Γύρω στα 305 -οκτώ χρόνια πριν το Διάταγμα των Μεδιολάνων- ο βασιλιάς της Αρμενίας, Τιριδάτης, ασπάστηκε τον χριστιανισμό. Τριάντα δύο χρόνια αργότερα (337), ο βασιλιάς της Ιβηρίας (Γεωργίας), Μίριαν (ή μάλλον Μπακούρ ο Μέγας), υιοθέτησε με τη σειρά του τη νέα θρησκεία. Για μια χιλιετία, Αρμένιοι και Γεωργιανοί θα αποτελούν το προωθημένο φυλάκιο του χριστιανισμού στην Ασία και θα βρεθούν εκτεθειμένοι στο μίσος όλων των ασιατικών ηγεμονιών, αρχικά των Περσών (μέχρι το 642), στη συνέχεια των Αράβων (642-885), και, τέλος, των Τούρκων και των Μογγόλων (από το 1042 και μετά).
*
Η Αρμενία ήταν η πρώτη που απέκτησε πολιτιστική αυτονομία. Η Εκκλησία της, που ιδρύθηκε στα τέλη του 3ου αιώνα από τον Γρηγόριο τον Φωτιστή, ήταν ανεξάρτητη, με τον Καθολικό της (πρωθιερέα), την ιεραρχία της, τις ιδιαίτερες τελετές της, τη λειτουργική γλώσσα της, η οποία, μετά τη μεταρρύθμιση του Αγίου Μεσρόπ, στις αρχές του 5ου αιώνα, δεν ήταν άλλη από την εθνική γλώσσα.
Όπως και στην Αίγυπτο και τη Συρία, η χριστολογική διαμάχη επέτρεψε στην αρμενική Εκκλησία να επιβεβαιώσει την ελεύθερη προσωπικότητά της απέναντι τόσο στην ελληνική ορθοδοξία όσο και στον περσικό νεστοριανισμό. 'Ετσι, το 506, η Εθνική Σύνοδος, που πραγματοποιήθηκε στο Ντβιν, χωρίς να αυτοχαρακτηρισθεί μονοφυσιτική, καταδίκασε την ορθοδοξία, έτσι όπως ορίστηκε στη Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451), καθώς και τη νεστοριανή αίρεση, πανίσχυρη στην Περσία.
Πολλές προσπάθειες συμφιλίωσης έλαβαν χώρα ανάμεσα στην ορθόδοξη και την αρμενική Εκκλησία:
το 572, όταν ολόκληρη σχεδόν η Αρμενία ξεσηκώθηκε κατά των Σασσανιδών·
το 633, κατά τη νικηφόρα εκστρατεία του Ηρακλείου εναντίον των Περσών·
αλλά το 692, η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος άσκησε τόσο έντονη κριτική στα αρμενικά ήθη ώστε μία νέα ρήξη, αυτή τη φορά αμετάκλητη, επήλθε ανάμεσα στς δύο Εκκλησίες.
Αντιθέτως, η Γεωργία παρέμεινε πιστή στην ελληνική ορθοδοξία.
Κώστας Παπαϊωάννου, Η κληρονομιά του Αλεξάνδρου (μτφρ. Χριστίνα Σταματοπούλου, έκδ. Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 2013, σσ. 98-99).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου