Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σχόλια στον κασσίτερο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σχόλια στον κασσίτερο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

για την φιλοκαλία

δυό βέβαια διαφορετικές αναγνώσεις:


Από τους πέντε τόμους της Φιλοκαλίας ο αναγνώστης αποκλείεται να συναγάγει, έστω και έμμεση νύξη, για τη μετοχή στην Εκκλησία ως μοναδική δυνατότητα εισόδου στη Βασιλεία, μοναδική οδό πραγμάτωσης του χριστιανικού ευ-αγγελίου. Αντίθετα, πείθεται ο αναγνώστης, σε κάθε σελίδα, ότι η σωτηρία κερδίζεται με την ατομική αποκλειστικά προσπάθεια: την εργασία των εντολών, την φυλακήν του νοός, την νοερά προσευχή.
[...]
Οι Ορθόδοξοι αποδίδουμε στη Δύση τη θεσμική παγίωση και επιβολή της θρησκειοποίησης του εκκλησιαστικού γεγονότος, την υποταγή στη νοησιαρχία, στον ηθικισμό, στον νομικισμό. 'Ομως η περίπτωση της Φιλοκαλίας μάλλον καταδείχνει ότι η Δύση είναι «μέσα μας» - τα ιστορικά της βλαστήματα ενυπάρχουν δυσδιάκριτα στην «εσώτερη» ορμέμφυτη ανάγκη του κάθε ανθρώπου για ατομοκεντρική θωράκιση και κατασφάλιση.


Χρήστος Γιανναράς, Ενάντια στη θρησκεία (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2006, σσ. 300, 304).




*


[...] 

Ανάλογα ισχύουν και για την έννοια Εκκλησία, η οποία εκτός του θέσμου ή του ναού δηλώνει στην Φιλοκαλία το ευχαριστιακό σώμα κατ' εικόνα της τριαδικής αγαπητικής κοινωνίας (βλ. τ. Γ΄, σελ. 349, κφ. π΄∙ τ. Δ΄, σελ. 183, κφ. ρλζ΄∙ σελ. 208-212, κφ. ιε΄∙ σελ. 284-289 [...]). 

'Αλλωστε ο Μακάριος και ο Νικόδημος ήταν Κολλυβάδες και οι Κολλυβάδες κήρυτταν ως στοιχείο της επιστροφής στους Πατέρες την εμμονή στην λειτουργική πράξι της Εκκλησίας και στην συχνή θεία μετάληψι.
Ισχύουν επίσης για την αγάπη ως εκκλησιαστικό τρόπο υπάρξεως του πιστού (πρβλ. πρόχειρα: τ. Α΄, σελ. 24, κφ. ρμη΄∙ σελ. 238, κφ. ιβ΄ και ιδ΄∙ τ. Γ΄, σελ. 75∙ σελ. 266, κφ. ρμγ΄∙ τ. Δ΄, σελ. 4, στ. 11), ως ελευθερία στην προσφορά και διόλου ως ατομικιστική επιβεβαίωσι.


Στέλιος Ράμφος, Το αδιανόητο τίποτα. Φιλοκαλικά ριζώματα του νεοελληνικού μηδενισμού. Δοκίμιο φιλοσοφικής ανθρωπολογίας (έκδ. Αρμός, Αθήνα 2010, σ. 30).




-----
Υ.Γ.: Και για άλλες αναγνώσεις με σχετική αναζήτηση στο άωρον τετράδιό μου, κάνε κλικ εδωδά


Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

από την μητριαρχία στην πατριαρχία



ες αιματηρόν γάμον *

Ο άνθρωπος είναι από φυσικού του μητριαρχικός, γιατί μητριαρχικός είναι κι ο πρόγονός του: το Ζώο. Ο πατέρας είναι ξένος για το παιδί, όσο και τ' αρσενικό, μέσα στα ζώα, για τα μικρά του. Η διαδικασία της αναπαραγωγής είναι ολότελα άγνωστη και τα πατρικά αισθήματα πολύ υστερότερη μίμηση των μητρικών αισθημάτων. Η 'αρχή' της πατρότητας είναι τεχνητή κ' οικονομικοί την υπαγορεύουνε λόγοι. Αξιοσημείωτο είναι πως για την πιο πατριαρχική νομοθεσία, τη ρωμαϊκή, η σχέση της μάνας με το παιδί είναι 'φυσικό περιστατικό', ενώ του πατέρα με το παιδί πλάσμα δικαίου. Χτυπητή, άλλωστε, είναι η αντίθεση του εγωϊσμού και της αδιαφορίας του πατέρα με την αφοσίωση και την αυταπάρνηση της μάνας. Και τα δυό έχουν τη βιολογική προϊστορία τους: Το θηλυκό, ανάμεσα στα ζώα, αντιμετωπίζει κάθε κίντυνο να προστατέψει τα μικρά του, ενώ τ' αρσενικό τα βρίσκει πρόχειρη τροφή του...


Παναγής Λεκατσάς, Η Μητριαρχία. Και η σύγκρουσή της με την ελληνική Πατριαρχία (έκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2006 (1977), σ. 47).


-----
* Στο motto στιχάκι από την Ιφιγένεια εν Ταύροις (στ.371) του Ευριπίδη. Σημαίνει πριν από τον Λόρκα τον ματωμένον γάμο!


Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

και προσπαθούσαμε...



*

και προσπαθούσαμε να κρατήσουμε τα δέντρα μας καυλωμένα
κάνοντας εξαντλημένοι έρωτα μπροστά τους




*




μόνος και γκαβλωμένος

'Eσκυψε και τής φίλησε τα πόδια, έπειτα την πήρε αγκαλιά και την πέταξε στο πάτωμα
κι όλο το βράδυ γαμηθήκανε σαν σχολιαρόπαιδα
Το πρωί την φίλησε στο μέτωπο και σηκώθηκε να ετοιμάσει πρωινό
'Ηταν σίγουρος πως είδε όνειρα αλλά δεν τα θυμότανε
Ο καφές έβραζε κι αυτός κοιτούσε την βροχή που έπεφτε στο παράθυρο της κουζίνας και χαμογελούσε
'Ωσπου ξαφνικά ένας κεραυνός τον ξύπνησε στ' αλήθεια αυτή την φορά!
Αναστέναξε, έπιασε τον πούτσο του και ξανακοιμήθηκε, μόνος και καυλωμένος


Δημήτρης Λιβέρης, Ο Κεραυνός (Το άκουες εδωδά).




*




Στο σημείο αυτό και στο περιθώριο τούτου του ποιητικού post, ένα 'εύγε' να απευθύνω στον νεαρό νέον σκηνοθέτη 'Εκτορα Λυγίζο, ο οποίος έφερε στις κινηματογραφικές αίθουσες σήμερα μια αξιόλογη ταινία, To Αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού, δυνατή, κόλαφον στην ζωή μας σήμερα, σκληρή, πολύ σκληρή, αλλά τόσον, μα τόσον 'εκκωφαντικά' αισιόδοξη! Το έργο του παρακολουθώ, αφού προ μηνών εθαύμασα τον τρόπο που μάς επαρουσίασεν με τους φίλους του τις Βάκχες του Ευριπίδη. Μπράβο του, λοιπόν, μπράβο στον Γιάννη Παπαδόπουλο και τον Δημήτρη Μοθωναίο, άριστον Διόνυσο ποτε, και δύναμη τού εύχομαι για να συνεχίσει το έργο του. Θα το χαρώ. Ο ίδιος.


Κυριακή 14 Απριλίου 2013

η ταπεινοφροσύνη των Ευαγγελίων



'Οταν μιλούσες 
στ' αγριολούλουδα ο Θεός 
σ' άκουγε μόνο *


Η πηγή που κυλάει ήσυχη και διάφανη στα Ευαγγέλια, μοιάζει στις Επιστολές του Παύλου να ταράζεται και ν' αφρίζει. 'Ετσι τουλάχιστο μού φαίνεται εμένα. Μπορεί και νάναι η δική μου έλλειψη αγνότητας, που με κάνει να βλέπω αναταραχές. Γιατί πώς είναι δυνατό αυτή η έλλειψη αγνότητας να μη μολύνει και το καθάριο; Εγώ πάντως σα να διακρίνω εκεί μέσα πάθος ανθρώπινο και έπαρση ή οργή, πράγματα που δεν εναρμονίζονται με την ταπεινοφροσύνη των Ευαγγελίων. Σα να υπάρχει εκεί ένας τονισμός του προσώπου, ο οποίος μάλιστα προβάλλεται σα θρησκευτική πράξη, πράγμα ξένο προς τα Ευαγγέλια. Θάθελα να ρωτήσω –και είθε να μην είναι τούτο βλασφημία- «Τί θάλεγε άραγε ο Χριστός στον Παύλο;». Αλλά εδώ βέβαια θα μπορούσε κανείς δικαιολογημένα ν’ απαντήσει: «Και τί δουλειά έχεις εσύ με τούτα; Δε νοιάζεσαι καλύτερα για τη δική σου ευπρέπεια; Στην κατάσταση που βρίσκεσαι, δεν είσαι σε θέση να καταλάβεις ποιά μπορεί να είναι εδώ η αλήθεια».
Στα Ευαγγέλια –έτσι θαρώ- είναι τα πάντα πιο λυτά, πιο ταπεινά, πιο απλά. Μόνο καλύβες συναντάς. Στον Παύλο, μια εκκλησία. Εκεί όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, κι ο ίδιος ο Θεός, άνθρωπος κι αυτός. Στον Παύλο υπάρχει κιόλας κάτι σαν ιεραρχία. Τιμές και αξιώματα. Είναι σάμπως η ΟΣΦΡΗΣΗ μου, που μού τα λέει τούτα.


Wittgenstein, Πολιτισμός και αξίες (μτφρ. Μ. Δραγώνα-Μονάχου & Κ. Κωβαίου, έκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2000, σσ. 55-56).



----- 
* Στο motto το χάϊ – κάϊ του Δ.Ι. Αντωνίου (έκδ. Ερμής, Αθήνα 1972 (2η 1981), σ.36)

Κυριακή 17 Μαρτίου 2013

αίσθημα ανώτερον της θεωρίας



Τόσα πολλά δάκρυα 
στα υπόγεια της ζωής∙ 
τόσοι λίγοι ποιητές 
στα δώματα της Εκκλησίας! * 


«Η ευσεβής τάσις του λαού, ζητούντος, διά του πολλαπλασιασμού των εξωκκλησίων ανά τα όρη και τας κοιλάδας, να παρηγορηθεί διά την στέρησιν των τόσων το πάλαι ιερών και βωμών του, λησμονούντος τους παλαιούς θεούς του χάριν των νέων αγίων του, κατίσχυσε της αυστηροτέρας και δογματικωτέρας θεωρίας, καθ' ην απηγορεύοντο εις τους χριστιανούς οι αγροτικοί ναοί. Ακριβέστεροι δέ τινες ερμηνείς του γράμματος, ιερομόναχοι και ασκητικοί άνδρες, ηρνούντο και να λειτουργώσιν εις εξωκκλήσια. Αλλά το αίσθημα είναι ανώτερον της θεωρίας, και ο λαός, δουλεύων, τυραννούμενος, πενόμενος, αγροδίαιτος, διασπειρόμενος κατά κώμας και χωρία, μη έχων πόρους να κτίσει μεγάλας και λαμπράς εκκλησίας, έκτισε πολλάς και πενιχράς. Ο δε Σωτήρ, συγκαταβατικώτερος των επισήμων επί γης διερμηνευτών του, "μνημονεύων των επί γης διατριβών", καθώς είπεν ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ενθυμούμενος την πενιχράν προσφοράν της χήρας, εδέχετο και του πένητος λαού του τον ευσεβή φόρον, καθώς εδέχθη εκείνης τα δύο λεπτά

κυρ-Αλέξανδρος ο Παπαδιαμάντης, Στην Αγι-Αναστασιά



----- 
* Το αίσθημα ανώτερον της θεωρίας, μας λέγει ο μεγΑλέξανδρος της νεωτέρας παραδόσεως. Στο motto, ωστόσο, διάψαλμα του Πάνου Λιαλιάτση, ήτοι το ποίημα «Η ηλικία της παρακμής» της συλλογής «Ο κύκλος της αγρύπνιας» (1985), περιεχόμενη στον τόμο Ποιήματα 1965-1995 (έκδ. Ελλέβορος, 'Αργος 2002, σ. 75).

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

δεύτερη πανοπλία



εισαγωγή


το νησί αναβοσβήνει ρυθμικά

Χωνεύει τώρα, έναν μεγάλο χειμώνα
-γι' αυτό γουργουρίζουν οι κοιλιές μας.

τα Πρωϊνά, σαν εργάτες, αντλούν νερό απ' τα τείχη
(θα το εμφιαλώσει η 'Ανοιξη ή
κάποιος που θα τής μοιάζει).

Και τα πουλιά σιδερώνουν τη θάλασσα.





*



'Αθως. Η δεύτερη πανοπλία
Του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη

[...]
Καταλαβαίνω καλά τον ευλαβή δισταγμό των πρώτων πιστών, ως προς την συγκεκριμένη μορφή, του καταβάντος εξ ουρανών Πατρικώ θελήματι Υιού και διαμένοντος, αχωρίστως μεθ' ημών ως Παρακλήτου, Τρισυποστάτου και Αδιαιρέτου Θεού.
'Οταν πρώτη φορά, πηγαίνοντας με μια βάρκα, κατεννόησα την μεγαλυτέρα πυκνότητα και ασφάλεια διά το βάδισμα των ποδιών, του έναστρου ουρανίου στερεώματος που ατένιζα, παραδέχτηκα ότι το κτίσμα της εγκοσμίου κατοικίας του Κυρίου, θα ήταν δυνατόν, καθ' όλο το μήκος και πλάτος των εσωτερικών επιφανειών των τοίχων του, να ζωγραφιθεί με ψάρια.
Την επομένη το πρωΐ εκεί που στεκόμουν στην αποβάθρα που δέναν τα ψαροκάϊκα, ο νους μου ευρέθη άντικρυ σε μέγα πρόβλημα, σχετικά με την εξασφάλιση της συγκεκριμένης εικόνος της πίστεως, που είχε επεξεργαστεί ολόκληρο το είναι μου, διά των αισθήσεων και της σκέψεως, βλέποντας πεταμένα στον ρηχό βυθό άχρηστους, χαλασμένους, ψόφιους ιχθείς.
[...]

Χριστιανικό Συμπόσιον, Γ'», εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας. Κολλάρου και Σία Α.Ε., σ.93-98). 'Ομως είναι μόνον ένα απόσπασμα. Ολόκληρο το κείμενο του πολιού γέροντα δημοσιευμένο εδωδά, αλλά και αλλαχού. Ο ίδιος.


Τρίτη 1 Μαΐου 2012

πρωτο...μαγιά, γλυπτά, Θόδωρος και πεντακόσια...



Δεν ξέραμε αν,
την ίδια στιγμή, με το ωραίο τους
άρωμα, κοινωνούσαν και τους νεκρούς
στον αιθέρα τα λεμονάνθια. *



Τα γλυπτά του Θόδωρου Παπαγιάννη, έτσι όπως τα παρέταξε με τον Μάνο Στεφανίδη στο καταβαραθρωμένο αίθριο του διώροφου Μουσείου Μπενάκη επί της οδού Πειραιώς (με τα ξύλινα εκείνα αλεξήλια να σ' οδηγούν τη ματιά) σε καλούν (αγέρωχα, με ηπειρώτικον, θα έλεγα, αγέρα) να τα επισκεφτείς... το απομεσήμερο, καθότι είναι η ώρα που πέφτει ο ήλιος μεσ' σε κείνο το βάραθρο του αιθρίου, ότε εγείρονται 'αμαρτίας' του βίου 'φαντάσματα' και σου λένε: κοίτα με, κοίτα με, κοίτα με, κοίτα με ξανά, ολόσωμα έτσι όπως στέκουν, του τόπου φαντάσματα, ο άη-Λαός! 'Δαιμόνια στο ρέμα'! Δαιμόνια 'μεσημβρινά'! Και σύ, πόσο παίρνεις δύναμη τότε, ανήμπορος πρώτα να τραβήξεις την ματιά σου από πάνω τους. Οπωσδήποτε πριν από τις εκλογές!


[Αντί άλλης θερμής χειραψίας στον γλύπτη. Ο ίδιος.-]





------
* Στο motto οι λήγοντες στίχοι από το ποίημα "Μπαλάντα του Νοσοκομείου Chervello" του Νικηφόρου Βρεττάκου (από τη συλλογή Σικελικά ποιήματα, έκδ. Αστρολάβος/Ευθύνη Αθήνα 1990, σ.19).

Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

σε κατασπαζόμενος


"Βουλήν προαιώνιον αποκαλύπτων
Γαβριήλ εφέστηκε,
σε κατασπαζόμενος, και φθεγγόμενος∙
Χαίρε γη άσπορε∙
χαίρε βάτε άφλεκτε
" κτλ.


Και πιο κάτω, Εις τον στίχον, μετά δηλαδή και την λιτήν, καταλέγεται:

"όθεν πιστώς δεξαμένη τον ασπασμόν(!),
συνέλαβέ σε, τον προαιώνιον Θεόν
".



Τα ως άνω αποσπάσματα, πρώτο και δεύτερο μιάς σειράς από τροπάρια του εσπερινού και του όρθρου της 25ης Μαρτίου, τουτέστιν της εορτής του Ευαγγελισμού, είναι ενδεικτικά μιας κάποιας ελληνίδος πνοής, την οποία φέρει ως υπογραφή η υμνολογία της εκκλησίας μας. Εμμένω στον 'ασπασμό', κυριολεκτικό και μεταφορικό, τον οποίον κατά δήλωσιν του έλληνος υμνογράφου (ο οποίος σαφέστατα και δεν ήτο αυτόπτης μάρτυς του γεγονότος, ει μη μόνον, αν το δεχτούμε, με τα μάτια της νοήμονος ψυχής να είδε κατιτίς...) δέχτηκε η άφθορός τε και ασπόρως τέξασα Κόρη...



*



Στην ελληνική αρχαιότητά τε και μυθολογία, είναι και η λωλή 'Ηρα (όπως είδαμε στο προηγούμενο post) που φέρεται να ανακτά ανά έτος την παρθενιά της, λουομένη (άκουσον-άκουσον) στα νερά της πηγής της Κανάθου, στα περίχωρα του 'Αργους (ίδε, Παυσανίας, Κορινθιακά, 38, 2):


«ενταύθα την 'Ηραν φασιν Αργείοι κατά έτος λουμένην παρθένον γίνεσθαι».

(Πρβλ. Ιλιάδ. 8,477. - Κερένιυ, σ.101).


Αλλ' ωστόσο, να κι εδωδά, τί φέρεται (στην σκέψη πάντα του έλληνος υμνογράφου) να αντείπε η Παναγία (την οποία, ως ένα βαθμό, θα έλεγα κι αθυρόστομη! ο φιλάγριος εγώ):


"Φάνη μοι (μού φαίνεσαι) ως άνθρωπος,
φησίν η άφθορος Κόρη,
προς τον Αρχιστράτηγον,
και πώς φθέγγη ρήματα υπέρ άνθρωπον;
μετ' εμού έφης γαρ, τον Θεόν έσεσθαι,
και σκηνώσειν εν τη μήτρα μου∙

και πώς γενήσομαι,
λέγε μοι,
χωρίον ευρύχωρον, και τόπος
αγιάσματος,
του τοις Χερουβίμ επιβαίνοντος;

Μή με δελεάσης απάτη
(:με κάποια απάτη – είναι δοτική)
ου γαρ έγνων ηδονήν

γάμου υπάρχω αμύητος
,
πώς ουν παίδα τέξομαι
!".


Για να απαντήσει μεταξύ άλλων ο άγγελος:

"Τοις εμοίς πίστευε, αληθέσι ρήμασι, Παναγία υπεράμωμε".


Και η Θεοτόκος ξανά σε ένα τροπάριο της ογδόης ωδής του κανόνος του όρθρου:

"Ουκ οίδα συζύγου παντελώς ηδονήν!".



*



Για υπόλοιπα τροπάρια που αναφέρονται σε αυτόν τον καταγεγραμμένο ούτω πως 'ασπασμόν', τον οποίο καταφανώς εδέχθη η Κόρη, σε αφήνω να ανατρέξεις στο Μηναίον Μαρτίου, φίλε αναγνώστη. Αλλά, παράβαλε και το παλαιοδιαθηκικό απαύγασμα: "παν άρσεν το την μήτραν διανοίγον, άγιον Θεώ" (σχολιασμένο εδωδά). Ο ίδιος, ανήμερα του Ευαγγελισμού. Λάτρης της ασπόρου συλλήψεως.-


* 

P.S. Σ' όσους ρωτούν αν ο άγγελος ήταν νταγκλαράς (αρχιστράτηγος γαρ) θυμίζω το τροπάριο της Σαπφώς, δοσμένο αναλυτικά εδωδά. Ο ίδιος.

Πέμπτη 8 Μαρτίου 2012

ένα ποίημα του 2005 για ένα ποίημα σαφώς παλαιότερο



Τείχεσιν αρρήκτοις Ορμίσδας εξετέλεσε τήνδε πόλιν, χείρας έχων καθαράς. *



ΟΡΜΙΣΔΑΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 390 μ.Χ.


«Με τείχη απόρθητα οχύρωσε αυτή την πόλη
ο Ορμίσδας, έχοντας τα χέρια καθαρά».

Με συγκινεί αυτό το επιτείχιο επίγραμμα.
'Ολοι, αρχίζοντας απ' τον Φειδία, έτρωγαν λεφτά
και μόνο αυτός ο αλλόφυλος Ορμίσδας βρέθηκε
νά 'χει τα χέρια καθαρά.

Ας τον πιστέψουμε.
Αλλιώς θα τρελαθούμε βλέποντας τόση ρεμούλα,
τόση ρεμούλα μέσα σε χιλιάδες χρόνια.


Ντίνος Χριστιανόπουλος, Παράξενο, πού βρίσκει το κουράγιο κι ανθίζει (Ποιήματα 2005-2010, έκδ. Αιγαίον, Λευκωσία 2010, σ.9).



------
* Στο motto πλινθόκτιστη επιγραφή από το ανατολικό τείχος της Θεσσαλονίκης (5ου-6ου μ.Χ. αιώνος), όπως την αποτύπωσα στο Βυζαντινό Μουσείο της πόλης στα 2010 και κατά μήνα Νοέμβριον, τότε που την ματαεπισκέφτηκα. Πού να το φανταστώ πως η ίδια θα είχε συγκινήσει κι άλλους, ως ο σαλονικιός ως άνω ποιητής σε ένα από τα τελευταία εκδομένα ποιήματά του... Χάρισμα στα καθ' ημάς της σήμερον. Ο ίδιος.




Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2011

πανηγυρικός επί τω ύδατι τω εν Περγάμω



των δε τε τηλόσε δούπον εν ούρεσιν έκλυε ποιμήν*



Στον 'Ομηρο βέβαια για την σύνοδο των χειμάρρων έχει γραφεί: «κι από μακρυά στα όρη ο βοσκός ακούει τον θόρυβο των χειμάρων που συγκλίνουν (Δ 455)» και φρίττοντας, καθώς λἐνε, φέρνει τις κατσικούλες του στο σπήλαιο, [στη φάτνη, στην στάνη, στην ασφάλεια, θα σημειώσω].

Εγώ όμως τόσο πολύ απέχοντας από σας σήμερα, αφού άκουσα του ύδατος την εισβολή [σάμπως νά’ναι πολεμική έφοδος και ιαχή] και όσο από τον κόσμο ήλθε στην πόλη, δεν έμεινα τέτοιος που να ησυχάζει από την ευχαρίστηση [και ηδονή], αλλά μίλησα λέγοντας όσα είπα και αισθάνθηκα το σώμα ελαφρότερο και δεν έχασα από χαρά τίποτε.

Δυό μόλις ημέρες προτού να ακούσω – δεν θα ήταν άσχημα ίσως να σας τα πώ∙ άλλωστε ευχάριστα χάριν του θεού και του καλού λόγου θα μ' ακούσετε – ονείρατα που έγιναν σε μένα σαν όπως έδειχνε την πόλη, χωρίου κάποιου προσθήκη, προς αυτήν πεπορισμένου συνεχώς, και δημόσια πράγματα ερχόμενα κοντά ιδίως σε εκείνα τα περί τον Φίλιον.

Για αυτά γανώθηκα στο όνειρο, και με το που ανασηκώθηκα [: ανέστην], ελάμβανα για το καλό τόσο προς την πόλη όσο και προς τον ίδιο μου τον εαυτό.
Τρίτη δε προς αυτά είδηση από άνδρα επιτήδειο έφτασε που έλεγε λοιπόν σε όλην την Ασία να συνεορτάζουμε τα περί την αγαθή τύχη∙ γιατί το νερό είναι ως προς το πλήθος το περισσότερο και στην ωραιότητα το καλύτερο από όσα (αγαθά) έλαχαν στις πόλεις.

Πήγαιναν, λοιπόν, όχι όσο εαρινή ημέρα, αλλ' τέτοια που σαν νά' ρχεται από τον Ευαγγέλιο Δία και τον Σωτήρα Ασκπληπιό που παντού τιμάται.
Και συνέχαιραν βέβαια την πόλη όπου γίνονταν αυτά, και εμένα που αξιώθηκα να ακούσω αυτά, διότι φανερά δεν μού ταίριαζε κάτι λιγότερο απ' όσο στην πόλη [ταίριαζε].

Μετά δε τούτο λογιζόμουν ως προς την χαρά ότι ήταν κοινή σε όλους και άνδρες και παιδάρια και γυναίκες, στην όψη πάλι που προξενούσε ηδονή, με το λόγο δε να διακοσμήσω τάχα των Νυμφών την δόση, αν ήταν κανενός από αυτούς που προσεγγίζουν τον Παιώνα, οι οποίοι διάτριψαν και τάχθηκαν να ζούν από τους λόγους.

Αναθυμόμουν βέβαια τους ποιητές, διότι πάντα μελετούν και αναφέρονται στις Νύμφες και στις Μούσες, και τον Ερμή προσαγορεύουν των Νυμφών, και πάλιν τον Απόλλωνα χορηγό των Μουσών∙ ο ίδιος όμως σε σας προσαγορεύεται θεός Καλλιτέκνου, ως εκ του πατρός∙ πανταχού όμως είναι ταιριαστό και όχι άωρον με την χάρη των Νυμφών να συγκεράσει κανείς και την χάρη της μουσικής.
Σε όλους βέβαια, είναι ταιριαστό να κάμνουν ότι τους είπαν οι θεοί.

Εξ αρχής πάλι, κατά πως φαίνεται, τα άριστα εδόθησαν στην πόλη και από τους θεούς και από τους ανθρώπους.
Αυτό ακριβώς οι γεροντότεροι των δαιμόνων εδωδά λέγεται ότι γίνονται Κάβειροι και τελετές σ' αυτούς και μυστήρια, τέτοια ισχύ έχουν, έχει γίνει πιστευτό, ώστε και χειμώνων εξαισίων [διάγουσι]!
[...]


Πόπλιος Αίλιος Αριστείδης Θεόδωρος (117-187-9), Πανηγυρικός επί τω ύδατι τω εν Περγάμω. (Το σωζόμενο εκδομένο απόσπασμα).


-----
* Στο motto ένα στιχάκι από την Ιλιάδα (Δ 455) που τράβηξε την προσοχή του σοφιστή αυτού και ρήτορα του β' μ.Χ. αι. και έλαβε την αφορμή για ν' αρχινήσει τον άνωθεν λόγο του, του οποίου την μτφρ. αποπειράθηκα εγώ. Με την ευκαιρία ακόμη να σημειώσω πως σώζονται 55 λόγοι του και δύο ρητορικά συγγράμματα. Και ξανά το σχόλιο που βρήκαμε στο Δ 455 με ακριβή σημασία εδωδά να καταχωρίσω, παρμένο από το προηγούμενο post: "Συχνά οι ποιηταί εισάγουσι τον ποιμένα ως θεατήν των φυσικών φαινομένων". Λοιπές αναφορές ας γίνουν αυτοβούλως συνδυάζοντας και την προηγούμενη καταχώριση, από τον τίτλο μέχρι τα στερνά. Ο ίδιος.

Κυριακή 22 Μαΐου 2011

'αγωνισμένος και λυτρωμένος', ήτοι 'δεν υπάρχει κρυφός Παπαδιαμάντης'


- Το έργο του Παπαδιαμάντη έχει δώσει ερείσματα για διαφορετικές αναγνώσεις. Ο κοσμοκαλόγερος των ελληνικών γραμμάτων έχει ιδωθεί και από την ψυχαναλυτική σκοπιά ως ένας άνθρωπος συμπλεγματικός, με καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, και γι' αυτό ενοχικός... Υπάρχει ένας κρυφός Παπαδιαμάντης πίσω από τα κείμενα τον οποίο με αυτές τις προσεγγίσεις σταδιακά ανακαλύπτουμε;


"Μού θυμίζετε πράγματα στα οποία είμαι αλλεργικός. Η ψυχαναλυτική ερμηνεία του βίου και του έργου του Παπαδιαμάντη δεν φελάει ντιπ καταντίπ. Ο Παπαδιαμάντης είναι άνθρωπος "εκκλησιασμένος" και δεν τον πιάνουν οι μοντέρνες σολομωνικές. Ακριβώς γι' αυτό ο Κωστής Μπαστιάς, άνθρωπος κάθε άλλο παρά άβγαλτος στον κόσμο, μυκτήριζε όλα τα φληναφήματα για καταπιεσμένη σεξουαλικότητα και τα ρέστα. Αν υπάρχει ένας άλλης τάξεως και άλλης γλώσσας χαρακτηρισμός, αυτός είναι "αγωνισμένος και λυτρωμένος". Ανήκει στον καλύμνιο ποιητή, πεζογράφο και φίλο του Παπαδιαμάντη της Δεξαμενής Γιάννη Κλ. Ζερβό. Δεν ειπώθηκε για τον Παπαδιαμάντη, αλλά τού ταιριάζει όσο σε ελάχιστους άλλους. Κανένας κρυφός Παπαδιαμάντης δεν υπάρχει στα κείμενά του".



Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, "Δεν υπάρχει κρυφός Παπαδιαμάντης", Συνέντευξη στη Λαμπρινή Κουζέλη, στο ΒΗΜΑ της Κυριακής 22-5-2011. Προλογική αναφορά εν είδει σχολίου για τον συνεντευξιαζόμενο: "'Εχει αφιερώσει τριάντα χρόνια από τη ζωή του στον Σκιαθίτη. 'Εχει επιμεληθεί την πεντάτομη κριτική έκδοση των Απάντων του. Και εξομολογείται στο «Βήμα» γιατί ο συγγραφέας του "Βαρδιάνου στα σπόρκα", εκατό χρόνια από τον θάνατό του, εξακολουθεί να μας αιφνιδιάζει". Και ως προτροπή εκειδά κι η κατακλείδα:

Ο αναγνώστης να αρχίσει με:
1. Τον Βαρδιάνο στα σπόρκα, καλή προτύπωση της σημερινής μας κατάντιας.
2. Τα ρόδιν' ακρογιάλια, που άρεσαν και στον Αλεξανδρινό.
3. Την προκλητικότατη για τις σημερινές μας αντιλήψεις Νοσταλγό.
4. Τον Φτωχό 'Αγιο.
5. Τη μετάφραση του μυθιστορήματος Ο Μαξιώτης του Χωλλ Κέιν.



-----
Υ.Γ. O Μεγαλέξανδρος (της νεωτέρας παραδόσεως), όπως πάντοτε θα αποκαλώ εγώ τον Παπαδιαμάντη, βάλλεται την σήμερον πανταχόθεν. Δέχομαι την σκοτεινότητα της γραφής του, όσον αφορά την λεπτομερή καταγραφή των 'κακουργιών' του λαού, αλλά την ερμηνεύω μέσα από την διάσταση του 'ιερού', του οποίου μετέχει ένας/κάθε αληθινός δημιουργός. Ο 'Μεγαλέξανδρος', ως γνήσιος 'κολλυβάς' (γι' αυτό και 'έξω βάλλει' τον εισρέοντα στην κοινωνία της εποχής του ευσεβισμό, αλλά και κάθε δεισιδαιμονία), αναλαμβάνει να 'εξομολογήσει' τον λαό (αυτόν τον οποίο συναναστράφηκε) και τα κρίματά του, για 'να μην παρασταθεί (σύμπας αυτός ο λαός) ενώπιον του Κριτού, του Παλαιού των Ημερών, του Τρισαγίου, γυμνός και τετραχηλισμένος'... Για να φέρει, δηλαδή, τούτον τον (και κάθε) κακοδαίμονα λαό στο φως του Θεού. Είναι τόση η προσήλωσή του στο κακό μέσα στο έργο του, όση και η άβυσσος της ψυχής των ανθρώπων (και ημών των ιδίων). Νομίζω πως αυτή η ερμηνεία λείπει από το στερέωμα (εν έτει 2011ω, το και έτος Παπαδιαμάντη λεγόμενο) και όσο δεν ακούγεται τον αδικεί. Σε αντίθεση με τον σύγχρονό του, κοφτερό στο πνεύμα, Αλεξανδρινό, που 'τον επήρε αγκαλιά και τον εσυλλάβισε' (άλλως πως δεν κατανοείται πώς τον κατανόησε - πρώτος μάλιστα από πολλούς κατοπινούς) οι σμερινοί δεν γρικούν από Μεγαλέξανδρο! Και μάς προβάλλουν την δική τους ανάγνωση. Την προσημείωση πρώτος διάλεξε ο πολύς εκείνος καθ. κος Δημαράς. Και έχασε οικτρά! Ο ίδιος εγώ.

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

ναυσικά από τη μία, ήχος πλάγιος από την άλλη



Σήμερα είχε βάλει τη γαλάζια αλλαξιά, για γούρι, με την ελπίδα ότι, παρ' όλους τους κακούς οιωνούς, το δικό της το χρώμα είναι και το χρώμα που φέρνει τύχη στη νύφη, που πρέπει οπωσδήποτε να φοράει κάτι γαλάζιο πάνω της, επειδή η πράσινη αλλαξιά που φορούσε πριν μια βδομάδα τής έφερε λύπη, γιατί ο πατέρας του τον είχε κλείσει στο δωμάτιό του για να διαβάσει για την υποτροφία, και αυτή σκέφτηκε ότι εκείνος ίσως θα έβγαινε σήμερα, γιατί καθώς ντυνόταν το πρωί παρά λίγο να βάλει την φορεμένη κυλότα της ανάποδα κι αυτό σημαίνει καλοτυχία και συνάντηση με τον αγαπημένο σου, αν την φορούσες ανάποδα και εφ' όσον, βέβαια, δεν είναι Παρασκευή.


Τζαίημς Τζόυς, Οδυσσέας (μτφρ. Σωκράτης Καψάσκης, έκδ. Κέδρος, Αθήνα 1990, σ. 409).



*


ήχος πλάγιος

Και ήκουσαν την φωνήν
κυρίου του θεού
περιπατούντος
εν τω παραδείσω
το δειλινόν,
και εκρύβησαν
ό τε Αδαμ και η γυνή αυτού
από προσώπου κυρίου του θεού
εν μέσω του ξύλου του παραδείσου.
(Γεν. 3, 8)



Παράλληλα με τα αρκούντως στεγνά τζοϋσικά παραδείγματα του Οδυσσέα και τις φορεμένες ανάποδα χρησιμοποιημένες κυλότες που αναρτώ στο άωρον τετράδιό μου τον τελευταίο καιρό, να σημειώσω εδωδά υπό τον τύπον στοιχείου ήχου πλαγίου ως άρτι εδήλωσα, συν το ήδη αναρτημένο motto που συνέλεξα εκ της Παλαιάς Διαθήκης, πως στους Εξόριστους (άραγε, να συμπληρώσω, από τον Παράδεισο, ή να το αφήσω μόνον να εννοηθεί;) του Τζόυς είδα την δίχως απόγνωση προσπάθεια του πολυμήχανου και λίγο πονηρού συγγραφέα να ομοιάσει για μιαν ακόμη φορά στον Θεό, ακολουθώντας τα βήματα ενός ευλαβούς (!;) τώρα οξαποδώ (: dickens, αγγλιστί -άραγε την εισάγει τούτη δω τη λέξη στο πρωτότυπο έργο του εκείνος;) εις τύπον αεί του εξ αρχής δηλωμένου, σε άλλα του συγγράμματα, non serviam! Πρόκειται πραγματικά για ένα ακόμα τζοΥσικό αριστούργημα όπου πραγματεύεται από την αρχή την βιβλική ιστορία της γεύσεως του απαγορευμένου καρπού (πρωτευόντως ένστικο μεν, αλλά και εις τον τύπον της μοιχείας δοσμένο) και της εξορίας ή μη [ημών] των Πρωτοπλάστων. Εδώ, ο κεντρικός ήρως, εις θέσιν του ίδιου του συγγραφέα ασφαλώς, άλλωστε στο όνομα εκείνου αυτός [μάς] πειράζει, κύριος Ρόμπερτ Ρούαν, ο και Ντικ (: dick, αγγλιστί - πούτσος, δηλαδή, ή αρχίδι [!;] χαϊδευτικά υπό της νεαράς του αμνάδος τε και συζύγου αποκαλούμενος, την οποία δηλώνεται στην ψύχρα ότι πλάθει σαν ζυμαράκι, ενέργεια που εκείνη με την σειρά της πλήρως και με ικανοποίηση ομολογημένη αποδέχεται)... αρνείται, λοιπόν αυτός ο κύριος Ρούαν, τουτέστιν Τζόυς, να ρωτήσει την γυναίκα του με το ίδιο εκείνο του Θεού ρώτημα «πού εί;» και «μη από του ξύλου, ού ενετειλάμην σοι τούτου μόνου μη φαγείν απ’ αυτού, έφαγες;» (ό.π. στιχ. 9 & 11). Οπότε αρχινάμε από την αρχή να σκεπτόμεθα πού ακριβώς ευρίσκεται η ελευθερία την οποία λέγουσιν οι θολολόγοι (sic) ότι έδωκε ο Θεός στο πλάσμα του, ερμηνεύοντας την οικεία περικοπή! Αν ο άνθρωπος ήταν όντως ελεύθερος δεν θα έπεφτε ποτέ τόσο χαμηλά ο Θεός ώστε να τον ρωτήσει κείνο το «πού εί» [ισχύει άραγε στο ακέραιο το επιχείρημα και αντιστοίχως, όταν αργότερα ρωτάει τον Κάιν, «πού εστιν 'Αβελ ο αδελφός σου;» (Γεν. 4, 9)], να τον ρωτήσει, δηλαδή, γιατί αισθάνεται γυμνός μόλις ακούει την φωνή Του!: «Τίς ανήγγειλέν σοι ότι γυμνός ει;» (ό.π., 3, 11). Προηγήθηκε το αδαμιαίο∙ «Την φωνήν σου ήκουσα περιπατούντος εν τω παραδείσω και εφοβήθην, ότι γυμνός ειμι, και εκρύβην» (στο ίδιο, στιχ. 10), το οποίο, νομίζω, από κοινού με το αρχικό ως άνω (στιχ. 8) motto σώζει κάπως την όλη ιστορία. Την παράσταση του κειμένου (έκδ. Νεφέλη) έφερε στο προσκήνιο η Ρούλα Πατεράκη (Από Μηχανής Θέατρο, Ακαδήμου 13, Αθήναι), διαρκούσης 195 λεπτά της ώρας (!), τα οποία όμως κυλάνε νεράκι! Το έργο παρέμεινε μέχρι σήμερα χωρίς ευρεία διάδοση στην Ελλάδα.

Της Ρούλας Πατεράκη πολλά τα έτη!

Ο ίδιος, αυτός εγώ.

Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

τα κοινωνούμενα στο δείπνο



Ο γαρ Νυμφίος δώρον, ως Θεός, πάσι παρέχει
τον άφθαρτον στέφανον.



Τα κοινωνούμενα στο δείπνο είναι ψωμί και κρασί: τα βασικά και συμπεριληπτικά της τροφής μας είδη, που είναι και συγκεφαλαίωση του κάθε ετήσιου κύκλου του ανθρώπινου βίου (σποράς, θέρου, τρύγου). Αναφέρουμε στον Πατέρα την προϋπόθεση της ζωής μας κοινωνούμενη, για να δηλώσουμε έμπρακτα το θέλημα μετοχής μας στον υπαρκτικό τρόπο που αποκάλυψε η σάρκωση του Χριστού: τρόπο ελευθερίας από τις αναγκαιότητες και τους περιορισμούς της κτιστότητας.

Ο Χριστός αποκάλυψε αυτό τον τρόπο όχι με πληροφορίες (διδαχές και νουθεσίες), αλλά με τα «σημεία»-έργα του, τον σταυρικό του θάνατο, την ανάστασή του. Εγκαινίασε (πραγματοποίησε πρώτος ιδρύοντας τη δυνατότητα πραγματοποίησης) την ελευθερία του ανθρώπου από τη φύση του – την πραγματική, με σάρκα και αίμα, υπαρκτική δυνατότητα υπέρβασης των περιορισμών της κτιστότητας.


Χρήστος Γιανναράς, Ενάντια στη θρησκεία (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2006, σσ. 122-123).



-----
Ο στίχος ψηλά εκ των καθισμάτων του όρθρου της Μ. Τρίτης (ίδε εις το βιβλίον του Κατανυκτικού Τριωδίου).


Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2009

νῆφε ἐν πᾶσι


'Οταν το σώμα της Εκκλησίας, ευχαριστιακή κοινότητα συγκεκριμένη σε τόπο και χρόνο, κηδεύει αγαπημένο, οργανικό μέλος της που εξεδήμησε, η μετοχή στην εκκλησιαστική εκφορά και κατευόδωση ενδέχεται να φωτίζει τη διαφορετική από την τρέχουσα (θρησκευτική-ατομοκεντρική) κατανόηση της σωτηρίας: Είναι η αγάπη των εν Εκκλησία αδελφών που αγκαλιάζει τον μεταστάντα αδελφό και τον εναποθέτει στον «παράδεισο». Ακριβώς όπως η αγάπη του Χριστού αγκάλιασε τον ληστή και τον μετέστησε αυθημερόν «εν παραδείσω». Τα αμαρτήματα, εγκλήματα του ληστή και κάθε ανθρώπου έχουν ελάχιστη ή καμιά σημασία, επειδή η σωτηρία δεν είναι ατομική, πηγάζει από το ανήκειν – το αγαπάν και αγαπάσθαι. Αυτή η πολύ απλή μαρτυρία ίσως απηχεί κάτι από τη γεύση χαράς της εκκλησιαστικής ελπίδας.


Χρήστος Γιανναράς, Το αίνιγμα του κακού (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα Νοεμβρ. 2008, σ. 264).


*

Η ως άνω παράγραφος αντλημένη από το πιο πρόσφατο γιανναρικό (θεολογικό) έργο, ίσως η σημαντικότερη παράγραφος μέσα σε 265 σελίδες κειμένου καθόλου πρωτότυπου (αν εξαιρέσει κανείς το 12ο και το 17ο κεφάλαιο), φωτίζεται από την αφιέρωση του βιβλίου στην πρώτη σελίδα:

...Της Τατιάνας
.............με ευγνωμοσύνη
..για τις ευτυχισμένες μέρες
και τις προτελεύτιες οδυνηρές
.τις αποκαλυπτικά πολύτιμες

*

Η παράγραφος αυτή δεν αναφέρεται στην αποκατάσταση των πάντων αλλά προστρέχει στο κοινό αίτημα για την παράδεισο που βρίσκεται στα χείλη όλων όσων έχουμε βρεθεί σε εξοδίους ακολουθίες. Το θέτει καίρια κι ο Παύλος ήδη με τον σημερινό απόστολο (Β' Τιμόθεον δ' 5-8), όπου η κατάκλειδα:

8 λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοὶ, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ.



*


Το 12ο κεφάλαιο στέκεται κριτικά απέναντι στις θέσεις του π. Φλωρόφσκυ για το αναιτιολόγητο του κακού [-"Αν δεν ερμηνευθεί η καταγωγή και η αιτία του κακού σε οντολογικό (υπαρκτικών δεδομένων) επίπεδο, μένει δίχως οντολογικό περιεχόμενο και η αναφορά σε νίκη καταπάνω στο κακό, νίκη που πηγάζει από τον σταυρό και την ανάσταση του Χριστού", (σ.164) και [να] "ερμηνεύσουμε το κακό ως τον τρόπο υπάρξεως του κτιστού με θεληματική όμως άρνηση της προσφερόμενης στο κτιστό υπαρκτικής δυνατότητας να μετάσχει στον τρόπο του ακτίστου...»" (ό.π.), πρβλ. το παράπονο στη σ. 172-], ενώ το 17ο κεφάλαιο εξετάζει εκκρεμότητες γύρω από τον αν ο θάνατος μηδενίζει την ύπαρξη (σσ. 253 κ.εξ.). Την καθόλου ύπαρξη. Αναπόφευκτα ο γράφων βάλλει και την εξόδιο ακολουθία(!;) ή τις ευχές εις κεκοιμημένους για να καταλήξει στην ως άνω διατύπωση χαράς (σ. 264, πρβλ. σσ. 259 και 261-262).


-----
στον τίτλο 3 λεξούλες από το Β' Τιμ. δ' 5.


Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2008

υπόρχημα


Πολλοί είναι αυτοί που με ρωτάνε ποιός είναι αυτός ο κύριος Μπόνος, ο ποιητής ντε, που τον εκτιμώ τόσο πολύ. Αρκετές φορές έχω αναφερθεί στο έργο του εδώ, στο άωρον τετράδιό μου, ένα ιστολόγιο που παλεύει με την γραφή ήδη από του 2005 μεσούντος κι ανέτειλε ξανά εν έτει 2008 (πάντοτε από Κυρίου τα έτη να λέμε). Ναί, τον θεωρώ μείζονα, αν όχι τον μεγαλύτερο εν ζωή, έλληνα ποιητή.

*

Ευκαιρία μού δίνεται, λοιπόν, να παρεμβάλλω εδωδά, στο παρόν postάκι μιάν σημείωση που καταχώρησε ο καλός τυπογράφος (έχουμε άραγε πολλούς τόσο προσεκτικούς κι επιμελείς στο είδος του;)
Αιμίλιος Καλλιακάτσος στον 23ο Κατάλογο των εκδόσεών του στιγμή που κυκλοφόρησε τον προηγούμενο Φλεβάρη [2007]. Συγκεκριμένα πρόκειται για επεξηγηματική υποσημείωση στην επιστολή Ε.Χ. Γονατά (1924-2006) προς Ν. Εγγονόπουλον (1907-1984), σταλμένη "με απεριόριστο σεβασμό, αφοσίωση και αγάπη" το Σάββατο, 14 Μαΐου 1983 (σσ. 37-43).

Κι εξηγούμαι: Ετέθη το θέμα κατά πόσον μπορεί να διαβάλλεται μετά θάνατον ο κάθε ποιητής, πόσο μάλλον ο μέγιστος Καβάφης. Αντιγράφω από την επιστολή Γονατά (σσ.41-42):

"Το δράμα είναι ότι πολλοί εξ αυτών κατέχουν δημόσια αξιώματα, έχουν τίτλους, τούς έχει ανατεθεί η διδασκαλία σε ανώτατα πνευματικά Ιδρύματα! Οπότε κλάφτε μανούλες! Ποιός είναι εκείνος που θα υποχρεωθεί να φάει πρώτα στο κεφάλι την ανάλυση, φερ' ειπείν, των δύο ανέκδοτων κειμένων και θα δεχτεί να διαβάσει τα κείμενα αυτά; Αν για πρώτη φορά ακούει περί Καβάφη, θ' ακούει τ' όνομά του και θα παίρνει δρόμο. "Αυτοί δεν έχουν μέτρο να μετρήσουν το περβάζι του παραθύρου των", όπως χαρακτηριστικά μού είπε κάποιος φίλος που συμμερίσθηκε τον πόνο μου,* το ίδιο εκείνο φριχτό βράδυ που τον πήρα στο τηλέφωνο, μόλις διάβασα ετούτα τα αίσχη, "και θέλουν να μετρήσουν την απόσταση γης και ουρανού, γης και ηλίου!""


*

Σε σχετική ερώτηση του αγλαού τυπογράφου προς τον Γονατά, για ποιόν του φίλο ομιλεί εδώ, λαμβάνει και καταχωρεί την εξής απάντηση-σημείωση δοσμένη με τον ως άνω σμικρό αστερίσκο:

* Ο θαυμάσιος Β.Ν. Μπόνος. [Σημείωση του Ε.Χ.Γονατά, 1.7.1991].


-------
Υστερόβουλον εμού του δυσσεβούς: ο μακαρίτης ο Γονατάς δεδικαίωται και μαζί του χαίρω εγώ.
Χαίρω πολύ.
Ο ίδιος, αφού σού τό λέω.


Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2007

δώρον aντίδοτον


ν' αγαπώ


* κατά το "συμφιλείν έφυν" της Αντιγόνης

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2007

πεντζίκη στης 'Oλιας διαβάζω


Επιστρέφω στην ποίηση. O καθένας, άλλωστε, αρπάζεται απ' ό,τι βρεί.

Πέρυσι, άνοιξη ήτανε θαρρώ, καταχώρησα εδωδά ένα του παιζωγράφου Πεντζίκη λάλημα, από πεντηκονταετίας (και βάλε) δημοσιευμένο σε συλλογή (1952), το οποίο μού 'χε άλλοτε τραβήξει την προσοχή. Και μ' έχει ομολογουμένως συγκινήσει πολύ: "Από τα πιό δυνατά αφεψήματα στη διάρκεια του (αναιδούς κάποτε) βίου μου...", έγραφα. Πρόκειται για το ποίημα με τίτλο: Ατένιση θησαυρού.

Την έκπληξη γνώρισα ξανά όταν αναπάντεχα βρήκα μιά πρώτη εκδοχή του ποιήματος δημοσιευμένη στο βραχύβιο blog της ηθοποιού 'Ολιας Λαζαρίδου... Η ίδια σημειώνει:

"Κάποτε, βρέθηκε στα χέρια μου, αυτό το ποιήμα του Πεντζίκη. Αυτός που μού τόδωσε μού είχε πεί ότι ήταν ανέκδοτο... ποιος ξέρει..."

Την ευχαριστώ πολύ για την καταχώρηση και την παρουσίαση που κάνει εκειδά, μα το ποίημα στην τελική του μορφή, όπως είπα, δεν είναι ανέκδοτο. Αξίζει κανείς να συγκρίνει τις δυό περιπτώσεις.

Η έντυπη εκδοχή του 1952 έχει σφιχτότερη δομή και άλλην βαρύτητα. 'Αλλην συνοχή στους στίχους. 'Αλλου είδους συγκίνηση προξενεί η τελική σύνθεση. Ο ποιητής ξαναδουλεύει στίχο-στίχο το υλικό της αδημοσίευτης εκδοχής φέροντάς το στο ποθούμενο ύψος για την τέχνη του. Παράβαλε ενδεικτικά πως συμπυκνώνει τα νοήματα στην τελευταία στροφή:

Το πρωτόλειο κείμενο που παραδίδει η 'Ολια:
Το εσύ και το εγώ απλωμένα εκεί ονειρεύονται,
μέσα στη σκοτεινή πολλαπλότητα των σωμάτων
τόνα με τ
' άλλο,
την πολύτιμη του λίθου διακρίνουν ποιότητα,
ο ένας μέσα στα μάτια τα ζωντανά αφέντης του άλλου.


Γίνεται στην τελική του μορφή ως εξής:
Τα πρόσωπα ξαπλώνουν εκεί κι' ονειρεύονται,
ξεχνώντας των σκοτεινών σωμάτων την αριθμητική,
μπορούν και διακρίνουν την πολύτιμη ποιότητα
του λίθου, με τα μάτια τ’ άγρυπνα του νού.


Υποψιάζεται τώρα κανείς, πόση γίνηκε η χαρά μου με το που αντίκρισα και την αδημοσίευτη μορφή του ποιήματος στα διαδικτυακά κιτάπια (και χέρια) της αγαπημένης 'Ολιας Λαζαρίδου, η οποία προσθέτει:

'Ενα δεύτερο ποιήμα, ειναι ο τρόπος που αυτός ο άνθρωπος σχημάτιζε τίς λέξεις...Τα ξ του, τα θ του, οι περισπωμένες του, είναι σαν ανθισμένοι κήποι. Μπορείτε να τους φαντάζεστε καθώς θα διαβάζετε...


Την ευχαριστώ από καρδίας.


Το παρόν αφιερώνεται στους ευήθεις Σαλονικείς κι όχι στους κακοήθεις που μάς πλευρίσαν από διαδικτύου κατά καιρούς...


Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2007

ένα παράδειγμα· ή αλλιώς, οι ειδήσεις των οκτώ


'Eνα ενδιαφέρον παράδειγμα μάς δίνει ο artattack. Αντιπαραβάλλοντας δύο ομόπτωτα έργα ζωγραφικής αποφαίνεται για το ελλeίπον: "Μια καλοντυμενη και ακριβη ζωγραφικη κορνιζαδικου, εξοχως ελκυστικη γι' αυτους που αγαπαν(μ)ε την τεχνη και την μαστορια αλλα με την απουσια της ψυχης και του παθους.Δυο στοιχεια που ειναι απαραιτητα για να ονομαστει μαζι με την τεχνικη ενα εργο απο κοινοτυπο σε αριστουργημα".

Νομίζω πως με αυτό μου το σχόλιο μίλησα παραπλήσια γλώσσα, αναφερόμενος στα σημεία, που δείχνουν να το κέρδισε το παιχνίδι. Αν και υπάρχει το ενδεχόμενο το συνολικό έργο, το εκάστοτε κρινόμενο, να μην κατορθώνει πάντοτε το ποθούμενο.

Μένει να μάς δώσει ο αισθητικός αρθρογράφος-blogger και ένα κατατοπιστικό παράδειγμα (που να κατορθώνει το αυτό) από την "αισθητική των Destroy-Deste", στην οποία ομνύει.

*

'Αλλο παράδειγμα: Στην κριτική που κάνει κάποιος giorgosmixos στην πρόσφατη συλλογή της Δημουλά, διακρίνω την πολεμική που ασκεί ο Ρένος σε κάποιους στίχους του Ελύτη. Ανάτρεξε στις σχετικές σελίδες της Ανθολογίας του. Κι όταν την ακούσεις, σφύρα μου.

*

Εν κατακλείδι: Οξυδερκής, αυτός που έχει οξεία κρίση και αντίληψη, αυτός που αντιλαμβάνεται σωστά και γρήγορα τα πράγματα... (από τα λαϊκά τα λεξικά παρμένο). Για τους αμέτοχους: ξύδι. Για τους πιστούς: ξυδάκι! (έστω με κεφαλαίο το αρκτικό). Ευχαριστώ.

*

Για όσους πάλι έμειναν εκτός, παρέχουμε αξιοθέατο περιδιάβαση σε blogs άλλης γραμματοσειράς. Νά εδωδά κι εδώ. Γιατί όχι;
Ο ίδιος.


[Προσθ. του μηνός Νοεμβρ. λήγοντος· -Διές! Διές, Αννιώ μου! διές αντί πόσου επωλούντο τα οψώνια την εχθές...]


Σάββατο 2 Ιουνίου 2007

μπόλικη δρoσιά την νύχτα...


Μπόλικη δροσιά την νύχτα. Ξάστερη και με φεγγάρι γιορτινό. Ολόγιομο.

Στο πίσω ταρατσάκι από νωρίς φάνηκαν κινήσεις κοριτσιών. Ετοιμασίες. Κατά τις έντεκα βαρέσανε τα όργανα. Κάποιο παρτάκι αποχαιρετισμού να εννοήσω; Μία ακόμη χρονιά φτάνει στο τέλος της. Το καλοκαιράκι έφτασε. Στο διώροφο οι φωνές γίναν τσιρίδες που κάλυψαν τις δυνατές μουσικές. Πίσωθέ τους το βουνό. Από ψηλά το φώς του φεγγαριού ριγίζει. Τα παιδιά τα λέγανε περισσότερο -πότε θα ξανασυναντηθούμε αντάμα;- παρά συντάσσονταν στους χορευτικούς ρυθμούς. Είπαμε, από τη μιά εξαίσια μουσική, από την άλλη η βαβούρα. Πόσα αλήθεια να αποτραβήχτηκαν από τον συμφερτό; Πόσα να έγειραν σε λυγερά λαιμουδάκια;

'Eπεσα να κοιμηθώ, μα ξύπνησα και πάλι. Σκεπάστηκα, ξεσκεπάστηκα. Με πήρε, επιτέλους, ο ύπνος.

*


Μία λεπτομέρεια μόνο: Ξεχνάμε το πόσο δύσκολα και οι γιατροί, μα και οι οικείοι, μιλάνε για τα καρκινώματα στους παθούντες. Πώς να πείς και τί να πείς! Και πόσα καταλαβαίνει ο εν λόγω! Εγώ, σαν έρθει εκείνη η στιγμή θα ήθελα να ξέρω. Είναι μεγάλη δοκιμασία τα μαρμαρένια αλώνια. Κι ο αποχαιρετισμός.

*


Για κάποιον λόγο θεωρώ μαρμαρένια αλώνια τις καρκινοπάθειες και το μακρύ κρεββάτι.

Εύχομαι για εκείνη την παιδεία –ζητούμενο εις έτι- που θα μάς καταστήσει ικανούς να αντιληφθούμε την πνευματική αγωνία του επικείμενου θανάτου. Πολλώ δε μάλλον, να μπορούμε να σταθούμε απέναντι στο γιατρό και να τού μιλήσουμε στα ίσα. Ποιός την έχει σήμερα αυτήν την παιδεία; Δυσεύρετη. Επικρατεί μια επιφανειακή αντίληψη, για όλα. Αυτή και μάς καταβάλλει...

Θυμίζω την αποστροφή του ιατρού Δ. Τριχόπουλου:

είναι
από τη φύση της
εκθετική
η δύναμη
του θανάτου...

(Πώς το αντιλαμβάνεσαι αυτό;)

*

Εν κατακλείδι, αισθάνομαι πως το πρόβλημα που ανέδειξε χθές η ιστόσφαιρα, είναι πρωτίστως πνευματικό. Ο ακτιβισμός δεν σώζει παρά, μάλλον, επαναπαύει. Οι πολλές και ποικίλες ημέρες μνήμης έχουν καταρρεύσει προ πολλού. Αναλογούν σε ποσότητες και όχι ποιότητες. Κι είναι οι ποιότητες που ζυμώνουν την συνείδηση. Την συνείδηση ενός εκάστου. (Δε λέω, καλή είναι και η φωνή σου.)

Το σαράκι μέσα μας παραμένει και σιγοτρώει τα σωθικά μας. Ολωνών μας. Ο kuk μίλησε ευθαρσώς κι οι ευφυείς υποψιάστηκαν την διαφορά.

Καλήν ανάπαυση. Και σε κείνην και σε όλους εμάς. Που αγωνιούμε. Εδώ. Ακόμη. Χωρίς αντίληψη.


Πέμπτη 22 Μαρτίου 2007

ερωτευμένοι χωρoφύλακες να μάς βαράνε


Νόμιζα πως αυτή η βροχή έτσι όπως άρχισε από νωρίς και συνεχιζόταν όλο το απόγευμα θα ήταν εξαγνιστική, τουλάχιστον.
Δεν ήταν.

Οι κακοφορμισμένοι δάκτυλοι της παιδείας κρατούν τα σχολεία και τα πανεπιστήμια κλειστά. Σημεία των καιρών; Η ίδια σταθερή κατάσταση επαναλαμβάνεται τα τελευταία χρόνια. Οι σχολές παραμένουν κλειστές. Κυλάνε τα χρόνια και χρονίζουν οι αιώνιοι φοιτητές.
'Ολα καλά, ρε! 'Ολα καλά!
Οι φοιτητές κλειδώνουν τις σχολές τους. Κι από σπουδή; Τί να τήν κάνουν; Για πέταμα είναι. 'Ολοι βολεύονται έτσι.

Οι ίδιοι μεθαύριο θα 'χουν να λένε για τον μύθο του κρυφού σχολειού στους σκοτεινούς καιρούς της τουρκοκρατίας. Τα δικά τους, όμως, σχολειά, αυτά που τούς δόθηκαν τον καιρό της δημοκρατίας, τα έχουν από μόνοι τους καταργήσει.
'Αβουλοι.

Οι καθηγητές τους να μη θέλουν την αξιολόγηση (και το χειρότερο) να μη μπορούν να βάλουν φωτιά στις αίθουσες συγκεντρώνοντας τα βλέμματα των φοιτητών τους με αυτό που έχουν (άν έχουν) να τούς πουν. Αρκεί που τούς παρασέρνουν. Αυτό μόνον.

'Αχ, άχ αυτοί οι νέοι!
Να έστρεφαν τουλάχιστον την όποια "επαναστατικότητά" τους και σε κείνους τους παράγοντες που τούς "δεσμεύουν"! Δεσμεύουν και καθηλώνουν το ελεύθερό τους φρόνημα (άν έχουν). Τις προπαγανδιστικές διαφημιστικές εταιρίες, λέω, που διαστρέφουν το αισθητήριό τους και την κρίση τους. Να κυνηγούσαν και τα χρηματοπιστωτικά μας ιδρύματα που αλωνίζουν στον ιδιωτικό εκάστου ζωτικό χώρο με τα τραπεζοοικονομικά τους "προϊόντα", μπόλικα-μπόλικα, δίκην θηλιάς στον λαιμό...


Και δεσμεύονται οι ανίδεοι... Νέοι άνθρωποι δεσμεύονται και βάζουν υποθήκη το μέλλον τους, βορά στην κατανάλωση που τούς παρέχει ανωφέλευτα η χορτασμένη δημοκρατία μας. Δεσμεύουν ό,τι έχουν και δεν έχουν, μόνο για να καταναλώνουν, για να καταναλώνουν μόνον, αφειδώς, πέτρες, βολές και ξύλα (άγριοι) βοηθούμενοι από δάνεια, αντιδάνεια και κόντρα πιστωτικών καρτών.

'Ολα καλά. Ναί, όλα καλά! Αρκεί που είναι τα σχολεία κλειστά.
Αχρηστεμένα.
Καταργημένα.


---------------
1. Για τον μύθο των καταλήψεων έγραφε προχθές ο καθ. Δ. Δημητράκος, στο Βήμα της Κυριακής (18-3-07).

2. Ο στίχος στην κορφή είναι του 'Αγγελου Καλογερόπουλου, ποιητή ποτε της Παρουσίας και του Ερουρέμ (τέλος της δεκαετίας του 70 – αρχές της δεκαετίας του 80). Για την ακρίβεια λέει (σ.13):

Βλέποντας πάλι ερωτευμένους χωροφύλακες να μάς βαράνε
πολιτικούς και διανοούμενους να θριαμβεύουν
κι εσύ να εκρήγνυσαι εκ νέου
άγριος, πρωτόγονος κι ωραίος
.......

Περιλαμβάνεται στην συλλογή: Λύσις της συνεχείας του δέρματος (έκδ. Πλανόδιον 1990) και δη το ποίημα: Η αφή του φωτός. Παραθέτω τους τρεις πρώτους στίχους (σ.12):

Προχωρούσα κι ο δρόμος στένευε
Οι βράχοι πλησίαζαν
ώσπου με τύλιξε μια πέτρα.
.......