] Ύστερα από τον Μεγάλο Πέτρο, η πολιτική μας έκανε το πρώτο της βήμα με έναν αυτόνομο τρόπο, κι αυτό το πρώτο βήμα συνίστατο στην ένωσι του σλαυικού κόσμου, κάτω, θα λέγαμε, από την πτέρυγα της Ρωσσίας. Κι αυτή η ένωση δεν ανταποκρινόταν σε κάποιαν αρχή προσάρτησης ή βίας, ούτε είχε σκοπό της την εκμηδένιση των σλαυικών μονάδων μπροστά στο ρωσσικό κολοσσό·

είχε για σκοπό να τίς αναγεννήση, να τίς τοποθετήση σε μια πρέπουσα σειρά μέσα στην Ευρώπη και στην ανθρωπότητα, να τούς δώση επιτέλους τη δυνατότητα να ζήσουν ήσυχες και γαλήνιες ύστερα από τα αναρίθμητα δεινά που υπέστησαν επί τόσους αιώνες, να περισυλλεγούν πνευματικά και, όταν πια θ' αναμετρούσαν τις νεανικές τους δυνάμεις, να συμβάλουν, έστω και μ' έναν οβολό, στον πνευματικό θησαυρό της ανθρωπότητας και να πάρουν μέρος στη συναυλία του πολιτισμού.

Καταλαβαίνω βέβαια πως μπορεί να γελάσετε μ' όλα αυτά τα «ονειροπολήματα» για τον προορισμό του ρωσσικού λαού, μα πήτε μου, δεν επιθυμούν όλοι οι Ρώσσοι την ανάσταση των Σλαύων, και μάλιστα ακριβώς πάνω σ' αυτές τις βάσεις, για να ανθίση η λευτεριά τους και να γυρίση η ψυχή τους στη ζωή, και όχι για να τούς θέσουν πολιτικά στον τροχό της Ρωσσίας, και να δυναμώσουν μ' αυτούς την πολιτική δύναμη της Ρωσσίας, πράγμα που ουσιαστικά υποπτεύεται η Ευρώπη;

Γιατί, έτσι δεν είναι; Κατά συνέπεια, να που δικαιώνεται ένα μέρος τουλάχιστον από αυτά τα «ονειροπολήματα». Και για να επιτύχωμε αυτόν τον σκοπό εννοείται πως, αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να γίνει δική μας η Κωνσταντινούπολη.

*

Ναί, το Χρυσούν Κέρας και η Κωνσταντινούπολη, θα γίνουν δικά μας, μα όχι με βίαιη προσάρτηση· αυτή είναι η απάντησή μου. Και πρώτα-πρώτα, αυτό θα γίνη μόνο του, στην κατάλληλη στιγμή, κι αν δεν έχη φτάση ακόμα αυτή η στιγμή, ωστόσο δεν μπορεί να αργήση: όλα τα σημάδια το δείχνουν. Αυτή είναι η φυσική έκβαση. Κι αν δεν έγινε νωρίτερα αυτό, δεν έγινε ακριβώς γιατί δεν είχε έρθει ακόμα ο καιρός του.

Στην Ευρώπη πιστεύουν πως υπάρχει κάποιο «πρόγραμμα του Μεγάλου Πέτρου». Αυτό είναι ένα πονηρό επινόημα των Πολωνών. Όμως, αν στον Μεγάλο Πέτρο, ερχόταν η ιδέα να κατακτήση την Κωνσταντινούπολη αντί να ιδρύση την Πετρούπολη, μού φαίνεται, σαν το συλλογίζομαι, πως θα παρατούσε αυτό το σχέδιο, κι αν ακόμα τού επιτρέπανε οι δυνάμεις του να ανατρέψη τον σουλτάνο, ακριβώς γιατί τότε θα ήταν πρόωρο το εγχείρημα και θα μπορούσε να προκαλέση την καταστροφή της Ρωσσίας.

Αφού άλλοτε, μέσα σ' αυτήν την φινλανδική Πετρούπολη, δεν μπορέσαμε ν' αποφύγουμε την επιρροή των Γερμανών γειτόνων μας που, παρ' όλη την χρησιμότητά τους, δεν πάψανε να παραλύουν την ανάπτυξη της Ρωσσίας πριν βρή τον πραγματικό της δρόμο, πώς εμείς, στην Κωνσταντινούπολη, μέσα σ' αυτήν την απέραντη και παράξενη πολιτεία όπου υπάρχουν ακόμα τα κατάλοιπα ενός αρχαίου και ισχυρού πολιτισμού, θα μπορούσαμε ν' αποφύγωμε την επίδραση των Ελλήνων, που είναι άνθρωποι ασύγκριτα πιο έξυπνοι από τους βόρειους γείτονες, που έχουν μαζί μας άπειρα περισσότερα σημεία επαφής απ' αυτούς τους Γερμανούς, που δεν μοιάζουν σε τίποτα με μάς, που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού αυτής της πόλης και που, με τα αυλικά τους ήθη θα εξαπατούσανε τον θρόνο και πρώτα-πρώτα τους Ρώσσους, που με την γνώση και τη μόρφωσή τους θα γοήτευαν ακόμα και κι αυτόν τον Πέτρο (και όχι μονάχα τους άμεσους απογόνους του) θα τού θίγανε την αδύνατη πλευρά του έστω και θαμπώνοντάς τον με τις γνώσεις του για τα ναυτικά ζητήματα;

Με δυό λόγια, θα κατακτούσαν πολιτικά τη Ρωσσία, θα την παρασύρανε αμέσως σε κάποιον καινούργιο ασιατικό δρόμο, θα την φέρνανε σε κάποιο καινούργιο αδιέξοδο και σίγουρα η τοτινή Ρωσσία δεν θ' άντεχε. Θα σταματούσε η ανάπτυξη του ρωσσικού πνεύματος, και του εθνικιστικού πνεύματος.

Η ισχυρή Μεγάλη Ρωσσία θα έμενε εγκλωβισμένη μέσα στον σκοτεινό και χιονισμένο βορρά της, και το πολύ θα μπορούσε να χρησιμεύση ως υλικό για μια ανασύσταση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, κι ίσως τελικά, να μην το θεωρούσε και απαραίτητο να βαδίση ξοπίσω της. Όλη η νότια Ρωσσία θάπεφτε στα χέρια των Ελλήνων.

Κι ίσως μάλιστα, και η ορθοδοξία να είχε χωριστή σε δυό κόσμους: τον νέο βυζαντινό κόσμο, και τον παληό ρωσσικό...

*

Με λίγα λόγια, το εγχείρημα δεν θα έβγαινε καθόλου σε καλό. Τώρα όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Σήμερα η Ρωσσία άκουσε τα μαθήματα της Ευρώπης, και μορφώθηκε. Και προπαντός, ξέρει τη δύναμή της, και είναι πραγματικά δυνατή. Ακόμα, ξέρει και πώς να γίνη η δυνατώτερη.

Καταλαβαίνει πως μπορεί να γίνη δικό μας το Βυζάντιο, χωρίς μ' αυτό να γίνη και πρωτεύουσα της Ρωσσίας, ενώ αν κατακτούσε ο Μέγας Πέτρος το Βυζάντιο πριν από δυό αιώνες, δεν θα μπορούσε να μην μεταφέρη εκεί την πρωτεύουσά του, κι αυτό θα ήταν η καταστροφή του, γιατί το Βυζάντιο δεν είτανε στη Ρωσσία και δεν μπορούσε να γίνη ρωσσικό.

Μα κι αν παραδεχτούμε πως θα απόφευγε αυτό το λάθος ο Πέτρος, οι άμεσοι απόγονοί του δεν μπορούσαν παρά να το διαπράξουν. Όμως, σήμερα, το Βυζάντιο μπορεί να μάς ανήκει αλλοιώτικα παρά ως πρωτεύουσα της Ρωσσίας, μα ούτε ως πρωτεύουσα του πανσλαυισμού, όπως το ονειρεύονται μερικοί.

Αν στερηθή τη Ρωσσία, ο πανσλαυισμός εκεί πέρα θα είναι καταδικασμένος να εξαντληθή σε διαμάχες με τους Έλληνες κι αν ακόμα κατόρθωνε να δημιουργήση ένα πολιτικό σύνολο με τα διάφορα μέρη του. [...]

Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα (μτφρ. Μίνα Ζωγράφου, έκδ. Δαρεμά, Αθήνα χ.χ., σσ. 120-121, 121-122, 122-123: Ιούνιος 1876. ΚΕΦ. ΔΕΥΤΕΡΟ. 3. Το Ανατολικό ζήτημα. -Πρβλ. 284-287: Μάρτιος 1877. ΚΕΦ. ΠΡΩΤΟ. 1. Και πάλι αργά ή γρήγορα η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνη δική μας).

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

η προσευχή του μεγάλου Γκαίτε


[...] να ένα από τα ερωτήματα που θέτει ο Άμλετ: Φοβούμαι εκείνο που μπορεί να υπάρχει εκεί πέρα... Πόσες παράξενες σκέψεις βρίσκονται μέσα σ' αυτή την απορία! Να σημαίνη τάχα αυτό πως στην ρωσσική σκέψη υπάρχει, όχι παραλογισμός, αλλά έλλειψη λογικού; Είστε ελεύθερος να μην πιστέψετε τίποτα, μα το λιγώτερο που μπορείτε να κάνετε είναι να το σκεφθήτε λιγάκι.

Στον αυτοκτονήσαντά μας, δεν υπάρχει ούτε υποψία πως μπορεί να είναι αθάνατο αυτό που ονομάζει εγώ του. Θάλεγε κανένας πως ούτε τόχει καθόλου ακουστά αυτό το πράγμα. Κι όμως, δεν είναι άθεος.

Για θυμηθήτε τους αλλοτινούς άθεους: όταν χάνανε την πίστη τους σε κάτι, αρχίζανε να πιστεύουνε με πάθος σε κάτι άλλο. Για θυμηθήτε τη φλογερή πίστη τού Ντιντερό, τού Βολταίρου... Ενώ στους δικούς μας -είναι πραγματικά table rase. Μα γιατί να αναφέρουμε τον Βολταίρο; Απλούστατα, ο άνθρωπος δεν είχε χρήματα για να πάρη μαιτρέσσα, και τίποτ' άλλο.

Ο Βέρθερος, πριν αυτοκτονήση, στις τελευταίες γραμμές που έγραψε, λυπάται που δεν θα μπορή πια να θαυμάζη τον ωραίο αστερισμό της Μεγάλης Άρκτου, και την αποχαιρετάει. Πόσο καλά μάς αποκαλύπτει αυτό το μικρό σημείο τον τοτινό Γκαίτε, τότε που ήταν στην αρχή της σταδιοδρομίας του!

Μα γιατί είτανε τόσο αγαπητοί αυτοί οι αστερισμοί στον νεαρό Βέρθερο; Επειδή, κάθε φορά που τούς κύτταζε, καταλάμβανε πως δεν ήταν καθόλου ένα άτομο κι ένα μηδενικό μπροστά τους, πως αυτά τα αβυθομέτρητα θεία και μεγαλόπρεπα πράγματα δεν ήταν ανώτερα απ' αυτόν, ούτε από τη σκέψη του κι από το ιδανικό της ομορφιάς πούβγαινε μέσα από την ψυχή του· κατά συνέπεια, είτανε στο ίδιο επίπεδο μ' εκείνον και τον ενώνανε με το άπειρο του Όντος... αναγνώριζε πως μόνο στην ανθρώπινη όψη του χρωστούσε την ευτυχία ότι ένοιωθε να γεννιέται μέσα του η μεγάλη σκέψη: «Ποιός είμαι;»

Υπέροχο πνεύμα, σ' ευχαριστώ γι' αυτή την ανθρώπινη μορφή που μού έδωσες.

Αυτή θα ήταν σ' όλη του τη ζωή η προσευχή του μεγάλου Γκαίτε. [...]

Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα (μτφρ. Μίνα Ζωγράφου, έκδ. Δαρεμά, Αθήνα χ.χ., σσ. 6-7: Ιανουάριος 1876. ΚΕΦ. ΠΡΩΤΟ. 1. Αντί για Πρόλογο. Η Μεγάλη και η Μικρή Άρκτος. Η προσευχή του διάσημου Γκαίτε. Οι κακές συνήθειες).

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2025

μυθικές μετοικεσίες των λαών...


Τα βαπόρια που ήρθαν να πάρουν τους Μουσουλμάνους έχουν αράξει μισό μίλι αντικρυστά στο Ρέθεμνος, εδώ και τρία μερόνυχτα. Φόρτωσαν ανθρώπους και πράματα, γέμισαν αμπάρια και καταστρώματα, όπου δεν πέφτει βελόνι.

Τώρα πήρανε πράτιγο, σήκωσαν τις άγκυρες και σφύριξαν τρεις φορές. Οι Χριστιανοί βλέπουν από τη στεριά τα συφοριασμένα κοπάδια και τα ψυχοπονιούνται· η ώρα τούτη τούς γυρίζει αιώνες πίσω, στις μυθικές μετοικεσίες των λαών.

Ξάφνου, τί έγινε που έκαμε ένα βαπόρι ν' απολιθωθεί; Ήταν έτοιμο να σαλπάρει -το δείχνει ο καπνός τού φουγάρου του- κι όμως ξεμένει!

Κατεβάζει μια βάρκα, κι ο κουπολάτης λάμνει για το λιμάνι. Όταν σιμώνει περισσότερο, οι Χριστιανοί ξεχωρίζουν μιαν τούρκισσα, με πρόσωπο σκεπασμένο από το φερετζέ, που έχει πάνω στα γόνατά της ένα παιδί, ίδια καθώς η Παναγιά το Χριστό στον Επιτάφιο Θρήνο.

Δεν τούς είναι δύσκολο να καταλάβουν πως το παιδί πέθανε πάνω στο καράβι, κι ο καπετάνιος ήταν έτοιμος να φουντάρει το κουφάρι μ' ένα σίδερο στα πόδια του, καθώς ορίζει ο ναυτικός κανονισμός· η χαροκαμένη μάνα τού πρόσπεσε, και κείνος τής έδωσε τον καιρό να πάει να το θάψει στη στεριά.

Η τούρκισσα βγαίνει από τη βάρκα, με το νεκρό παιδί στην αγκαλιά της. Το Λιμεναρχείο, πού 'ναι ειδοποιημένο, τής κάνει τόπο να περάσει. Καθώς έχει σκεπασμένο το πρόσωπό της, κανένας δεν ξέρει πια είναι. Όταν όμως ζυγώνει στο έρημο σπίτι της, μερικοί την αναγνωρίζουν, κι από στόμα σε στόμα μαθεύεται πως η χήρα τού Χασάνη έχασε το μοναχοπαίδι της, και τώρα βγήκε στη στεριά να το θάψει, αφού πρώτα το πάει στο σπίτι τους να το νεκροστολίσει.

Πολλές Χριστιανές από τη γειτονιά τρέχουν να τής παρασταθούν, κλαίνε μαζί της και στηθοδέρνονται. Σε μιαν από δαύτες, η Χασάναινα δίνει στερνή παραγγελιά να πηγαίνει καθημερινώς στον τάφο του παιδιού και ν' ανάβει φωτιά κάθε βράδυ στο τζάκι τού σπιτιού τους ώσπου να γεμίσουν τα εννιά μερόνυχτα· μ' ένα λόγο, να κάμει ό,τι ορίζει η θρησκεία των Μουσουλμάνων.

Η Χριστιανή τάζει, κάνοντας το σταυρό της. Τί έχει να κάμει, το ξέρει από τη δική της θρησκεία.


Τότε παίρνουν το παιδί, τυλιμένο στο καθαρό σεντόνι που έφερε άλλη γειτόνισσα, και πηγαίνουν να το θάψουν στα Μεζάρια, δηλαδή στο μουσουλμανικό νεκροταφείο. Τί μουσουλμανικό, τί χριστιανικό; Ο θάνατος του παιδιού τα εξομοίωσε!

Σκάβουν το λάκκο, κατεβάζουν το κουφάρι και το σκεπάζουν με τη γής. Οι Χριστιανές ρίχνουν μερικά κλωνιά χώμα και ξεπροβοδίζουν το παιδί για την αιώνια ζωή. Η μάνα σέρνει νυχιές στα μάγουλά της, την ώρα που οι άλλες σταυροκοπιούνται.

Ο χορός οι γυναίκες βάνουν στη μέση την ξεκληρισμένη και τη συνοδεύουν ώς την αποβάθρα. Εκεί φιλούν τα κλαμένα της μάτια, και τής ξανατάζουν πως το παιδί της θα τό 'χουν στη φύλαξή τους. Το έχουν αγαπήσει κιόλας, το αθώο, που πλέρωσε την έχθρα των μεγάλων και τώρα τού μέλλεται να λιώσει σε ξένη γής, που ήταν κάποτε δική του.

Σημ
.: Μιχ. Παπαδάκι, Η τελευταία τουρκική κηδεία στο Ρέθεμνος. Εφημ. «Κρητική Επιθεώρησις», 15 Νοεμ. 1972. (Ιστορική περιγραφή του γεγονότος.)

Παντελής Πρεβελάκης, Το Ρέθεμνος ως ύφος ζωής (έκδ. Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 1977, σσ. 27-29).

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2025

ο θάνατος είναι το μέσο της επιστροφής μας στον Θεό


Καθώς μεγαλώνουμε, θα πρέπει
να είμαστε πρόθυμοι να παραχωρούμε
την κεντρική θέση στο προσκήνιο
στους άλλους, αφήνοντάς τους να λάμψουν.*

Θα πρέπει να εφαρμόσουμε στον εαυτό μας αυτό που λέει ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής: «εκείνον δεί αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι» (Ιω. 3:30). Ως δάσκαλος, μερικές φορές θυμάμαι το εβραϊκό ρητό: «Μακάριος είναι ο δάσκαλος που οι μαθητές του είναι πιο έξυπνοι από αυτόν». Στους δασκάλους συνήθως δεν αρέσει όταν οι μαθητές τους είναι πιο έξυπνοι, αλλά αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το αποδεχτούμε, ειδικά καθώς μεγαλώνουμε, ότι θα είναι πιο έξυπνοι, πιο ενημερωμένοι και πιο μοντέρνοι από εμάς.

Σίγουρα, το μυστικό της αληθινής ζωής είναι να αποδεχόμαστε κάθε στάδιό της, όπως έρχεται. Να πεθάνει ο θάνατος και να ζήσουμε τη νέα ζωή, να μην προσκολληθούμε στο παρελθόν, αλλά να ζήσουμε με απόλυτη ακεραιότητα στο παρόν.

[...] σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο θάνατος συνοδεύεται από την ανάσταση. Όχι απώλεια αλλά εμπλουτισμός, όχι φθορά αλλά ανάπτυξη. Ότι κάτι πεθαίνει, σημαίνει ότι κάτι ζωντανεύει.

*

[...] στον πτωτικό μας κόσμο το να ζείς για πάντα, είναι κάτι που δεν υποφέρεται. Ο Θεός στο έλεός Του μάς έδωσε έναν τρόπο διαφυγής.

Αυτός είναι ο τρόπος που βλέπει το όλο ζήτημα ο προφήτης Ιερεμίας όταν χρησιμοποιεί την αναλογία του αγγειοπλάστη. Στο κεφάλαιο 18, ο Ιερεμίας μάς λέει ότι πηγαίνει στο σπίτι τού αγγειοπλάστη και βλέπει πως ένα δοχείο έχει σπάσει στον τροχό. Ο αγγειοπλάστης, αντί να το κάνει κομμάτια, να το θρυμματίσει, προσπαθεί να το αναμορφώσει.

Ο θάνατος, λοιπόν, αντιστοιχεί με τον θρυμματισμό τού αγγείου, αλλά με τρόπο που να μπορεί να αναμορφωθεί. Είναι επίσης αυτό που λέμε στην εξόδιο ακολουθία: «Ο πάλαι μεν, εκ μη όντων πλάσας με, και εικόνι Σου θεία τιμήσας, παραβάσει εντολής δε πάλιν με επιστρέψας, εις γην εξ ής ελήφθην, εις το καθ' ομοίωσιν επανάγαγε, το αρχαίον κάλλος αναμορφώσασθαι».

Έτσι, ο θάνατος θεωρείται ως ένας τρόπος με τον οποίον επιστρέφουμε ξανά στο αληθινό σπίτι μας, εκεί όπου αναμορφωνόμαστε. Από την άποψη αυτή ο θάνατος είναι επίσης φίλος.

*

[...] Ο θάνατος είναι το μέσο της επιστροφής μας στον Θεό. Είναι μία συνάντηση με τον Χριστό. Θα μπορούσε να μεταμορφωθεί σε μία πράξη λατρείας, σε μία εμπειρία θεραπείας.

Είναι φίλος και όχι εχθρός. Είναι μία αρχή, όχι ένα τέλος.

Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 130, 136-137, 137-138). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 129-130).

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2025

μία αμοιβαία αγάπη και πληρότητα ζωής


Μού αρέσει να περπατάω
από το σπίτι στον ναό πριν από τη θεία Λειτουργία,
μόνος κατά προτίμηση.
Είναι μόλις δέκα λεπτά διαδρομή, αλλά
είναι πολύ σημαντικό νομίζω να το κάνω,
να έχω την αίσθηση ότι πηγαίνω στην εκκλησία,
την αίσθηση, αν θέλετε, ενός χωρισμού από τον κόσμο,
και την αίσθηση ότι ένα ταξίδι αρχίζει.*

Αυτός είναι [...] ο πρώτος τρόπος για να καταλάβουμε ότι η Λειτουργία συνιστά πάντοτε μια συλλογική πράξη. Πάντοτε λέμε «ημείς». Η Λειτουργία εκφράζει μία αμοιβαία αγάπη. [...] ο Zernov [...] θεωρούσε ότι οι αγγλόφωνοι θα έπρεπε να μπορούν να ακούσουν για την αμοιβαία αγάπη. Τί κρίμα! Στις περισσότερες Ορθόδοξες Εκκλησίες, δεν ανταλλάσσουμε τον ασπασμό της ειρήνης όταν έρχεται η κατάλληλη ώρα. [...]

*

[...] η ανταλλαγή του ασπασμού της ειρήνης μεταξύ των ενοριτών είχε ήδη σταματήσει από πολύ νωρίς. Από την εποχή του αγίου Μαξίμου, η πρακτική αυτή εφαρμοζόταν μόνο μεταξύ των ιερέων. [...]

*

[...] η ειρήνη συνιστά τον πνευματικό χώρο μέσα στον οποίον οφείλει να εορτάζεται η θεία Λειτουργία. Αρχίζουμε λέγοντας: «Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν». Δεν μπορούμε να εισέλθουμε στο κυρίως μέρος της Λειτουργίας ή να αποκτήσουμε εμπειρία της χαράς της Βασιλείας, αν δεν έχουμε πρώτα κατακτήσει στην καρδιά μας, με τη βοήθεια του ελέους του θεού, μία κατάσταση εσωτερικής ειρήνης. Επομένως, ξεκινούμε βλέποντας την ειρήνη ως μία εσωτερική κατάσταση της ψυχής.

«Εν ειρήνη» - η κατάσταση της ολοκλήρωσης και της ενσωμάτωσης. Επομένως, στην αρχή της Λειτουργίας, χρειάζεται να αποβάλουμε από μέσα μας τυχόν αισθήματα δυσαρέσκειας και εχθρότητας απέναντι στους άλλους: πικρία, οργή, εσωτερική γκρίνια ή διχόνοια. Πρέπει να τα αποβάλουμε όλα αυτά, να τα αφήσουμε να φύγουν. [...]

*

[...] Η σωτηρία, σύμφωνα με την παράδοση της Ανατολής, δεν κατανοείται πρωτίστως με δικανικούς όρους, ως απελευθέρωση από κάποια ενοχή, έστω κι αν αυτό ισχύει εν μέρει. Η σωτηρία, αντίθετα, κατανοείται κυρίως με θετικό περιεχόμενο, σημαίνει ολότητα, πληρότητα ζωής. Δεν μπορούμε να αποκτήσουμε την ολότητα αυτήν, την πληρότητα της ζωής, χωρίς το θείο δώρο της ειρήνης. [...]

*

[...] Κι όμως απέναντι σε αυτό το δεύτερο θυσιαστήριο, ένα θυσιαστήριο το οποίο ο ίδιος ο Θεός έκτισε, δεν δείχνουμε κανέναν σεβασμό. Το αντιμετωπίζουμε με περιφρόνηση. Και ποιο είναι το δεύτερο αυτό θυσιαστήριο; Είναι λέει ο Χρυσόστομος, ο φτωχός, ο πάσχων, όσοι βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση, και κινδυνεύουν.

Σε κάθε στιγμή, λέει, όταν εξέρχεσαι από τον ναό, θα δείς ένα θυσιαστήριο στο οποίο μπορείς να προσφέρεις θυσία, ένα ζωντανό θυσιαστήριο το οποίο οικοδόμησε ο ίδιος ο Χριστός. [...]

*

[...] Μετά την άνοδο αυτήν έρχεται η επιστροφή. Ο άρτος και ο οίνος, που μόλις προσφέραμε στον Χριστό, μάς επιστρέφουν πίσω στην θεία Κοινωνία, ως σώμα και αίμα Του.

Αλλά η πορεία της επιστροφής δεν σταματά εδώ. Έχοντας προσλάβει τον Χριστό μέσω των Τιμίων Δώρων, εξερχόμαστε στη συνέχεια από τον ναό, επιστρέφουμε στον κόσμο, προκειμένου να μοιραστούμε τον Χριστό μαζί του.

Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 80, 81, 88, 89, 99-100, 101). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 100-101).

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2025

η διαδικασία να φέρει κανείς στο φώς ό,τι είναι κρυμμένο


[...] η πρακτική των ανθρώπων,
να πηγαίνουν σε έναν μοναχό που δεν είναι ιερέας
για νουθεσία και για τη συγχώρηση του Θεού,
δεν σταμάτησε τελείως.*

[...] ενώ ο πρώτος κανόνας της μετάνοιας σε βάζει στον ορθό δρόμο, τη στιγμή που μόλις έχεις λοξοδρομήσει, ο πρώτος κανόνας της εξομολόγησης των λογισμών, ελπίζει κανείς, ότι τον βάζει πάλι στον ορθό δρόμο προτού λοξοδρομήσει.

Η διήκουσα αρχή που διαπερνάει τη μοναστική εξαγόρευση των λογισμών είναι προφανής: περιγράφεται με τον ακόλουθο τρόπο στο Γεροντικό, τη συλλογή αυτή των αποφθεγμάτων των Πατέρων της ερήμου:

Εάν ανήθικες σκέψεις σε προβληματίζουν, μην τις κρύψεις, αλλά εξομολογήσου τις αμέσως στον πνευματικό σου και καταδίκασέ τες.

Όσο περισσότερο ένας άνθρωπος φανερώνει τις σκέψεις του, τόσο περισσότερο αποκτά δύναμη. Αλλά μια κακή σκέψη, όταν έρχεται στην επιφάνεια, αμέσως καταστρέφεται.

Εάν κρύβεις πράγματα, αυτά διαθέτουν μεγαλύτερη δύναμη πάνω σου, αλλά εάν τα φανερώνεις ενώπιον τού Θεού, ενώπιον κάποιου άλλου, στην περίπτωση αυτή θα μαραθούν και θα χάσουν τη δύναμή τους.

Η διαδικασία να φέρει κανείς στο φώς ό,τι είναι κρυμμένο, έχει αποφασιστική αξία για την πνευματική νουθεσία. Πρόκειται, βεβαίως, εδώ επίσης και για μία αρχή της σύγχρονης ψυχοθεραπείας, αν και οι Πατέρες τής ερήμου τη σκέφτηκαν πρώτοι πριν από τον Φρόιντ και τον Γιούνγκ.

*

Εάν το μοντέλο της δημόσιας εξαγόρευσης των αμαρτιών έχει δικανικό χαρακτήρα, το μοντέλο αυτό της πνευματικής νουθεσίας είναι περισσότερο θεραπευτικό. Η εξομολόγηση, όπως την ξέρουμε σήμερα, εκφράζει την από κοινού ανάπτυξη των δύο τάσεων.

Από τον 4ο αιώνα και εξής, με την αύξηση του αριθμού των χριστιανών, το σύστημα της δημόσιας εξαγόρευσης των αμαρτιών έπεσε σταδιακά σε αχρησία. Σε μία μεγαλύτερη χριστιανική κοινότητα, η εμπιστοσύνη που υπήρχε στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες της Εκκλησίας άρχισε να χάνεται. Το να συζητήσει κανείς δημόσια, ενώπιον του συνόλου της κοινότητας, τις αμαρτίες των επιμέρους μελών της κατέστη τελικά αιτία σκανδάλων.

Επομένως από τον 4ο αιώνα και εξής, η μετάνοια έχασε σταδιακά τον δημόσιο χαρακτήρα της. Κατέληξε τελικά να είναι μια προσωπική συνάντηση μεταξύ του επισκόπου και εκείνου που είχε αμαρτήσει. Επίσης με την αύξηση του αριθμού των χριστιανών, ο επίσκοπος μόνος του δεν μπορούσε να διαχειρίζεται την πρακτική της μετάνοιας, με αποτέλεσμα να αναθέσει το καθήκον αυτό σε συγκεκριμένους ιερείς.

*

Αυτό που φέρνουμε στον Χριστό δεν είναι μια εξαντλητική λίστα αμαρτιών, αλλά τον ίδιο τον εαυτό μας. Δεν φέρνουμε απλά τις αμαρτίες μας, αλλά την αμαρτωλότητά μας, επειδή συχνά η αμαρτωλότητα είναι πολύ βαθύτερη από την εξαγόρευση ορισμένων συγκεκριμένων πράξεων.

Αλλά και πάλι δεν απομονώνουμε την αμαρτωλότητά μας από ολάκερη την προσωπικότητά μας. Αυτό που φέρνουμε ενώπιον του Χριστού κατά την εξομολόγηση είναι ο εαυτός μας, και για κάτι τέτοιο απαιτείται χρόνος.

Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 52-53, 53, 58). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 53).

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2025

η πρακτική της πνευματικής νουθεσίας


[...] υπάρχει και μια άλλη πηγή για το μυστήριο της Εξομολόγησης, όπως το ξέρουμε σήμερα. Πρόκειται για την πρακτική της πνευματικής νουθεσίας, που συναντάται για πρώτη φορά στον αιγυπτιακό μοναχισμό του 4ου αιώνα, αν και χωρίς αμφιβολία η πρακτική αυτή ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Δεν γνωρίζουμε ωστόσο, πολλά γι' αυτήν μέχρι την ανάδυση του μοναχισμού.

Στην έρημο της Αιγύπτου, όπως μαθαίνουμε από το Γεροντικό και τα Αποφθέγματα, σημαντική δουλειά γινόταν με τη φανέρωση των λογισμών. Ο υποτακτικός θα πήγαινε ίσως καθημερινά στον πνευματικό του, για να τού ανοίξει την καρδιά του. Αυτό είναι κάτι τελείως διαφορετικό από το σύστημα της δημόσιας εξομολόγησης.

Πριν από όλα, ακολουθεί ένα πρόγραμμα, δεν είναι μία έκτακτη διαδικασία. Σε πολλά μοναστικά κέντρα, κάτι τέτοιο συμβαίνει καθημερινά.

Δεύτερον, αποτελεί ιδιωτική υπόθεση και όχι δημόσια. Λαμβάνει χώρα σε κλίμα εχεμύθειας. Δεν εμπλέκει άμεσα την ιεραρχία της Εκκλησίας.

Ο πνευματικός πατέρας -στο μοναστικό περιβάλλον, ο γέροντας- θα μπορούσε να είναι και λαϊκός, όχι μόνο ιερέας.

Ο Μέγας Αντώνιος δεν υπήρξε ποτέ ιερέας, ωστόσο διαμόρφωσε με πολλούς τρόπους το πρότυπο τού μοναχού πνευματικού πατέρα. Ο Αθανάσιος τόν αποκαλεί ιατρό, ευλογία τού Θεού για ολάκερη την Αίγυπτο. Ο πνευματικός πατέρας τού αγίου Συμεώνος του Νέου Θεολόγου τού 11ου αιώνα, ο Συμεών ο Στουδίτης, ούτε εκείνος ήταν ιερέας. Ο άγιος Σιλουανός ο Αγιορείτης επίσης δεν ήταν ιερέας. Στον Άθω σήμερα εγκαταβιούν πολλοί πνευματικοί πατέρες που είναι μοναχοί.

Πράγματι η παροχή πνευματικής νουθεσίας μπορεί κάλλιστα να γίνει κι από έναν λαϊκό χριστιανό -άνδρα ή γυναίκα-, έναν άνθρωπο που δεν έχει δώσει μοναστικό όρκο, έστω κι αν κάτι τέτοιο είναι μάλλον σπάνιο.

*

Στην πρακτική αυτή της πνευματικής νουθεσίας, ο σκοπός είναι πολύ ευρύτερος από ό,τι στην επίσημη διαδικασία τής μετάνοιας στην Εκκλησία. Αυτό που εξομολογείσαι στον γέροντά σου δεν είναι απλά οι αμαρτίες σου, αλλά επίσης και οι έγνοιές σου. Δεν μιλάς απλά για εκείνα που έχεις κάνει λάθος, αλλά μοιράζεσαι μαζί του όλο το είναι σου, την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι.

Η ελπίδα είναι ότι, αποκαλύπτοντας τις σκέψεις σου στον γέροντά σου, στην πραγματικότητα αποφεύγεις να διαπράξεις αμαρτία. Με άλλα λόγια, η μετάνοια λειτουργεί προληπτικά, μαζεύοντας και πάλι τα κομμάτια σου μετά την κατάρρευση. Αλλά με τη χρήση της πνευματικής νουθεσίας, ελπίζεις ότι τελικά θα μπορέσεις να αποφύγεις την ίδια [την] κατάρρευση.

*

[...] Κάποτε, πήγε κάποιος να [...] εξομολογηθεί, λέγοντας στον αρχιεπίσκοπο Ιωάννη: «Ναι, καταλαβαίνω ότι αμάρτησα. Με το μυαλό μου, εκτιμώ πως ό,τι έχω κάνει είναι λάθος, αλλά η καρδιά μου είναι σαν πέτρα -δεν αισθάνομαι θλίψη, ή τύψεις». Η εξομολόγηση έγινε αμέσως πριν από τη θεία Λειτουργία, ενώ ο ναός ήταν ήδη γεμάτος από πιστούς. Ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης είπε στον άνδρα: «Πήγαινε στο κέντρο του ναού, γονάτισε ενώπιον όλων αυτών των ανθρώπων και ζήτησέ τους συγχώρηση, και μετά έλα πάλι σε μένα».

Έτσι κι έγινε. Κι όταν ήταν γονατιστός ενώπιον του κόσμου ζητώντας συγχώρηση, μια απότομη αλλαγή συνέβη μέσα του. Ξαφνικά, η σκληρότητα της καρδιάς του εξαφανίστηκε. Ξαφνικά, ό,τι εμπόδιζε τα δάκρυα των τύψεών του εξέλιπε και τώρα πλέον μπορούσε να κλάψει για τις αμαρτίες του, για να λάβει στο τέλος άφεση.

Αυτό αναδεικνύει τη σημασία του ιερέα ως εκπροσώπου της κοινότητας. Χρειάζεται να ζητήσουμε συγχώρηση κι από τους αδελφούς μας.

Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 49-51, 68-69).