Επιπλέον, το αυτί παραξενεύεται που κανένας ήχος δεν τού θυμίζει τα αρχαία ελληνικά. Ξέρω ότι σ' αυτόν τον τομέα, τα λύκεια και τα πανεπιστήμια επιμένουν να διδάσκουν αυτή τη γελοία προφορά, που λέγεται ερασμιακή, που κακομεταχειρίζεται, παραμορφώνει, κολοβώνει και σχίζει τους γλυκούς, σαν του αυλού, τους συριστικούς καμιά φορά ήχους της αρχαίας γλώσσας. Αρκεί ν' ακούσεις για μια φορά στη ζωή σου έναν σημερινό έλληνα – ποιητή ή ηθοποιό κατά προτίμηση (εγώ άκουσα τον ποιητή Σεφέρη, την εποχή που μετέφραζα τα ποιήματά του) να απαγγέλλει στη σύγχρονη προφορά την αρχή της Ιλιάδας για να αισθανθείς αμέσως ότι ποτέ οι ήχοι της αρχαίας ελληνικής δεν θα μπορούσαν να μοιάζουν μ' αυτήν την τραχιά και βάρβαρη ομιλία που εφεύρε ο 'Ερασμος
(θυμάμαι ότι στην Κέρκυρα, για να θέλξω τις δυο τρεις όμορφες που μού έδειχναν το νησί, θεώρησα σαν καλή ιδέα να τούς απαγγείλω την αρχή της Ιλιάδας στην προφορά που μάς μαθαίνουν στο πανεπιστήμιο. Τέτοιο γέλιο έγινε, τέτοιο ξεχείλισμα ευθυμίας, που ξαφνικά ένιωσα γελοίος. 'Ερασμος και Ιλιάδα αποδείχτηκαν εκείνη την ημέρα μοιραίοι για τους έρωτές μου και ποτέ δεν τους ξαναμεταχειρίστηκα).
Jacques Lacarriere, Το ελληνικό καλοκαίρι. Μια καθημερινή Ελλάδα 4000 ετών (μτφρ. Ι. Χατζηνικολή, έκδ. Χατζηνικολή, Αθήνα 1980, σ. 105).
1 σχόλιο:
Λέει ο Νικηφόρος Βρεττάκος:
«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει. Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε Μεταξύ τους με μουσική».
Δημοσίευση σχολίου