Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποταμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποταμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 22 Μαΐου 2025

ο διαχωρισμός των φύλων... η απαρχή τού θανάτου


Ο θάνατος γενικά είναι η παρακμή τής ύπαρξης, η πτώση των συστατικών που την συναπαρτίζουν.

Ο διαχωρισμός των φύλων -ο οποίος δεν αναιρείται από την εξωτερική και εφήμερη ένωσή τους στην γενετήσια πράξη- είναι διαχωρισμός ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό στοιχείο τής ανθρώπινης ύπαρξης, και είναι από μόνος του μια κατάσταση αποσύνθεσης και η απαρχή τού θανάτου.

Το να βρίσκεται κανείς σε κατάσταση διαχωρισμού των φύλων, σημαίνει ότι βρίσκεται στο δρόμο τού θανάτου, ενώ όποιος δεν θέλει ή δεν μπορεί να βγεί από τον δρόμο αυτό, σημαίνει ότι πρέπει να τον βαδίσει μέχρι το τέλος.

Εκείνος που υποστηρίζει την ρίζα τού θανάτου, εκείνος μοιραία θα γευτεί και τους καρπούς της.

Αθάνατος μπορεί να είναι μόνο ο ολοκληρωμένος άνθρωπος και, αν η φυσική ένωση δεν μπορεί όντως να αποκαταστήσει την πληρότητα τής ανθρώπινης ύπαρξης, τότε αυτό σημαίνει ότι η ψευδής αυτή ένωση θα πρέπει να αντικατασταθεί από μια αληθινή ένωση, και όχι από την εγκράτεια από κάθε ένωση,

δηλαδή όχι από την επιθυμία να διατηρηθεί το status quo τής διασπασμένης, παρακμιακής και, επομένως, θνητής ανθρώπινης φύσης.

Βλαδίμηρος Σολοβιόφ, Το νόημα του έρωτα (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2018 (2008), σ. 94).

Τετάρτη 7 Μαΐου 2025

και η πραγμάτωση του έρωτα


How can those terrified vague fingers push
The feathered glory from her loosening thighs? *

Ακόμη και η λογική συνείδηση, πριν γίνει γεγονός για τον άνθρωπο, ήταν απλά μια θολή και αποτυχημένη επιθυμία στον κόσμο των ζώων. Πόσες γεωλογικές και βιολογικές εποχές πέρασαν μέσα σε αποτυχημένες προσπάθειες δημιουργίας του εγκεφάλου, του ικανού να γίνει όργανο για την ενσάρκωση της λογικής σκέψης;

Ο έρωτας για τον άνθρωπο είναι προς το παρόν ό,τι ήταν η λογική για τον κόσμο των ζώων: υπάρχει εν σπέρματι ή δυνάμει, αλλά όχι ακόμη στην πραγματικότητα. Κι αν οι τεράστιες αυτές ιστορικές περίοδοι -μάρτυρες της μη πραγματοποιημένης λογικής- δεν την εμπόδισαν τελικά να πραγματωθεί, τότε πολύ περισσότερο η μη πραγμάτωση του έρωτα κατά την διάρκεια μερικών μόνο χιλιετιών που μετράει η ζωή τής ιστορικής ανθρωπότητας, δεν μάς παρέχει κανένα δικαίωμα να συμπεράνουμε οτιδήποτε σχετικά με την μελλοντική του πραγμάτωση.

Θα πρέπει, συνεπώς, να θυμόμαστε ότι, εάν η πραγματικότητα της λογικής συνείδησης εμφανίστηκε στον άνθρωπο, και όχι μέσω τού ανθρώπου, τότε η πραγμάτωση του έρωτα, ως ύψιστο επίπεδο της ζωής τής ίδιας ανθρωπότητας, θα πρέπει να συμβεί όχι μόνο σ' αυτή αλλά και μέσω αυτής.

Καθήκον τού έρωτα είναι να δικαιώσει εν τη πράξει εκείνο το νόημα του έρωτα το οποίο ενυπάρχει εξαρχής στο αίσθημα αυτό. Απαιτείται τέτοιος συνδυασμός των δύο δεδομένων οργανικών υπάρξεων, ο οποίος θα δημιουργούσε από αυτές μόνο μία απόλυτη ιδεατή πραγματικότητα.

*

Ο αληθινός άνθρωπος όμως, στην πληρότητα της ιδεατής του προσωπικότητας, προφανώς, δεν μπορεί να είναι μόνο άντρας ή μόνο γυναίκα, αλλά θα πρέπει να είναι η ύψιστη ενότητα και των δύο.

Η πραγμάτωση της ενότητας αυτής ή η δημιουργία του αληθινού ανθρώπου, ως ελεύθερη ενότητα της αρσενικής και θηλυκής αρχής, οι οποίες διατηρούν την τυπική τους ιδιαιτερότητα, αλλά υπερβαίνουν την ουσιαστική τους διαφορά και διαίρεση, είναι το βασικό καθήκον του έρωτα.

[...] η μη εκπλήρωση των προϋποθέσεων αυτών οδηγεί τον έρωτα στην μόνιμη κατάλυσή του και μάς υποχρεώνει να αποδεχτούμε την ψευδαίσθησή του.

Βλαδίμηρος Σολοβιόφ, Το νόημα του έρωτα (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2018 (2008), σσ. 71-72, 72).


-----
* W.B. Yeats, «Leda and the Swan», εν W.B. Yeats, Για ό,τι έχει παρέλθει ή διαβαίνει ή έρχεται. Είκοσι ποιήματα (μτφρ. Νώντας Τσίγκας, έκδ. Χρονικό, Αθήνα 2024, σσ. 30-31): Πώς μπορούν αυτά τα έντρομα κι αδέξια δάχτυλα ν' αποδιώξουν / Τούτη τη φτερωτή δόξα από τους νικημένους μηρούς;

Κυριακή 4 Μαΐου 2025

η πλειονότητα των παθιασμένα ερωτευμένων εραστών


That girls at puberty may find
The first Adam in their thought *

Ο ιδιαίτερα δυνατός έρωτας στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι άτυχος, και ο άτυχος έρωτας πολύ συχνά οδηγεί στην αυτοκτονία με την μία ή την άλλη μορφή· και κάθε μια από τις πολυάριθμες αυτές αυτοκτονίες λόγω του άτυχου έρωτα προφανώς απορρίπτει την θεωρία εκείνη, σύμφωνα με την οποία ο δυνατός έρωτας προκαλείται μόνο και μόνο για την παραγωγή των αναγκαίων απογόνων, η σημασία των οποίων σηματοδοτείται από την δύναμη αυτού του έρωτα· στην πραγματικότητα, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η δύναμη τού έρωτα αποκλείει ειδικά την ίδια την δυνατότητα όχι μόνο κάποιων σημαντικών αλλά γενικά οποιωνδήποτε απογόνων.

Οι περιπτώσεις τού δίχως ανταπόκριση έρωτα είναι πολύ συνηθισμένες για τις αντιμετωπίσουμε ως εξαιρέσεις, στις οποίες μπορούμε να μην δώσουμε σημασία. Αλλά ακόμη κι αν έτσι είχαν τα πράγματα, αυτό δεν θα μάς βοηθούσε καθόλου, αφού και σε εκείνες τις περιπτώσεις, όπου ο έρωτας εκδηλώνεται με ιδιαίτερη ένταση από όλες τις πλευρές, δεν οδηγεί στο αποτέλεσμα που υπαγορεύει η θεωρία αυτή.

Σύμφωνα με την θεωρία ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα θα έπρεπε, με βάση το μεγάλο τους πάθος, να γεννήσουν κάποιον ένδοξο άνθρωπο, τουλάχιστον ένας Σαίξπηρ.

Στην πραγματικότητα, όπως έγινε γνωστό, έγινε το αντίθετο: όχι μόνο δεν γέννησαν έναν Σαίξπηρ, όπως θα έπρεπε σύμφωνα με την θεωρία, αλλά ο Σαίξπηρ τούς γέννησε και μάλιστα δίχως κανένα πάθος, μέσω τής δίχως σαρκική επαφή δημιουργίας.

Ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα, όπως και η πλειονότητα των παθιασμένα ερωτευμένων εραστών, πέθαναν δίχως να γεννήσουν κανέναν, ενώ ο Σαίξπηρ που τούς γέννησε, όπως και άλλοι μεγάλοι άνθρωποι, γεννήθηκε όχι από ένα παράφρονα ερωτευμένο ζευγάρι, αλλά από ένα συνηθισμένο γάμο (και ο ίδιος παρόλο που δοκίμασε το έντονο ερωτικό πάθος, όπως φαίνεται μεταξύ των άλλων από τα σονέτα του, δεν άφησε πίσω του κάποιους αξιοπρόσεκτους απογόνους).

Βλαδίμηρος Σολοβιόφ, Το νόημα του έρωτα (μτφρ. Δημ. Β. Τριανταφυλλίδης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2018 (2008), σσ. 36-37).


-----
* W.B. Yeats, «Long-Legged Fly», εν W.B. Yeats, Για ό,τι έχει παρέλθει ή διαβαίνει ή έρχεται. Είκοσι ποιήματα (μτφρ. Νώντας Τσίγκας, έκδ. Χρονικό, Αθήνα 2024, από το ποίημα «Μακρυπόδαρη μύγα», σσ. 32-33): Για να μπορέσουν τα ένηβα κορίτσια / ν' ανταμώσουν τον πρωτόπλαστο Αδάμ στη σκέψη τους [...].

Παρασκευή 2 Απριλίου 2021

οι άξιες ιδέες είναι σκοτεινές


[…] αν μού το επιτρέπετε, θα πώ ότι οι άξιες ιδέες είναι σκοτεινές, μαύρες, εντελώς αντίθετα με τις άλλες που περιφρονώ, τις λευκές. Ιδού μία πειραματική, επί του ιδίου του υποκειμένου μου, εξήγηση του παραπάνω. Διάβαζα Πλάτωνα, τον πατέρα και θεμελιωτή των ιδεών, και ομολογώ πως η ανάγνωση του κειμένου του ήταν ένας καινούριος δρόμος για να προχωρήσει η ψυχή μου.

Διαβάζοντας όμως δεν απομόνωνα από τα τριγύρω, δεν αποσπούσα, ούτε ξεχώριζα καμιά ιδέα, το εναντίον μάλιστα, αγανάκτησα με τον σχολιαστή, που κάνοντας μια δουλειά σαν κι' αυτήν που απέφευγα, πιστεύω ότι αδικούσε τον Πλάτωνα. Οι ιδέες που μ' άφηνε να καταλάβω ο Πλάτων είχαν διαστάσεις, είχαν την αλήθεια του χεριού και της αφής, πράγμα που δεν υπήρχε διόλου στα μονόχνωτα λόγια του αλλουνού, και ας έλεγε όσο ήθελε ότι κρατούσε η σκούφια του από τον μεγάλο αρχαίο.

Οι ιδέες που παραδέχουμαι έχουν σώμα και υπόσταση, και γι' αυτό τις λέω σκοτεινές. Μπορούν, είναι ικανές να πείσουν τις αισθήσεις. Οι ιδέες αυτές ανεβαίνουν από μέσα μας και εκρήγνυνται σαν άνθη στον έξω κόσμο.

Συνεχίζοντας την παρομοίωση της ιδέας με τον κόσμο της βλαστήσεως, μπορούμε να διακρίνουμε στην υπόστασή της διάφορα στάδια, ανάλογα κάπως με τα στάδια της φυτικής καλλιέργειας και αναπτύξεως. Ίσως εν τέλει και συνολικά η ιδέα να μην είναι παρά η φυσική ακολουθία της καλλιέργειας του αντικειμένου κόσμου μέσα στην υποκειμενική ψυχή.

Επόμενα μπορούμε για ιδέα να πάρουμε και άλλα στάδια της εσωτερικής ανόδου και αναπτύξεως, εκείνα επί παραδείγματι που δεν είναι καθόλου άνθη, το μακροχρόνιο υπόγειο στάδιο των αλλοιώσεων που υφίσταται ο σπόρος. Το στάδιο τούτο δεν μπορεί ν' αρνηθεί κανείς πως αναγκαστικά, όσες σχετικές διαφωτίσεις και αν γίνουν, παραμένει κατά βάση σκοτεινό.

Αν πάλι πεισθούμε αρχικά για τη σκοτεινάδα των ριζών, κατόπι δεν είναι δύσκολο να πεισθούμε και για τη σκοτεινότητα του λουλουδιού. Μ' αυτό δεν θέλω να εμπνεύσω κανενός είδους απαγόρευση, ώστε βγαίνοντας στους αγρούς να διστάζετε να κόψετε αγκαλιές λουλούδια. Είναι γεμάτα ομορφιά και στολίζουν πλούσια το σπίτι. Αλλά τούτο μόνο· μην πιστέψετε ποτέ ότι κόβοντας τα λουλούδια συναποκομίζετε και το μέγα μυστήριο της αγάπης που τα γεννά.

Μια τέτοια αγάπη ή φύση είναι και ο κόσμος των ιδεών που προβάλλει ο Πλάτων.

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής, Α΄ (β΄ έκδ. ΑΣΕ ΑΕ, Θεσ/νίκη 1978, σσ. 12-13).

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

προσευχόμενοι εντός του Νοήματος και της Ομορφιάς


Ο Ελύτης και ο Καρούζος -προσευχόμενοι εντός του Νοήματος και της Ομορφιάς- είναι οι συνεχιστές στην παράδοση της μυστικής εμπειρίας, διαμέσου της λογοτεχνίας. Παρατηρώντας τους κεντρικούς νοηματικούς άξονες του έργου τους, μπορούμε εύκολα να συνδέσουμε τους δυο ποιητές με τους ησυχαστές της ερήμου.

Ο Ελύτης προσεύχεται με τον τρόπο του Ευαγρίου Ποντικού: Χωρίς το σώμα του. Χωρίς το σώμα του κόσμου. Χωρίς τη σάρκα. Επειδή αποσαρκώνει κάθε σώμα -και κάθε πραγματικότητα- για να την αναγάγει μέσα στο φώς. Έτσι, μοιάζει να αρθρώνει ξανά το λόγο της καθαρής προσευχής: «Αρνήσου την σάρκα και την ψυχή και ζήσε σύμφωνα με το νού». «Προχώρα από άυλο σε άυλο και θα εννοήσεις». [...]

Ο Ευάγριος με την καθαρή προσευχή, κενώνει τον εαυτό του μέσα στο Θεό, που είναι ο εαυτός του. Ο Ελύτης, με την καθαρότητα του βλέμματος, γίνεται το ίδιο το «βλέπειν», ένας τρόπος που ενώνει τον οφθαλμό του Θεού (την ιδέα της τελειότητας) με το μάτι εκείνου που κοιτάζει, ώστε ο άνθρωπος και ο Θεός να ενοποιηθούν μέσα στην ομορφιά. […] Όμως και για τους δύο, ισχύει η ίδια πνευματική αλήθεια: το φυσικό πραγματώνεται μέσα στο ουράνιο: Η γή προσκαλείται ν' ανέβει στον ουρανό.

*

Στον αντίποδα του διδύμου Ελύτη-Ευαγρίου Ποντικού, ο Καρούζος βρίσκει την αντιστοιχία του στον Μακάριο. Όπως ο Μακάριος, έτσι και ο Καρούζος τοποθετεί τον ουρανό στην πραγματικότητα της γής: Ο Μακάριος φέρνει το νού να κατοικήσει στο σώμα. Ο Καρούζος φέρνει την έννοια να φωλιάσει στο πράγμα. Ο Μακάριος αρνείται την αποϋλοποίηση και συνδέει την ύλη με την έννοια του προσώπου. Ο Καρούζος ορίζει την υπαρκτικότητα ως την πλήρη κατάφαση του ανθρώπου. Όπως ο Μακάριος, έτσι και ο Καρούζος επιμένει στο θέατρο της αληθινής ζωής: εκεί όπου το πνεύμα λαλεί την ομορφιά, αλλά και το «άσχημον» του θανάτου. [...]

Η ιστορικότητα -η υλικότητα- καθίσταται ο τόπος συνάντησης του Καρούζου και του Μακαρίου. Ο Μακάριος δεν μπορεί να νοήσει την πνευματική ζωή χωρίς την πράξη -τη δράση- της αγάπης εντός του κόσμου, μια κατάσταση ενεργοποιημένη από την ίδια την προσευχή, που και αυτή είναι εγκόσμιο γεγονός.

Ο Καρούζος δεν μπορεί να εννοήσει την ποίηση έξω από τη σωματικότητά της– έξω από την περιπέτεια ενός σώματος πάσχοντος, όπως εκείνο του πάσχοντος Ιησού πάνω στο σταυρό. [...]

Κλεοπάτρα Λυμπέρη, Νίκος Καρούζος. Συναντήθηκα με το θαύμα σαν φίλος
(έκδ. Ίκαρος, Αθήνα 2020, σσ. 51, 52, 53, 54).

Τρίτη 28 Απριλίου 2020

εις μαρτυρίαν Χριστού της αναστάσεως


Εξ ευωνύμων δ' άπεστι, έως δέκα σταδίων,
οδός ένθα απόκειται μέγα πλατύ πεδίον,
εν ώ πεφύκασι πολλά λείψανα τεθαμμένα·
τα μεν εισίν ακέραια, τα δε συντεθλασμένα.

Ουδείς ανθρώπων έγνωκε τίνες υπήρχον ούτοι,
ή ευσεβώς συνέζησαν ή ασεβείας πλούτει.
Αλλ' όμως γίνετ' επ' αυτοίς κατ' έτος μέγα θαύμα,
εν ώ και συναθροίζεται πολλών ανθρώπων τάγμα.

Την γαρ μεγίστην και σεπτήν πασών των εβδομάδων,
εν ή Χριστός ανέστησε τον Αδάμ εκ νεκάδων,
τη έκτη της Παρασκευής, ημέρα τη μεγίστη,
αθρόως αναδίδονται εκ των κειμένων πλείστοι
και καθορώνται -τοις πολλοίς όντως- εν τω πεδίω
κατακείμενοι· προφανώς θαύμα φρικτόν και θείον
πώς οι νεκροί εξέρχονται της γής των κενεώνων,
προτεθαμμένοι πέλοντες [= υπάρχοντες] άνωθεν των αιώνων.

Και ούτως εκκαλύπτονται μέλλοντες την ημέραν
Χριστού της αναλήψεως, φωτός την λαμπροτέραν.

Επάν δε τεσσαράκοντ<α> ημέραι τελεσθώσιν,
αίτινες την ανάστασιν Κυρίου παριστώσιν,
αύθις κατάγονται εις γήν καθάπερ και προ τούτου
υπάρχειν καταχθόνιοι· φευ θαυμάτων τοιούτων!

Καί τις ποτέ των μοναχών, ότε υπήρχον έξω
εν τω πεδίω τα οστά, ίνα τ' αληθή λέ{γ}ξω,
αφείλετό τι των οστών τη κέλλη προσκομίσας,
και ώσπερ προφερέστερον των απάντων νομίσας,
επέθε{ν}το εν κιβωτίω κλειδί επισφαλίσας.
Και μετά την ανάληψιν Κυρίου υπανοίξας
ουκέτι εύρατο οστούν ένδον· και γαρ ηρπάγη,
επεί και Άδου Κύριος ανάγει και κατάγει.

Τούτο, ως εμοί γε δοκεί, <κεί>ται εις μαρτυρίαν
Χριστού της αναστάσεως και δι<ά> απορίαν
τοις λέγουσιν «ανάστασιν νεκρών όλως ουκ έστιν»·
και γαρ σαφές τεκμήριον τω θαύματι κατέστην.

Απόσπασμα εκ της «Ιστορίας του αγίου όρους Σινά και των περιχώρων αυτού, έτι δε και των καθ’ οδόν {των} τοποθεσιών, ως και των πάλαι γεγονότων θαυμάτων τεραστίων». Ποίημα κυρίου Παΐσίου μητροπολίτου Ρόδου, κατά το εκτενές (2.279 στίχοι) χειρόγραφο Ξηροποτάμου 27.1. - Εν Σ. Καδά, Προσκυνητάρια του αγίου και θεοβάδιστου όρους Σινά από δέκα ελληνικά χειρόγραφα 16ου-17ου αι. (έκδ. Ιδρύματος Όρους Σινά, Αθήνα 2003, σσ. 218-219).

Σάββατο 25 Απριλίου 2020

μια πραγματικά Ευχαριστιακή κοινότητα


νυν δε ε[πί μέση]ς πλατείας και πόλεως,
εν μέσω [πόλεως] πάντων ορώντων
γέγονεν [δικαί]ου άδικος φόνος.*

2. Πώς να κάνουμε τη Λειτουργική πράξη κοινή και κέντρο ακτινοβολίας ολόκληρης της προσωπικότητας;

Η ενορία δε θα γίνει ζωντανή, αν δεν γίνει ξανά μια πραγματικά Ευχαριστιακή κοινότητα. Ένα απ' τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της σύγχρονης Ορθοδοξίας είναι το ότι οι Θεολόγοι αναπτύσσουν την «Ευχαριστιακή Θεολογία» μόλο, που, στις περισσότερες Λειτουργίες δεν κοινωνεί κανένας (υπάρχουν πολλές εξαιρέσεις, το ξέρω, αλλ’ αυτό δεν εμποδίζει, από το να είναι η αποχή μια μαζική εκδήλωση). Η προσυνοδική μελέτη κι η Σύνοδος της Ορθοδοξίας θα ωφεληθούν πολύ απ' την πραγματική Παράδοση, αν η θεία Κοινωνία της Κυριακής επανεμφανιστεί στον Χριστιανικό λαό. Βέβαια, όχι σαν υποχρέωση, αλλά, τουλάχιστο, σαν κανονική εκδήλωση. Θα πρέπει να εφαρμοστεί και στο θέμα αυτό μια ολόκληρη παιδαγωγία της πίστης στις ίδιες τις ενορίες, για να εξηγηθεί ποιά είναι η πραγματική σχέση ανάμεσα στο Μυστήριο της Μετάνοιας και στο Μυστήριο της Ευχαριστίας, όπως και το τί σημαίνει προετοιμασία για τη θεία Κοινωνία.

Κατά δεύτερο λόγο, θα ωφελούσε, αν, σ' ορισμένες υποδειγματικές ενορίες, ξαναβρίσκονταν η προκωνσταντίνεια πράξη μιας Λειτουργίας, που θα είναι λιγότερο ένα θέαμα μπροστά στον λαό και περισσότερο μια κοινή πράξη, σε μια συνεργασία των λειτουργών κι εκείνων, που μετέχουν στη γενική ιερωσύνη.

Αυτό προϋποθέτει τη διπλή αποκρυπτογράφηση, την τοπική και τη χρονική, της ακολουθίας και προ πάντων της Αναφοράς με το μίκρεμα του εικονοστασίου (τέμπλον) και με την απαγγελία ολόκληρης της Αναφοράς «εκφώνως» και ειδικά της «Επίκλησης».

Αυτό είναι, πραγματικά, ένα ακόμα από τα σκάνδαλα της Ορθοδοξίας. Το ότι, δηλαδή, η Επίκληση αποκρύβηκε, έτσι, που να αγνοείται απ' τον λαό, μόλο, που οι Θεολόγοι αναπτύσσουν in abstracto μια θαυμάσια «μυστηριακή πνευματολογία».

Για να γίνει η Λειτουργία κοινή πράξη, θα πρέπει ο λαός ν' ανακαλύψει ότι είναι «συλλειτουργών», επισφραγίζοντας την Επίκληση με το τριπλό «αμήν».

Άλλες μεταρρυθμίσεις, που στην πραγματικότητα είναι επιστροφές στην αρχική πράξη και στο αρχικό νόημα, φαίνεται ότι επιβάλλονται. Όπως, η επαναφορά του ασπασμού της ειρήνης, η κοινή ψαλμωδία από όλο τον λαό όχι μόνο του «Πιστεύω» και του «Πάτερ ημών», αλλά και μεγάλων κομματιών της Λειτουργίας κι ειδικά των απαντήσεων στις διακονικές Λιτανείες και, τέλος, ίσως κι η επιστροφή στην αρχική σημασία της κοινής προσφοράς κατά τη Μεγάλη Είσοδο. Κι εδώ, επίσης θα πρέπει να γίνει μια πορεία συνετή, με δοκιμές, προσπάθειες, υποδειγματικές εμπειρίες.

Olivier Clement, “Όλοι μαζί ετοιμάζουμε τη Σύνοδο”, απόσπασμα από άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Contacts (no 76, σσ. 402-406), εν Λαός του Θεού. Δοκίμια ευχαριστιακής θεολογίας (μτφρ. μητροπ. Αττικής & Μεγαρίδος Νικοδήμος, έκδ. Σπορά, Αθήνα χ.χ. [1982], σσ.138-140).

-----
* Το motto στιχάκι εκ του Μελίτωνα Σάρδεων, Περί Πάσχα, εν Χ. Σκαρλακίδη, Άγιον Φώς. Το θαύμα της καθόδου του Φωτός της Αναστάσεως στον Τάφο του Χριστού (έκδ. Ελαία, Αθήνα 2017, σ. 157, σημ. 187).

Τετάρτη 22 Απριλίου 2020

ώ αγάπη, θεϊκή αγάπη...


Ώ!! Αγάπη, Θεϊκή αγάπη, που από αγάπη προς τον άνθρωπον όλα τα μυστήριά Σου μάς τα χάρισες,
δωρεάν την χάριν στο βάπτισμα,
δωρεάν το χρίσμα,
δωρεάν το άγιόν Σου Σώμα και Αίμα,
δωρεάν και αυτόν τον Παράδεισόν Σου.

Ώ!! Αγάπη, Θεϊκή αγάπη, που από αγάπη προς τον άνθρωπον άφησες τον ουρανόν και ήλθες και εφόρεσες ακάνθινον στέφανον και κρεμάστηκες επάνω στον Σταυρόν.

Ώ!! Αγάπη, Θεϊκή αγάπη, που από αγάπη περιμένεις πότε να έλθωμεν κοντά Σου, που αντί να έλθωμεν εμείς, ήλθες Εσύ κοντά μας· ήλθες μέσα μας και διαφόρως εμφανίζεσαι στον καθένα μας. Και οράσαι, και ψηλαφίζεσαι, και θύεσαι, και τρώγεσαι, και πίνεσαι.

Ώ!! Αγάπη, Θεϊκή αγάπη, που από αγάπη, άφες με να Σε πλησιάσω και να Σε γευθώ ολίγον από αυτήν Σου την αγάπη, που όλο καίει μέσα μου και δεν μπορώ να ησυχάσω και να σβήσω ολίγον την δίψαν μου.

«Και εγένετο εν τη καρδία μου η μνήμη του Θεού πύρ φλογίζον και εισδύνον εν τοις οστέοις μου».

Ώ!! Δίψα, δίψα, γλυκειά μου δίψα, πότε θα ξεδιψάσω; Που όσο και αν πίνω, τόσο και περισσότερον Σε διψώ, και διψώ και δεν μπορώ να Σε χορτάσω και να ξεδιψάσω, αλλά όλο και περισσότερον καίομαι από δίψα.

Ώ!! Αγάπη, Θεϊκή αγάπη, που όσο και αν προσπαθώ να Σε γευθώ και να Σε χορτάσω, τόσο και περισσότερον βλέπω ότι Σε πεινώ, και όσο να Σε πλησιάσω, τόσο και περισσότερον βλέπω ότι μακράν Σου βρίσκομαι.

«Οι τρώγοντές με έτι πεινάσουσι, και οι πίνοντές με έτι διψήσουσι» (Σοφ. Σειρ. 24, 21).

Ώ!! Αγάπη, Θεϊκή αγάπη, που από αγάπη προς εμάς τους ανθρώπους εφώναξες και διαρκώς φωνάζεις:

«Εγώ ειμί το φώς του κόσμου. Εγώ φώς εις τον κόσμον ελήλυθα» (Ιω. 8, 12· 12, 46).

Ώ!! Φώς, φώς προαιώνιον, φώς, γλυκύτατόν μου φώς, γλυκύτατόν μου φώς, φώτισον και εμένα το σκότος μου, διάλυσον, φώς μου, την πώρωσίν μου, την σκοτοδίνην μου.

Ώ!! Φώς, φώς, πότε θα Σε ξαναδώ και πάλιν;

Έλα, φώς, φώς της ψυχής μου· δεν έχω άλλην υπομονήν, δεν έχω.

Ώ!! Ψυχή μου, ψυχή μου, έως πότε θα έχης τα μάτια σου κλειστά; Που εγώ σού τα έκλεισα, με αυτήν μου την παρακοήν.

Ώ!! Ψυχή μου, ψυχή μου, πόσο σε αδίκησα, που όταν το ενθυμούμαι, που πάντοτε το ενθυμούμαι, ωσάν άλλος Πέτρος κλαίω πικρώς, με πικρότατα δάκρυα κλαίω.

Αλλά έλα και σύ προς το φώς, ας είσαι και τυφλή, και Αυτός, το φώς, θα Σού τα ανοίξη και θα Τον δής και πάλιν και ως άλλος Θωμάς θα βοήσης: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιω. 20, 28).

Ώ!! Αιώνια αλήθεια…

Παραφρονών ελάλησα, συγχωρήσατέ με.

Ύμνοι θείων ερώτων τινός αγιορείτου μοναχού του εικοστού αιώνος, υπό γ. Εφραίμ Κατουνακιώτου, τα νυν άγιος (έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ», Κατουνάκια Αγίου Όρους 2000, σσ. 306-307).

Κυριακή 19 Απριλίου 2020

ώ έρωτας Χριστού


Ο άνθρωπος είναι ένα όν τραγικόν,
και το γεγονός τούτο τον καθιστά απροσάρμοστον
εις τον κόσμον εντός του οποίου ζή.*

Ώ!! Ερωτικό ξεχείλισμα της ασματικής νύμφης προς τον γλυκύτατον Νυμφίον της Ιησούν, που στόμα και μάτια ενώθησαν, έγιναν ένα στο ίδιο σώμα.

Τα μεν μάτια να αναλύονται, να λιώνουν σε ερωτικά δάκρυα χαράς.

Το δε στόμα σε ατέλειωτα ερωτικούς ύμνους ευχαριστίας, δοξολογίας προς τον Νυμφίον της Ιησούν.

Ο Θεός εν μέσω της δημιουργίας Του οράται, φανερώνεται μέσα στο άπειρον, μέσα στο αιώνιον, μέσα στο γλυκύτατον, το ακατανόητον της σοφίας Του, της αγάπης Του προς τον άνθρωπον, της αρμονίας Του απ' όλα τα κτίσματά Του, της δοξολογίας Του υπ' αυτών.

Τα πάντα, ορατά και αόρατα, επίγεια και ουράνια, παντού και πάντοτε, εμφαίνουν, φανερώνουν δοξολογίαν Θεού, αγαπην Ιησού, παρουσίαν Θεού.

*

Πνευματική όρασις

Μα πότε θα έλθη η ευλογημένη ημέρα, εκείνη η μεγάλη και επιφανής, που όλοι μαζύ, άνθρωποι και άγγελοι, θα ενωθούν εις δοξολογίαν Θεού, μέσα στο αιώνιον φώς!

Μέσα στην αιώνιον χαράν!

Μέσα στην πνευματικήν αρωματικήν γλυκύτητα!

Ώ, τί αιώνιος χαρά περιμένει τους χριστιανούς, ανεκδιήγητος χαρά· ώ έρωτας Χριστού· ώ, πνευματική μέθη που ανοίγει άλλα μάτια και βλέπεις την γλυκύτητα της φύσεως της δοξολογίας του Θεού!

Έφη το σεπτόν και σεβάσμιον στόμα: Έρχομαι και θα έρχομαι και παραλήψομαι υμάς προς εμαυτόν, ίνα όπως επ’ μοί και υμείς ήτε (Ιω. 14, 3).

Ώ, έρωτας του Ιησού, που θα τον βλέπουμε πρόσωπον προς πρόσωπον αιωνίως!

Ύμνοι θείων ερώτων τινός αγιορείτου μοναχού του εικοστού αιώνος, που σώθηκαν σε πρόχειρες σημειώσεις οι οποίες προορίζονταν για προσωπική του χρήση, υπό γ. Εφραίμ Κατουνακιώτου, τα νυν άγιος (έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ», Κατουνάκια Αγίου Όρους 2000, σσ. 307-308).

-----
* Το motto εκ του Νικολάου Μπερδιάγιεφ, Περί του προορισμού του ανθρώπου (μτφρ. μητροπ. Σάμου Ειρηναίου, έκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1950, σ. 88).

Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

η ακραία θέση του Ιησού...


Ο Μυστικός Δείπνος, στη βόρεια πλευρά [στο Θάρι της Ρόδου], συντονίζει την εικονογραφία με του Νιπτήρα, απέναντι, σε ουσιώδη σημεία της σύνθεσης, που αφορούν στη θέση κυρίως του Ιησού, καθώς και στο σχήμα της τράπεζας. Η παράσταση αποδίδει τον καθιερωμένο εικονογραφικό τύπο της μεσοβυζαντινής τέχνης, κύριο γνώρισμα του οποίου αποτελεί η ακραία θέση του Ιησού.

Από τα τέλη του 13ου αιώνα εμφανίζεται και επικρατεί προοδευτικά στα παλαιολόγεια έργα ο τύπος με τον Χριστό στο κέντρο της ευχαριστιακής σύναξης. Κατά κανόνα, στο πρώτο τυπολογικό σχήμα ο Κύριος έχει την τιμητική θέση στο αριστερό ως προς το θεατή άκρο, σύμφωνα με την αρχαία εθιμοτυπία των συμποσίων, που την ανάμνησή της διατήρησε η βυζαντινή εικονογραφική παράδοση· με τον Πέτρο συχνότερα ως δεύτερο τιμώμενο πρόσωπο στην άλλη άκρη της χορείας των συνδαιτυμόνων, δεξιά.

Η διάταξη, που τηρήθηκε επίσης στην τοιχογραφία του Δείπνου, στην ίδια πλευρά του Ιερού της κρύπτης στη μονή του Οσίου Λουκά, αντιστρέφεται στην τοιχογραφία της Ρόδου. Χωρίς να παραβλέπεται το θέμα της ευνοϊκής επιφάνειας, κύριος λόγος για την αντιμετάθεση του Ιησού στα δεξιά του θεατή, με αυτονόητη συνέπεια την αντιστροφή του τύπου ως προς την τοποθέτηση των μαθητών, θα πρέπει να ήταν η επιζητούμενη συμμετρία μορφής και νοήματος με τις πλησιόχωρες άλλες συνθέσεις στην ενότητα του Ιερού και ακριβώς στην ανατολική περιοχή του, προπάντων δε με το Νιπτήρα αντίκρυ.

[σημ.: Με θέση πάλι του Χριστού στην άκρη δεξιά εικονίζεται ο Μυστικός Δείπνος σε τοιχογραφία του 13ου αιώνα στους Αγίους Αποστόλους του Peć και στη βόρεια πλευρά του ναού του Αγίου Νικολάου στο Prilep, από τα τέλη του 13ου αιώνα, με προηγούμενη την παράπλευρη παράσταση του Νιπτήρα].

Μυρτάλη Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Στο Θάρι της Ρόδου. Ο ναός και οι τοιχογραφίες της Μονής του Ταξιάρχη Μιχαήλ (έκδ. ΥΠΠΟ, Αθήνα 2006, σ. 95 και σημ. 355).

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018

παν το δαιμόνιον μεταξύ εστι θεού τε και θνητού


[...] «κάτι μεταξύ θνητού και αθανάτου». «Δηλαδή, Διοτίμα, τί;» «Δαίμων μέγας, Σωκράτη. Άλλωστε κάθε τι δαιμονικόν ευρίσκεται μεταξύ θεού και θνητού». «Και ποία είναι» είπα εγώ «η δράσις του;». «Να μεταφράζη και να μεταβιβάζη εις τους θεούς τα προερχόμενα εκ των ανθρώπων και εις τους ανθρώπους τα εκ των θεών, εκείνων μεν τας προσευχάς και τας θυσίας, τούτων δε τας προσταγάς και τας ανταποδόσεις. Εις το μέσον δε και των δύο όπως ευρίσκεται, γεμίζει το κενόν, ώστε το σύμπαν να έχη συνοχήν εσωτερικήν».

«Πατέρα» είπα τότ' εγώ «και μητέρα ποίον έχει;». «Αυτό» είπε «είναι μία ιστορία κάπως μεγάλη, αλλά θα σού την διηγηθώ. Τον καιρό λοιπόν που ήλθεν εις τον κόσμον η Αφροδίτη, οι θεοί είχαν τραπέζι, μαζί με τους άλλους και της Μήτιδος ο υιός ο Πόρος [ενν. ήλθεν]. Όταν απόφαγαν, ήλθεν η Πενία να επαιτήση, όπως ήτο φυσικόν εις μίαν τόσον μεγάλη διασκέδασιν· εστέκετο λοιπόν εκεί προς την είσοδον. Ο Πόρος τότε μεθυσμένος από το νέκταρ (κρασί δεν υπήρχεν ακόμη) κατέβη, εξήλθεν έξω εις του Διός τον κήπον, και με το κεφάλι βαρύ όπως ήτον, έπεσε και απεκοιμήθη. Η Πενία τότε, μέσα εις την απορίαν της, συνέλαβε το σχέδιον ν' αποκτήση παιδί από τον Πόρον. Πηγαίνει λοιπόν και πλαγιάζει κοντά του· έτσι απέκτησε τον έρωτα. Δι' αυτόν τον λόγον έγινε ο Έρως της Αφροδίτης συνοδός και υπηρέτης, επειδή εγεννήθη εις τα γενέθλιά της και συγχρόνως επειδή εμφύτως είν’ ερωτευμένος με το ωραίον, η δε Αφροδίτη είναι ωραία.

Ως ο υιός λοιπόν του Πόρου και της Πενίας που είναι ο Έρως, συμβαίνει ώστε η κατάστασίς του να είναι η εξής: Πρώτα πρώτα είναι αιωνίως πτωχός και κάθε άλλο παρά απαλός και ωραίος, όπως τον φαντάζεται ο κόσμος. Αντιθέτως είναι τραχύς και απεριποίητος και ανυπόδυτος και άστεγος· πλαγιάζει πάντοτε χάμω και χωρίς στρώματα, κοιμάται εις το ύπαιθρον, εις τα κατώφλια, και τους δρόμους, έχει της μητέρας του το φυσικόν, διαρκή επομένως σύντροφον την στέρησιν. Αφ' ετέρου κατά του πατέρα του το φυσικόν, είναι παγιδευτής πανούργος των ωραίων και των εκλεκτών, είναι γενναίος και ριψοκίνδυνος και ενεργητικός, κυνηγός φοβερός, εξυφαίνων νέα διαρκώς σχέδια, της φρονήσεως επιθυμητής και επινοητικός, την γνώσιν ζητών επί ζωής, τρομερός εις το να μαγεύη με γοητείας, με βότανα, με λόγια ωραία. Με αθάνατον όμοιος δεν είναι εις την φύσιν του ούτε με θνητόν, αλλά εντός μιάς και της αυτής ημέρας πότε ανθεί και ζή, όταν ευπορίαν εύρη, πότε αποθνήσει και πάλιν ξαναζωντανεύει, χάρις εις την πατρικήν του φύσιν και πάλιν ό,τι αποκτά κάθε φοράν, τού φεύγει διαρκώς μεσ' από τα δάκτυλα. Έτσι ούτε άπορος ποτέ τελείως είν’ ο Έρως , ούτε πλούσιος εις μέσα».

Πλάτωνος, Συμπόσιον, εν Ερουρέμ (μτφρ. Ιω. Συκουτρής, [έκδ. Εστία 1976], τ. 3, Χειμώνας 1984, σσ. 70-72, ένθα ομιλεί η Διοτίμα. Δικό της λογίο και ο τίτλος του παρόντος).

Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

τα μήλα άρα γε παρά θίν’ αλός;


"...Αφού δε πλέον αύται έφθασαν εις το ωραιότατον ρεύμα του ποταμιού, -αυτού ήσαν μεν αένναοι πλυνοί, πολύ δε ωραίον ύδωρ έρρεε κάτωθεν προς τα έξω, ώστε να καθαρίση πολύ μάλιστα λερωμένα,- ενταύθα τας ημιόνους απέλυσαν από κάτω από την φορτηγόν άμαξαν. και ταύτας μεν αφήκαν να τρέχωσι παρά τον στροβιλώδη ποταμόν, ίνα τρώγωσι μελίγλυκυ χόρτον· αύται δ' από την άμαξαν (90) έλαβον με τας χείρας τα ρούχα και έφερον εις το μέλαν ύδωρ, (προς καθαρισμόν) δε κατεπάτουν εντός των λάκκων ταχέως αμιλλώμεναι. αφού δ' έπλυναν και εκαθάρισαν πάσαν ακαθαρσίαν, κατά σειράν ήπλωσαν εις την παραλίαν της θαλάσσης, όπου μάλιστα εις την ξηράν χαλίκια εξέπλυνε συνήθως η θάλασσα. αύται δ', αφού ελούσθησαν και ηλείφθησαν λιπαρώς δι' ελαίου, έπειτα εγευμάτισαν εις τας όχθας του ποταμού, περιέμενον δε να στεγνώσουν τα ρούχα εις τας ακτίνας του ηλίου, αφού δ’ ηυφράνθησαν φαγητόν αι δούλαι και αυτή, με σφαίραν αύται έπειτα έπαιζον, αφού απέβαλον το μαντήλι της κεφαλής. (100) μεταξύ δ' αυτών η λευκώλενος Ναυσικά έκαμνεν αρχήν του παιγνιδιού. καθώς δ' η τοξεύτρια Άρτεμις πορεύεται εις τα όρη, ή εις τον υπερύψηλον Ταΰγετον ή εις τον Ερύμανθον, διασκεδάζουσα (με το κυνήγιον) κάπρων και ταχειών ελάφων· ομού δε με αυτήν αι αγροτικαί νύμφαι, αι κόραι του αιγιόχου Διός παίζουσι, χαίρει δε εις την καρδίαν η Λητώ· υπερέχει δε όλας κατά την κεφαλήν και το μέτωπον, ευκολώτατα δε διακρίνεται, αν και είναι όλαι ωραίαι. τοιουτοτρόπως αύτη διέπρεπε μεταξύ των θεραπαινίδων η άγαμος παρθένος. Αλλ' ότε πλέον φυσικά έμελλε να επανέλθη οπίσω εις την οικίαν, (110) αφού ήθελε ζεύξει τας ημιόνους και διπλώσει τα ωραία ρούχα, τότε πάλιν άλλο εσκέφθη η γλαυκώπις Αθηνά, ίνα σηκωθή ο Οδυσσεύς και ίδη την ωραίους οφθαλμούς έχουσαν κόρη, η οποία να οδηγήση αυτόν εις την πόλιν των Φαιάκων ανδρών. την σφαίραν λοιπόν έρριψεν η βασιλόπαις προς τινα θεραπαινίδα· την θεραπαινίδα μεν δεν επέτυχεν, αλλά έρριψεν εις το βαθύ συστρεφόμενον ύδωρ· αύται δ' επάνω εις αυτό εφώναξαν μακράν· εξύπνησε δ' ο θείος Οδυσσεύς, ανακαθήμενος δ' εσκέπτετο κατά την διάνοιαν και κατά την καρδίαν· «αλλοίμονον εις εμένα! Εις τίνων πάλιν ανθρώπων την γήν έχω φθάσει; ποίον από τα δύο δηλ. είναι ούτοι βίαιοι και άγριοι και όχι πολιτισμένοι, (120) ή είναι φιλόξενοι και έχουσιν ψυχήν θεοσεβή; ήλθεν εις τας ακοάς μου κραυγή οξεία ως νεανίδων· [νυμφών, αι οποίαι έχουσι τας αποκρήμνους κορυφάς των ορέων και τας πηγάς των ποταμών και τους χλοερούς λειμώνας.] βεβαίως λοιπόν, πιστεύω, είμαι πλησίον ανθρώπων με ομιλίαν· αλλ' εμπρός εγώ αυτός θα εξετάσω και θα ίδω.» Τοιουτοτρόπως αφού είπεν, εξήλθε κάτω από τους θάμνους ο θείος Οδυσσεύς, έκοψε δ' από του πυκνού δάσους διά της χονδράς χειρός κλάδον πολύφυλλον, ίνα καλύψη περί το σώμα τα αιδοία.". (Ζ 85-129)


Απόδοσις υπό Π. Γιαννακοπούλου (1977). Στο πρωτότυπο έχει ως εξής:

"αι δ' ότε δη ποταμοίο ρόον περικαλλέ' ίκοντο, 85
ένθ' ή τοι πλυνοί ήσαν επηετανοί, πολύ δ' ύδωρ
καλόν υπεκπρόρεεν μάλα περ ρυπόωντα καθήραι,
ένθ' αι γ' ημιόνους μεν υπερκπροέλυσαν απήνης.
και τας μεν σεύαν ποταμόν πάρα δινήεντα
τρώγειν άγρωστιν μελιηδέα· ται δ' απ' απήνης 90
είματα χερσίν έλοντο και εσφόρεον μέλαν ύδωρ,
στείβον δ' εν βόθροισι θοώς έριδα προφέρουσαι.
αυτάρ επεί πλύνάν τε κάθηράν τε ρύπα πάντα,
εξείης πέτασαν παρά θίν' αλός, ήχι μάλιστα
λάιγγας ποτί χέρσον αποπλύνεσκε θάλασσα. 95
αι δε λοεσσάμεναι και χρισάμεναι λίπ' ελαίω
δείπνον έπειθ΄είλοντο παρ' όχθησιν ποταμοίο,
είματα δ' ηελίοιο μένον τερσήμεναι αυγή,
αυτάρ επεί σίτου τάρφθεν ομωαί τε και αυτή,
σφαίρη ται δ' άρ' έπαιζον από κρήδεμνα βαλούσαι· 100
τήσι δε Ναυσικάα λευκώλενος ήρχετο μολπής.
οίη δ' Άρτεμις είσι κατ' ούρεα ιοχέαιρα,
ή κατά Ταΰγετον περιμήκετον ή Ερύμανθον,
τερπομένη κάπροισι και ωκείης ελάφοισιν
· τη δε θ' άμα νύμφαι, κούραι Διός αιγιόχοιο, 105
αγρονόμοι παίζουσι γέγηθε δε τε φρένα Λητώ·
πασάων δ' ύπερ ή γε κάρη έχει ηδέ μέτωπα,
ρείά τ' αριγνώτη πέλεται, καλαί δε τε πάσαι,
ως ή γ' αμφιπόλοισι μετέπρεπε παρθένος αδμής.
αλλ' ότε δη άρ' έμελλε πάλιν οικόνδε νέεσθαι 110
ξεύξασ' ημιόνους πτύξασά τε είματα καλά,
ένθ' αύτ' άλλ' ενόησε θεά, γλαυκώπις Αθήνη,
ως Οδυσσεύς έγροιτο ίδοι τ' ενώπιδα κούρην,
ή οι Φαιήκων ανδρών πόλιν ηγήσαιτο.
σφαίραν έπειτ' έρριψε μετ' αμφίπολον βασίλεια· 115
αμφιπόλου μεν άμαρτε, βαθείη δ' έμβαλε δίνη
· αι δ' επί μακρόν άυσαν· ο δ' έγρετο δίος Οδυσσεύς,
εζόμενος δ' ώρμαινε κατά φρένα και κατά θυμόν
· «ώ μοι εγώ, τέων αύτε βροτών ες γαίαν ικάνω;
ή ρ' οί γ' υβρισταί τε και άγριοι ουδέ δίκαιοι, 120
ήε φιλόξεινοι και σφιν νόος εστί θεουδής;
ώς τε με κουράων αμφήλυθε θήλυς αυτή
· [νυμφάων, αί έχουσ' ορέων αιπεινά κάρηνα
και πηγάς ποταμών και πίσεα ποιήεντα]
ή νύ που ανθρώπων ειμί σχεδόν αυδηέντων. 125
άλλ' άγ' εγών αυτός πειρήσομαι ηδέ ίδωμαι.»
ώς ειπών θάμνων υπεδύσετο δίος Οδυσσεύς,
εκ πυκίνης δ' ύλης πτόρθον κλάσε χειρί παχείη
φύλλων, ως ρύσαιτο περί χροΐ μήδεα φωτός". (Ζ 85-129)


υπεκπρόρεεν = έρρεεν εμπρός (προ) εκ του βάθους έξω (υπέκ).
καθήραι = απαρέμφατον του σκοπουμένου, δυνατού αποτελέσματος: τόσον άφθονο, ώστε να δυνηθή να καθαρίση.
υπεκπροέλυσαν = άφησαν, απέλυσαν τας ημιόνους κάτωθεν του ζυγού προς τα εμπρός από της αμάξης ν' απέλθωσιν.
άγρωστις = αγριάδα, χόρτον.
έριδα προφέρουσαι = εξήγησις του θοώς = φέρουσαι εις φώς, δεικνύουσαι άμιλλαν, προς αλλήλας αμιλλώμεναι.
κάθηραν = κείται συνεπτυγμένως = απεμάκρυναν διά καθαρίσεως.
ποτί χέρσον αποπλύνεσκε = προς την ξηράν (κυμαινομένη) συνήθιζε να εκπλύνη· άρα επί καθαρωτάτου καχληκώδους εδάφους.
τήσι – μεταξύ τούτων
μολπήν = παιδιά, πιθανώς μετά χορού συνδεδεμένη.
αγρονόμοι = αι εν τοις αγροίς διατρίβουσαι, αγροδίαιτοι.
παίζουσι = διασκεδάζουσι κατά την πορείαν.
Λητώ = η γλυκύθυμος συμμετοχή της μητρός, ήτις ως θεατής εισάγεται, προάγει την παραβολήν πέραν του αμέσου αυτής σκοπού εις περιτετορνευμένην και πλήρη ζωής εικόνα.
βασίλεια = η βασιλόπαις.
αμφιπόλου μεν άμαρτε = χιαστί ετέθησαν αι λέξεις ως προς το έρριψε μετ' αμφίπολον. Η πρότασις είναι ασύνδετος, ώστε το κοινόν αμφοτέρων των προτάσεων υποκείμενον εις το τέλος της πρώτης ετάχθη.
εζόμενος = καθήμενος, τ. έ. επί της ευνής ανεγειρόμενος.
δίκαιοι = πολιτισμένοι.
θήλυς = γυναικεία τ. έ. λιγυρά, οξεία.
θάμνων = αφαιρετική γενική, μετά του υπεδύσετο = από κάτω από τους θάμνους.
φύλλων = προσδιορίζει το πτόρθον ως είδος γενικής της ύλης.
ρύσαιτο = αλλαχού περί των αμυντικών όπλων = καλύψη, ενν. υποκείμενο: ο πτόρθος.
μήδεα φωτός = τα ανδρικά αιδοία.

Χαρίεν ομηρικό απόσπασμα. Χορός, τραγούδι, παιγνίδι παρά θίν' αλός. Τα φρεσκολουσμένα κοράσια και καλολαδωμένα, βάλλασι και παίζασι τα μήλα; μέχρι που ξύπνησαν τον δίο Οδυσσέα. Έτσι το θέλησε η γλαυπώπις Αθήνη! Ο ίδιος.

'Αλλο απόσπασμα από το ίδιο έργο εδωδά, αλλά κι εδώ.

Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017

χωρίς να παραιτούνται των ελπίδων της χαρμολύπης...


Και ευθέως αυτή τη ώρα πάντες οι εκείσε αναστάντες, αγροικικώς, ως είχον
[=χωριάτικα, όπως ήξεραν], μέγα επεφώνουν, επί χείρας έχοντες
και το εκείσε τιμαλφέστατον του οσίου απεικόνισμα,
το Κύριε ελέησον, και αυτόν δη τον άγιον
επεβοώντο εις άμυναν.*

[...] Καθόταν συντροφιά με τους μοναχούς του Ιερού Κοινοβίου, έξω από το Ναό του Κοιμητηρίου, όπου είχαν πάει να δούν στο τύμπανο ενός από τα τόξα του νάρθηκα, την απεικόνιση «Αινείτε τον Κύριον...». Παρέλαση συρτού χορού, με συνοδεία ποικίλων μουσικών λαϊκών οργάνων.

Βγαίνοντας στον στενό δρομάκο, ανάμεσα στα μνήματα και τη λαξευτή πέτρινη λεκάνη, όπου πλένονται τα οστά των μεταστάντων, μετά την ανακομιδή, στο ύψος του χαμηλού τοιχίσκου, που χωρίζει τον κήπο της Ιεράς Μονής από το Κοιμητήριο, ένιωθαν χαρά απερίγραπτη και πλήρη συναδέλφωση με τους κεκοιμημένους.

Νεαρός μοναχός προσήλθε, προσφέροντας άνθη τρυγημένα πρόσφατα.

Άλλος σ' ένα καλάθι με κουκιά είχε την έντυπη βιογραφία νεότερου Οσίου.

Ανάφεραν, χωρίς να παραιτούνται των ελπίδων της χαρμολύπης, για έναν Γέροντα που κάποιο βράδυ είχε χαθεί με τη μικρή του βάρκα.

Θαύμα. Την ίδια ώρα αντίκριζαν πλοίο και άνθρωπο να καταφθάνουν.

Ανεξάρτητα από τους λογισμούς και τις περί ψαρέματος προθέσεις του επιβαίνοντος, η βάρκα είχε ταξιδέψει μέχρι τη Σκιάθο, τη Λήμνο και τη Σκόπελο.

Η Λήμνος συνδέεται με την έκταση της Σκιάς, που ρίχνει η κορυφή της Άγιας Μεταμόρφωσης του Άθω.

Ο αρχαίος Σοφοκλής βεβαιώνει ότι τις ημέρες του θερινού ηλιοστασίου η σκιά αυτή φτάνει μέχρι την πρωτεύουσα της νήσου Μύρινα.

Επίσης η προέλευση του ονόματος της Σκιάθου παρετυμολογείται ως σκιά του Άθω.

Ανάμεσα στα δύο αυτά μεγέθη σκιάς, η νήσος Σκόπελος, τόπος καταγωγής του Αγίου Επισκόπου Ρηγίνου. Πατρίδα επίσης του εύγλωττου ποιητή και καλόγερου Καισάριου Δαπόντε, που εμπνεόμενος απ' τις σκιές της Αγιορείτικης βλάστησης, αποκάλεσε τον Άθω: «Περιβόλι της Παναγιάς».

Στις σκιές του Αγιασμένου βουνού ταξιδεύοντας ο σεβάσμιος πρώην ναυτικός, γέροντας μοναχός, νεκρός κατά κόσμο, έτυχε της χάριτος του Θείου Φωτός, που προ αιώνων σκίασε την εύκαρπη, Αειπάρθενο Θεομήτορα Κόρη, προκειμένου, αντίθετα μ' ό,τι συνέβη στο ναυαγό Καπετάνιο του Παπαδιαμάντη, που επέστρεψε νεκρός στο νησί του, να γυρίσει σώος στην αφετηρία του.

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, «Νέκρωση και Ζωή», από τη συλλογή Παλαιότερα ποιήματα και νεώτερα πεζά.


-----
 * Το motto εκ του Βίος και Πολιτεία και μερική θαυμάτων διήγησις του Οσίου Νίκωνος του Μετανοείτε (νεοελ. απόδ. Γ. Κατσούλα, έκδ. Τήνος, Αθήνα 1997, σ. 247, παραγρ. ο΄ 21-25).

Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

αωρόλειον


Παιδίον ήν πάνυ ατελές την ηλικίαν [=πολύ ανώριμο στην ηλικία] και έτι υποτίτθιον [=και θηλάζον ακόμη], ώ κλήσις μεν Μανουήλ, αστείον δε [=χαρίεν δε], άμα και φύσεως ευ έχον και αγχινοίας [=και συγχρόνως υγιές εκ φύσεως και εύστροφο πνευματικά]. [...] τέρας αντί παιδός τον παίδα και αωρόλειον αυτόν μικρόν όσον θεώμενοι γενησόμενον [=τέρας αντί παιδί να γίνεται και μετ’ ολίγον αγένειο].
Βίος και Πολιτεία και μερική θαυμάτων διήγησις του Οσίου Νίκωνος του Μετανοείτε (νεοελ. απόδ. Γ. Κατσούλα, έκδ. Τήνος, Αθήνα 1997, σ. 241, παραγρ. ξη΄ 2-4, 19-20).


*

ΙΔ. Ζώντα δεν βλέπω· ουδ' άφησε
Καν ένα η σκληρά τύχη
Επάνω εις τέτοιον θέατρον,
Τ' έθνους να κλαίη την άωρον
Τρισάθλιον μοίραν.

ΙΕ. Μεγάλη, τρομερή,
Με τα πτερά απλωμένα,
Καθώς αετός ακίνητος,
Κρέμεται 'ς τον αέρα
'Ψηλά η Διχόνοια.
«Εγώ,» φωνάξει «εγώ
«Από τον κόσμον έσβυσα
«Ένα λαόν· και ταύτην
«Την γην εξολοθρεύσασα
«Τώρα εωρτάζω.»

Ανδρέας Κάλβος, Ωδή Δεκάτη εβδόμη· Το φάσμα.

Κυριακή 23 Απριλίου 2017

δεύτε ευωχηθώμεν


«Και την ημέραν του Αγίου Γεωργίου -«ανέτειλε το έαρ, δεύτε ευωχηθώμεν...»- είχε γίνει μεγάλη σύναξις, υπό τα πελώρια δέντρα, ανδρών και παιδίων και μικρών κορασίων, διά ν' απολαύσουν το θέαμα των αιπολικών χορών του Γιάννη και ολίγων αγροδιαίτων νέων και πανηγυριστών, κατελθόντων την δείλην από το βουνόν, όπου είχεν εορτασθή εις το εξωκκλήσιόν του ο Άγιος»

μεγΑλέξανδρος ο Παπαδιαμάντης λεγόμενος, Η νοσταλγία του Γιάννη (ένα αθησαύριστο διήγημα. Εισ.-επιμ.-σημ. Νίκος Σαραντάκος, έκδ. Ερατώ, Αθήνα 2014, σσ. 38-39).

Σάββατο 25 Μαρτίου 2017

με τη ζακχαρώδη λευκότητα...


[...] Παίρνω και εξετάζω τον κρίνο με τη ζακχαρώδη λευκότητα. Η κατάληξη των παρατηρήσεών μου έχει διατυπωθεί από τους βοτανικούς στα γνωστά άνθινα διαγράμματα. Στην περίπτωση του κρίνου (Lilium Candidum) έχουμε: 3 σέπαλα + 3 πέταλα + 6 στήμονες (3+3) + 3 καρπόφυλλα (σχηματίζουν ωοθήκη τρίχωρη με πλήθος ωάρια) + 1 στύλο που καταλήγει σε 3 στίγματα. Προσέχοντας στη σταθερή επανάληψη του αριθμού 3, ανάγονται οι βοτανικοί στο σχηματισμό του άνθους όλων των μονοκοτυληδόνων.

Στο γενικόν αυτό τύπο υπάγονται και τα γένη Όφρυς και Όρχις που ανέφερα ήδη ότι με τόση χαρά συνέλεξα την άνοιξη βγαίνοντας στο γειτονικό μας δάσος Κουρί. Σ' αυτά τα παράξενα λουλούδια που χαρακτηρίστηκαν από μερικούς ειδικούς «νύμφες του αιθέρα», ο αριθμός των στημόνων περιορίζεται από 3 σε 1, του οποίου οι ανθέρες βρίσκονται προσκολλημένοι επί της απολήξεως του υπέρου, αποτελώντας το γυνόστεμμα, κάπως ξεχωριστό όργανο που στεφανώνει το θήλυ, την ωοθήκη, που αυξάνει περιστρεφομένη γύρω από τον εαυτό της, σε τρόπο που νά 'ρθει μπροστά στο χείλος το υπερτροφικό από τα τρία πέταλα του άνθους, που ξεμοιάζοντας σε σχήμα και χρώμα πολλά άλλα ζώα, έντομα, μύγες, πεταλούδες, ή ακόμα και τη γόβα που φόραγε η Αφροδίτη, προσδίδει σε ολόκληρη την οικογένεια αυτών των φυτών την ομορφιά που τα καθιστά περιζήτητα, ιδίως από τον 18ο αιώνα του Διαφωτισμού και μετά, που εισήχθηκαν τα σπάνια εξωτικά είδη.

Το είδος Ophrys που βρίσκω στο Κουρί μοιάζει με μέλισσα [αλλού γράφει· σφήκα]. Επίσης στο υπόδασος από το Κουρί έχω βρεί άτομα του είδους Λιμόδορον, που στέλεχος, φύλλα, άνθος έχουν μια χαρακτηριστική κυανή ορφνή σαν καρβουνιασμένη απόχρωση, λόγω της τελείας απουσίας της χλωροφύλλης εκ του σαπροφύτου αυτού, που βλασταίνει πάνω στα πεσμένα μαραμένα φύλλα των δένδρων και θάμνων που σωριάσαν τα έτη. Αν ήμουν ρομαντικός και αφηνόμουν ανεξέλεγκτα στις παρορμήσεις των συναισθημάτων, θα μπορούσα να σας πώ ότι με το Λιμόδορον ταυτίζω την αισιοδοξία που νιώθω να εξανθεί μέσα μου, καθώς βάνω μπροστά τη δουλειά να επαναλάβω όσα περί ψυχής διετύπωσε ο Πλάτων, νιώθoντας δικαιολογημένη την αθανασία στην οποία πίστευε.

Συχνά οι μέσα μας λυρικές φωνές μάς παρωθούν σε τέτοιου είδους συσχετίσεις, που αν γενικά ευσταθούν, ωστόσο εύκολα γίνονται τροφή της αρνήσεως σε κάθε «πιστεύω», μετά που θα δούμε το εύχαρι αντικείμενο να μαραίνεται στα χέρια μας.

Δεν πρόκειται ποτέ ν' αμφισβητήσω ότι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, Ταξίαρχος των Επουρανίων Ασωμάτων Δυνάμεων, κατερχόμενος επί γής διά να ευαγγελίσει τη Θεοτόκο, έτεινε με το χέρι του προς το παρθενικό της Άγιο πρόσωπο ένα κρίνο με ζακχαρώδη λευκότητα. Η σκέψη μου απλώς μόνο τείνει στην εκδοχή ότι κρίνο κάλλιστα μπορεί νά 'ταν το ίδιο το χέρι της επουρανίου δυνάμεως.

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής, Β΄.


Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

η πεντζίκειος αμφιβολία


Το έγκλειστον γράμμα να το δώσετε
 εις την επιγραφομένην.*

[...] Παντού εισχωρώντας η αμφιβολία κατέστρεφε ό,τι αγωνιζόμουν να οικοδομήσω με τη σκέψη. Ιδού πώς τιμωρούνται όσοι δεν είναι καλοί, συνεπέρανα. Δε φέρθηκα καλά σε ένα γέρο το πρωΐ. Δεν τον εξυπηρέτησα. Σιχάθηκα δίνοντάς του το χέρι. Ήταν γεμάτος σπυριά. Μια ελκώδης πληγή, στο στήθος του, έβγανε πύο. Δεν άκουγε καλά ό,τι τού έλεγες. Δεν καταλάβαινε. Έλεγε τα δικά του. Σημαδιακός. Τα δυό μεσιανά δάχτυλα του αριστερού χεριού κολλημένα. Με κοίταζε μ' αγάπη. Μού πρόσφερε κάποιο γλυκό, που σιχάθηκα να γευτώ. Δεν το πέταξα μπροστά του, βέβαια. Ίσως και να μαλάκωσε ευγενικά κάποια στιγμή η φωνή μου, καθώς έκαμα γεμάτος φόβο τη σκέψη πως ίσως, ποιός ξέρει, μπορούσε να ήταν ο Κύριος. Ο τρόπος πάντως δεν ήταν αυτός που χρειαζόταν. Με τη σιχαμάρα μου πρόσβαλα μιαν ύπαρξη. Σωστά λοιπόν τυραννιόμουν. Με απόφαση είπα λοιπόν ότι δε σιχαίνομαι πια και δε φοβούμαι. Ας περάσουν όλα τα πλάσματα από πάνω μου. Είναι του Θεού. Δεν μπορούν να με βλάψουν. Δε φοβούμαι. Τότε κοιμήθηκα ήσυχα.

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, «Κατσαρίδες», από τη συλλογή Συνοδεία.

-----
 * Στο motto φρασούλα του μεγΑλέξανδρου από επιστολή του προς τον ιερέα πατέρα του, την 21η Μαρτίου 1874, εν Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Αλληλογραφία (έκδ. Δόμος, Αθήνα 1992, σ. 35).

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

οι ιδέες που παραδέχουμαι...


Αλλά σημειωτέον ότι
εγώ σάς εζήτησα ενεστώς,
και σείς μού προσφέρετε τρόπον τινά
μέλλον. Τούτο είναι δεσμά.*

[...] Οι ιδέες που παραδέχουμαι έχουν σώμα και υπόσταση, και γι' αυτό τις λέω σκοτεινές. Μπορούν, είναι ικανές να πείσουν τις αισθήσεις. Οι ιδέες αυτές ανεβαίνουν από μέσα μας και εκρήγνυνται σαν άνθη στον έξω κόσμο.

Συνεχίζοντας την παρομοίωση της ιδέας με τον κόσμο της βλαστήσεως, μπορούμε να διακρίνουμε στην υπόστασή της διάφορα στάδια, ανάλογα κάπως με τα στάδια της φυτικής καλλιέργειας και αναπτύξεως. Ίσως εντέλει και συνολικά η ιδέα να μην είναι παρά η φυσική ακολουθία της καλλιέργειας του αντικειμένου κόσμου μέσα στην υποκειμενική ψυχή.

Επόμενα μπορούμε για ιδέα να πάρουμε και άλλα στάδια της εσωτερικής ανόδου και αναπτύξεως, εκείνα επί παραδείγματι που δεν είναι καθόλου άνθη, το μακρόχρονο υπόγειο στάδιο των αλλοιώσεων που υφίσταται ο σπόρος. Το στάδιο τούτο δε μπορεί ν' αρνηθεί κανείς πως αναγκαστικά, όσες σχετικές διαφωτίσεις και αν γίνουν, παραμένει κατά βάση σκοτεινό. Αν πάλι πεισθούμε αρχικά για την σκοτεινάδα των ριζών, κατόπι δεν είναι δύσκολο να πεισθούμε και για την σκοτεινότητα του λουλουδιού.

Μ' αυτό δε θέλω να εμπνεύσω κανενός είδους απαγόρευση, ώστε βγαίνοντας στους αγρούς να διστάζετε να κόψετε αγκαλιές λουλούδια. Είναι γεμάτα ομορφιά και στολίζουν πλούσια το σπίτι. Αλλά τούτο μόνο· μην πιστέψετε ποτέ ότι κόβοντας τα λουλούδια, συναποκομίζετε και το μέγα μυστήριο της αγάπης που τα γεννά.

Μια τέτοια αγάπη ή φύση είναι και ο κόσμος των ιδεών που προβάλλει ο Πλάτων. Δε θα τολμούσα να αναφερθώ με τόση έμφαση στην πραγματικότητά του, αν όλα δεν με έπειθαν σχετικά τον τελευταίο καιρό, που δεν κάνω άλλο από το να περιδιαβάζω στους λειμώνες του.

Επ' αυτού πρέπει να ομολογήσω ότι δεν συνετέλεσαν ολίγο οι ανοιξιάτικοί μου περίπατοι στο κοντινό προς την πόλη μας δάσος Κουρί, με τα ωραιότατα χορτοβριθή λιβάδια του. Ήταν δυνατό, βλέποντας τα παράξενα φυτικά είδη Όρχις και Όφρυς, να μην τρέξω να δρέψω ποικιλόμορφες ομορφιές, γεμίζοντας την αγκαλιά μου με ιδέες; [...]

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής, Α'. Κι επέτειος σήμερα της κοιμήσεώς του (1993). 

-----
 * Στο motto όμως φρασούλα του κυρ-Αλέξανδρου από τας Αθήνας σταλμένη προς τον ιερέα πατέρα του, τη 14η Ιανουαρίου 1871, εν Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Αλληλογραφία (έκδ. Δόμος, Αθήνα 1992, σ. 21).

Κυριακή 10 Ιουλίου 2016

ιστάμενος ακουμπιστός στην κουπαστή κοιτάζω


Τούτη η αιθρία με το σύννεφο που πλέχει στον αέρα
Είναι γαλάζιος πλους μιας κάτασπρης φρεγάδας
Ιστάμενος ακουμπιστός στην κουπαστή κοιτάζω
Και βλέπω τα θηράματα των λογισμών μου
Δελφίνια που αναδύονται κι' εισδύουν μέσ' στο κύμα
Πεδιάδες ακρογιάλια και βουνά
Και μια ξανθή νεανίδα που στέκει στο πλευρό μου
Μέσ' στης οποίας τα γαλήνια μάτια βλέπω
Το μέλλον της ολόκληρο και το παρόν μου.

Ανδρέας Εμπειρίκος, «Το ρήμα αγναντεύω», περιεχόμενο στην συλλογή Ενδοχώρα (1934-1937) (εκδ. Πλειάς, Αθήνα χ.χ., σ. 23 = έκδ. Άγρα, Αθήνα 1991).

Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

ηνάλωσα τον βίον



εκακώθην και εταπεινώθην 
έως σφόδρα, 
ωρυόμην από στεναγμού της καρδίας μου *



Τοις πάθεσιν ηνάλωσα τον βίον τον ένθεον,
Δέσποτα,
και όλως τοις πταίσμασι,
δεινώς μαστιζόμενος, κατέφυγόν σοι∙
Οικτείρησόν με δέομαι.


Τροπάριο της ς' ωδής του Κανόνος της Κυριακής Δ' των Νηστειών. Εκ του Τριωδίου.


----- 
* Στο motto, ένα ψαλμικό (εκ του λζ') στιχάκι.-