Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2024

να υψώνω το φώς στη θηριοστή του


(οι άντρες που στα σπλάχνα μου ξεσάλωσαν)*

Ενέδρα καθ' ομοίωσίν μας

Ι.

Σύρριζα η πνοή μου στο τίποτα
τι μαθηματικά που έμαθα
να υψώνω το φώς στη θηριοστή του
κι ύστερα
               μια
                   και δυό με τον μπαλτά
γιατί έχω κι εγώ τη Σαλώμη μου
και πώς να κρατηθώ λευκός
στο μέσα μου τετράδιο

Έμαθα τον όλεθρο
σε όλες του τις στάσεις
γονυκλινής στα μάτια σου
πρηνής στα νυχτικά σου

τι γολγοθάς στα μέτρα μου
τρεις πρόκες για το ποίημα
και τρεις για την καρδιά μου

ΙΙ.

Άμα μού φέρεις ξίδι και χολή
(και πάψεις να χαζογελάς)
θα σύρω στο Σταυρό τον ίσκιο μου
γιατί -είμαι πλέον βέβαιος-
είναι ο αντίρροπος που καίει
δεμάτι δεμάτι την τύχη μου

τα ντορεμί των φιλιών σου

Άλλα εσύ «Τί ντορεμί;» σκέφτεσαι.
«Εγώ φιλάω με τη γλώσσα
και τα μάτια μου γυρίζουν ανάποδα
το ταξίδι
να φτάσουμε στον τελικό τής άνθησης

Αλλά κι ένας οργασμός
μού κάνει εξίσου»

*

Κάτι με ρίγος πάντως

ένα οποιοδήποτε τέλος
    αλλά μέσα στο σώμα σου

Τι ανεπίδεκτος που είμαι

πάλι πήρα την Άνοιξη
στο κακό μονοπάτι
                               κι έσκουζε

                               αα αα αχα

                               Εφτάψυχο το κάλεσμα
                               και με βαθιά καρτέρια

                               Υπάρχει ένα κόκκινο
                               που πάντα θα φοβάμαι

                              Να ξεμυαλίζω την κραυγή
                              προτού με ξεμυαλίσει

                              αχα αα αχα

                              Πώς τρίζει εντός μου τ' όνειρο
                              κι όλα του τα κουκούτσια

                              Θεός
                                    Πνιγμός
                                                 και Ποίημα

                             με διαφορά ανάσας

                             αχα αχα ααα
                             αχαα αχααα αχααααα

Θέ μου πώς τελείωσε

τώρα θα μάς πνίξει στα χελιδόνια

*

Ασκήσεις αναπνοής

Γύρισα ανάποδα την ψυχή μου
κι είδα πώς μεγαλώνουν οι πέτρες

(με λίγο φώς)
σκληραίνει η τύχη και γίνεται

ν' ανεβαίνουν ψηλά τα πουλιά
κι έπειτα
τα ξεκουρδίζει ο ήλιος

[...]

*

Πληθαίνουν τα φαρμάκια

ΙΙ.

Κι άμα πηδάω κάθε νύχτα
από την κορυφή τής λύπης μου

δεν είναι από συνήθεια
είναι γιατί
η αλήθεια, κύριοι,
προϋποθέτει ύψος

*

Το αγοράκι με τα σπίρτα

Τώρα περνάω
βελόνες στη μουσική

μέχρι το βράδυ θά 'μαι
ο καπνός του τσιγάρου μου

Ανάβω ένα σπίρτο
                       βλέπω την ομορφιά συθέμελα
Ανάβω δεύτερο
                       βλέπω τους πάνθηρες τριγύρω

Καλά τη λένε ζούγκλα την Αθήνα


Όπου υπάρχει φώς
μυρίζω το γκρεμό του**

                                                    Άμα πεινάει το θαύμα
                                                  λάμπουνε και τα ψέματα
***

Δεν έχει μπέσα το θαύμα.
Είναι λευκό
                 και φέρεται σαν κόκκινο
****

                                                     Γυμνά τα πράγματα
                                                                                  συμβαίνουν γρηγορότερα
                                                    Με το που κάνεις την αρχή
                                                                                  σ' οσμίζεται το τέλος*****

Γιάννης Στίγκας, Η όραση θ' αρχίσει ξανά (έκδ. Κέδρος, Αθήνα 2006, σσ. 31-32, 33-34, 36, 53, 17). - Το αρχικό motto στίχος του από το ποίημα «Η Μήδεια και κάτι άλλες» (ό.π., σ. 27). Κι η πολλαπλή κατακλείδα στίχων εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 41: ενδιάμεσο της συλλογής motto, 45: από το ποίημα «Ποτέ μη βάζεις την άνοιξη σε παρένθεση», 9: motto όλης της συλλογής, 11: από το ποίημα «Αυτό κουρδίζει μόνο του»).

Δεν υπάρχουν σχόλια: