Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2023

ποικιλίες ξύλων


Από τα πιο συνηθισμένα ξύλα για την κατασκευή των ξυλόγλυπτων τέμπλων ήταν η καρυδιά [...] και το κυπαρίσσι, ιδίως στα Δωδεκάνησα, καθώς και το λεγόμενο Cara agazzi (μαύρο δένδρο), δηλαδή ένα είδος ξύλου που αφθονούσε στην Ανατολή, περίπου όμοιο με το ιταλικό Olmo.

Για να σκαλιστεί το ξύλο έπρεπε προηγουμένως να περάσει από κάποια διαδικασία. Κοβόταν κατά την περίοδο του χειμώνα και τοποθετιόταν για αρκετό καιρό μέσα στο νερό. Στη συνέχεια το στέγνωναν πρώτα σε σκιά και ύστερα στον ήλιο.

[σημ.3: Η μεταφορά ξυλείας από τις περιοχές της Μ Ασίας στα ελληνικά νησιά ήταν η κύρια εμπορική ασχολία μέχρι τα μέσα του 19ου [αιώνα] για τους Κασιώτες, Ροδίτες, και Καστελλοριζιούς. Στα ΓΑΚ βρήκαμε έγγραφα που αναφέρονται σε πειρατίες Σπετσιωτών και Μανιατών σε βάρος Δωδεκανησίων...]

Όταν πια ήταν έτοιμο για σκάλισμα, άρχιζε η επεξεργασία.

Οι τεχνίτες, ειδικά εκείνων των ελληνικών περιοχών που βρίσκονταν σε στενή επαφή με την Δύση (Κρήτη, Εφτάνησα, Ήπειρος) ενημερώνονταν συνεχώς πάνω στις εξελίξεις της τέχνης τους, είτε αντιγράφοντας σχέδια από χαλκογραφίες Ευρωπαίων είτε στηριζόμενοι σε σχέδια που έφθαναν κατευθείαν από την Βενετία είτε από έργα μεταλλοτεχνίας, λιθογλυπτικής και ξυλογλυπτικής που υπήρχαν στις περιοχές τους.

Η ανάθεση της κατασκευής τέμπλου για την εκκλησία ενός χωριού είχε χαρακτήρα πανηγυρικό. Αν η κοινότητα δεν μπορούσε να καταβάλλει όλα τα χρήματα μετά το τέλος της εργασίας του τεχνίτη, τότε ή πωλούσε κοινοτικά και εκκλησιαστικά κτήματα ή έδινε στον τεχνίτη χωράφια ανάλογης αξίας, αν ήταν από την ίδια περιοχή.

Η εκτέλεση του έργου από τους ξυλογλύπτες γινόταν γυσικά με κατάλληλα εργαλεία.
Όταν τα κομμάτια με τα ποικίλα διακοσμητικά θέματα ήταν έτοιμα με βάση κάποιο σχέδιο, τότε σύμφωνα με παλιά παραδοσιακή τεχνική τα βουτούσαν σε βαρέλια με βραστό θαλασσινό νερό στο οποίο είχαν προσθέσει φλούδες πεύκου και κρεμμυδόφυλλα, που όλα μαζί λουστράριζαν τα ξυλόγλυπτα κομμάτια με πορφυρό χρωματισμό, ενώ συνάμα σκότωναν τους μύκητες που καταστρέφουν το ξύλο.

Μετά από χρόνια ή και αμέσως μετά το στήσιμό του στο ναό (εξαρτιόταν πάντα από τις οικονομικές δυνατότητες του εκκλησιαστικού ταμείου) το τέμπλο βαφόταν από ζωγράφους με πείρα σε τέτοιου είδους εργασίες -συνήθως ήταν οι αγιογράφοι φορητών εικόνων- και όταν υπήρχαν χρήματα για κάτι καλύτερο, τότε επιχρυσωνόταν, αφού προηγουμένως το περνούσαν με λεπτό στρώμα γύψου πάνω στο οποίο άπλωναν το φύλλο του χρυσού με νύχι αετού.

*

Καρυδιά: Θεωρείται από τα καλύτερα ξύλα της Ευρώπης. Μεγαλώνει πιο αργά όταν έχει φυτευτεί σε ξερό τόπο. Οι ξυλογλύπτες συνήθως δουλεύουν το έργο τους όταν ακόμα είναι χλωρό το ξύλο και το τελειώνουν ύστερα από 3-4 μήνες. Με τον καιρό δίνει χρυσές ανταύγειες. Για βαθύτερο χρωματισμό οι παλιοί τεχνίτες έχωναν το ξύλο στα κόπρανα των σταύλων και για ν' αποφύγουν το σαράκι αφαιρούσαν τον εξωτερικό φλοιό.

Αχλαδιά και Μηλιά: Αποφεύγεται από τους ξυλογλύπτες επειδή υπόκειται σε πολλά σκασίματα, όπως άλλωστε όλα τα ξύλα των καρποφόρων (ελιά, μυγδαλιά, κερασιά).

Βελανιδιά: Χρησιμοποιείται πολύ στην επιπλοποιΐα, γιατί είναι ανθεκτική, με μεγάλους πόρους, κανονικές ραβδώσεις και ανοιχτόξανθους χρωματικούς τόνους.

Φλαμούρι: Η δομή του είναι τέλεια και σταθερή, με κόκκους συμπαγείς και αποχρώσεις κιτρινόασπρες ή και κοκκινωπές. Χρησιμοποιείται πάρα πολύ γιατί δουλεύεται προς όλες τις κατευθύνσεις, καθαρίζεται αρκετά καλά και είναι ελαφρύ αλλά υπόκειται εύκολα σε φθορά από σαράκι.

Καστανιά: Είναι εύθραυστη για τούτο χρησιμοποιόταν στις οικοδομές παρά στην ξυλογλυπτική. Στη Σαρδηνία το χρησιμοποιούν σχεδόν χλωρό για να κατασκευάσουν μικροαντικείμενα.

Κέδρος: Θαυμάσιο ξύλο αλλά ακριβό. Χρησιμοποιείται ευρύτατα. Στα Δωδεκάνησα ονομάζεται «φίδα».

Κυπαρίσσι: Χρησιμοποιήθηκε κυρίως για κατασκευή σεντουκιών αλλά και για τέμπλα.

Χαρ. Κουτελάκης, Ξυλόγλυπτα τέμπλα της Δωδεκανήσου μέχρι το 1700 (διδ. διατριβή, έκδ. Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα 1986, σσ. 174-176).

Δεν υπάρχουν σχόλια: