Μπορεί όμως η τέχνη με οποιοδήποτε τρόπο να αποτελέσει απόδοση της αλήθειας; Η απάντηση στο ερώτημα δίνεται εάν ορίσουμε ποια αλήθεια είναι το ζητούμενο. Τα αυτοβιογραφικά έργα […], είτε μέσω της καταγραφής, ερμηνείας και παρουσίασης συγκεκριμένων αναμνήσεων είτε μέσω μιας αισθητηριακής προσέγγισης που παραπέμπει στην αντίληψη του Προυστ για τη μνήμη ως διεκδίκηση της στιγμής [βλ. το περίφημο επεισόδιο από το Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο, με τις αναμνήσεις που εγείρει η γεύση μιας μαντλέν βουτηγμένης σ’ ένα φλυτζάνι τσάι], αποδίδουν την αλήθεια, η οποία όμως στην τέχνη δεν είναι αντανάκλαση μιας προϋπάρχουσας αλήθειας αλλά πραγματοποίηση μιας αλήθειας. Και αυτό επειδή ο καλλιτέχνης αναλαμβάνει να εκφράσει τον κόσμο του χωρίς να υποτάσσεται στους περιορισμούς της μνήμης. Η δική του έκφραση είναι, ή μάλλον οφείλει να είναι, όπως λέει ο Μερλώ-Ποντύ, ποίηση, «που θα πεί να αφυπνίζει και να επανεγκαλεί ολόκληρη την καθαρή μας εκφραστική δύναμη πέραν όσων έχουν ήδη ειπωθεί ή ιδωθεί».
Άννα Μυκονιάτη, “Ταλαντώσεις της Μνήμης στην Τέχνη. Δύο παραδείγματα από τη συλλογή του ΕΜΣΤ”, στο ENTER ΕΜΣΤ - Συλλογή & Ιστορία. Ένας σύντομος οδηγός (έκδ. ΕΜΣΤ, Αθήνα 2020, σσ. 35-36).
*
Μιχάλης Κατζουράκης. Κατά τη δεκαετία του 1970 ο Μ.Κ. κινείται στο πνεύμα του μινιμαλισμού και επικεντρώνει την έρευνά του στη διαμόρφωση ενός προσωπικού λεξιλογίου, με έμφαση στα γεωμετρικά σχήματα και στο χρώμα, το οποίο μάλιστα σε περιπτώσεις όπως ο Λευκός πίνακας δίνει και τον τίτλο του έργου. Μέσω μιας αναλυτικής, κατασκευαστικής διαδικασίας δημιουργεί νέες μορφές, οι οποίες διατηρούν την αυτονομία τους από την εξωτερική πραγματικότητα, αν και πολλές φορές ο καλλιτέχνης αντλεί ερεθίσματα από ποικίλα στοιχεία του δομημένου περιβάλλοντος (τοίχους, χαλάσματα). Ο ρυθμός που προκύπτει από τις ήπιες τονικές αποχρώσεις και τη μεθοδική οργάνωση της ζωγραφικής επιφάνειας, με τις παράλληλες ευθείες που τέμνονται από διαγώνιες και καθέτους, αποτελεί βασικό ζητούμενο του ζωγράφου. Εκτός από την αυστηρή οργάνωση, την περίοδο αυτή ο Κατζουράκης εισάγει την έννοια της επαναληπτικότητας και του πολλαπλού (multiple), σε προφανή διάλογο με τις μινιμαλιστικές σειριακές πρακτικές και τη «ζωγραφική των συστημάτων» (systemic painting) που παρουσίασε ο κριτικός τέχνης Lawrence Alloway στην έκθεση του μουσείου Γκουγκενχάιμ το 1966 στη Νέα Υόρκη. - Ανίνα Βαλκανά
Πάνος Κοκκινιάς. Μέσα από τις φωτογραφίες του, ο Πάνος Κοκκινιάς εξετάζει τη διαταραγμένη σχέση του σύγχρονου ανθρώπου με το κοινωνικό σύνολο και το φυσικό και αστικό περιβάλλον. Μελετά και σκηνοθετεί τις φωτογραφίες του με σκοπό να αποδώσει ψυχολογικά σύνθετες καταστάσεις, μέσα από πολλές στιγμιαίες λεπτομέρειες που συνυπάρχουν στο ίδιο κάδρο. Η φωτογραφία Νίσυρος είναι αποτέλεσμα μιας πολυήμερης διαδικασίας φωτογραφικών λήψεων από τον κρατήρα «Στέφανος» του ηφαιστείου του νησιού. Η τελική φωτογραφία, προϊόν σύνθεσης εκατοντάδων φωτογραφιών, διατηρεί την καθαρότητα τής εκ του φυσικού παρατήρησης και παραπέμπει, λόγω του μεγέθους και της δομής της, σε πίνακα ιστορικής ζωγραφικής. Φωτογραφίζοντας πλήθη τουριστών να αυτοφωτογραφίζονται και να φωτογραφίζουν μέσα στο σκληρό τοπίο του κρατήρα, ο καλλιτέχνης δημιουργεί πολλαπλά στρώματα αντιθέσεων χώρου, χρόνου και ύλης: ο γεωλογικός χρόνος του σκληρού τοπίου απέναντι στην εφήμερη ελαφρότητα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Παράλληλα, μέσα από αυτό τον φωτογραφικό «Κήπο των επίγειων απολαύσεων», ο Πάνος Κοκκινιάς κάνει ένα σχόλιο για το ίδιο το φωτογραφικό μέσο και την εξάπλωσή του. – Σταμάτης Σχιζάκης
ENTER ΕΜΣΤ - Συλλογή & Ιστορία. Ένας σύντομος οδηγός (έκδ. ΕΜΣΤ, Αθήνα 2020, σσ. 120-121, 128-129).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου