Τρίτη 29 Μαρτίου 2022

τούς έπαιρναν για άνδρες φουστανελάδες


23.
Η γάτα του πηδά
κουλουριάζεται ό μικρόν
στην αγκαλιά του.

24.
Μαλώνει με το σώμα του
εκείνος θέλει άλλα
αυτό τα δικά του.*

Πρώτος που έχτισε σπίτι έξω από το Κάστρο, κι εκεί ακριβώς στην Τούμπα, ήταν ο προπάππος μου Ανδρουλιδάκης. Το σπίτι αυτό το βλέπομε ακόμα ερειπωμένο πια από τα πολλά τα χρόνια. Την τοποθεσία την εδιάλεξε ο προπάππος για τον λόγο ότι από το παραθύρι του δωματίου του, όπως ήταν κτισμένο το σπίτι, αντίκριζε τ' ακρωτήρι του Τούρλου -Σπαθί ονομαζόμενο- κατά τρόπο που να μπορεί και καθισμένος στον καναπέ, με την τσιμπούκα του, να παραμονεύει μην ξεπροβάλουν 'κείθε πειρατικά πλοία.

Μόλις τά 'παιρνε το μάτι του έστελνεν αμέσως αποστελλάτορα (καβάση [=αγγελιαφόρο]) και ειδοποιούσε να λάβουν τα μέτρα τους στο Κάστρο οι οικογένειες, αποτελούμενες όλες σχεδόν μόνον από γυναίκες και παιδιά, γιατί οι άνδρες -ναυτικοί όλοι- πάντοτε απουσιάζανε με τα καράβια.
Λεγόντανε δε τότε οι γυναίκες και Κολοβούδες. Το επίθετο αυτό το είχαν πάρει από το κολόβι της φορεσιάς των, φορεσιάς αρκετά παράξενης.

Μικρή επρόφθασα κι εγώ δύο ακόμα ντυμένες έτσι, δυό Κολοβούδες: την Πεντάραινα στην Ανωμερά και τη γρια-Σούβλα στη Χώρα. Η ενδυμασία τους απαρτιζότανε από έναν κόκκινο μαρχαμά ονομαζόμενο, από ένα λευκό και κοντό έως τα γόνατα υποκάμισο με πολύ φαρδιά μανίκια και με ωραία του χεριού μπιμπιλωτή δαντέλα γαρνιρισμένο, από μια κόκκινη βελουδένια φοινικιά ως είδος κορσάζ, από μια κορμοποδιά από ύφασμα κουτουνί [= βαμβακερό] και από ένα παράξενο με πολλές σούρες κολόβι από πίσω εφαρμοσμένο. Ένα τέτοιο κολόβι καθώς και μαρχαμάς που αναφέραμε βρίσκονται τώρα στο εθνολογικό μας Μουσείο.

Χάρις εις την ενδυμασίαν αυτήν των Κολοβούδων εσώθηκε δύο φορές επί των ημερών της γιαγιάς μου το νησί από τους πειρατάς, διότι όταν οι Κολοβούδες ειδοποιόντανε από τον τοποτηρητή διά τον κίνδυνον, αφού εσύναζαν ό,τι τιμαλφές και πολύτιμον είχαν, τραβούσαν κατά τους αγρούς ανηφορίζοντας τα βουνά, οι πειραταί δε τότε βλέποντας από μακριά τον συναγερμό των γυναικοπαίδων με τους κόκκινους σαν φέσια μαρχαμάδες και τα λευκά, μεγάλα φαρδομάνικα των υποκαμισιών να σκορπίζονται στα περίγυρα, τούς έπαιρναν για άνδρες φουστανελάδες, τούς οποίους εξαιρετικά εφοβόνταν, και ματαίωναν έτσι τη μελετώμενη επιδρομή τους.


28. ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ
Μύκ-ονος του βράχου Μυκ-ήνες της πέτρας
το έτυμον κατακυρώνει τη ματαιότητα
η ομοηχία τον τραυλισμό.**


Παναγιώτης Κουσαθανάς, Παραμιλητά (τ. Ε΄, έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2021, σσ. 368-369).

-----
* Στο motto και την κατακλείδα στιχάκια του ιδίου από την συλλογή «Το μενεξεδί της ποιήσεως» (1991), περιεχόμενα σΤα ποιήματα και τέσσερεις αναπλάσεις (έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2011, σσ. 165, 167).

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2022

μια ιδιότυπη εικόνα "βαλκανικότητας"...


«Η Χάρτα πέτυχε απόλυτα τον στόχο του Βελεστινλή. Έδωσε μια ιδιότυπη και συμπαγή εικόνα "βαλκανικότητας" που ήταν άγνωστη στον χειμαζόμενο από το σύνδρομο Ρούμελης-Ανατολής συνήθη Έλληνα λόγιο. Η Χάρτα του Ρήγα τοποθετεί την Ελληνική οδοστασία ως πρόβλημα της Ευρώπης και μάλιστα της Ανατολικής, επειδή είναι πολύ κοντά στον τρόπο τού σκέπτεσθαι των μεγάλων ευρωπαϊκών επιτελείων και Αυλών. Καθορίζοντας τα όριά της, η Χάρτα κατευθύνει πλέον ένα υβρίδιο Μεγάλης Ιδέας προς τον Βορρά. Ουσιαστικά η παράθεση της δυναμικής των Ελλήνων, είτε είναι εμπορευόμενοι στην καρδιά των Βαλκανίων είτε ηγεμόνες στα παραδουνάβεια, είτε κάτοικοι πανάρχαιοι των ακτών και των πεδίων, είναι μια απολύτως μοντέρνα άποψη για τον πολιτισμό και την διεισδυτικότητά του. Ας μη ξεχνάμε ότι στα χρόνια σύνταξης και σύλληψης της Χάρτας, οι ορεινές κοινότητες της Ελλάδος ήταν σε πρωτοφανή ακμή, το εμπόριο και οι συναλλαγές σε έξαρση, τα δίκτυα ανεφοδιασμού και συντήρησης (χάνια, καραβάνια, εμπορεύματα και εταιρικές μερίδες) στα χέρια των ορεσιβίων».

Πάνος Θεοδωρίδης, εν 200 χρόνια της Χάρτας του Ρήγα 1797-1997 (έκδ. Παρατηρητής 1997, σσ. 15-16).

*

[...] Ο Ρήγας προχωρεί σε μία όχι και τόσο επιστημονική πρωτοβουλία. Παραλείπει την παράσταση του εμπροσθότυπου, προβαίνει σε δικούς του συνδυασμούς και δημιουργεί πλαστούς τύπους. Έτσι το νόμισμα των 2 Τζιανάκ Καλεσί, όπου στην μια όψη αναφέρεται η Άβυδος και στην άλλη η Σηστός, προέρχεται από το συνδυασμό οπισθοτύπων δύο νομισμάτων των δύο πόλεων. Παρομοίως τα απεικονισμένα νομίσματα της Εφέσου και της Κυζίκου αποτελούν συνδυασμό οπισθοτύπων δύο διαφορετικών εκδόσεών τους.

Τα κίνητρα μιάς τέτοιας 'πλαστογράφησης' είναι μάλλον έκδηλα. Η απεικόνιση του Ρωμαίου αυτοκράτορα άφηνε τον Ρήγα τουλάχιστον αδιάφορο. Αντίθετα οι πίσω όψεις των επαρχιακών αυτών κοπών με παραστάσεις έντονου τοπικού χαρακτήρα, γίνονται αφηγητές λατρειών, μυθολογικών εικασιών, εορτών και πανηγύρεων, και βρίσκονται σε άμεση σχέση με την ελληνικότητα των περιοχών.

Η θεματολογία τους συγκινεί τον Ρήγα και βρίσκει την ευκαιρία να παινέσει το περίφημο άγαλμα της Εφεσίας Αρτέμιδος με την παράθεση αρχαίου επιγράμματος («Της Αρτέμιδος της Εφεσίας δόμος, τον όνπερ ανήγειρεν Αρτεμισία η Μαυσόλου τάλαινα σύζυγος πάλαι») και να μάς διηγηθεί με τον ίδιο τρόπο την τραγική ερωτική ιστορία της Ηρούς και του Λεάνδρου στο νόμισμα των 2 Τζιανάκ Καλεσί («Ούτος ο Λειάνδροιο διάπλοος, ούτος ο Πόντου πορθμός, ο μη μούνω τω φιλέοντι βαρύς, ταύθ' Ηρούς τα πάροιθεν επαύλια, τούτο το πύργου λείψανον, ο προδότης ώδ' επέκειτο λύχνος»).

Σύμφωνα με τον μύθο, στη Σηστό, σε ένα πύργο δίπλα στη θάλασσα, κατοικούσε μια νέα και όμορφη κοπέλα, η Ηρώ, ιέρεια της Αφροδίτης. Κάποτε σε μια γιορτή που οργανώθηκε στην πόλη προς τιμήν της θεάς, η Ηρώ για πρώτη φορά παρουσιάστηκε στο πλήθος, που θαμπώθηκε από την ομορφιά της και όλα τα παλληκάρια την ερωτεύτηκαν. Ανάμεσά τους ήταν και ο Λέανδρος, ένας όμορφος νέος από την Άβυδο, με τον οποίο η Ηρώ συμφώνησε να παντρευτεί.

Ο γάμος όμως έπρεπε να μείνει κρυφός, αφού για την Ηρώ ήταν απαγορευμένος. Τις νύχτες ο Λέανδρος περνούσε κολυμπώντας τον Ελλήσποντο, με οδηγό το φώς ενός λυχναριού και συναντούσε τη γυναίκα του. Τα χαράματα ο νέος ξαναριχνόταν στη θάλασσα και γυρνούσε στην πόλη του. Έτσι η Ηρώ την ημέρα ήταν για όλους αγνή παρθένα και ιέρεια, και τη νύχτα γινόταν για τον Λέανδρο γυναίκα και ερωμένη.

Η ευτυχία τους όμως δεν κράτησε για πολύ. Μια θυελλώδη χειμωνιάτικη νύχτα ο Λέανδρος αψήφισε τα στοιχεία της φύσεως. Ο άνεμος έσβησε το λυχνάρι και τα κύματα της θάλασσας έπνιξαν τον άτυχο νέο. Ο πόνος της γυναίκας του ήταν μεγάλος όταν το πρωί αντίκρυσε το άψυχο σώμα να χτυπιέται στα απότομα βράχια. Η Ηρώ ρίχτηκε από τον πύργο ακολουθώντας τον άντρα της στο θάνατο.

Βάσω Πέννα, «Τα νομίσματα της Χάρτας του Ρήγα», εν 200 χρόνια της Χάρτας του Ρήγα 1797-1997 (έκδ. Παρατηρητής 1997, σσ. 56-57).

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

τόσα άλογα, τόσα ζαχερέ...


[...] τόσα άλογα, τόσα ζαχερέ, χορ:
τάρια, κριθάρια, και άλλα άπειρα αναγκαία· σηκώσου
από την αυγήν γέροντας άνθρωπος και τρέχε σαν τον
τρελόν από μπορδέι σε μπορδέι να ετοιμάσεις φαγητά
διά τες πεινασμένες μύγες [...] *

[...] Δεν εντρέπεται να λέγει πως το άγιον πνεύμα κατεβαίνει εις το κρανίον του, και τον φωτίζει τι να συντύχει; Πώς δεν αισχύνεται να λέγει πως έστειλε τον άγιον Γεώργιον, και άγιον Δημήτριον να διώξουν την πανούκλαν, οπού ενοχλεί τον κακορίζικον αυτόν τόπον, και δεν βάνει εις τάξιν τα λαζαρέτα κατά την συνήθειαν οπού ακολούθησαν και οι προκάτοχοί του;

Χθες εμπροστά εις τόσους άρχοντας εις το διβάνι διά να αποδείξει την ύπαρξιν της θεότητος έφερεν εις παράδειγμα τον πλάτανον του νησιού της Κω· επειδή λέγει και εκείνος ο πλάτανος είναι τόσον μεγάλος, άρα ο Θεός υπάρχει· ακούτε χάλτια, ακούτε τρέλες διά όνομα Θεού· και με ποίον θαρρεί ο τρελός πως συντυχαίνει, με ταουσάνηδες, με γεωργούς, ή με γκεμιτζήδες;

Αυτοί είναι άρχοντες οπού είδαν βασίλεια, στολισμένοι με πράξιν και προκοπήν, εκ γενετής τους εις την κούρτην, και μπροστά εις αυτούς συντυχαίνεις καϊμένε τέτοιους μαλιχουλιέδες;

Θεέ μου έπεσαν τα μούτζουνά μου>·αν σιωπούν, θαρρείς πως δεν σε καταλαμβάνουν; Πλανάσαι· εκείνοι φυλάττουν το είναι τους και σε τιμούν ως αυθέντην τους, αμή εσύ δεν έχεις άλλο, παρά το όνομα· τα προτερήματα και η φρόνησις της ηγεμονίας σε λείπουν· χρειάζεται να αποδείξεις εις τέτοιους ανθρώπους πως η φακή όταν είναι μαγειρεύμενη με λάδι, είναι αμαρτία να την φάγει κανείς την σαρακοστήν, και όταν είναι με αμυγδαλόλαδον, δεν βλάπτει·

ωχ κουρέματά σου· ποίος σε πιάνει από τον λαιμόν να συντυχαίνεις τούτα κείνα;

*

ορισμένες λέξεις εκ του λεξιλογίου:
* ζαχερές, ο <τουρκ. zahire: προμήθειες
* μπορδέι, ρουμανιστί υπόγειο σπίτι, καλύβα
* δομούζ/τομούζ <τουρκ. domuz: γουρούνι
* εκμεκτζήδικον, το <τουρκ. ekmekçi: ψωμάς
* ζαμπαράδες, οι <τουρκ. zampara: γυναικάς
* ζορμπαλίκι, το <τουρκ. zorba: βίαιος, πρωτόγονος
* καγιάς, ο < τουρκ. kaya: βράχος
* καλαμπαλίκι, το < τουρκ. kalabalik: πλήθος
* καλέμι, το <τουρκ. kalem: γραφείο
* καλούμα <ιταλ. calumare: χαλαρώνω σκοινί
* καλπουζάνης, ο <τουρκ. kalpazan: παραχαράκτης, κιβδηλοποιός
* κελεπίρι, το <τουρκ. kelepir: ευκαιρία
* κιουλαφάκι, το < τουρκ. kulübe: κάλυμμα κεφαλής
* κιρλαγγίτζια <τουρκ. kirlangiç: χελιδόνι
* κουλέ, ο <τουρκ. kule: πύργος
* κουντούρα, η < τουρκ. kundura: χαμηλό γυναικείο παπούτσι
* μαλιχουλιές, ο <τουρκ. malûliyet: αναπηρία
* μασαλάδες, οι <τουρκ. masal: παραμύθια, ψέμματα
* μεϊδάνι, το <τουρκ. meydan: πλατεία // ευκαιρία, δυνατότητα
* μότζουρα, τα <ρουμ. moţuri: τσουλούφια
* μουσλούκι, το <τουρκ. mulsuk: βρύση
* μπινιτζιλίκι, το <τουρκ. binici: ιππέας, ιππασία
* πεντζίκι, το <τουρκ. pencik: είδος φόρου
* πουτούρι, το <τουρκ. pütür: σκληρό
* πρετενδέρω, <ιταλ. pretendero: διεκδικώ
* σαγανάκι, το <τουρκ. sağanak: θύελλα
* ταουσάνης, ο < τουρκ. tausan: νησιώτης
* χαΐνιδες, οι <άτακτα σώματα
* χάλτια, τα <τουρκ. halt: ανοησία
* χουνέρι, το <τουρκ. hüner: επιτηδειότητα

Ρήγας, «Το σαγανάκι της τρέλας» (κωμωδία) [1786], εν Ανέκδοτα κείμενα (επιμ. Chisacof, Παν. Εκδ. Κύπρου - Gutenberg, Αθήνα 2011, σσ. 186-188, όπου μονολογεί ο Γιαννάκης ο γραμματικός μινίστρος στην ιγ΄ Σκηνή της Β΄ Πράξης του έργου). - Το motto εκ του ιδίου, όπου όμως μονολογεί, στα πρώτα λογάκια (στην εισαγωγή του έργου) ο Αλέξανδρος ο παχάρνικος [=αξιωματούχος της αυλής αρμόδιος για τις προμήθειες κρασιού] Ιλφόβου [=επαρχία της Βλαχίας]! (ό.π., σ. 58).

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2022

το δράμα της πίστεως


ο αλκοολικός βυθίζεται μέσα στο κρασί,
γιατί στερήθηκε το μεθύσι της πραγματικής ζωής.*

Άλλοι οι εραστές του απολύτου και άλλοι οι κατακτητές του.

Αν μάς ενδιαφέρει πραγματικά το δράμα της πίστεως και όχι η στέγασή της, αν το θεωρούμε στα σοβαρά την κορωνίδα του ανθρώπινου πόνου -ότι περιέχει ερωτήματα ουσίας για την απόδραση από τα δυστυχή πεπρωμένα μας– τότε κανένας κοινός μύθος, καμιά παράδοση, οσοδήποτε ευγενής, δεν μπορεί να μάς σώσει.

Αν είναι μυστήριο η πίστη, ζήτημα μεταφυσικό, μια προσωπική και άτυπη αποκάλυψη του Θεού, όπου κάθε θεωρητική μύηση, παραδομένο πρότυπο, ηθική ευθύνη και πράξη μάς αφήνει απλώς στους πρόποδές της, γεννιέται πλέον ένα θέμα διασποράς και καθόλου κατηχητικού συγκεντρωτισμού.

Βέβαια την πίστη την ζητάμε πρωταρχικά στο πρόσωπο των άλλων. Την ωραιοποιήσαμε με το ένδυμα της συλλογικότητας και της ιεράρχησης των αξιών.

Είδαμε –ή νομίσαμε πως είδαμε- ότι εξασφαλίζει τα άτομα με τη λυτρωτική κοινότητα της εκκλησίας, τα απελευθερώνει από τον κατακερματισμό της μοναχικότητας, λαμπρύνει την ιστορική κακουχία του καθ’ ενός και φτιάχνει γιορτές με μεταφυσικό ξεχώρισμα του χρόνου.

Και η εμπράγματη αυτή εξουσία πάνω στο πνεύμα, χάρη στο άρωμα της θείας λειτουργίας της, μάς έδινε εναρμονισμένα το εδώ και το εντεύθεν της συνείδησης. Η εντύπωση της πίστεως είναι πράγματι εκστατική. […]

Κυρίως δημιουργεί βιώματα, στηριγμένη σε αρχέτυπα σύμβολα. Ποιός από μάς δεν νοσταλγεί το εθιμικό κεράκι της Λαμπρής και το Αναστάσιμο άκουσμα, αφού η φλόγα που κρατούσε έμπλεος κατανύξεως μες στη νυχτερινή μυσταγωγία ενσάρκωνε ενθυμητικά την καύση της ύπαρξης με την επικράτηση του πρωτεϊκού κι αιώνιου στοιχείου; […]

Ρένα Κοσσέρη, Η άκανθος του ιερού ή Η απιστία του Παπαδιαμάντη [1985] (έκδ. Έρασμος, Αθήνα 2019, σσ. 11-12). -Το motto εκ της ιδίας (ό.π., σ. 30).

Κυριακή 13 Μαρτίου 2022

η τέχνη, άκανθος ιερότητας


Η δημιουργική ζωή
μικρή έχει επαφή με τον άμβωνα του ιεροκήρυκα.
Ο καλλιτέχνης κολάζεται από την ομορφιά και αμαρτάνει
παραδομένος σε ακούσματα αλλότρια,
που τον μετεωρίζουν τις ώρες της μύχιας εξομολόγησής του.
Ο ίλιγγος της ψυχής προόρισται για την αισθητική εμπειρία,
η υποταγή στον κανόνα, για τη συνοχή της καθημερινής προσωπικότητας στην επιβίωση.*

Η τέχνη είναι πράγματι γέννημα της μεταφυσικής ανάγκης, από μόνη της, δίχως κανένα τίτλο, ανακυκλώνει το ιερό. […] Γεννημένη από το ιερό, λειτούργησε έκτοτε ως η άκανθος της ιερότητας, με την έννοια της απάρνησης κάθε οριστικής θεοκρατίας. Σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει ο Λορεντζάτος, διαθέτει ακατάβλητη θρησκευτικότητα σε μια ρευστότητα θρησκείας.

*

Ο αγιογράφος περιορίζεται στη δεξιοτεχνία του «διά χειρός» ποιείν - ασκητεύοντας αισθητικά. Οι φορητές εικόνες και οι τοιχογραφίες αυτές προσιδιάζουν στις τελετουργικές παραστάσεις των πιο απόμακρων πολιτισμών – με την απουσία βέβαια του εκτρωματικού στοιχείου στα ετερόφυλα συμπλέγματα της Ανατολής. Η διαλογιζόμενη καρδιά, το εκστατικό θαύμα, το αίμα και η λυτρωτική θυσία έχουν απαλειφθεί. Όλα παραδομένα στη νιρβάνα και τη βεβαιότητα του μεταφυσικού κύκλου.

Είναι η τελευταία λατρευτική τέχνη και μάλιστα η πιο αυστηρή από όλες. Άγονη και πειθαρχημένη, με μόνη τη σύνθεση να κυριαρχεί, η θέση της βρίσκεται πράγματι στο ναό και πλαισιώνει με ευπρέπεια το συμβολισμό -μα όχι τη δραματικότητα- της εκτυλισσόμενης λειτουργίας.

Στη Δύση το θείο πάθος κατέστη ελεύθερος ανθρώπινος σπαραγμός. Δίκαια λοιπόν η Ανατολική Εκκλησία τη μέμφεται για τους Φρα Αντζέλικο, τους Φίλιππο Λίππι, τους Ντα Βίντσι, τους Μπουοναρότι που εγέννησε, για τις πολυάριθμες λειτουργίες ενός Μπουξτεχούντε, ενός Μπαχ ή Χαίντελ μες στους καθεδρικούς της. Επειδή οι δαίμονες την κυκλώνουν από παντού και κυρίως ο κρύφιος πειρασμός της ατομικής τέχνης.

*

Ας το ξαναπώ: υπήρξε μια τέχνη με θρησκευτικό υλικό και κοινούς θρησκευτικούς ορίζοντες. Αλλά θρησκευτική τέχνη, με τη σημασία που ο όρος παίρνει στα γραπτά του Λορεντζάτου, δεν υπάρχει κατ' ουσίαν.

Ρένα Κοσσέρη, Η άκανθος του ιερού ή Η απιστία του Παπαδιαμάντη [1985] (έκδ. Έρασμος, Αθήνα 2019, σσ. 21, 25-26, 30-31). -Το motto εκ της ιδίας (ό.π., σ. 28).

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2022

η πτώση του δημιουργήματος


Στο έργο του ο Παπαδιαμάντης -και εννοώ πάντοτε το διήγημα ή τη νουβέλλα-
απέφυγε να απαντήσει στα καίρια ερωτήματα με θεολογική βάση.
Αντίθετα τα έθετε επιμόνως.*

Το κοντόν σχοινίον [ενν. το τέλος από το «Όνειρο στο κύμα»], το οποίο απέβη «σχοίνισμα κληρονομίας», μαρτυρά την πτώση του δημιουργήματος. Ο εκπεσών ήρωας, ο ποιητής, μα όχι ο φιλοσόφος Παπαδιαμάντης, έχει πλέον αποδεχτεί και επιλέξει τη μοίρα του. Αποξενώθηκε από την ιδεώδη κατάσταση, την αδιάκριτα δεμένη με τις αισθήσεις, και υπολογίζοντας την πτώση του, καθίσταται υπέρμαχος του εγκαταλειμμένου πλάσματος. Ο Ενσαρκωμένος Λόγος, ο Χριστός, θα παραμείνει γι' αυτόν μία μύχια απόγνωση.

*

Με το διήγημα [«Τα δαιμόνια στο ρέμμα»] καταγράφεται η άλωση της εφηβείας και το εισοδικό στην πικρία και την ταυτόσημη χαρά της αμαρτίας.

*

Με τη «Φόνισσα» φθάνουμε οριστικά στο κέντρο του κυκλώνα, στον οφθαλμό της επίγειας θεοκρισίας. Η γραία Χαδούλα εξυψώνει την αναπηρία της αγάπης μέχρι του πάθους, προτείνοντας έναν παράφρονα, αλλά πάντως απρόσβλητο ηθικό κώδικα. Ρεαλιστικότατη, μέχρι το απίστευτο, ενσαρκώνει όλη τη δύναμη της άρνησης ενός προπατορικού Κάιν απέναντι στην νοικοκυρεμένη και χλιαρή Χριστολογία.

Αλώνει την υποταγή της καθημερινότητας με τον μέσα της μαύρο κόσμο, θήλυ ανδρογενές του πόνου, πρόσωπο και persona της μεσαιωνικής δαιμονίας. Σκοτεινή, χωρίς αντίποδα της θρησκευτικής απαντοχής, ολότελα απελπισμένη από τη μάταιη οχλαγωγία της ανθρώπινης βιολογίας, αναλαμβάνει ένα μυστικό δίκαιο προσωπικής επιβολής και μαρτυρίας. Το κεντρί της ζωής τήν εξωθεί στο σκάνδαλο και δολοφονεί μέσα στην καρδιά της τον παραδομένο Θεό, εξακολουθώντας να πιστεύει στη μεταφυσική της δικαίωση μέσα από την καινούργια θρησκεία που έχει συλλάβει.

*

Ο Σατανάς, μετά την Αναγέννηση, υπέστη έναν εξανθρωπισμό. Ξαναγεννήθηκε μέσα σε πνεύμα ατομικότητας και ανθρωποκεντρικής ανταρσίας, κάνοντας τον Θεό να κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή και καταργώντας την ανέγγιχτη χαρτογραφία του κλειστού κύκλου. Αυτό είναι το μυθιστόρημα του 19ου αιώνα […]. Ο άνθρωπος θεώνεται και πάλι, έστω και αρνητικά μόνο, έχοντας ως έργο του να φέρει σε επαφή την εγκόσμια με την υπερβατική Κόλαση.

Ρένα Κοσσέρη, Η άκανθος του ιερού ή Η απιστία του Παπαδιαμάντη [1985] (έκδ. Έρασμος, Αθήνα 2019, σσ. 42, 43, 46, 47, 48). -Το motto εκ της ιδίας (ό.π., σ. 43).

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2022

η μαγεία της θρησκείας


μέχρι τον άδικο τάφο,
αυτή την ύψιστη προσβολή στο δικαίωμα της ύπαρξης.*

Και οι πλέον άθεες κοινότητες, κοινότητες επαναστατικές συνωμοτικού χαρακτήρα, δεν μπόρεσαν να αποφύγουν την οπισθοδρόμηση σε κάποιες, θρησκευτικού τύπου, λειτουργικές σχέσεις. Χρειάστηκαν μια γλώσσα συμβολική συνθημάτων και αναγνώρισης, τη μαγεία του επαναλαμβανόμενου τυπικού της σύναξης, το τελετουργικό στην κατανάλωση του χρόνου, το θρύλο της αγιωσύνης στο πρόσωπο του ηγέτη.

Παρενέβαινε κάθε φορά ένα επέκεινα του παρόντος ως μέλλον, κι ας ήταν δάνειο από το αφορισμένο παρελθόν.

Στην θρησκεία, η οποία είναι πολύ πιο συντηρητική, αφού η οικονομία της συγκαιράζει το πλήθος με τη διάρκεια, το μυστικό του ζωτικού ψεύδους αφήνει ανενόχλητη την καθαρότητα της φιλοσοφικής της απολογητικής.

Ο χριστιανός, ας πούμε, καθαίρεται πρωταρχικά με τον φετιχισμό της θείας μεταλήψεως ή τον κώδικα της νηστευτικής προσευχής, όσο για το εορτολόγιό του -χαρμόσυνο και επιθανάτιο- το ζεί μέσα σε πλήρως παγανιστικό κλίμα.

Αυτή η εξαιρετικά αισθαντική απελευθέρωση υποστατώνει, δίχως μεγάλη ευθύνη, το άπιαστο και αφηρημένο στοιχείο της θεολογίας του. Να λοιπόν που η παράδοση αμαρτάνει και δεν το γνωρίζει, ούτε καν διερωτάται πάνω σ' αυτό.

*

Αφού στολιστεί ο νεκρός καθώς σε αρχαίες τελετουργίες κι ακουστούν τα σκληρά μοιρολόγια της διαμαρτυρόμενης ζωής, οι συγγενείς και οι φίλοι συνάζονται ως πιστό εκκλησίασμα, όπου ο νεκρός κατευοδώνεται από τον ιερέα με το ειρηνικό και συμφιλιωτικό τροπάριο της ταφής - «...ένθα ουκ έστι πόνος...».

Ρένα Κοσσέρη, Η άκανθος του ιερού ή Η απιστία του Παπαδιαμάντη [1985] (έκδ. Έρασμος, Αθήνα 2019, σσ. 13-14, 15). - Στο motto αποστροφή της ιδίας αναφορικά με το δημοτικό μας τραγούδι, το οποίο «είναι το κατ' εξοχήν πανθεϊστικό παρόν» (ό.π., σ. 14).

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2022

η λαϊκότητα του πεζογράφου Παπαδιαμάντη


μονάχα τα φτερά του ποιητή λειώνουν
στην επαφή με το απόλυτο.*

Ο «Παπαδιαμάντης» του Ζήσιμου Λορεντζάτου είναι αυτή ακριβώς η ακούσια παραχάραξη της ιστορικής μορφής. Το εκμαγείο έχει απολιθώσει το ζωντανό πρόσωπο.

*

Το πιο αμφίβολο στασίδι του χριστιανισμού, στημένο καλά κάτω από τον εκφοβιστικό όρο «ορθοδοξία», σε μία και μόνη ενότητα με τον άλλο όρο «παράδοση» είναι το ειδωλολατρικό στοιχείο της λαϊκής δοξασίας. Αυτό το ασύμμετρο μέρος σκόπιμα παραμένει αδιευκρίνιστο στον ελληνικό χώρο, υποταγμένο καθώς ήταν από τη φύση του σε μια εφήμερη παρουσία: Ο βίος των αγίων στο συναξάρι, τα φαντάσματα των κολασμένων ορατά στο μνήμα, το κορμί που λιώνει, το θανατικό, οι ξορκισμένοι και τόσα άλλα.

Τόσα άλλα πολλά, που κρύβουν αντιπαλότητα από έναν άμαχο πνευματικά πληθυσμό και έτσι εύκολα εξωραΐστηκαν από τους θεωρητικούς μας σε ταπεινότητα γνώσης. […] τώρα τα ανιχνεύουν από έναν άλλο αριστοκρατισμό και μαθαίνουμε εκ των υστέρων ότι πρόκειται για παιδευτική αθωότητα, σωτήρια αγραμματοσύνη, όταν ολόκληρος ο επίσημος χριστιανισμός πάλεψε για να τα απαλείψει.

Η λαϊκότητα του πεζογράφου Παπαδιαμάντη -όπως εξ άλλου αυτή είναι παρούσα στο μεγαλύτερο μέρος της ζωγραφικής του Μεσαίωνα, της πρώτης Αναγέννησης, και παρούσα επίσης στον Ρομαντισμό- δεν έχει σχέση με όλες αυτές τις πλασματικές ολότητες. Συνέβη και σ’ αυτόν ένας διχασμός, ένας βαρύς και σοβαρός καϋμός, αλλά από άλλους δρόμους.
Κι εδώ θα σταματήσω λίγο με τη δική άποψη, για να πώ πως ο Λορεντζάτος είχε από πριν δώσει τη λύση του αδιεξόδου: Ορθοδοξία ίσον παράδοση.

Θα ήθελα όμως να συμφωνήσουμε από κοινού ότι υπάρχουν και «απόκρυφα ευαγγέλια» τα οποία η Ορθοδοξία δεν κατάφερε να αφομοιώσει, έστω και αν η κοινή πίστη -ή απιστία- τα κατέγραψε. […]

Ρένα Κοσσέρη, Η άκανθος του ιερού ή Η απιστία του Παπαδιαμάντη [1985] (έκδ. Έρασμος, Αθήνα 2019, σσ. 17, 17-18). - Στο motto αποστροφή της ιδίας αναφορικά με την άρνησή της να δεί τον σύμφωνα με τον Λορεντζάτο «ετοιμοπαράδοτο Παπαδιαμάντη της παράδοσης» «ιδεολόγο» (ό.π., σ. 16).

Τρίτη 1 Μαρτίου 2022

διηγηματική αποκλειστικά γραφή - ένα ποίημα ανεπανάληπτο


Η διηγηματογραφία τόν εξυπηρετεί
στην πλήρη εξακρίβωση του εκκλησιαστικού χώρου
που παρεκκλίνει, του κυκλικού χρόνου που μαγεύτηκε
από την ασωτεία του φανταστικού.*

[…] Επειδή η πίστη πληθωρική σε αιτήματα, συγκλίνει στο παράδοξό της χωρίς ποτέ να φτάνει το ακραίο όριο που επιζητούσε, αναβάφτισε τον εαυτό της στο ρεύμα της τέχνης, ζητώντας μια ελευθερία για την πειθώ των ίδιων των λογισμών της.

Η διηγηματική αποκλειστικά γραφή του παραχώρησε ένα ποίημα ανεπανάληπτο στην ελληνική γραμματολογία, ιδιάζον, πολύμορφης αναζήτησης των απόλυτων κόσμων.

Κι εδώ πλέον καταλαβαίνουμε ότι απέβαλε την ταυτότητα του ασκητή, την ευρεμένη μέσα στη ζωή και στα γράμματα τα προορισμένα για τη ζωή και την ιστορία, όπου μόνιμα φορούσε το ευθυτενές ράσο της Ορθοδοξίας. Η μεταφυσική προς την οποία έκλινε, δεν ήταν δυνατό να κρατηθεί στις επιφάνειες. Δραπέτευσε έγκαιρα από το στερεότυπο προσωπείο που παντού αλλού εκράτησε, κι έγινε δραματικά αισθητική, προκαλώντας ανά πάσα στιγμή τον πειρασμό και την απ' ευθείας αναμέτρηση με τη Θεία Δίκη.

Αυτό που τού οφείλουμε είναι η ρήξη μιάς πίστεως σοβαρής, στην οποία -έστω για λίγο- τα πάντα παίχτηκαν με τιμιότητα και με το θάρρος της προσωπικής απογύμνωσης. […]

*

Η βασιλεία της άχαρης ταπεινοσύνης, μέσα στο αφιλόξενο περιβάλλον της (κοινωνικό και φυσικό), όντας απόλυτα βιωμένη, είναι παρ' όλα αυτά μια εσωτερικότητα πρόσχημα στον Παπαδιαμάντη. Η ματιά του δεν προσηλώθηκε στο λαϊκό δράμα προκειμένου να απεικονίσει τα οφέλη των δεσμών της απλότητας και του μαρτυρίου, για τη δικαίωσή τους στην άλλη ζωή.

Επέλεξε μια κλειστή κοινωνία -τη δική του κοινωνία- χαραγμένη πάνω σε αρχαϊκές μνήμες, απείθαρχη και πολυκεντρική, και την ξανάχτισε με τόσο έντεχνες παραμορφώσεις αποτυπώσεως ώστε τελικά να προβάλλει ανεπαισθήτως ένας καινούργιος Μεσαίωνας, από τον οποίο αντλεί κάτι περισσότερο από ό,τι φαινομενικά αναγνωρίζει.

*

Η ουσία του Παπαδιαμαντικού πεζογραφήματος είναι αυτός καθ' εαυτόν ο σωρίτης του φανταστικού, ο πλούσιος άναρχος μύθος, το όραμα κυρίως κι ελάχιστα τα γράμματα του ιερατείου.

Είναι η μεγάλη παραμυθία των φτωχών και των απόκληρων του βίου. Τούς επέλεξε ασυνείδητα, γιατί ο κόσμος τους -κι ας μη το έμαθαν ποτέ-, ανήκει στο μη λογοκριμένο σώμα του χριστιανισμού, καθώς από την αρχή του κειμένου μου υπέδειξα.

Είναι αυτοί οι αιρετικοί της κοινής πίστεως, και μόνο γι' αυτό μπορούν να κινούν -στην τέχνη ασφαλώς και πάντοτε– τους διαλογισμούς του Εωσφόρου. Διαλογισμούς αποκλειστικά του Παπαδιαμάντη ο οποίος, ευτυχώς για μάς, είχε το διάβολο μέσα του κατά πώς λέμε. Και τον αναπαράστησε επιτήδεια, ανοίγοντας αδιάψευστα ρήγματα στην ορθοδοξία που ειπώθηκε από αυτόν τον ίδιο και τους μεταγενέστερους, δουλεύοντας εν κρυπτώ σε μια ρευστοποίηση της επίσημης εκκλησίας.

Το δικό του ηρωοποιητικό εκκλησίασμα δεν έχει να κάνει με τον αποδιδόμενο σ' αυτόν λαϊκισμό. Αντίθετα, πρόκειται για την πιο εκλεκτική επιλογή, που παίρνει αυτόφωτη μορφή και νόημα, με αφορμή το συναξάρι, την πρακτική του παγανισμού και την πανθεϊστική παράθεση της λαϊκής δοξασίας. Ώστε δραματοποίησε την πίστη […].

Ρένα Κοσσέρη, Η άκανθος του ιερού ή Η απιστία του Παπαδιαμάντη [1985] (έκδ. Έρασμος, Αθήνα 2019, σσ. 33, 35, 50). -Το motto εκ της ιδίας (ό.π., σ. 36).