Όπως ένας κοίλος καθρέφτης και το φώς συγκεντρώνεται σε μία εστία, τεράστια κόκκινη μάζα, ονομάζεται καρκίνος, κάποτε δεν ονομάζεται. Υπάρχει σε κάμποσα σπίτια, όπου οι άνθρωποι πεθαίνουν, υπάρχει κυρίως στα νοσοκομεία, όπου ταυτόχρονα γιατροί και νοσοκόμες δηλαδή που μαζί με τους γιατρούς κανονίζουν να πάνε εκδρομή. Μπορεί και μαζί με τους αρρώστους -δεν έχει σημασία. Η εκδρομή ματαιώνεται ή μάλλον γίνεται προς τα «μέσα». Όχι προς τα έξω, όπου δέντρα και νερά και καθαρός αέρας.
Στο μεταξύ ο Χειμωνάς, όχι να περιγράψει, αλλά να «συλλάβει» το θάνατο στην ακαριαία του έλευση, τη στιγμή -στο γκρίζο φώς- που αυτός πραγματοποιείται.
Έτσι η «Εκδρομή» καθόλου χαρά και ξεκούραση ανθρώπων, αντίθετα η προπαρασκευή για τη «σύλληψη» (γνώση και αποκάλυψη) του γεγονότος του θανάτου. Αλλά θάνατος με την έννοια του εν χρόνω σαφώς καθηλωμένου γεγονότος δεν υπάρχει. Ο θάνατος μόνο σαν διαδοχικές φάσεις, μια συνεχής μετάβαση από -> προς.
Στο τέλος ο Χειμωνάς χάνεται μέσα στο πλήθος, δεν έχει συντελεστεί η εκδρομή. Η αποτυχία στο βάθος συναρτάται με τη σύγχρονη γραφή, την υπάρχουσα γραμματική και σύνταξη που ο Χειμωνάς αγωνίζεται να ξεπεράσει. Δεν τελειώνει π.χ. τις προτάσεις του, υπονομεύει τη «μεταφορά» ταυτολογώντας, κόβει τις φράσεις όπως κόβουμε ένα δάχτυλο, ύστερα κλωτσάμε το δάχτυλο στο πάτωμα, κ.λ.π. Η αλήθεια είναι πως μάς λείπουν πολλές λέξεις. Κανείς δε φτιάχνει καινούργιες. Υπάρχουν κενά, εκεί μέσα ρίχνοντας όλοι άχυρα-έννοιες, σκουπίδια-εικόνες. Μιλάμε πολύ, γράφουμε πολύ, οι αγωγοί αποχετεύσεως κάτω από τη γλώσσα έχουνε βουλώσει. Έτσι στον Χειμωνά κάθε πρόταση είναι μια κατάσταση-επιθυμία που δεν εκπληρώνεται. Μια «εκδρομή».
Τάκης Σινόπουλος, Νυχτολόγιο [1978] (έκδ. Κέδρος, Αθήνα 1990, σσ. 59-61).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου