Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009

δι' απειροσύνην


Αλλ' ό τι του ζην φίλτερον άλλο
σκότος αμπίσχων κρύπτει νεφέλαις·
δυσέρωτες δή φαινόμεθ' όντες
τούδ' ότι τούτο στίλβει κατά γην,
δι' απειροσύνην άλλου βιότου
κουκ απόδειξιν των υπό γαίας·
μύθοις δ' άλλως φερόμεσθα.


Ευριπίδη, Ιππόλυτος (στιχ. 191-197).

'Ομως ό,τι είν' άλλο απ' τη ζωή καλύτερο, σκοτάδι τυλίγοντας με σύννεφα το κρύβει· κ' έτσι με πάθος φανερά πιανόμαστε από τούτη, γιατί τούτη γυαλίζει μόνο πα στη γη μας, αφού είμαστε όλοι ανίδεοι για την άλλη ζήση κι' ούτε έχομε μαρτύρους για τον κάτω κόσμο· μα έτσι, στην τύχη μάς τραβούν τα παραμύθια. (μτφρ. Κ. Κοντός)


Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2009

οι λόγοι των όντων


Κάτι ανάλογο σκέφτηκα κι εγώ και φοβήθηκα μήπως τυφλώσω απολύτως τον νου μου, καθόσον κοιτάζω τα πράγματα με τα μάτια μου και προσπαθώ να τα καταλάβω με κάθε αίσθησή μου. Κι έτσι μού φάνηκε πως πρέπει να καταφύγω στους λόγους και να εξετάσω σε αυτούς την αλήθεια των πραγμάτων.


Πλάτωνος, Φαίδων 99e1-6


Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2009

στον αντίποδα


Προσπάθησε η Νεωτερική Δύση να απορρίψει το μεσαιωνικό θρησκευτικό παρελθόν της, αλλά χωρίς να εντοπίσει ότι το θεμελιακό γνώρισμα αυτού του παρελθόντος (βασικό γνώρισμα της φυσικής θρησκείας) ήταν ο ατομοκεντρισμός, η προτεραιότητα θωράκισης του εγώ. 'Ετσι και οι πιο επαναστατικές αρνήσεις του θρησκευτικού μεσαιωνικού παρελθόντος (ο μαχητικός αθεϊσμός, ο συνεπής αγνωστικισμός και μηδενισμός, η υλιστική ωφελιμοθηρία και ο ηδονισμός) παρέμειναν παγιδευμένες στην αυτονόητη ατομοκρατία, στην απόλυτη προτεραιότητα της εγωτικής κατασφάλισης. Η Νεωτερική Δύση δεν υποψιάστηκε ποτέ, ούτε κατά προσέγγιση, τον κοινωνιοκεντρικό χαρακτήρα της αρχαιοελληνικής γνωσιοθεωρίας (το κριτήριο κοινωνικής επαλήθευσης της γνώσης) και τον κοινωνιοκεντρικό χαρακτήρα της εκκλησιαστικής οντολογίας (την υπαρκτική-υποστατική ετερότητα ως ελευθερία πραγματοποίησης σχέσεων, πληρωματική ελευθερία της αγάπης).


Χρήστος Γιανναράς, Το αίνιγμα του κακού (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2008, σ. 140).


Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2009

ενεργεία


...όλες οι πρωταρχικές οντότητες στο σύμπαν είναι απαλλαγμένες από τη δύναμη. Ο Θεός είναι ενεργεία με την πληρέστερη σημασία του όρου, γιατί είναι πάντοτε αυτό που είναι σε κάθε χρονική στιγμή και δεν έχει κανένα στοιχείο απραγματοποίητης δυνατότητας.

[...]

Η θεωρία του Αριστοτέλη για την προτεραιότητα της ενέργειας τον οδηγεί να αρνηθεί την ύπαρξη μιας αρχής του κακού μέσα στον κόσμο (Μετά τα φυσικά 1051a4-21). Το δυνάμει ον υπερέχει τόσο από την κακή ενέργεια όσο υπολείπεται από την αγαθή. Αν το αΐδιον δεν μπορεί να έχει κανένα στοιχείο δύναμης, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να έχει κανένα στοιχείο κακού. "Κακό δεν υπάρχει έξω από τα επιμέρους πράγματα" (ουκ έστι το κακόν παρά τα πράγματα). Με άλλα λόγια, το κακό δεν είναι ένα αναγκαίο γνώρισμα του σύμπαντος, αλλά ένα παραπροϊόν της κοσμικής διαδικασίας, το οποίο προκύπτει περιστασιακά κατά την προσπάθεια των επιμέρους να φθάσουν την τελειότητα που τούς αναλογεί και έτσι να προσεγγίσουν όσο περισσότερο μπορούν τη θεϊκή ζωή, "να γίνουν όσο αθάνατα μπορούν" (εφ' όσον ενδέχεται αθανατίζειν) (Ηθικά Νικομάχεια 1177b33). Το γεγονός ότι, σε μεγάλο βαθμό, δεν το κατορθώνουν οφείλεται στην ύλη ή στην αναγκαιότητα, που δεν είναι όμως αρχή του κακού, αλλά μια αρχή ουδέτερη ως προς το κακό και το αγαθό.


W. Ross, Αριστοτέλης (έκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001 (3η), σσ. 252, 253).


Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009

το κακό


... για την εκκλησιαστική εμπειρία δεν έχει οντολογική υπόσταση το κακό, έχει όμως οντολογικό περιεχόμενο: Δεν έχει υπόσταση, επειδή κανένα υπαρκτό (ούτε και ο διάβολος) δεν είναι από τη φύση ή ουσία του κακό· το κακό ερείδεται στην ελευθερία λογικών υπάρξεων, όχι σε κάποια δεδομένη φύση που να την υποστασιάζουν (να την καθιστούν υπόσταση, συγκεκριμένη ύπαρξη) έλλογα όντα. Δεν υπάρχει μια δεύτερη, παράλληλη με τον Θεό, αναίτια αιτιώδης αρχή του υπαρκτικού γεγονότος κατά φύσιν κακή, ένας δεύτερος πόλος κακού ανταγωνιστικός της αγαθότητας του Θεού.

'Εχει, ωστόσο, οντολογικό περιεχόμενο η έννοια του κακού, που σημαίνει ότι η ελευθερία των προσωπικών (κτιστών) υπάρξεων μπορεί να συγκροτήσει το κακό ως γεγονός, δηλαδή ως τρόπο της υπάρξεως – τρόπο αντίθετον προς τον Τριαδικό της θείας αγάπης. Να αναγάγει η ελευθερία του έλλογου κτιστού τον τρόπο της κτιστότητας (υπαρκτικό τρόπο του αιτιατού διάφορον του τρόπου της αναίτιας Αιτίας) σε ελεύθερη επιλογή, δηλαδή σε ενεργό άρνηση του τρόπου της όντως υπάρξεως.

Στην προοπτική αυτή, την εκκλησιαστική, η εμμονή στον ατομοκεντρισμό του κτιστού, η ελεύθερη επιλογή του, είναι επιλογή και εμμονή στον τρόπο της υπαρκτικής αυτοτέλειας και ιδιοτέλειας, τρόπο που συνεπάγεται για τα κτιστά την περατότητα και τον θάνατο – είναι επομένως επιλογή του κακού.


Χρήστος Γιανναράς, Το αίνιγμα του κακού (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2008, σσ. 143-144).


Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2009

εύθραυστο και αφανέρωτο


Βάρκιζα τέλος*


Κάποτε κι ο χαβαλές δαγκώνει. Κάποτε το βούλιαγμα της χώρας στην επιθεωρησιακή πλευρά της πολιτικής, της δημοσιογραφίας και της τέχνης σκοτεινιάζει. Κάποτε ο κούφιος συγκρουσιακός λυρισμός «εξοστρακίζεται» στην πραγματικότητα. Δεν λέω, χαριτωμένο να διακόπτονται θεατρικές παραστάσεις (φευ, με την ενθάρρυνση των ίδιων των λειτουργών της, λες και η τέχνη έχει πάρει διαζύγιο από την πραγματικότητα, λες και η τέχνη είναι κορδέλα περιτυλίγματος της επικαιρότητας) ή να στολίζεται με σκουπίδια το χριστουγεννιάτικο δέντρο (συμβατική απομυθοποίηση ενός συμβατικού εθίμου), αλλά τι συμβαίνει όταν τα καλάσνικοφ και οι επιθετικές χειροβομβίδες διακόπτουν τη βραδινή σιγαλιά στα «εξεγερμένα» Εξάρχεια;

[...]

Ας συναισθανθούμε όλοι, μεσήλικες (ενοχικοί και απενοχοποιημένοι από μεταπολιτευτικά σύνδρομα), νέοι (κι αυτοί που διαδήλωσαν κι αυτοί που βγήκαν εκτός εαυτού κι αυτοί που κουράστηκαν αντί για παιδεία να χάφτουν απραγματοποίητες μεταρρυθμίσεις ή ετοιμοπαράδοτες εξεγερσιακές παπαρδέλες), κυρίως όμως το σιωπηλό πλήθος, ότι ο δημόσιος χώρος, ο κοινός βίος, οι θεσμοί είναι αδιαπραγμάτευτα αγαθά πέραν των κομμάτων, των ιδεολογικών συρμών και της κρίσιμης επικαιρότητας -είναι κάτι βαθύ, σάρκα εκ της σαρκός μας, κάτι συλλογικά προσωπικό, εξ ου και εύθραυστο και αφανέρωτο.


Γράφει ο Μισέλ Φάις, στις ΕΝ-ΣΤΑΣΕΙΣ της χθεσινής (7-1-09) Ελευθεροτυπίας. Με αστερίσκο δίνει ο ίδιος σύνθημα από τους τοίχους των Εξαρχείων. (Ολόκληρο και στο Σημείο Βρασμού του).

*

Από την άλλη υπάρχει κι αυτό εδωδά και κοάζει. Ας το αποκαλέσω δημοσιογραφική αποκάλυψη.


Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2009

νῆφε ἐν πᾶσι


'Οταν το σώμα της Εκκλησίας, ευχαριστιακή κοινότητα συγκεκριμένη σε τόπο και χρόνο, κηδεύει αγαπημένο, οργανικό μέλος της που εξεδήμησε, η μετοχή στην εκκλησιαστική εκφορά και κατευόδωση ενδέχεται να φωτίζει τη διαφορετική από την τρέχουσα (θρησκευτική-ατομοκεντρική) κατανόηση της σωτηρίας: Είναι η αγάπη των εν Εκκλησία αδελφών που αγκαλιάζει τον μεταστάντα αδελφό και τον εναποθέτει στον «παράδεισο». Ακριβώς όπως η αγάπη του Χριστού αγκάλιασε τον ληστή και τον μετέστησε αυθημερόν «εν παραδείσω». Τα αμαρτήματα, εγκλήματα του ληστή και κάθε ανθρώπου έχουν ελάχιστη ή καμιά σημασία, επειδή η σωτηρία δεν είναι ατομική, πηγάζει από το ανήκειν – το αγαπάν και αγαπάσθαι. Αυτή η πολύ απλή μαρτυρία ίσως απηχεί κάτι από τη γεύση χαράς της εκκλησιαστικής ελπίδας.


Χρήστος Γιανναράς, Το αίνιγμα του κακού (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα Νοεμβρ. 2008, σ. 264).


*

Η ως άνω παράγραφος αντλημένη από το πιο πρόσφατο γιανναρικό (θεολογικό) έργο, ίσως η σημαντικότερη παράγραφος μέσα σε 265 σελίδες κειμένου καθόλου πρωτότυπου (αν εξαιρέσει κανείς το 12ο και το 17ο κεφάλαιο), φωτίζεται από την αφιέρωση του βιβλίου στην πρώτη σελίδα:

...Της Τατιάνας
.............με ευγνωμοσύνη
..για τις ευτυχισμένες μέρες
και τις προτελεύτιες οδυνηρές
.τις αποκαλυπτικά πολύτιμες

*

Η παράγραφος αυτή δεν αναφέρεται στην αποκατάσταση των πάντων αλλά προστρέχει στο κοινό αίτημα για την παράδεισο που βρίσκεται στα χείλη όλων όσων έχουμε βρεθεί σε εξοδίους ακολουθίες. Το θέτει καίρια κι ο Παύλος ήδη με τον σημερινό απόστολο (Β' Τιμόθεον δ' 5-8), όπου η κατάκλειδα:

8 λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοὶ, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ.



*


Το 12ο κεφάλαιο στέκεται κριτικά απέναντι στις θέσεις του π. Φλωρόφσκυ για το αναιτιολόγητο του κακού [-"Αν δεν ερμηνευθεί η καταγωγή και η αιτία του κακού σε οντολογικό (υπαρκτικών δεδομένων) επίπεδο, μένει δίχως οντολογικό περιεχόμενο και η αναφορά σε νίκη καταπάνω στο κακό, νίκη που πηγάζει από τον σταυρό και την ανάσταση του Χριστού", (σ.164) και [να] "ερμηνεύσουμε το κακό ως τον τρόπο υπάρξεως του κτιστού με θεληματική όμως άρνηση της προσφερόμενης στο κτιστό υπαρκτικής δυνατότητας να μετάσχει στον τρόπο του ακτίστου...»" (ό.π.), πρβλ. το παράπονο στη σ. 172-], ενώ το 17ο κεφάλαιο εξετάζει εκκρεμότητες γύρω από τον αν ο θάνατος μηδενίζει την ύπαρξη (σσ. 253 κ.εξ.). Την καθόλου ύπαρξη. Αναπόφευκτα ο γράφων βάλλει και την εξόδιο ακολουθία(!;) ή τις ευχές εις κεκοιμημένους για να καταλήξει στην ως άνω διατύπωση χαράς (σ. 264, πρβλ. σσ. 259 και 261-262).


-----
στον τίτλο 3 λεξούλες από το Β' Τιμ. δ' 5.