Πέμπτη 25 Απριλίου 2024

ένας συνηθισμένος άνθρωπος


Αληθινός σκοπός τού έρωτα είναι να διαιωνίση το αντικείμενό του, να το απαλλάξη από τον θάνατο και την αποσύνθεση, να το ξεγεννήση οριστικώς στο κάλλος.

Η νεανική ερωτική σύγκρουση τού φιλοσόφου τού Έρωτα θα μπορούσε να ανιχνευθή και μόνο στο γεγονός ότι ενώ προσέγγισε με την σκέψη του αυτό το καθήκον, ενώπιόν του εδίστασε, δεν αποφάσισε να το κατανοήση και να το αναλάβη μέχρι το τέλος, ενώ αργότερα, φυσικά, ουσιαστικά το απέρριψε.

Δοκιμάζοντας βιωματικά την δύναμη και τών δύο Ερώτων και αναγνωρίζοντας με τον νού του την υπεροχή τού ενός από αυτούς, δεν τόν άφησε να νικήση και στην πράξη.

Ικανοποιήθηκε νοερώς από αυτόν, λησμονώντας ότι η αξία αυτής τής σκέψεως συνδέεται αδιαρρήκτως με το χρέος τής εκπληρώσεώς της, με την απαίτηση να μην παραμείνη μόνο σκέψη· λησμονώντας το δικό του συμπέρασμα, ότι ο Έρως γεννά «εν καλώ», δηλαδή στην κατ' αίσθησιν πραγματοποίηση του ιδανικού, ο Πλάτων τόν άφησε να γεννά μόνο στην θεωρία.

Ποιά είναι η αιτία αυτής τής ασυνέπειας; Η πιο συνηθισμένη: αφού ανυψώθηκε και αυτός με την θεωρία πάνω από την πλειοψηφία των θνητών, απεδείχθη ότι στην καθημερινή ζωή δεν ήταν παρά ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Η σύγκρουση των υψηλών απαιτήσεων με την υπαρξιακή αδυναμία είναι εξόχως δραματική ειδικά στον Πλάτωνα, γιατί αυτός συνειδητοποιούσε καλύτερα από κάθε άλλον αυτές τις απαιτήσεις, και καλύτερα από κάθε άλλον θα μπορούσε να υπερβή τις δυσκολίες με την μεγαλοφυΐα του.

*

[...] ο ασκητισμός καθ' εαυτόν δεν μπορεί να αποτελή τον ύψιστο δρόμο τού ανθρωπίνου Έρωτος. Στόχος του είναι να διαφυλάξη την δύναμη τού θείου Έρωτος στον άνθρωπο από ενδεχόμενη παράχρησή του από το αυτονομούμενο ζωώδες ένστικτο, να τόν διαφυλάξη αγνό και αμόλυντο.

Να τόν διατηρήση αγνό, για ποιό λόγο; Η κάθαρση τού Έρωτα είναι και ωφέλιμη και αναγκαία, αφού στους τόσους αιώνες της ανθρωπίνης ιστορίας πρόλαβε να μολυνθή τόσο πολύ. Στον υιό τής θείας χάριτος δεν αρκεί μόνον η αγνότης. Απαιτεί το πλήρωμα των χαρισμάτων για μία ζωντανή δημιουργία.

Έτσι λοιπόν, για τον άνθρωπο, εκτός από τούς τέσσερις προαναφερθέντες δρόμους τού Έρωτα -δύο καταραμένους και δύο ευλογημένους- υπάρχει ακόμη και ένας πέμπτος, ο τέλειος και οριστικός δρόμος που αληθώς τόν αναγεννά και τον θεοποιεί.

*

[...] ο δρόμος τού υψίστου Έρωτος, που ενώνει το άρρεν με το θήλυ, το πνευματικό με το σαρκικό, αποτελεί κατ' ανάγκην εξ αρχής την ένωση ή την αλληλεπίδραση τού θείου με το ανθρώπινο, ή αλλιώς την διαδικασία τ
ης θεώσεως του ανθρώπου.

Ο Έρωτας, ως σαρκικό πάθος, έχει πάντα ως αντικείμενό του την σαρκικότητα· η μεταξύ τους ενότητα είναι αντάξια του Έρωτος, δηλαδή είναι θαυμαστή και αθάνατη, δεν αποτελεί προϊόν της γής, ούτε πέφτει έτοιμη από τον ουρανό, αλλά επιτυγχάνεται ως άθλος τού πνευματικού και τού φυσικού, του θείου και του ανθρωπίνου.

Βλαδίμηρος Σαλαβιώφ, Το προσωπικό δράμα του Πλάτωνος (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 1999, σσ. 92-93, 98, 99-100).

Κυριακή 21 Απριλίου 2024

ο χωρισμός τους δεν τόν θλίβει καθόλου


Πάντα μού προκαλούσε κατάπληξη, στον Φαίδωνα όπου ιδιαιτέρως εμπνευσμένα διατυπώνεται αυτός ο δυϊσμός, το χαρακτηριστικό της αφελούς σκληρότητος και η έλλειψη κάθε αβρότητος, τα οποία, πιστεύω, πρέπει να τα χρεώσωμε στον Πλάτωνα και όχι στον Σωκράτη.

Σε κάποιο σημείο του διαλόγου ο μελλοθάνατος σοφός μας αφήνει να καταλάβωμε (ενώ κάπου αλλού το λέει ευθέως στους μαθητές του που έκλαιγαν) ότι ο χωρισμός τους δεν τόν θλίβει καθόλου, αφού στο επέκεινα υπολογίζει ότι θα συναντηθή και θα συναναστραφή με ανθρώπους πολύ πιο ενδιαφέροντες απ' αυτούς.

[σημ. Θα ήταν πολύ ωφέλιμο να συγκρίνουμε αυτά με την αποχαιρετιστήριο συζήτηση του Χριστού με τους Αποστόλους, την οποία μάς διασώζουν τα Ευαγγέλια].

Νομίζω ότι εάν δεν ήταν η ασθένεια που εμπόδιζε τον Πλάτωνα να ευρίσκεται ανάμεσα σ' αυτούς τους θρηνούντες μαθητές, τότε, και μόνο από εγωισμό, δεν θα έβαζε στα χείλη του Σωκράτους μια τέτοια αδιάκριτη παρηγοριά. Έστω όμως κι αν σ' αυτή την ιδιαίτερη περίπτωση ο δυϊστικός ιδεαλισμός μπορούσε να διατυπωθή με έναν τρόπο πιο λεπτό και γλαφυρό, η ουσία του απεδόθη με αρκετή σαφήνεια, και είναι απολύτως προφανές ότι σ' αυτή την θεώρηση δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για μια θετική σχέση ανάμεσα στους δύο κόσμους.

*

Συνέβη όμως κάτι ανορθόλογο. Εμφανίσθηκε μία ενδιάμεση δύναμη ανάμεσα στους θεούς και τους θνητούς - δεν ήταν ούτε θεός ούτε άνθρωπος, αλλά κάποια ισχυρή δαιμονική και ηρωική ύπαρξη. Το όνομά της είναι Έρως, και καθήκον του η οικοδόμηση της γέφυρας ανάμεσα στον ουρανό και την γή, ανάμεσα στους θεούς και τον Άδη.

Δεν είναι θεός, αλλά φυσικός και ύπατος ιερέας της θεότητος, δηλαδή μεσίτης, γεφυροποιός.

*

Και εδώ ο κοσμοπολίτης λαός διετήρησε την παράδοση, σύμφωνα με την οποία το όνομα τής αιωνίου πόλεώς του πρέπει να έχη χαρακτήρα ιερό (όπως και στην περίπτωση τού ποντίφηκος) και αναγιγνωσκόμενο από δεξιά προς τα αριστερά, από δύναμη μετατρέπεται σε αγάπη: η λέξη Roma (σύμφωνα με την ελληνική Ρώμη-δύναμη, στην δωρική διάλεκτο Ρώμα· σύγκρινε το γνωστό: «Χαίρε μοι, Ρώμα, θύγατερ Άρηος») διαβάζεται με τον πρωταρχικό σημιτικό τρόπο ως Αmor.

*

[...] Πηγαίνει στους Πυθαγορείους στην Μεγάλη Ελλάδα (δηλαδή στην Κάτω Ιταλία). Το πρώτο αποτέλεσμα αυτού του ταξιδιού ήταν μία εγγύτερη, από ό,τι στο παρελθόν, γνωριμία του Πλάτωνος με την διδασκαλία των Πυθαγορείων, η οποία διαφαίνεται στον κοσμολογικό του διάλογο Τίμαιος. Από την άλλη όμως πλευρά, ο Τίμαιος -όπως και ένα άλλο σημαντικό του έργο, ο Φίληβος- ανεξαρτήτως από την πυθαγόρειο επίδραση, φέρει φανερά και βαθειά τα ίχνη εκείνης της γενικής αλλαγής της κοσμοθεωρίας, η οποία έγινε στον Πλάτωνα ως προς την ερωτική του φιλοσοφία.

Δεν γίνεται πλέον καμμιά αναφορά στην απόλυτη αντίθεση των δύο κόσμων και των δύο φύλων· έμεινε μόνο η σχετική αντίθεση των αρχών που δημιουργούν το Σύμπαν. Στ
ον Τίμαιο το κέντρο βάρους εντοπίζεται στην σύνδεση του ιδανικού Είναι με το υπαρκτό, την παγκόσμιο ψυχή -μία άλλη ονομασία του Έρωτος.

Βλαδίμηρος Σαλαβιώφ, Το προσωπικό δράμα του Πλάτωνος (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 1999, σσ. 82, 83, 83-84, 105-106).

Τετάρτη 17 Απριλίου 2024

η πλατωνική αγάπη - έρως


Ορισμένα ερωτικά ποιήματα που σώθηκαν μέχρι τις μέρες μας και φέρονται ως δημιουργήματα τού Πλάτωνος, εάν θα ήταν αυθεντικά θα μάς έδειχναν τις πραγματικές σχέσεις τού μελλοντικού φιλόσοφου προς κάποια πρόσωπα τού ενός ή τού άλλου φύλου. Ενδιαφέρον όμως δεν έχουν αυτές οι ποιητικές εκδηλώσεις των ενστίκτων, αλλά η ερωτική κρίση, που συνειδητά εβίωσε ο Πλάτων στα μέσα της ζωής του και η οποία απαθανατίστηκε στον Φαίδρο και το Συμπόσιον.

[...] οι δύο προαναφερθέντες διάλογοι μάς παρέχουν αρκετές μαρτυρίες τόσο για την ίδια την ιστορία [ενν. του ενδιαφέροντος αυτού προσωπικού ειδυλλίου], όσο και για το τί απεκόμισε από αυτήν ο Πλάτων. Μόνον αυτή η άγνωστη στις λεπτομέρειές της, αλλά αναγκαστικώς υποτιθεμένη ιστορία μάς δίνει το κλειδί για την αλλαγή που επακολούθησε στην κοσμοθεωρία τού Πλάτωνος, και μόνον αυτή μπορεί να μάς εξηγήση την μορφή και το περιεχόμενο του Φαίδρου και του Συμποσίου.

Τα δύο αυτά έργα, τόσο ως προς την φωτεινή και χαρούμενη διάθεσή τους, όσο και ως προς την ίδια τους την πλοκή, ξεχωρίζουν εμφανώς από τα υπόλοιπα γραπτά τού Πλάτωνος· υπάρχει άραγε η δυνατότης να υποθέσωμε ότι ο φιλόσοφος, που αντιμετώπιζε όλες τις ανθρώπινες υποθέσεις και τα ενδιαφέροντα ως «μη όντα» και ασχολείτο με αφηρημένες σχέσεις στον γνωσιολογικό και μεταφυσικό τομέα, μπορεί ξαφνικά, χωρίς κανένα λόγο, χωρίς κάποια ιδιαίτερη πραγματική και βιωματική αφύπνιση, να αφιερώση τα καλύτερα των έργων του στον έρωτα -θέμα το οποίο κάθε άλλο παρά αποτελούσε μέρος των φιλοσοφικών του ενδιαφερόντων- και να παραθέτη μια νέα θεωρία, η οποία όμως δεν έχει τύχει καμμιάς απολύτως θεμελιώσεως στις προηγούμενες αντιλήψεις του, η οποία όμως άφησε, έστω και εμμέσως, ίχνη βαθειά και ανεξίτηλα σ' ολόκληρη την μετέπειτα εξέλιξη της σκέψεώς του;

Το περιεχόμενο τού Φαίδρου και του Συμποσίου, που θεωρητικώς δεν συνδέεται και δεν συμβιβάζεται με τον αναχωρητικό ιδεαλισμό των «δύο κόσμων», μπορεί να κατανοηθή μόνον ως μετεξέλιξη, ως πρόοδος αυτού τού ιδεαλισμού, και να αποτελή προϊόν των νέων του εμπειριών από την ζωή.

Υποστηρίζοντας αυτές τις θέσεις, υποθέτω ότι οι δύο αυτοί διάλογοι ανήκουν στην μέση περίοδο της ζωής και της δημιουργίας τού Πλάτωνος. Η υπόθεση αυτή γίνεται δεκτή από την πλειοψηφία των εγκρίτων επιστημόνων.

*

Δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε προϊόν αφελούς παρεξηγήσεως η σύνδεση της υψηλόφρονος και αγνής, της ιδανικής, με μία λέξη της πλατωνικής αγάπης με το όνομα τού Πλάτωνος. Από τον ερωτικό βόρβορο, στον οποίο, όπως φαίνεται, έπεσε κάποια εποχή (αλλά ο οποίος δεν μπόρεσε να κρατήση για πολύ την ψυχή του) ο Πλάτων καλλιέργησε εάν όχι τούς ζωτικούς καρπούς τής πνευματικής του αναγεννήσεως, τουλάχιστον το εντυπωσιακό αγνό άνθος τής ερωτικής του θεωρίας.

Βλαδίμηρος Σαλαβιώφ, Το προσωπικό δράμα του Πλάτωνος (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 1999, σσ. 75-76, 80).

Σάββατο 13 Απριλίου 2024

το γεγονός του θανάτου του δασκάλου


Από ψυχολογικής πλευράς όμως τόσο το γεγονός του θανάτου του δασκάλου όσο και το ύψος τής ηθικής του αξίας, το οποίο επιβεβαιώθηκε και από τις συνθήκες τού θανάτου του, θα έπρεπε να ενισχύσουν εξαιρετικά την εκστατική και σεβαστική αγάπη τού Πλάτωνος προς τον νεκρό του δάσκαλο, πράγμα που δεν τού επέτρεπε να έχη αμφιβολίες για την αλήθεια τής διδασκαλίας του, ούτε να την καλύψη με μιά λιπόψυχη απογοήτευση.

Εάν όχι ισοβίως, εν πάση περιπτώσει κατά το πρώτο διάστημα, η επιρροή τού νεκρού Σωκράτους θα πρέπη να ήταν πολύ πιο ισχυρή απ' ό,τι όσο ζούσε και να καθόριζε αποφασιστικά τις συνειδητές αποφάσεις τού μαθητού του.

Υπήρχε και μία ακόμη ψυχολογική αιτία που θα απέτρεπε τον Πλάτωνα από την αυτοκτονία. [...] Ο Πλάτων ήταν αφιερωμένος στα ύψιστα αγαθά τού πνεύματος και ο θάνατος του Σωκράτη, εκτός από την μεγάλη θλίψη που τού προκάλεσε, τού κληροδότησε και μία τεράστια πνευματική κληρονομιά που τήν πολλαπλασίασε ο θάνατός του.

Η πλούσια σε αξίες ζωή και ο θάνατος τού Σωκράτους διήγειραν στην ψυχή τού Πλάτωνος πλήθος νεανικών πνευματικών δυνάμεων, τις οποίες η αγάπη του, ο σεβασμός και η θλίψη του για τον νεκρό εξύψωσαν ακόμη περισσότερο· ο πλούτος αυτός αποζητούσε μία θετική και δημιουργική διέξοδο στην ψυχή τού Πλάτωνος, χωρίς να αφήνη σ' αυτήν κενά, όπου θα μπορούσαν να φωλιάσουν αποφάσεις απογοητεύσεως.

Και το ίδιο βασανιστικό ερώτημα περί της αληθείας της ζωής και του θανάτου με την υπερπροσωπική, καθολική του σημασία, καθοδηγούσε την σκέψη του για να βγή από την ανόητη και στενόχωρη προσωπική θλίψη, την δηλητηριασμένη από τις σκέψεις περί αυτοκτονίας, στο φώς και την απλοχωριά της δημιουργίας.

*

Εάν ο Έρωτας είναι η θετική και ουσιαστική σχέση των δύο φύσεων -της θεϊκής και της θνητής- οι οποίες στο σύμπαν είναι διαχωρισμένες, ενώ στον άνθρωπο είναι ενωμένες μόνον επιφανειακώς, τότε σε τί άλλο μπορεί να συνίσταται το αληθινό, καθοριστικό του έργο, εάν όχι στο να μετατρέψη την θνητή φύση σε αθάνατη;

Βέβαια ο άνθρωπος, λόγω της υψίστης πλευράς της υπάρξεώς του, της λογικής του ψυχής, είναι έτσι κι αλλιώς αθάνατος κατά τον Πλάτωνα - οπότε εδώ δεν έχει κανένα έργο ή καθήκον να επιτελέση ο Έρως, ούτε κάν χρειάζεται. Το ερωτικό έργο μπορεί να συνίσταται στο να χαρίση αθανασία σ' εκείνο το μέρος τής φύσεώς μας το οποίο τήν στερείται εκ φύσεως, δηλαδή σ' εκείνο που συνήθως απορροφάται από το υλικό ρεύμα της γεννήσεως και του θανάτου. Ο Πλάτων θα έπρεπε λογικώς να καταλήξη σ' αυτό το συμπέρασμα.

Και στον Φαίδρο και στο Συμπόσιον καθαρά και αποφασιστικά διακρίνει και αντιπαραθέτει το κατώτερο και το ανώτερο έργο τού Έρωτος: το έργο του στον άνθρωπο-ζώο και το έργο του στον αληθινό άνθρωπο, τον υπεράνω της ζωώδους καταστάσεως.

Εδώ θα πρέπη να θυμηθούμε ότι στον ανώτερο άνθρωπο ο Έρως δρά, δημιουργεί, γεννά και δεν περιορίζεται στην σκέψη και την παρατήρηση. Αυτό σημαίνει ότι άμεσο αντικείμενό του δεν είναι οι διά της θεωρίας προσεγγιζόμενες ιδέες, αλλά η πλήρης ένσαρκος ζωή· και η αντίθεση ανάμεσα στους δύο Έρωτες δεν είναι παρά αντίθεση της ηθικής και της ανήθικης σχέσεως με την ζωή, αντίθεση αντίστοιχη με αυτήν μεταξύ σκοπών και αποτελεσμάτων της ιστορικής μας δράσεως.

Εάν ο ζωώδης Έρως, υποτασσόμενος στο τυφλό, άβουλο πάθος, δημιουργή την ζωή των σωμάτων για ένα σύντομο χρονικό διάστημα και μετά τα σώματα πεθαίνουν, τότε ο ανώτερος ανθρώπινος Έρως πρέπει να έχη ως πραγματικό του στόχο την αναγέννηση ή ανάσταση της ζωής για πάντα στα σώματα που έχουν ξεφύγει από την υλική διαδικασία της φθοράς.

Βλαδίμηρος Σαλαβιώφ, Το προσωπικό δράμα του Πλάτωνος (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 1999, σσ. 67-68, 68-69, 88-89).

Τρίτη 9 Απριλίου 2024

δολοφονήθηκε ο δίκαιος


Αν και διεδραματίσθη [ενν. το προσωπικό δράμα του Πλάτωνος] πριν από την εμφάνιση του χριστιανισμού, η όλη κατάσταση προσδιορίσθηκε πάνω σε βάση πνευματική. Δολοφονήθηκε ο πατέρας, όχι ο φυσικός, αλλά ο πνευματικός, ο παιδαγωγός της σοφίας, ο πατέρας με την άριστη ψυχή.

Αυτή είναι μία προσωπική, αν και διαχρονική υπόθεση. Να ποιό είναι το διαπροσωπικό της γνώρισμα: δολοφονήθηκε ο δίκαιος. Και η δολοφονία του δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας επονείδιστης προσωπικής πράξεως, ούτε μιας ιδιοτελούς προσδοκίας, αλλά τής επισήμου δημοσίας καταδίκης από μία νόμιμη εξουσία, της βουλήσεως της γενεθλίου πόλεώς του.

Και αυτό θα ήταν ίσως αδιάφορο, εάν ο δίκαιος εδολοφονείτο νομίμως για κάποια υπόθεση άσχετη με το ήθος του, ακόμη και αν ήταν αθώος.

Δολοφονήθηκε όμως εξαιτίας τού ήθους του, εξ αιτίας τής αληθείας που υπεστήριζε, εξ αιτίας της αποφασιστικότητάς του να εκπληρώση το ηθικό του χρέος μέχρι το τέλος.

*

Η τραγωδία δεν είναι προσωπική, δεν είναι υποκειμενική, δεν έγκειται στον χωρισμό του μαθητού από τον δάσκαλο, ή στον χωρισμό του υιού από τον πατέρα. Ο Σωκράτης, έτσι κι αλλιώς, δεν θα ζούσε για πολύ ακόμη.

Η τραγωδία έγκειται στο ότι η πιο προηγμένη κοινωνία των Αθηνών, δεν μπόρεσε να ανεχθή την απλή και απροκάλυπτη πηγή της αλήθειας· ότι η κοινωνική ζωή απεδείχθη ασυμβίβαστη με την προσωπική συνείδηση· ότι το έρεβος του απολύτου κακού ορθώθηκε και κατεβρόχθισε τον δίκαιο· ότι ο θάνατος απεδείχθη η μοναδική απάντηση στην αλήθεια, ενώ η ζωή και η ιστορική πραγματικότης κατετάγησαν στο πεδίο του κακού και του ψεύδους.

*

Ήταν όμως δυνατή η ζωή σ' αυτό το βασίλειο του κακού; Πώς να ζήση κανείς εκεί όπου ο δίκαιος πρέπει να θανατώνεται; Προσέξτε ότι αυτό το «να ζή κανείς ή να μη ζή», το οποίον ο Πλάτων υποχρεώθηκε να πή πάνω στο σκήνωμα του Σωκράτους, που ήπιε το κώνειο σύμφωνα με τον νόμο, είναι πολύ πιο καίριο και βαθυστόχαστο από το αντίστοιχο τού Άμλετ, που ειπώθηκε σε σχέση με την άνομη και συνωμοτική -δηλαδή ουσιαστικώς μεμονωμένη- δηλητηρίαση τού πατέρα του.

*

Όταν ο Άμλετ αναφωνή το δικό του «να ζή κανείς ή να μη ζή», εννοεί να ζήσω ή να μη ζήσω εγώ, ο Άμλετ· η ερώτηση είναι προσωπική, και ολόκληρος ο μονόλογος πλημμυρίζει από προσωπικά στοιχεία: τα χτυπήματα της μοίρας, τα όνειρα πέρα του τάφου, τα αγριόχορτα του κήπου.

Ο Πλάτων έθετε το ερώτημα διαφορετικά: να υπάρχη ή να μην υπάρχη η αλήθεια στη γή; Ερώτημα καθολικό, αν και, φυσικά, την σημασία του μπορούσε να την συναισθανθή μόνο μία μεγάλη προσωπικότης.

Ιδού η πραγματική αντιστοιχία, η αληθινή σύνθεση τού γενικού και του προσωπικού, της υποκειμενικής και της αντικειμενικής αρχής στο δράμα, μια σύνθεση που δεν επινοήθηκε από κανέναν ποιητή, αλλά προέκυψε από την ίδια την ιστορία.

Βλαδίμηρος Σαλαβιώφ, Το προσωπικό δράμα του Πλάτωνος (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 1999, σσ. 61-62, 62-63, 63, 64).

Παρασκευή 5 Απριλίου 2024

το πραγματικό νόημα της κατηγορίας


Το πραγματικό νόημα της κατηγορίας δεν ευρίσκετο στο ότι ο Σωκράτης δεν τούς τιμά [ενν. τους θεούς] (στην πραγματικότητα τιμούσε, μεταξύ άλλων, και αυτούς, αλλά μόνον επειδή ή στον βαθμό που όντως υπήρχε ή μπορούσε να υπάρξη και σε αυτούς κάτι θεϊκό), αλλά στο ότι

τούς τιμούσε κατά τρόπον ουσιαστικό, με βάση την εσωτερική τους σχέση με το απόλυτο, και όχι καταναγκαστικά· «φύσει, ου λέξεσι». Αυτό ήταν το έγκλημά του.

Και ενισχύετο από την κατηγορία ότι «εισάγει καινά δαιμόνια». Εδώ φαίνεται το αληθές τής μαρτυρίας για τον θετικό χαρακτήρα της διδασκαλίας του και ιδιαιτέρως για την σχέση του με την θρησκεία: δεν ελάττωνε το κεφάλαιο της λαϊκής ευσέβειας, αλλά απεναντίας προσέθετε σ' αυτό. Αλλά και ο εγκωμιασμός ακόμη της θρησκείας ήταν έγκλημα, γιατί και σ' αυτήν την περίπτωση ο Σωκράτης έπραττε ουσιαστικά, χωρίς να λογαριάζη τα εξωτερικά στοιχεία, παρά μόνο όσα είχε αναγνωρίσει ως αληθινές θεϊκές εμφανίσεις, είτε παλιές είτε νέες, είτε τις τιμά η πόλις είτε όχι.

Το τρίτο έγκλημά του ήταν ότι τα λόγια του είχαν απήχηση, ότι έθετε σε κίνηση τις ζωντανές καρδιές και διάνοιες που δεν είχαν ακόμη προλάβει να αποστεωθούν. Διέφθειρε την νεολαία υπονομεύοντας την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό της προς τους σκοτεινούς και κενούς καθοδηγητές, προς τους τυφλούς οδηγούς τυφλών.

*

ΧΙΙ. Ο Σωκράτης έπρεπε να θανατωθή ως εγκληματίας. Να ποιό ήταν το τραγικό χτύπημα που δέχθηκε ο Πλάτων στην αρχή του δράματος της προσωπικής του ζωής.

Όπως και σε ορισμένες αρχαίες τραγωδίες, ή ακόμη και στον σαιξπηρικό Άμλετ, το δράμα όχι μόνον ολοκληρώνεται, αλλά και αρχίζει με μία τραγική καταστροφή. Πόσο όμως βαθύτερη και πιο σημαντική είναι η ιστορική πραγματικότης από την ποιητική σύλληψη!

Βλαδίμηρος Σαλαβιώφ, Το προσωπικό δράμα του Πλάτωνος (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 1999, σσ. 54-55).

Δευτέρα 1 Απριλίου 2024

κοντά στο Παραπόρτι του Κάστρου


[...] Έτυχε εκείνη την ημέρα, που έγινε το ζέφκι των παλληκαριών, η θάλασσα να έχει ξεβράσει έναν πνιγμένο ναυαγό, που τόν είχαν σ' ένα κιβούρι στην εκκλησιά τού Άι-Γιάννη του Βάθους κοντά στο Παραπόρτι του Κάστρου, εκεί όπου τόν είχε άπνοο ξεμπαρκάρει το κύμα - Κύριος οίδε ποιά μάννα θα τόν έκλαιγε!

*

[...] ο καπτα-Μπάμπης μαθές, προλαβαίνει τρέχοντας να πάει πρώτος στον Άι-Γιάννη τού Βάθους από την αντίθετη όμως κατεύθυνση μη τυχόν και συναπαντηθούν πρόσωπο με πρόσωπο με τον Φραζέσκο.

Περνά τρεχοπετάμενος από την Αγία Υπακοή με τη γυμνόστηθη δίουρη γοργόνα στο τέμπλο της κάτω από τον Εσταυρωμένο στην Μπαρ'κιά, από τον άλλο Άι-Γιάννη, που τόνε λέμε τού Σ'χωρεμένου, από την Αγία Μονή κι από την Παναγιά την Πρυ'ανή, που κρέμεται με το αυλιδάκι της από τα μισογκρεμισμένα τειχιά και τον πύργο τού Κάστρου.

Τέλος, μπαίνει καμμιά φορά στον Άι-Γιάννη τού Βάθους κι αμέσως βγάζει τον [...].

*

- Να βγώ από την Πόρτα Γιαλού τού Κάστρου δίπλα στην Αγιά-Μονή των Γκίζηδω' κι αντί να πάω προς το Γιαλό απ' όπου ήρθα, να στρίψω δεξιά στα σοκάκια της Μπαρκιάς για ν' αποφύγω τη λύσσα τού αγέρα και τού κυμάτου, αλλά και τη νάμμο που με τέτοιο βάρος στο νώμο μου θα με βουλιάζει τώρα ώσμε το γόνατο; Ή καλύτερα... - τελικά δεν ηξεύρει τί να κάμει, τού είναι αδύνατο ν' αποφασίσει αυτή τη στιγμή.

Εκείνα τα προ τού ηλεχτρισμού χρόνια, δημόσια φανάρια στα σοκάκια τού νησιού ακόμη δεν υπήρχανε, σκοτάδι θεοσκότεινο παντού. [...]

*

[...] Η Φιορούλα είχε μια πρωτεϊκή μορφή, όπου στο πρόσωπό της παρέλαυναν επιδεικτικά και περιδιάβαιναν κατά την περίσταση οι μορφές όλων μαζί των γυναικών τού τόπου, εξ ού ίσως και η αόριστη «θολότη'», το νεφελώδες, περίεργο θάμπωμα, που λες και την επροστάτευε ωσάν προστατευτικό πέπλο από το περίεργο, το αναιδές και κατακτητικό βλέμμα τού φωτογραφικού φακού - αλλιώς, πώς να το εξηγήσεις;

[...] Πάντως, ήταν απόλαυση να βλέπεις το κασελάκι της, που λαμποκοπούσε κατάκοσμο [...].

Παναγιώτης Κουσαθανάς, Φιορούλα (έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2023, σσ. 22, 23, 32-33, 106, 107).

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024

καλλιγραμμάτων ή καλλιγραφημάτων


Ο Απολλιναίρ, για όποιον δεν τόν έχει ακουστά, ήταν ένας από τους πάπες της μοντέρνας ποίησης, ένας από τούς εισηγητές των «calligrammes» (καλλιγραμμάτων ή καλλιγραφημάτων) τον εικοστό αιώνα, μιας οπτικοποιημένης ποίησης κατασκευασμένης από λέξεις που σχηματίζουν διάφορα καλλίγραμμα σχέδια, μορφές ή αντικείμενα, μιάς ποίησης που την ονομάζουν «συγκεκριμένη» («poésie concrète»).

Η πρακτική αυτή τού Απολλιναίρ δεν ήταν καινούργια εφεύρεση, είχαν προηγηθεί στ' αρχαία χρόνια οι Αλεξανδρινοί με διάφορα παρόμοια «καλολογικά» πειράματα, σχολαστικά κι άψυχα τα περισσότερα, περιττά κι αχρείαστα στην Ποίηση.

Στην εποχή μας μετά τον Απολλιναίρ θα ακολουθούσαν άλλοι νεώτεροι ποιητές, άλλοτε με περισσότερο, συχνότερα όμως με λιγότερο πετυχημένους πειραματισμούς. Κάποιοι άλλοι αργότερα θα φτάσουν να δίνουν ακόμη και οδηγίες προς τούς αναγνώστες πώς να αναδιπλώσουν, να τσακίσουν τη σελίδα τού ποιήματος, ώσπου να απομείνει ορατό στο άσπρο χαρτί μόνο ένα βροντερό χαλκούνι ή λαμπαδιαστό πυροτέχνημα, μια λέξη ή φράση που αποτελούσε το καταστάλαγμα, το συμπέρασμα ή τη σημαντικότερη αράδα κατά τη γνώμη τού ίδιου τού ποιητή.

Υπερβολές, θα πεί κανείς, και θά 'χει δίκιο. Κακόγουστες υπερβολές και κουφότητες, όπως και πολλά άλλα από τα μοντέρνα λογοτεχνικά καμώματα, φτασμένα ώς εκεί όπου ξεκινά ο κατακρημνισμός τής στοχαστικής και φιλάνθρωπης Ποιήσεως. Άβυσσος η ανθρώπινη ψυχή, πού να βρεθεί το σκαντάγιο που θα τήνε βυθομετρήσει;

Παναγιώτης Κουσαθανάς, Φιορούλα (έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2023, σσ. 119-120).

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

άρχιζε τότες τον μοναχικό αντικριστό χορό του


Γλυκό μου παιδί,
παίρνω στις δυο παλάμες το αγαπητό σας κεφάλι
-τί παράξενη αίσθηση η αιωνιότητα τού κρανίου
μέσα στο εφήμερο τής κόμης,
η αιωνιότητα τού βράχου μέσα από την εφήμερη χλόη...*

[...] Άρχιζε τότες τον μοναχικό αντικριστό χορό του, που τόνε λένε και καρσιλαμά, έφερνε μισοζαλισμένος-μισοξυπνητός γυροβολιά στον ίδιο τον εαυτό του, αλλά το περισσότερο χόρευε με ερωτικά σείσματα και λυγίσματα σαν νά 'χε αντικρύ του ένα αόρατο ταίρι οπού αμίλητος το προκαλούσε, το προσκυνούσε ωσάν εικόνα και τού μιλούσε γαλίφικα με τη φιδίσια γλώσσα τού σώματος εξιστορώντας όλον τον πόθο, αλλά και την απελπισία που τόν βασάνιζε.

Ποτέ άλλοτε δεν έχεις δεί ανθρώπινο πλάσμα να χορεύει έτσι, για να δείξει τα πάθια τού έρωντα που το μαστιγώνουν σ' αυτή τη ζωή και τού τινάζουν το μυαλό όπως ο αγέρας τα δέντρα. Ήταν σαν να μην ήξερε πού πατεί, πού βαδίζει και πού βρίσκεται, γινόταν με άλλα λόγια άλλος άνθρωπος, άλλαζε η γλύκα τού προσώπου του κι ολόκληρος μεταμορφωνόταν σε στοιχειό ενός άλλου κόσμου, αλλοπαρμένο κι αλλοσούσσουμο.

Όλα αυτά, κι άλλα τόσα παράξενα κι αξήγητα που παρατηρούσες με εξαιρετικό ενδιαφέρον χωρίς να τα καταλαβαίνεις τότε, πολύ σε μπέρδευαν, πολλές και διάφορες σκέψεις κι απορίες, ακαθόριστες και θολές, μισοπραγματικές, μισοφανταστικές, ωστόσο πάντοτε θελκτικές και γαργαλιστικές, επερνούσαν από το μυαλό σου και το ελάφρωναν ή το σκότιζαν χωρίς να μπορείς να βάλεις σε τάξη όσα ατίθασα πηλαλούσαν μες στο τσερβέλο σου.

Στην ηλικία που ήσουν τότε, αλλά περισσότερο στην αμέσως μεγαλύτερη, την εφηβική, όλα τα πάντα λειτουργούσαν μέσα σου αμφίσημα ή αντίρροπα, αλλότρια ή φιλικά, άλλοτε με άλματα κι άλλοτε με σκουντούφλες. Αργότερα ωστόσο, όταν χλόισε και το δικό σου μουστακάκι, σχεδόν τα πάντα ξελαμπικάρησαν αίφνης εντός σου μπαίνοντας σε μία σειρά και τάξη, που είχε αρχή, μέση και τέλος.

Είναι στο ανθρώπινο μυαλό που αρέσουν οι μπερδεψιές κι οι ενοχές, το σώμα, ακόμη κι αν βάλθηκες στην αρχή να κάνεις ότι κωφεύεις στις εντολές του, εκείνο, αν κάποια στιγμή έσκυψες, να το ακροαστείς θενά το άκουσες, αύταρκες και ηγεμονικό, σοφό πάντα, πάντα σίγουρο να σε διδάσκει παρηγορητικά με κατανόηση, αλλά και με υπομονή κι επιμονή, το πρέπον κατά την περίσταση, παραμερίζοντας τα φλύαρα και τ' αχρείαστα, οπού χούι τους δεν έχουν άλλο παρέ να θολώνουν το καθαρό νερό. Φτάνει μόνο νά 'χεις αφτιά ν' ακούς και μάτια να βλέπεις.

Το σώμα ξέρει, ξέρει καλά αυτό κάθε φορά τί κάνει κι είναι φτειαγμένο του να μην υπακούει σε κανέναν ανθρώπινο ή εξ αποκαλύψεως κανόνα ή ηθικό νόμο και φραγμό παρέ μόνο στα εδικά του, τα καταδικά του προστάγματα, μαθές σ' εκείνα που δεν είναι άλλα από τις απαιτήσεις τού σαρκίου και τις εντολές τής σοφίας οπού το εκατασκεύασε, το διακατέχει και το κυβερνά έτσι κι όχι αλλιώς.

Αυτό άμα το εκατάλαβες έγκαιρα, θενά γλύτωνες από αχρείαστα βάσανα κι άλλες τόσες τύψεις και σκοτούρες - μόνο που σπάνια έρχεται αυτό το ευλοημένο και λυτρωτικό «έγκαιρα», τις περισσότερες φορές φτάνει αργά, όταν πια οι ενοχές σε έχουν για τα καλά ροκανίσει, και τότε το «έγκαιρα» πια δεν είναι, αλλά κι έτσι ακόμη, καλώς έχει, πρέπει να συγκαταλεχτείς στους τυχερούς, και να δοξολογείς τον Ύψιστο, αφού γλυτώνεις αρκετά πικρά ποτήρϊα. [...]

*

Ο Χρόνος, όπως όλα δείχνουν, παίζοντας μαζί μας σαν τη γάτα με το ποντίκι, σκοπό του έχει κατά την περίσταση -τάχατες δήθεν ή περιγελαστικά- να ψευτοαβγαταίνει γαλίφικα ή να λιγοστεύει δολίως το μερίδιο που αναλογεί στον πασαένα, μαθές να αλέθει ανεπαισθήτως αυτό που ονομάζομε Ζωή. Κι έτσι όλα ομοιάζουν ωσάν (ψεύτικες) παρηγοριές ή (χαιρέκακοι) εμπαιγμοί, καταπώς ξεχωριστά κι ολομόναχος τα αντιμετωπίζει ο καθένας σύμφωνα με τα μέτρα τ' ανθρώπινα και τη σκευή που κουβαλά.

Όμως η ζωή, μαθές ο θάνατος, με άλλα λόγια ο Χρόνος, αν και δείχνει αδιάφορος για εμάς και πλήρως απασχολημένος με τον ίδιο τον εαυτό του, δεν παύει στιγμή να ροκανίζει αυτόματα και ύπουλα τούς πάντες και τα πάντα [...].

Παναγιώτης Κουσαθανάς, Φιορούλα (έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2023, σσ. 76-78, 84).

-----
* Το motto όμως, φρασούλα της Μαρίνας Τσβετάεβα, Γράμματα στον «Ελικώνα», (μτφρ. Δήμητρα Κονδυλάκη, έκδ. (β΄) Νεφέλη, Αθήνα 2021, σ.37). Εδώ απόσπασμα από το 6ο γράμμα της (26 Ιουνίου, νύχτα).

Πέμπτη 21 Μαρτίου 2024

ευλογημένη του έρωτα


Το πέσιμο ήταν σιγανό. Σχεδόν δεν ήταν πέσιμο.
Όμως τα κόκαλα από φύση τους είναι ξερά. Κι η
πέτρα εχτρεύεται το κόκαλο που μέσα στη ζεστή
φωλιά του σώματος ξέχασε την καταγωγή του.*


2

Είπε η φωνή: Μ' αρέσεις άντρα. Και πόνεσα.
Το χέρι σου άγγιξε την κορυφή του κορμιού μου.
Και πόνεσα.
Δόσε μου μονάχα τέτοιους πόνους.
Και γρήγορα, σαν αστραπή, το νέο πουλί
θα φτερουγίσει στα σπλάχνα σου,
ευλογημένη του έρωτα,
συμπληρωμένη.

6

Κράτησε τούτο το πουλί στα χέρια σου.
Μην το σκοτώνεις.
Δός του να πιεί απ' το δικό σου αίμα.
Το ξέρω θα πονέσεις.
Μα είναι το τρελλό πουλί που θα γεννήσει ποιήματα.
Τη θλίψη πίνοντας στην κούπα της καρδιά σου.

15

Κορμί μου που έμεινες γυμνό.
Γυναίκα που έμεινες γυμνή
απ' τα χαράματα ώς τη νύχτα
και σε κρατούσα και τα χέρια μου
πλημμύριζαν με μουσική και γύμνια.
Έρωτα φυτρωμένε στη χαράδρα του πρωϊού.
Έρωτα-μεσημέρι ανάστατο.
Όλο το απομεσήμερο σε θάλασσα φανταστική
χείλη-κοχύλια, όστρακα-χέρια, μνήμες και πουλιά
ο μήνας ο τρελλός να καίγεται
εγώ να σβήνω μέσα στην ανάσα σου
φλόγα τη φλόγα καίγοντας,
έρωτα μεταμορφωμένε.
16-9-63


Τάκης Σινόπουλος, Ποιήματα για την Άννα (έκδ. Ερμής, Αθήνα 1999, σσ. 18. 22, 30).


-----

* Το motto από το ποίημα ΤΟ ΣΠΑΣΜΕΝΟ ΚΟΚΑΛΟ της συλλογής «Το άσμα της Ιωάννας και του Κωνσταντίνου» [1961], όπως περιέχεται στην συγκεντρωτική έκδοση Συλλογή Ι (έκδ. Ερμής, Αθήνα 1990, σ. 303).

Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

άσυλο των ενστίκτων


Το ποίημά του ο σαλός
-ώ τί παρηγοριά, τί φώς!-
γράφει και ξαναγράφει.*

ΔΑΚΡΥΟΠΟΝΤΗ

Ουσιαστικά κάθε ποίημα είναι μια δ α κ ρ υ ο π ο ν τ ή .   Δεν μιλώ για συγκινήσεις μελό, αλλά για κείνη την διάφανη ανάγκη -ασχημάτιστη γι' αυτό και διάφανη- που πηγάζει ανεξέλεγκτα απ' την καρδιά, ρέει ανεπαίσθητα στην άκρη τού νού ή τού ματιού και κουβαλώντας το φορτίο μιάς ζωής, εκβάλλει, παίρνοντας σχήμα πια καθορισμένο, άξιο πλέον και των άλλων τις καρδιές ν' αγγίξει, στού μελανιού που χρησιμοποιείς το χρώμα, επάνω στο λευκό χαρτί.

*

ΑΣΥΛΟ

Η ποίηση είναι
και άσυλο των ενστίκτων.
Εκεί αποτοξινώνονται
από τον εθισμό τους
να βλάπτουν τους ανθρώπους.

*

ΟΙ ΚΑΤΗΧΟΥΜΕΝΟΙ
-αφήγηση ονείρου-
εις μνήμην π. Ανανία Κουστένη

Όλα ξεκίνησαν σαν ένα απλό προσκύνημα. Ανάψαμε τα κεριά μας στο νάρθηκα και σταθήκαμε αμήχανοι. Μάς ξενάγησε για λίγο σκυφτός, σχεδόν σιωπηλός, το πιο πολύ δείχνοντας και ύστερα μόνος του προχώρησε στα ενδότερα εκείνος. Όπως έμπαινε, αίφνης ένα κατάλευκο φώς πανταχόθεν τον κυρίως χώρο αγλάϊσε του κατάμεστου ναού, που άλλαζε διαστάσεις διαρκώς και πλάταινε ώς τον πέρα αιώνα. Δεν υπήρχανε πια στασίδια, αλλά οι κερκίδες ενός σταδίου απέραντου!
[...]

*

ΤΟ ΟΝΤΩΣ ΤΑΞΕΙΔΙ ΕΝΤΟΣ
-εννέα τρίστιχα-

2.
Σίσυφος ήμουνα.
Στα ταξείδια κουβάλησα
τον βαρύ εαυτό μου.

Κάποιοι είπαν
-ένα αστείο είναι,
ένα παιχνίδι-
η ενθάδε terra incognita.
Άμα πατήσεις στην άβυσσο, χάνεις.
Πάς πίσω δέκα λαχτάρες
και ξαναρίχνεις**

Δ.Ε. Μαϊστράλης, Στην απόχη του άλλου βλέμματος (έκδ. Το Κοινόν των Ωραίων Τεχνών, Αθήνα 2023, σσ. 25, 50, 66. 57. - Το motto εκ του ιδίου από το ποίημα: «Κόσμος παράλληλος» (ό.π., σ. 24) κι η κατακλείδα πάλι του ιδίου από το ποίημα: «Τελευταία διάβαση» (ό.π., σ. 61)).

Τρίτη 12 Μαρτίου 2024

στην ταράτσα μετά από κάθε βροχή


Ω, ΑΘΩΟΤΗΣ, ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΠΑΡΑ
Η ΧΑΜΕΝΗ ΘΑΛΠΩΡΗ


Η περιστρεφόμενη σκάλα
που ανέβαινα ήσουν,
στην ταράτσα μετά
από κάθε βροχή
.
Κι η χρυσοφόρα εκείνη
και πάντ' αναπάντεχη
κυριαρχία του ήλιου
ήσουν πάλι εσύ.

Τώρα, σ' ένα φέγγος ανήμπορο
κρύσταλλοι της σκεπής
στάζουν στην ερημιά
ενός κρυμμένου παιδιού.
Κι ό,τι από σένα διασώθηκε
παγώνει πιο πολύ...

Ώ, ποτέ, αθωότης, δεν έγινες
η γρηγορούσα συνείδηση
σ' αυτό το παιδεμένο κορμί!

*

Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΚΑΘΟΔΟΥ


Τα σκαλοπάτια
μπαινοβγαίνουν στα πόδια σου.
Αν πάψεις ν' ανεβαίνεις,
θα βρεθείς αναπότρεπτα
στην πρώτη-πρώτη αρχή.

Το γόνατο λυγίζεις
παλεύοντας διαρκώς
το φόβο των ψευδαισθήσεων.

Όλα κινούνται ενάντια,
μοχθηρή γαρ η πραγματικότης.

Ιδού η Ρόδος,
ιδού και το πήδημα!
Άνοδος σε κατερχόμενη
κυλιόμενη κλίμακα.

Δ.Ε
. Μαϊστράλης, Στην απόχη του άλλου βλέμματος (έκδ. Το Κοινόν των Ωραίων Τεχνών, Αθήνα 2023, σσ. 51, 53).

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

τού 'λαχε ξεροκέφαλος πατέρας


ΜΠΟΥΦΑΛΟ ΜΠΙΛ

Ο Μπούφαλο Μπιλ
απεβίωσε.
Που τριγυρνούσε καβάλα σ' ένα
γυαλιστερό ασημένιο άτι.
Και χτυπούσε
έναδυοτριατεσσεραπέντεπεριστέρια μπάμ-μπάμ-
μπάμ-μπάμ-μπάμ
Θεέ μου.
Ήταν ωραίος άντρας.
Κι αυτό που θά' θελα να ξέρω είναι
σ' αρέσει το γαλανομάτικο τ' αγόρι σου
κύριε Θάνατε.
e.e. cummings

*

Η ΣΥΝΘΗΚΗ

Θα κάνω συνθήκη μαζί σου, Γουόλτ Γουΐτμαν.
Αρκετό καιρό σε σιχάθηκα.
Έρχομαι σε σένα σαν μεγάλο πια παιδί
που τού 'λαχε ξεροκέφαλος πατέρας.
Είμαι σε θέση τώρα πια να κάνω φίλους.
τώρα είναι καιρός για το ροκάνισμα.
Έχουμε τον ίδιο χυμό και την ίδια ρίζα.
Λοιπόν ας κάνουμε ειρήνη μεταξύ μας.
Ezra Pound

*

Ο ΤΙΤΛΟΣ

όπως στην «Απώλεια της παρθενίας» του Γκωγκέν
πόσο λίγη σχέση έχει με το θέμα:

Το γυμνό σώμα ολομόναχο, εκτός από το άγρυπνο
κυνηγόσκυλο, που το πόδι του ακουμπά στο ζεστό στήθος.

Εκεί ξαπλωμένη ανάσκελα σ' ένα ανοιχτό
χωράφι, με τα μέλη διπλωμένα ήσυχα. Όμως πόσο

ακριβώς με την έλλειψη σχέσεως ενισχύει τη δραστικότητα
και τη συναισθηματική αξιοπρέπεια του συνόλου.
William Carlos Williams

Νάσος Βαγενἀς, Η πτώση του ιπταμένου (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 1989, σσ. 61, 36, 37).

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2024

και το πότισα δάκρυα λατρείας


Ο Μ. Καραγάτσης έγραψε και το διήγημα «Ο άνθρωπος με το κανελί πανωφόρι» για τον Παπαδιαμάντη που πρωτοδημοσίευσαν τα ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ στις 25/11/1939. Ο συγγραφέας συναντά τον κυρ-Αλέξανδρο μες το σκοτάδι του δωματίου του στο νησί και τού εκμυστηρεύεται: « ήρθα (στη Σκιάθο) να ιδώ αυτόν τον κόσμο, τον ολόκληρο κόσμο, τον τόσο ζωντανό, που οι ιστορίες του, η ζωή του, οι καημοί του, μάγεψαν την εφηβική μου ψυχή».
«Και 'γω ήρθα να ξαναδώ όλους αυτούς. Μα δεν απάντησα κανένα…» τού λέει ο Παπαδιαμάντης κι άρχισαν οι δυο τους μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο να 'τσαλαπατούν' το σήμερα… ώσπου:
«Η αυγή πρόβαλε πάνω απ' το πέλαγος της ανατολής χλωρορόδινη, ριγηλή, γαλήνια κι αγνότατη.»
Ο Καραγάτσης πρόσταξε τον Παπαδιαμάντη να φύγει κι εκείνος έφυγε.

«Έσμιξε ο ίσκιος του με τους άλλους ίσκιους, γίνηκε σκότος στο σκότος, και φως στο φως. Μόνο τα μάτια απόμειναν για λίγο, ασώματα και μετέωρα, σταλάζοντας δάκρυα που, ίσως, να ήταν η πρωινή δροσιά.

Και 'κει που στεκόταν, που ακουμπούσαν τα γέρικα πόδια του κύλησε κι έπεσε, στο ξανέμισμα τού πλάνου ισκερού κορμιού, το βαρύ ρούχο που τον σκέπαζε. Ένα κανελί παλτό, παλιό, ξεβαμμένο, τριμμένο, βρώμικο, λεκιασμένο κρασί, δυσώδες από αμαρτία και μυρωμένο αγνωμοσύνη, που όρμησα, τ' άρπαξα, τόσφιξα στην αγκαλιά μου, κλαίοντας και το πότισα δάκρυα απέραντης λατρείας»*

Γιώργος Σανίδας, «Ο Καραγάτσης για τον Παπαδιαμάντη», εν Χρονικά Δυτικής Μακεδονίας (τ.1043, Γρεβενά 17.11.2023, σ. 16).

Πέμπτη 29 Φεβρουαρίου 2024

ακόμα μια μέρα


Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΖΕΝΤΛΕΜΑΝ

Ο Θεός σηκώνεται κάθε πρωί
και λέει: «Ακόμα μια μέρα».

Ο Θεός κάθε μέρα πιάνει δουλειά
με κανονικό ωράριο.

Ο Θεός δεν είναι τζέντλεμαν. Γιατί ο Θεός
φοράει τη φόρμα του. Και λερώνεται
γρασσάροντας το γνωστό
μας σύμπαν. Καθώς
και πολλά άλλα σύμπαντα
που εκτός από Αυτόν
Carl Sandburg

*

PIZZICATO

Τώρα είναι το πράσινό σου φόρεμα
και τα ωραία σου πόδια που θυμάμαι.

Και την ξύλινη γέφυρα πάνω απ' το νερό.
Και τις πάπιες που προσπαθούσαν

να τραγουδήσουν
. Και τα ζεστά πουλιά
που κατέβαιναν απ' τα δέντρα.


Απ' όλα αυτά δεν μένει βέβαια τίποτα.
Τα δέντρα είναι κομμένα.

Η γέφυρα έχει γίνει πέτρινη.
Τα πόδια σου έχουν παχύνει.

Και μόνο οι πάπιες υψώνουν το λαιμό
και προσπαθούν ακόμα.

*

ΚΑΙΜΠΡΙΤΖ

[...]
Όπου ένα βροχερό πρωί με πέντε δεκάπεννα αγόρασα
το Περί Ύψους -η έκδοση του Hudson (Oxonii 1710)
και μια σκωροφαγωμένη χαλκογραφία του Coronelli:
«La piazza di Calamata»: Δυτικοί εναντίον Οθωμανών.

Η ξύλινη γέφυρα του Queen's· έργο του Νεύτωνα.
Χωρίς καρφιά ή βίδες (Τελικά άρχισε να σαπίζει.
Την έλυσαν και δεν μπορούσαν να την ξαναδέσουν.
Πρόοδος).

[...]
John Berryman

Νάσος Βαγενἀς, Η πτώση του ιπταμένου (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 1989, σσ. 34, 35, 42-43. - To
KΑΙΜΠΡΙΤΖ φέρεται αυτοβιογραφικό ποίημα).

Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024

μια μορφή γράφεται πάνω στο κύμα


ΜΟΝΟ ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΘΑΥΜΑ

...ανάμεσα στο πρόσωπό σου και στο πρόσωπό σου
Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ

Δεν είναι πολύ αυτό που ζητώ, μόνο το μικρό θαύμα στα
σιωπηλά λόγια των εραστών, ο τρόπος που θέλω
να σού μιλήσω ή να μού μιλήσεις απέχει ένα βήμα μόνο
απ' τις φωνές των αγγέλων που στάζουν αθόρυβα απ' τον
ουρανό

όταν γυρίζεις το κεφάλι κι αναρωτιέσαι ποιός σού μίλησε και
δεν βλέπεις κανέναν
παρά μόνο στα πόδια σου το ίδιο χωμάτινο μονοπάτι, τα
ξερά χόρτα, τη συκιά ολομόναχη στα χωράφι
και δίπλα σου η θάλασσα και πέρα από την ξερολιθιά το
βουνό.

Ή όταν περπατάς χαμένος σε μια ξένη πόλη νομίζοντας πως
άκουσες τη γλώσσα σου, τον χαιρετισμό
ενός φίλου, αδερφού σου κάποτε, που έχεις χρόνια να τον δείς
την ίδια παλιά φωνή, τη γελαστή και χαρούμενη, ίσως κάποτε
ελαφρά ειρωνική
κι όλα όσα είχες λησμονήσει έρχονται ξαφνικά μπροστά σου
στο γυμνό φώς του μεσημεριού και το αίμα βουΐζει στο
κεφάλι σου
και ξεχνάς τον προορισμό σου και τα σήματα της κυκλοφορίας
και τα κτίρια αρχίζουν να χορεύουν γύρω σου.

Ή όταν στην κορυφή του πάθους ανοίγεις μια στιγμή τα
μάτια για να κρατήσεις απεγνωσμένα την ανάσταση
κι ανάμεσα στο πρόσωπό της και το πρόσωπό της μια μορφή
γράφεται πάνω στο κύμα

ένα πρόσωπο που δεν το έχεις ξαναδεί όμως το γνώριζες
πάντοτε και θα το γνωρίζεις
κι ένα πέρασμα ανοίγει και μια φωνή που δεν είναι δική σου
ή δική μου ακούγεται και την αναγνωρίζουμε και τη λατρεύουμε
γιατί όπως ξέρεις ξέρω κι εγώ, αγαπημένη, ότι δεν είναι
η φωή μου αλλά η φωνή σου.

Δεν είναι πολύ αυτό που ζητώ, μόνο το ελάχιστο θαύμα, όμως
άνθρωποι όπως εμείς ταξιδεύουμε χρόνια και χρόνια
μέσα απ' το ίδιο βρώμικο μονοπάτι, την ίδια πόλη, τα ίδια
ρημαγμένα κρεβάτια
ξένοι στον τόπο μας χωρίς ν' αναγνωρίζουμε τη φωνή των
δικών μας ανθρώπων
πώς να μπορέσει να μιλήσει κανείς με τους αγγέλους ή με
τους φίλους που έχουν πεθάνει
δεν λέω να μιλήσει τη γλώσσα της αγάπης, κάτι τέτοιο θα
ήταν πάρα πολύ.
Richard Burns

Νάσος Βαγενἀς, Η πτώση του ιπταμένου (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 1989, σσ. 20-21).

Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου 2024

ακούστηκε ένας ασήμαντος παφλασμός


ΤΟ ΠΑΛΑΤΙ ΤΗΣ ΚΙΡΚΗΣ

Γύρω απ' το συντριβάνι της που τρέχει
με τη φωνή ανθρώπου που πονεί
είναι λουλούδια που κανείς δεν έχει
ξαναδεί. Με μυρωδιά σιχαμερή
και πέταλα που στάζουν φαρμάκι.
Φυτρώνουν απ' τα μέλη των νεκρών.
Ποτέ να μην ξανάρθουμε εδώ.

Πάνθηρες λιάζονται στη βρύση.
Το δάσος σκοτεινιάζει πιο πέρα.M,br/> Στις σκάλες του κήπου στριφογυρίζει
αργά κι επίσημα. Και μάς κοιτούν
με μάτια ανθρώπων που είχαμε γνωρίσει.
T.S. Eliot

*

ΤΟΠΙΟ ΜΕ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΙΚΑΡΟΥ


Σύμφωνα με τον Μπρύγκελ
όταν ο Ίκαρος έπεσε
ήταν άνοιξη.

Ένας αγρότης
όργωνε το χωράφι του.
Το πανηγύρι

της φύσης μόλις
είχε αρχίσει
ολόλαμπρο κάτω

απ' τον πυρωμένο
ήλιο που έλιωσε
το κερί των φτερών.

Ανεπαίσθητα, λίγο
πιο πέρα απ' την ακτή
ακούστηκε ένας

ασήμαντος παφλασμός.
Αυτό ήταν
το τέλος του Ικάρου.
William Carlos Williams

Νάσος Βαγενἀς, Η πτώση του ιπταμένου (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 1989, σσ. 25, 60).

Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2024

ένας ωραίος μεγάλος ύπνος


ΜΕΛΕΤΗ ΘΑΝΑΤΟΥ

Κάτω απ' το σπίτι μου περνάει ο θάνατος
συναχωμένος. Μ' ένα μελιτζανί
κασκόλ και μια παλιά ομπρέλα.
Συλλαβίζει λέξεις ακατάληπτες:
«Τίποτε δεν χάνεται». «Το τέλος δεν έχει τέλος».«Έν το παν».
Κι ακόμη:«Πότε θα σταματήσει αυτή η καταραμένη βροχή;».

*

CADENZA

Άκουσα δύο γέρους να λένε:
«Αυτός ο κόσμος γρήγορα θα τελειώσει».

Αυτός ο κόσμος δεν θα τελειώσει.
Στο τέλος, το τέλος θα ενδώσει.

Το μήλο θα ζήσει και πέρα απ' την πτώση
χωρίς να σαπίσει.

Το φίδι θ' αφήσει το δέντρο. Το δέντρο
βαθιά θα φουντώσει.

Στο στήθος σε σάβανο γκρίζο
ο χρόνος θα λιώσει.

*

ΜΕΛΕΤΗ ΘΑΝΑΤΟΥ ΙΙ


Ο θάνατος είναι δυνατότερος απ’ όλες τις κυβερνήσεις. Γιατί οι κυβερνήσεις είναι άνθρωποι κι οι άνθρωποι πεθαίνουν. Και τότε ο θάνατος σκάει στα γέλια. Σήμερα είσαι, αύριο δεν είσαι.

Ο θάνατος είναι δυνατότερος απ΄ όλους τους ψηλομύτηδες. Έτσι ο θάνατος ψαλλιδίζει τη μύτη των φαντασμένων. Ρίχνει τα ζάρια κι αποφαίνεται: Βάψ' τα μαύρα.

Ο θάνατος στέλνει ένα τηλεγράφημα κάθε μέρα. Όταν σε θελήσω θα περάσω από το σπίτι. Κι έπειτα νά τος μ’ ένα πελώριο αντικλείδι ανοίγει την πόρτα και λέει: Λοιπόν πηγαίνουμε.

Ο θάνατος είναι μια γριά παραμάνα με βαθιά χέρια. Δεν θα πονέσεις καθόλου μωρό μου, ήρθε η ώρα σου. Αυτό που χρειάζεσαι είναι ένας ωραίος μεγάλος ύπνος. Υπάρχει από τον ύπνο τίποτε καλύτερο;
Carl Sandburg

Νάσος Βαγενἀς, Η πτώση του ιπταμένου (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 1989, σσ. 15, 23, 24).

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

γεννάει κανίβαλους η ομορφιά


Τότε, πώς λέει ο Πλάτων ότι ποίηση
Είν' ακριβώς η ανάβαση
Τού ανύπαρκτου στο υπαρκτό;
(Που πάει να πεί πως το υπαρκτό
Γυρνάει κι εκείνο μια χαρά σε ανύπαρκτο).*

Η ΟΜΟΡΦΙΑ

Γεννάει κανίβαλους η ομορφιά.

Κοιτάς ένα τοπίο ανέλπιστο
Τ' απέναντ
ι κορίτσι όλο δροσιά
Την άσπιλη πανσέληνο μές στ' άσπρα της.

Και αφρίζοντας

Θες με τα νύχια σου να γδάρεις το τοπίο
Να κάνεις το κορίτσι μια μπουκιά
Να τραγανίσεις το φεγγάρι ακέραιο -

Να τρέξει
Αίμα στο δικό σου αίμα μέσα η ομορφιά.


Να τρέξει αίμα.


*


ΟΡΙΣΤΙΚΗ, ΧΡΟΝΟΥ ΑΟΡΙΣΤΟΥ

-Χτες το πρωί
Στις έντεκα
Σκοτώθηκε
Ο πιο καλός μου φίλος.

Πόσο αόριστος
Μπορεί να είναι πράγματι ο Αόριστος
Όταν με τόση ακρίβεια
Σφραγίζει οριστικά
Τα περασμένα;

Ερώτημα που άφησε αναπάντητο
Η ένοχη ασάφεια
Τού χρόνου.

Και μόνο η έγκλιση
Με παρρησία προσπαθεί
Να διαψεύσει
Οξύμωρα
Το ψεύδος;

-Χτες το πρωί
Σκοτώθηκε.

(Ούτε μια ελάχιστη
Ρωγμή αοριστίας,
Μια ενδεχόμενη
Ελπίδα ελπίδας.
Ούτε).

Με παρρησία σώζοντας
Τής γλώσσας την τιμή
Σε μιαν απάντηση.

Σταράτη.

Οριστική.

Αντώνης Φωστιέρης, Θάνατος ο Δεύτερος (έκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 2020, σσ. 27, 42-43). -Το motto εκ του ποιήματος «Εκ του μη όντος» (ό.π., σ. 16). Motto όμως της συλλογής το εκ της Αποκαλύψεως του Ιωάννου (κ΄ 14): «Καὶ ὁ θάνατος καὶ ὁ ᾅδης ἐβλήθησαν εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρός· οὗτος ὁ θάνατος ὁ δεύτερός ἐστιν».


Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

άψυχο ή ζωντανό;


Όσο για το πλάσμα
το τελευταίο που θυμάμαι από κείνο
είναι να ουρλιάζει απελπισμένα

«έχω απομείνει μόνος σε τόση ερημιά
πλάσε μου, επιτέλους, μια εύα της προκοπής»*

Στοίχημα έβαλε ακριβό
Με φίλο κι ένα αδελφό
Πως το Μαντείο των Δελφών
Είναι το στέκι των ψευτών

Πήρε στη χούφτα ένα πουλί
Και μπήκε στο ιερό ένα πρωί
Εκεί θα ζητούσε το χρησμό
Στο χέρι έχω άψυχο ή ζωντανό;

Ανο χρησμός ήταν ζωντανό
Θά 'πνιγε εκεί το ζωντανό
Αν άψυχο έλεγε ο χρησμός
Πουλί θα πέταγε εμπρός

Ο Μάντης που ήταν σαν θεός
Είπε αυτός είναι ο χρησμός
Αν θες εσύ, είναι ζωντανό
Κι αν θες το κάνεις άψυχο αυτό

Βασίλης Ι. Αποστολόπουλος, Τραγουδώντας τον Αίσωπο... (αυτοέκδοση, Αγία Παρασκευή 2018, 2023(γ΄), σ. 21).

-----

* Στο motto, όμως, οι καταληκτήριοι στίχοι της Φωτεινής Βασιλοπούλου, από το ποίημά της «Λίλιθ», στο περιοδικό Το Κοράλλι (διπλό τεύχος 37-38, Απρίλιος 2023-Σεπτ.2023, σσ. 66-67).

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2024

περί Θεού πιστότητος


«Μηδ' ύπνον μαλακοίσιν επ' όμμασι προσδέξασθε
πριν των ημερινών έργων τρις επελθείν.
Ποί παρέβην,
τί δ' έρρεξα,
τί δέ μοι δέον ουκ ετελέσθη».*

Πρώτο βασικό και συγχρόνως σημαντικό σημείο το οποίο διαφοροποιεί τον Σωκράτη έναντι του Χριστού είναι η προσπάθεια τού φιλοσόφου στην Απολογία να αποδείξει ότι ο χρησμός τού Μαντείου των Δελφών δεν είναι αληθινός. Με τον τρόπο αυτό θέτει υπό έλεγχο την πιστότητα τού θεού Απόλλωνα. Αμφισβητεί δηλαδή ότι ο θεός είπε την αλήθεια. Η αγωνία τού Σωκράτη επιβεβαιώνεται από την προσπάθειά του να επαληθεύσει τον λόγο τού θεού Απόλλωνα με την έρευνα την οποία ανέλαβε να κάνει μεταξύ των συμπολιτών του.

Ο Χριστός, αντιθέτως, δεν έθεσε ούτε μία στιγμή υπό αμφισβήτηση τον λόγο τού Θεού Πατρός Του: Σύ εί ο θεός μου ο αγαπητός (Λουκ. 3, 22).

Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους (εισ.-μτφρ.-σχόλια Νικ. Ε. Τζιράκης, έκδ. Πατάκης, Αθήνα 2020 (7η), σ. 51).


-----
* Στο motto Πυθαγορικά, Χρυσά έπη 41 [= Να μη δεχθείς τον ύπνο στα τρυφερά σου μάτια (ή, στα μαλακά σου βλέφαρα) πριν να υποβάλεις στον εαυτό σου τρία ερωτήματα για όσα έπραξες την ημέρα που πέρασε: Πρώτον, ποιά παράβαση έκανα; δεύτερον, τί έπραξα; και τρίτον, τί έπρεπε να πράξω και δεν το έπραξα], εν Ν.Ε. Τζιράκη, «Ο Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης (1911-2013)», στον Τιμητικό Τόμο της Θεολογικής ΕΚΠΑ στον αρχιεπ. Ιερώνυμο, Αθήνα 2023, σ. 827).

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2024

η σκέψη του Μαρξ


6.262. Έτσι, και για την απόπειρα διατυπώσεως μιας κριτικής οντολογίας, η σκέψη του Μαρξ (τουλάχιστον κατά το ένα σκέλος των αντιφατικών της διατυπώσεων) αποτελεί μια γόνιμη αφετηρία - ίσως γενέθλια αφετηρία στα πλαίσια της δυτικο-ευρωπαϊκής φιλοσοφικής παράδοσης:

Η επιστροφή στη βάση των πραγματικών σχέσεων και αναγκών του ανθρώπου, η άρνηση εκδοχής του ανθρώπινου υποκειμένου ως οριστικά συντελεσμένης νοητής οντότητας, και η ερμηνεία του υπαρκτικού γεγονότος μέσω της δυναμικής των ενεργειών του υποκειμένου, είναι μάλλον η μόνη προοπτική οντολογικών θεωρήσεων που επιτρέπει την κριτική επαλήθευση ή διάψευσή τους από την διυποκειμενική εμπειρία.

*

Όταν ο άνθρωπος δεν παράγει για να σχετιστεί - κοινωνήσει με το υλικό της παραγωγής και με τους συνανθρώπους του (να κοινωνήσει τις ανάγκες του για ανταλλαγή, αλλά και για έκφραση και βεβαίωση της υποκειμενικής του ετερότητας), όταν παράγει μόνο για την εξασφάλιση των ουδέτερων ζωικών αναγκών του, τότε το προϊόν της παραγωγής του είναι άσχετο με την υποκειμενική του ετερότητα και την κοινωνική της λειτουργικότητα, είναι ουδέτερη απρόσωπη αξία υπηρετική απρόσωπων αναγκών. 6.423

*

Ο Μαρξ παραμένει ασφυκτικά εγκλωβισμένος στις οντολογικές προϋποθέσεις (στις αφετηριακές σημασιοδοτήσεις της πραγματικότητας) που καθιέρωσε η δυτικο-ευρωπαϊκή μεταφυσική (στην ιστορική της διαδρομή από τον Αυγουστίνο ώς και τον Έγελο), ενώ ταυτόχρονα εισηγείται την πιο ριζοσπαστική ρήξη με αυτή τη μεταφυσική:

την απόδοση οντολογικού περιεχομένου στις ενέργειες του υποκειμένου, την ερμηνεία (σημασιοδότηση) της πραγματικότητας ως γεγονότος σχέσεων.

Οι αντιφατικές και αλληλοσυγκρουόμενες προτάσεις του Μαρξ πρέπει μάλλον να οφείλονται στην αδυναμία του να βγάλει ώς την άκρη τις συνέπειες της καινούργιας (για την δυτικο-ευρωπαϊκή παράδοση) οντολογικής προοπτικής. 6.6

Χρήστος Γιανναράς, Προτάσεις κριτικής οντολογίας (έκδ. Δόμος, Αθήνα 2005, σσ. 91, 105, 122).

Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024

υπόσταση του υποκειμένου μετά τον θάνατο του σώματος


3.231. Αν είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε την ύπαρξη μιας πραγματικότητας «άλλης» ή «ξένης» προς τον κόσμο της ύλης - ενέργειας, κι αν αυτή η «άλλη» πραγματικότητα ταυτίζεται με ό,τι ονομάζουμε υπόσταση του υποκειμένου, τότε η υπόσταση παραμένει ανυπότακτη στις προϋποθέσεις λειτουργίας του κόσμου της ύλης – ενέργειας, επομένως ανυπότακτη και στην «αρχή» του δεύτερου θερμοδυναμικού αξιώματος, την αρχή της «εντροπίας»:

Αυτό σημαίνει, πως δεν μπορεί να αποκλεισθεί η συνέχιση υπάρξεως της υπόστασης του υποκειμένου μετά τον θάνατο του σώματος.

Γράφει ο Έκκλες: «Τί συμβαίνει στο ενσυνείδητο Self όταν πεθαίνει ο εγκέφαλος; Το θαυμαστό όργανό του αποσυντίθεται και δεν είναι πια ευαίσθητο στις γνώριμες θωπείες του. Να ανανεώνεται άραγε το Self με κάποια άλλη μορφή ή κάποιον άλλον τρόπο υπάρξεως; Το ερώτημα αυτό ξεπερνάει τα όρια της επιστήμης, και οι επιστήμονες πρέπει να αποφεύγουν να δίνουν οριστικές αρνητικές απαντήσεις».

*

3.232. Στα πλαίσια μιας κριτικής οντολογίας δεχόμαστε ως αληθή την πρόταση των φυσικών επιστημών για την ύπαρξη μιας πραγματικότητας «άλλης» ή «ξένης» προς τον κόσμο της ύλης – ενέργειας, στο ποσοστό που αυτή η πρόταση ερμηνεύει πληρέστερα από άλλες το γεγονός της συνειδητοποιούμενης εμπειρίας.

Αυτή η αποδοχή είναι ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο η μεταφυσική μπορεί να γίνει δεκτή στα πλαίσια της κριτικής οντολογίας.

Χρήστος Γιανναράς, Προτάσεις κριτικής οντολογίας (έκδ. Δόμος, Αθήνα 2005, σσ. 46-47).

Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024

υπαρκτική εμπειρία σχέσης


Η αυτοσυνείδητη υπαρκτική εμπειρία της υποκειμενικότητας είναι η καθολικά (από όλους) επαληθεύσιμη αφετηρία, επομένως και το πρωταρχικό κριτήριο γνωστικής ορθότητας για την ερμηνεία του υπαρκτικού γεγονότος -

και είδαμε σε προηγούμενες προτάσεις ότι η εμπειρία αυτή είναι (από την ίδια την καταβολή της) εμπειρία αναφορικότητας: η γνώση του υπαρκτού είναι υπαρκτική εμπειρία σχέσης. Η σχέση επαληθεύεται με τον τρόπο που την συνιστά ως γνωστικό γεγονός,

δηλαδή με τη διεύρυνση της εμπειρίας της αναφορικότητας, τον διυποκειμενικό συντονισμό των εμπειριών σχέσης: το κοινωνικό γεγονός. 7.2

*

Έστω και μόνη η αφετηριακή (για τη συγκρότηση μιας κριτικής οντολογίας) εμπειρία του αυτοσυνείδητου «εγώ» (η υπαρκτική εμπειρία της υποκειμενικότητας) υπερβαίνει προφανέστατα τις πληροφορίες των αισθήσεων. […] κάθε εμπειρία σχέσης είναι γνωστικό γεγονός που μπορεί να αφορμάται από πληροφορίες των αισθήσεων, όμως η σχέση ως γνωστική εμπειρία δεν εξαντλείται στις πληροφορίες αυτές. 7.22

*

Η εγκυρότητα κάθε γνωστικής εμπειρίας που υπερβαίνει τις πληροφορίες των αισθήσεων, ελέγχεται μόνο με την κοινωνική επαλήθευση της εμπειρίας, δηλαδή με τη δυνατότητα να μετάσχει κάθε υποκείμενο στην ίδια εμπειρία και να συντονιστεί με τα άλλα υποκείμενα ως προς την κοινοποίηση αυτής της εμπειρίας. 7.2201

*

Ποιός κρίνει την πληρότητα της υποκειμενικής (γνωστικής) σχέσης με την πραγματικότητα που εξασφαλίζουν οι διαφοροποιημένες ερμηνευτικές προσβάσεις στο υπαρκτό; Μα και πάλι η διευρυμένη αναφορικότητα της σχέσης, η κοινωνική της επαλήθευση. 7.44

*

Πώς κρίνεται (επαληθεύεται ή αξιολογείται) στα πλαίσια ενός κοινωνικού συνόλου η πληρότητα της υποκειμενικής γνωστικής σχέσης με την πραγματικότητα; […] β. Το κριτήριο της καθολικότερης νοηματοδότησης του ανθρώπινου βίου […] 7.45

Χρήστος Γιανναράς, Προτάσεις κριτικής οντολογίας (έκδ. Δόμος, Αθήνα 2005, σσ. 134, 135, 136, 150).

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

ταυτίζουμε την ουσία με τον τρόπο της υπάρξεως;


Η σχέση εμφανίζεται ως ο τρόπος της πραγματικότητας, αλλά και ως ο τρόπος γνώσεως της πραγματικότητας. 4.

Ο ιδεαλισμός και ο υλισμός ανήκουν οριστικά στο μουσείο της Ιστορίας της Φιλοσοφίας… 4.01

Σε μια κριτική οντολογία ταυτίζουμε την ουσία με τον τρόπο μετοχής του υπαρκτού στην ύπαρξη και στη γνώση, και αυτός ο τρόπος είναι η σχέση. […] Κι αν η πραγματικότητα του όντος (το γεγονός της ύπαρξης) είναι ένα σταθερό δεδομένο, η ιδιαιτερότητα του όντος (η ξεχωριστή ουσία του) πρέπει να δηλώνει μόνο διαφοροποίηση του τρόπου της ύπαρξης, του τρόπου μετοχής στο είναι. Γι' αυτό και ταυτίζουμε την ουσία με τον τρόπο της υπάρξεως. 4.13

Η ταύτιση της ουσίας με τον τρόπο της υπάρξεως αποκλείει το ενδεχόμενο να εκληφθεί η ουσία ως οντότητα καθεαυτήν, με υπαρκτική αυτονομία και αυτοτέλεια. 4.131

*

4.133. Η λέξη τρόπος (από το τρέπω = στρέφω, κατευθύνω) δηλώνει προϋποτιθέμενη ενέργεια, όπως και ενεργούμενη σχέση. Μπορούμε να αναφερόμαστε στην ουσία των υπαρκτών, επειδή η ύπαρξή τους είναι γεγονός «ιδιοτρόπως» ενεργούμενο και επειδή αυτή η αντικείμενη «ιδιότροπος» ενέργεια μάς γίνεται γνωστικά προσιτή μέσω της σχέσης που συγκροτείται με την αντιληπτική ενέργεια του υποκειμένου.

Η ουσία λοιπόν -ο τρόπος της υπάρξεως– και είναι και δηλώνεται ως σύνολο ενεργειών και ενεργούμενων σχέσεων.

*

(-η ενέργεια και όχι η συντελεσμένη οντότητα συνιστά τον τρόπο της υπάρξεως-) 4.13301

Οι ενέργειες ανήκουν στον τρόπο της υπάρξεως, συγκροτούν το συγκεκριμένο υπαρκτό και δηλώνουν την ουσία του. 4.2

*

4.211. Η ουσία διακρίνεται τόσο από τις ενέργειες όσο και από το καθέκαστον, αφού μέσω των ενεργειών φανερώνεται και το ομοειδές της ουσίας και η ετερότητα του καθέκαστον, και αφού το καθέκαστον συγκεφαλαιώνει την ουσία χωρίς να την εξαντλεί.

Αντίστοιχα οι ενέργειες διακρίνονται τόσο από την ουσία όσο και από το καθέκαστον: φανερώνουν την ουσία ως ομοειδή τρόπο της υπάρξεως, αλλά φανερώνουν και την «ιδιότροπο» ετερότητα του καθέκαστον – είναι ο κοινός τρόπος-δυνατότητα για τη φανέρωση κάθε ουσίας και κάθε ετερότητας.

Και το καθέκαστον διακρίνεται τόσο από την ουσία όσο και από τις ενέργειες, ακριβώς για την υπαρκτική του ετερότητα ως προς την κοινή ουσία και γιατί είναι «φορέας» ή αποτέλεσμα της «ιδιοτρόπου» ενέργειας, χωρίς να ταυτίζεται ούτε ως σημαίνον ούτε ως σημαινόμενο με τις ίδιες τις ενέργειες που το συγκροτούν και το δηλώνουν.

*

[…] η απόδοση οντολογικού περιεχομένου στις ενέργειες είναι προϋπόθεση για τη συγκρότηση μιας κριτικής οντολογίας. 4.212

Έτσι η παρεμβολή των ενεργειών ως τρίτου συντελεστή προσέγγισης στο οντολογικό πρόβλημα (σε αντίθεση με το δίδυμο: ουσία-καθέκαστον της δυτικο-ευρωπαϊκής φιλοσοφικής παράδοσης) ανοίγει πραγματικά τον δρόμο για τη διατύπωση μιας κριτικής οντολογίας. 4.213

Χρήστος Γιανναράς, Προτάσεις κριτικής οντολογίας (έκδ. Δόμος, Αθήνα 2005, σσ. 47, 48, 52, 53, 54, 55, 56, 56-57, 57, 58).

Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2024

η καταφυγή στις «εξ αποκαλύψεως» αλήθειες


7.012. Η κατοχύρωση της εγκυρότητας των μεταφυσικών προτάσεων με την καταφυγή στις «εξ αποκαλύψεως» αλήθειες, εξορίζει τη μεταφυσική από τον χώρο της έλλογης εμπειρικής πιστοποίησης, τη μεταθέτει στον χώρο του αυθαίρετου μυστικισμού, του ευνουχισμού της κριτικής σκέψης, της τυφλής υποταγής σε «δόγματα», της δεισιδαιμονίας και των φαντασιώσεων.

Η μόνη έλλογη λειτουργικότητα της μεταφυσικής είναι στην περίπτωση αυτή η ιδεολογική της χρήση: η εκμετάλλευσή της για την κυριαρχική επιβολή της αυθεντίας και του κύρους των εκπροσώπων του υπερβάλλοντος κόσμου και των αντικειμενικών «αξιών» του.

Έτσι η μεταφυσική γίνεται μέσον για τη δικαίωση της κυριαρχίας κάποιων ατόμων ή ομάδων πάνω στο σύνολο κοινωνικό σώμα, όπως και βάλσαμο («όπιο») για να παρηγορείται η υποταγή και ο εξουσιασμός των υπολοίπων.

Χρήστος Γιανναράς, Προτάσεις κριτικής οντολογίας (έκδ. Δόμος, Αθήνα 2005, σσ. 127-128).

Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2024

προϋπόθεση γνωστικής πρόσβασης στο υπαρκτικό γεγονός


7.23. Πρέπει να γίνεται φανερό από τις προηγούμενες προτάσεις ότι η απαγγίστρωση από τη σισύφεια απαίτηση της «αντικειμενικότητας» δεν σημαίνει οπωσδήποτε και καταφυγή στον υποκειμενισμό ή σχετικισμό της γνώσης.

Το αντίθετο της αντικειμενικότητας δεν είναι ο σχετικισμός του υποκειμενισμού (όπως δεν είναι και ο παρορμητικός συναισθηματισμός και άλογος μυστικισμός).

Το αντίθετο της αντικειμενικής γνώσης είναι η κοινωνική επαλήθευση της γνώσης, η άρνηση του αντι-κειμένου ερείσματος γνωστικής ορθότητας -

είναι ο διυποκειμενικός συντονισμός των εμπειριών της σχέσης, η κοινωνική εγκυρότητα της γνώσης.

*

7.3. Η συγκρότηση μιας κριτικής οντολογίας είναι δυνατή, αν δεχθούμε ως αφετηρία ερμηνείας του υπαρκτικού γεγονότος την εμπειρία της αυτοσυνείδητης υποκειμενικότητας. Η εμπειρία αυτή είναι γνωστικό γεγονός που επιδέχεται την καθολικότερη δυνατή κοινωνική επαλήθευση.

Και ταυτόχρονα η ίδια αυτή εμπειρία συγκροτείται μόνο μέσω του γεγονότος της σχέσης, που σημαίνει ότι η εμπειρία της σχέσης και η αναφορική της διεύρυνση (η κοινωνική επαλήθευση της σχέσης) συνιστά την προϋπόθεση γνωστικής πρόσβασης στο υπαρκτικό γεγονός.

Η γνώση του υπαρκτού είναι υπαρκτική εμπειρία σχέσης και η κοινωνική διεύρυνση της σχέσης επαληθεύει (κρίνει) όχι κάποιον αντικειμενικό και πάγιο ορισμό του υπαρκτού, αλλά τη «γνησιότητα» του γεγονότος της σχέσης -

τη μη αλλοτρίωση της σχέσης σε μονομερή εξάρτηση, υποταγή, ιδιο-τροπία, μεροληψία, ιδιοτέλεια, κλπ.

*

Σε κάθε περίπτωση, αυτός που γνωρίζει τις ποικίλες «όψεις» της πραγματικότητας –που συνειδητοποιεί τόσο τις μετρητές πιστοποιήσεις όσο και τις ποιοτικές εκτιμήσεις– είναι το ανθρώπινο υποκείμενο, και κάθε προσπάθεια για μια γνώση της πραγματικότητας «άλλη» από αυτήν που εξασφαλίζει ο τρόπος της γνωστικής πρόσβασης του υποκειμένου στην πραγματικότητα (ο τρόπος της σχέσης), είναι «φυσικά» ακατόρθωτη. 7.3204

*

Και οι μεν δημιουργικές παρεμβάσεις θα μπορούσαμε (σχηματικά) να πούμε ότι διαφοροποιούνται ανάλογα με την πληρότητα φανέρωσης («καθορισμού») του πραγματικού χαρακτήρα της υποκειμενικής ελευθερίας, δημιουργικότητας και ενεργητικής ετερότητας.

Αλλά και οι ερμηνευτικές προσβάσεις διαφοροποιούνται επίσης ως προς τον «καθορισμό» της πραγματικότητας, ανάλογα με την πληρότητα της υποκειμενικής σχέσης με το υπαρκτό που η κάθε μια εξασφαλίζει. 7.41

Χρήστος Γιανναράς, Προτάσεις κριτικής οντολογίας (έκδ. Δόμος, Αθήνα 2005, σσ. 138-139, 142-143, 146).

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

μια πρόταση νοήματος


Ό,τι ονομάζουμε νοηματοδότηση της καθημερινότητας του ανθρώπου αποτελεί θεμελιώδες κριτήριο στην προοπτική της κριτικής ερμηνείας του υπαρκτού, όταν η κριτική μας πρόσβαση διερευνά τη γνησιότητα ή αλλοτρίωση των σχέσεων του ανθρώπου με τα υπαρκτά

-την εμμονή στην εμπειρική καθολικότητα της σχέσης ή την αλλοτρίωσή της σε εξάρτηση, υποταγή, ιδιοτελή αποσπασματικότητα, εξουσιαστική ιδιο-τροπία.

Κίνδυνος υποταγής της κριτικής στην ιδεολογία υπάρχει, όταν η νοηματοδότηση των σχέσεων αγνοεί ή παραβιάζει τον εμπειρικό χαρακτήρα των σχέσεων –όταν περιορίζει τη δυναμική των σχέσεων με κάποιαν a priori δεοντολογία σχέσεων.
8.1.

*

8.2. Η φιλοσοφία δεν μπορεί να δώσει απάντηση σε όλα τα προβλήματα του ανθρώπου. Μπορεί όμως να δώσει νόημα στα προβλήματα – στις σχέσεις του ανθρώπου με τους συνανθρώπους του και με τον κόσμο. Και τότε η φιλοσοφία μπορεί, πραγματικά, να αλλάξει τον κόσμο.

*

8.21. Η φιλοσοφική οντολογία είναι μια πρόταση νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης και των σχέσεών της -μια νοηματοδότηση του τρόπου της υπάρξεως. Και η κριτική οντολογία θεμελιώνει την πρότασή της στην υπαρκτική αυτεπίγνωση του υποκειμένου ως εμπειρία ελευθερίας και ετερότητας.

Η ελευθερία και η ετερότητα μάς γίνεται προσιτή ως γνωστικό-εμπειρικό γεγονός μέσα από τη σχέση και τη δυναμική απροσδιοριστία της σχέσης.

Κριτήριο πραγματικότητας είναι η εμπειρία της σχέσης με την πραγματικότητα και η επαλήθευση της γνησιότητας της σχέσης μέσω της κοινωνικής της διεύρυνσης – η επίσης απροσδιόριστη δυναμική του κοινωνικού γεγονότος που συγκροτεί την Ιστορία και τον πολιτισμό.

*

9. Αλήθεια για την κριτική οντολογία είναι η σχέση. Και η σχέση -επομένως και η αλήθεια- δεν είναι ποτέ δεδομένη. Είναι κατόρθωμα.

Χρήστος Γιανναράς, Προτάσεις κριτικής οντολογίας (έκδ. Δόμος, Αθήνα 2005, σσ. 152-153, 156).