Παλεύει ο νούς
τρικλοποδιά να βάλει·
καρδιά μου, κράτα
Κοιτώ το βράχο:
ίδιος με κόκκο άμμου·
το όλον ένα
*
Θολός χείμαρρος
μνήμες στα βράχια λένε:
ψυχή μου, μην κλαις
Το ρόδο ανθεί·
δεν γνωρίζω το λόγο
που ζωγραφίζει
*
Γλάροι φιλιούνται·
στη βάρκα ολόγυμνη
αγόρι κοιτάς
Πήρες ανάσα:
έστυψες το σύννεφο,
νερό δεν ήπιες
*
Κόκκινα χείλη:
καρπούζι και σταφύλι,
τί να δοκιμάσω;
*
Δύο οι όχθες
σαν χέρια σμίγουν βαθιά:
ποτάμι κρατούν
Στα μάτια κοιτώ·
την ψυχή σου γυρεύω
αλλού κατοικεί
*
Καρφώνω βαθιά
στο κορμί σου τη γλύκα·
θάνατο διώχνω
Να πλησιάσει
ο ένας τον άλλον· πώς·
φόβος, καρδιά μου
Στήθος ο τρούλος·
ξωκλήσι ερημικό:
σταυρός και ρώγα
*
Η ζωή φεύγει,
μεγαλώνουν οι σκιές
των κυπαρισσιών
*
Το χώμα πατώ
τους προγόνους θυμάμαι·
τα πόδια γυμνά
*
Μέσω του φωτός
η σκιά της αλήθειας:
άγρυπνη φύση
Γιάννης Δ. Στεφανάκις, βάθος ουρανού (έκδ. ΑΩ, Καλύβια Αττικής 2020, σσ. 12, 22, 46, 56, 58, 66, 67, 72, 76).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου