[...] κατά την περίοδο της φοινικικής εξάπλωσης, παρ' όλα τα δάνεια από άλλες λατρείες, η θρησκεία των Φοινίκων βασικά παρέμεινε στο πνεύμα της Χαναανική. Έτσι στις υπερπόντιες αποικίες τους, π.χ., στην Καρχηδόνα για την οποία θα μιλήσουμε αμέσως μετά, λατρεύονταν οι ίδιοι θεοί και τελούνταν οι ίδιες θρησκευτικές πρακτικές μ' εκείνες της Φοινίκης.
Η κυρίαρχη γυναικεία θεότητα σε ολόκληρη τη Φοινίκη είναι η Αστάρτη, η οποία στα Εβραϊκά λέγεται Ashtoreth, στη δε Δύση είναι γνωστή ως Τανίτ. Τα «υψηλά» που τόσο συχνά αναφέρονται στη Γραφή ως Χαναανιτικά ιερά διαφέρουν από τους ναούς και είναι υπαίθριοι ιεροί χώροι που επικεντρώνονται γύρω από βωμούς ή βαίτυλους, δηλ. μετεωρόλιθους, που τούς λάτρευαν ως Οίκους Θεού.
Εξάλλου η λέξη βαίτυλος είναι σημιτικά η λέξη ΒΕΤ, που θα πεί σπίτι (οίκος) και EL που θα πεί Θεός (στη Βίβλο ο Θεός εβραϊκά λέγεται (Γεν. 1.1) Ελοχίμ στον πληθυντικό).
Εκτός από τους ιερείς και τις ιέρειες στους ναούς υπηρετούσαν γραφείς, δούλοι, μουσικοί, ιεροί κουρείς για τις ιερουργικές κουρές. Στους δούλους [...] περιλαμβάνονταν και οι θρησκευτικές πόρνες και πόρνοι που ήταν γυναίκες και αγόρια, πρακτική που ήταν συνηθισμένη στα φοινικικά ιερά, τουλάχιστον στην Ανατολή, αλλά και στη Δύση (Καρχηδόνα, Έρυξ της Σικελίας).
*
Από τους συγγραφείς έχουμε τρείς μαρτυρίες για την Ιερά Πορνεία των γυναικών της Φοινίκης. Του Λουκιανού, που έζησε το δεύτερο μ.Χ. αιώνα (γύρω στα 120 μ.Χ.), του Μεγάλου Αθανασίου (γύρω στα 295-373 μ.Χ.) και του Αυγουστίνου (354-430 μ.Χ.).
Ο Λουκιανός [σημ.: Περί της Συρίης Θεού, 6] μάς πληροφορεί ότι στην εποχή του, στη γιορτή του Άδωνη στη Βύβλο, τελούνταν οι μυστικές ιερές τελετές (όργια). Το Θείον Δράμα που τελούνταν είχε ως σενάριο το θάνατο και την ανάσταση του Άδωνη, του εραστή της Αφροδίτης.
Οι μυστικές τελετές τελούνταν, όπως μάς λέει ο Λουκιανός, στο ναό της Αφροδίτης Βυβλίνης, οι δε Φοίνικες πίστευαν ότι ο βίαιος θάνατός του από το αγριογούρουνο συνέβη στη χώρα τους. Σε ανάμνηση αυτού του θείου πάθους τόν θρηνούν και κόπτονται (χτυπάν τα στήθια τους) και τόν πενθούν σε όλη τη χώρα.
Κι αφού τόν θρηνήσουν και τού κάνουν νεκρικές προσφορές σαν να είναι νεκρός, την άλλη μέρα λένε πως είναι ζωντανός και τον «πέμπουν στον αέρα», έχοντας ξυρίσει τα κεφάλια, όπως ακριβώς κάνουν οι Αιγύπτιοι στο θάνατο τού Άπι. Όσες όμως γυναίκες δεν θέλουν να ξυρίσουν το κεφάλι, τότε ως τιμωρία τούς επιβάλλεται να εκτεθούν προς εκπόρνευση μια μέρα. Κι αυτή τη συγκεκριμένη μέρα η αγορά είναι ανοιχτή μονάχα για τους ξένους, το δε μίσθωμα αποτελεί προσφορά προς την Αφροδίτη.
[σημ.: Λουκιανού, Περί της Συρίης Θεού, 6: «Είδον δε και εν Βύβλω μέγα ιερόν Αφροδίτης Βυβλίης, εν τω και τα όργια ες Άδωνιν επιτελέουσιν... και μνήμην του πάθεος τύπτονταί τε εκάστου έτεος και θρηνέουσι και τα όργια επιτελέουσι και σφίσι μεγάλα πένθεα ανά την χώρην ίσταται. Επεάν δε αποτύψωνταί τε και αποκλαύσωνται, πρώτα μεν καταγίζουσι τω Αδώνιδι όκως εόντι νέκυι, μετά δε τη ετέρη ημέρη ζώειν τέ μιν μυθολογέουσι και ες τον ηέρα πέμπουσι και τας κεφαλάς ξύρονται όκως Αιγύπτιοι αποθανόντος Άπιος. Γυναικών δε οκόσαι ουκ εθέλουσι ξύρεσθαι, τοιήνδε ζημίην εκτελέουσιν· εν μιή ημέρη επί πρήσει της ώρης ίστανται· η δε αγορή μούνοισι ξείνοισι παρακέαται, και ο μισθός ες την Αφροδίτην θυσίη γίγνεται»].
Η Αφροδίτη που αναφέρει ο Λουκιανός δεν είναι άλλη από την Αστάρτη. Σε άλλο σημείο την ονομάζει Ήρα, η οποία όμως έχει και κάτι από τη Αθηνά, την Αφροδίτη, τη Σελήνη, τη Ρέα (τη Μεγάλη Θεά), τη Νέμεση και τις Μοίρες.
Τρία είναι τα σημεία που αξίζει να παρατηρήσουμε:
1) Υπάρχει μια ιερουργική κουρά η οποία αποτελεί ένα σταθερό στοιχείο των μυητικών τελετών και συμβολίζει το θάνατο του μύστη γιατί τα μαλλιά αφ' ενός είναι στοιχείο της προσωπικότητας του μύστη και αφ' ετέρου ξαναγεννιούνται, έχουν δηλαδή αναγεννητική δύναμη. Ο Μύστης, κατά τη μετάβαση από τη μια κοινωνική κατάσταση στην άλλη, το υποδηλώνει με έναν πλασματικό θάνατο και με μια πλασματική αναγέννηση, πεθαίνει δηλαδή η έφηβη για να γεννηθεί η ώριμη γυναίκα με τα γαμικά και κοινωνικά δικαιώματα που συνεπάγεται αυτό. Κι αυτός ο θάνατος υποδηλώνεται συχνά είτε με την αλλαγή ονόματος, είτε με την αλλαγή ενδύματος, είτε με το κόψιμο ενός τμήματος του σώματος, όπως, π.χ., τα μαλλιά ή η γενειάδα, η περιτομή, η ρήξη του παρθενικού υμένα, είτε τεχνητά με κατασκευασμένο φαλλό, είτε με ιερουργική συνεύρεση κλπ.
2) Αυτή η υποχρεωτική εκπόρνευση γίνεται μονάχα με ξένους, με άγνωστους δηλαδή, που μπορεί να είναι ο θεός, γιατί ως γνωστόν κατά την αρχαϊκή αντίληψη οι θεοί πλανώνται στη γή με τη μορφή ξένου ή ζητιάνου, δηλαδή ενός αγνώστου. Αντίθετα οι γνωστοί είναι δεδομένο ότι δεν είναι θεοί. Γι' αυτό και στη Βαβυλώνα πηγαίνουν στο ναό με ξένους, σε χώρο ιερό. Έτσι και στη Βύβλο εκείνη την καθορισμένη μέρα η αγορά είναι ανοιχτή μονάχα για τους ξένους ώστε η συνεύρεση να έχει θρησκευτικό ιερουργικό χαρακτήρα, μ' άλλα λόγια να διασφαλίζεται η «παρουσία» του θεού μέσω του ξένου.
[σημ.: Ομήρου, Οδύσσεια, 17.485: «καί τε θεοί ξείνοισιν εοικότες αλλοδαποίσιν / παντοίοι τελέθοντες, επιστρωφώσι πόληας / ανθρώπων ύβριν τε και ευνομίην εφορώντες»].
Και 3) Τα χρήματα αυτά της τελετουργικής πορνείας ανήκουν στη θεά, χάριν της οποίας γίνεται η όλη τελετή. Ο Λουκιανός δεν μάς πληροφορεί αν αυτό γίνεται σε ναό, απλώς αναφέρει την αγορά, όμως το γεγονός ότι γίνεται κατά τη γιορτή της Αφροδίτης και για χάρη της (γι' αυτό και τα χρήματα κατατίθενται στο ναό), δεν αφήνει αμφιβολία ότι πρόκειται για περίπτωση Ιεράς Πορνείας.
Ο Λουκιανός μάς πληροφορεί ότι πήγε από τη Βύβλο στο Λίβανο, μια μέρα δρόμο, όταν έμαθε ότι εκεί υπήρχε ένα αρχαίο ιερό της Αφροδίτης που ίδρυσε ο Κινύρας («αρχαίον ιερόν Αφροδίτης έμμεναι, το Κινύρης είσατο»). Το είδε και διαπίστωσε ότι όντως ήταν αρχαίο («και είδον το ιρόν και αρχαίον ήν»).
Μετά διηγείται την ιστορία της Στρατονίκης και του Κομβάβου για να εξηγήσει γιατί υπήρχαν γυναικοντυμένοι ευνούχοι ιερείς, οι Γάλλοι, στο ναό της Ιεραπόλεως που βρισκόταν σ' ένα λόφο καταμεσής της πόλης και κλεινόταν με τείχος. Ένα τμήμα του τείχους ήταν αρχαίο, λέει ο Λουκιανός, ενώ το άλλο ήταν σχεδόν σύγχρονο με αυτόν. Τα προπύλαια βρίσκονταν στο βορινό μέρος κι είχαν πλάτος εκατό οργιές.
Εκεί ήταν στημένοι φαλλοί που, σύμφωνα με την παράδοση, τούς έστησε ο ίδιος ο Διόνυσος κι είχαν ύψος τρακόσιες οργιές. Σ' αυτούς τους φαλλούς κάθε άντρας ανεβαίνει δυό φορές το χρόνο και κάθεται εκεί εφτά μέρες.
Η αιτία αυτής της ιδιότυπης «φαλλοβασίας», της ανάβασης στο φαλλό, είναι ότι από τα υψηλά μιλάει με τους θεούς και ζητάει να τύχουν καλά στη Συρία, ενώ άλλοι ισχυρίζονται ότι οι θεοί ακούνε τις ευχές όταν εκπέμπονται αυτές από ψηλά.
Τέλος, άλλοι, εξηγώντας το έθιμο, λένε ότι η ανάβαση αυτή γίνεται εις ανάμνησιν του Δευκαλίωνα και του κατακλυσμού. Τις εξηγήσεις αυτές απορρίπτει ο Λουκιανός που νομίζει ότι εκείνοι που αναγείρουν τους φαλλούς για τον Διόνυσο, κατασκευάζουν ξύλινους άνδρες (ξύλινα ανθρωπάκια) τους οποίους καθίζουν πάνω στους φαλλούς, τον δε λόγο αρνείται να τον πεί, ειρωνευόμενος έτσι τους ιερούς λόγους που θα έπρεπε να είναι απόρρητοι. Προφανώς αναφέρεται στη μυθική ιστορία του Διόνυσου και του Πρόσυμνου [...].
Η πληροφορία του Λουκιανού ότι κάθε χρόνο Γάλλοι ευνουχίζονταν στο ναό της Ιεραπόλεως και από κεί και πέρα γυναικόφερναν μάς αφήνει να υποθέσουμε ότι, εκτός από τα Άφακα, και στην Ιεράπολη ενδεχομένως να ασκούνταν Ιερά Πορνεία από τους γυναικοντυμένους ιερείς που ασκούσαν, κατά τον Λουκιανό, και τα γυναικεία σεξουαλικά έργα.
[σημ.: Λουκιανού, Περί της Συρίης Θεού, 27: «και πολλοί εκάστου έτεος εν
τω ιρώ τάμνονται
και
θηλύνονται,
είτε Κομβάβου παραμυθεόμενοι είτε και
Ήρη χαρίζονται· τάμνονται δ΄ ών. Εσθήτα
δε οίδε ουκέτι ανδρηίην έχουσιν, αλλά είματά τέ γυναικήια φορέουσιν και έργα γυναικών επιτελέουσιν»].