«Και αυτά τα υλικά όπου μεταχειρίζεται ο αγιογράφος, είναι ευλογημένα, ταπεινά, εύοσμα, λεπτά.
Ούτω, διά να κάμη κάρβουνα με τα οποία να σχεδιάζη, μεταχειρίζεται ξύλον άσηπτον ξηράς λεπτοκαρυάς ή μυρσίνης∙ διά να κάμη σανίδα, επάνω εις την οποίαν θα ζωγραφίση την εικόνα, μεταχειρίζεται την κυπάρισσον, την καρυδέαν, την καστανέαν, την πεύκην ή άλλο δένδρο ευωδιάζον.
Τα χρώματα είναι τα περισσότερα χώματα της γης οπού μοσχοβολούν όταν βραχούν από το νερόν, ιδίως εις την ζωγραφικήν του τοίχου, και ευωδιάζουν όπως τα βουνά κατά τα πρωτοβρόχια ή ωσάν ένα καινούριον κανάτι με δροσερόν νερόν. Εις το αυγόν βάζει ο τεχνίτης ολίγον όξος, διά να το διατηρήση. Τα δε βερνίκια μοσχοβολούν ωσάν το θυμίαμα, και ο ασπαζόμενος την εικόνα αισθάνεται οσμήν ευωδίας πνευματικής.
Τα υλικά της εικόνος είναι τα χρώματα οπού τα περισσότερα είναι χώματα, το αυγόν με το όξος, το νερόν, ο κηρός, το ρετσίνι των πεύκων, η εύοσμος σαντράκα, το μαστίχι, το μέλι, το κομμίδι της μυγδαλιάς.
Με ένα σύντομον λόγον, η αγιασμένη τούτη τέχνη δεν μεταχειρίζεται χονδροειδή και πηκτά υλικά, όπως η κοσμική ζωγραφική οπού μεταχειρίζεται λινέλαια κάκοσμα και χρώματα πηκτά και βούρτσες χονδρότριχες».
κυρ Φώτης Κόντογλου
(πρβλ. ομόλογη σκέψη του μαθητή του,
Γιάννη Τσαρούχη, εδωδά απιθωμένη)