Ερωτοτροπούσα από καιρό με την istoσελίδα του Thas κι είπα να τον πάρω να φύγουμε.
Καλογραμμένο το Ιμερο-λόγιον για αρχαρίους, στο οποίο και θα αναφερθώ. Λαμβάνοντας φυσικά υπ' όψιν και τις επιταγές της Damselίτσας.
Παραθέτω δυό αράδες, παρμένες από τον επιφυλλιδογράφο Χρήστο Γιανναρά. Τις επιλέγω γιατί κάπως εξωραΐζουν τη θέση μου... Ή, τέλος πάντων, μιλάνε αυτές αντί για τις λέξεις μου. Εύχομαι ο αγαπητός -για τη γραφή του- Thas να την προλάβει πριν τις διακοπές του. Θέλω να ξέρει ότι επιτέλους αφιέρωσα λίγον χρόνο και στη σελίδα του, που είναι πολύ γλυκειά.
Ιδού:
«...το μόνο δοκιμαστήριο αντοχής τής προσωπικής τού καθενός ποιότητας, είναι (απλά και ρεαλιστικά) ο θάνατος. Λίγες στιγμές ή λίγες ώρες μετά τον θάνατο, το λείψανο τού ανθρώπου αποδείχνει άχρηστες όλες τις «πεποιθήσεις», όλα τα ιδεολογήματα, τους φανατισμούς, τις πλεκτάνες τής ανασφάλειας. Το μόνο που κληροδοτεί το λείψανο είναι η ποιότητα που αφήνει πίσω του, όση αγάπη κατόρθωσε να αποτυπώσει στη ζωή των «περιλειπομένων». Είναι μέτρο πολιτικής ευφυϊας η μνήμη θανάτου. Για τη «μαγιά» που συνειδητοποιεί προτεραιότητες».(Ολόκληρη η επιφυλλίδα του Χρ. Γιανν. στην Κυριακάτικη Καθημερινή της 26/06/05, εδώ).
«όση αγάπη κατόρθωσε να αποτυπώσει στη ζωή των «περιλειπομένων»», λοιπόν. Κάπως σα να συμφωνεί και με το δικό σου, αγαπητέ μου, Thas:
«καλόν είναι αναχωρώντας από τον μάταιο τούτο κόσμο», λές, «να έχουμε αφήσει ένα ελάχιστο ίχνος γιορτής πίσω μας (των αισθήσεων, του πνεύματος, ό,τι μπορεί ο καθένας) κι όχι ένα μισαλλόδοξο, κλειστοφοβικό εγώ, συρρικνωμένο από το θυμό και την άγονη αντιπαράθεση με ό,τι μάς ξεπερνάει».
Σαφώς και ο έρωτας των εδώ λειτουργείται μ' όλην μας την λαγνεία. Πώς αλλιώς;
Αφού αυτή είναι η ειλικρίνεια της σάρκας που ζητά (αφ' εαυτής) και κατακλύζεται από ερωτήματα.
Αυτός άλλωστε ο έρως, ο ειλικρινής μές στην σαρκική μοχθηρία της λαγνείας του, είναι και ο πρώτος μάλλον βακχικός -ή, πλατωνικός, δεν ξέρω- αναβαθμός, όπως περιγράφεται στο απόσταγμα της ερήμου: «Είδα ψυχές που έρρεπαν με μανία στους σαρκικούς έρωτες». (-Είναι το χωρίο που δεν χρησιμοποίησες, αγαπητέ, Χοιροβοσκέ-). «Αυτές λοιπόν αφού έλαβαν αφορμή μετανοίας από την γεύσι αυτή, μετέστρεψαν αυτόν τον έρωτα σε έρωτα προς τον Κύριο. Ετσι ξεπέρασαν αμέσως κάθε αίσθημα φόβου και κεντρίστηκαν στην άπληστη αγάπη του Θεού». (-«άπληστη», γράφει-). «Γι αυτό και ο Κύριος στην αγνή εκείνη πόρνη δεν είπε ότι φοβήθηκε, αλλά «ότι αγάπησε πολύ» και κατώρθωσε εύκολα να αποκρούση τον ένα έρωτα με τον άλλον».
Το ζητούμενον «πώς», λοιπόν, είναι η αγάπη. Τρίχες θα μού πείς. 'Ισως συμφωνήσω. Αλλ' οι πουτάνες;
Πιο κάτω λές:
«Η libido και η διαχείρισή της χρησιμοποιούνται συνήθως για την περιγραφή των παθών του πάσχοντος υποκειμένου, το οποίο μετά τη διάψευσή του από τα ανθρώπινα, στρέφει τη ματαιωμένη ερωτική ενέργεια (μεταστοιχειωμένη) προς τον Κύριο, τον μόνο αψευδή έρωτα της ζωής».
Διαχειρίζομαι ως εξής την παράγραφό σου:
Η «διάψευση» του «πάσχοντος υποκειμένου», είναι μία αρνητική εξέλιξη; Νομίζω πως η κίνηση προς τον Θεό θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να είναι μιά θετική κατεύθυνση.
Συνεχίζω το ξεδίπλωμα στην ίδια κατεύθυνση. Ποιός το περίμενε; Την πλέον σωτηριολογική ανάλυση του θολολογικού δόγματος της μελλούσης Κρίσεως συνάντησα, ανύποπτος και όλως τυχαίως, αφού την πρώτη του έκδοση δεν εγνώρισα τότε, στις σελίδες 143-146, επάνω ακριβώς, στον «Παλιό Καταρράκτη», του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου. Συμπαθάτε με, μα δεν το περίμενα. Είναι η ιστορία του γιατρού με τα γκρίζα μαλλιά, που θύμιζε αμυδρά τύπο του Χένρι Τζέιμς, κλπ. Οποιος την θυμηθεί θα καταλάβει. Και θα δεί πώς δένει με τα προηγούμενα που σημειώσαμε εδώ. Π.χ. με την μνήμη θανάτου και την διαρκή ευχή της αgάπης, που -μην κρυβόμαστε- μοιάζει λίγο μ' αγκάθι.
*
'Ολα αυτά συνιστούν μεν σκαρίφημα μιάς κάποιας θέσεως, πρώτευσε όμως η επικοινωνία μαζί σου, Thas. Αλλωστε, όπως έλεγε και ο Τσαρούχης: - εγώ, δεν είμαι θεολόγος. Σε χαιρετώ, με την χαρά της γραφής και την φράση σου: «Το ζήτημα δεν είναι ακριβώς τα gay δικαιώματα όσο η εξασφάλιση των προϋποθέσεων της ελεύθερης αναπνοής».
Κάπως έτσι θα λειτουργεί φαντάζομαι και η προσευχή, ως διαρκής ευχή κι ανάσα, ελεύθερη από κάθε περιορισμό.
Ο ίδιος εγώ, αρχάριος και δίχως φυσικά την έπαρση πως τα ξέρω όλα.
(Και ποιός δεν θά 'βλεπε, αλήθεια, πως δεν ξέρω τίποτα.)
18 σχόλια:
Δεν βγήκε καλό το σβήνω
Κοκκινέλι, είναι;
Κοκκινελι, ξεκοκκινελι, που να δεις τι γραφει ο αθεοφαβος στης Σαφιας
Αφησα το σχόλιό μου στον Thas.Δεν ξέρω αν επιτρέπεται να το μεταφέρω κι εδώ
fk
Θείο Τραγί, μας έχεις κατακτήσει
Το βρήκα το σχόλιό σου στην ξένη σελίδα, ανώνυμε fk, ελπίζω να τηρούμε τις ασφαλιστικές δικλείδες της συνετής συγκοινωνίας των ιδεών.
Δεν ξεχνώ ότι στο παρελθόν επωνύμως μού χρεώθηκε ότι αερολογώ. Δεν ξέρω ακόμη αν είχε άδικο ο λεγάμενος.
Την νηφάλιο μέθη είναι που διψάσαμε, Ελληνα στην Αμερική. Την μέθη της αριζονίτισσας, λέω.
Πόσο μάλλον αν είναι και μεθωνιάτικη, για την μέθη λέω.
Αλήθεια, είχες πρόσβαση και στις συγκεκριμένες σελίδες που παραπέμπτω; Μόν' έτσι θα ολοκλήρωνες την εικόνα του πράγματος. Πιό γερό έτσι το μεθύσι.
Κι όσο για της Μεσσηνίας το άκρον, δηλώνω είλωτας της αριζονίτικης φιλίας σου. 'Εχε και την αγάπη μου. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσω την μέθη σου...
Alberich, γιατί εγκατέλειψες τον αγώνα;
Και σείς, ανώνυμοι φίλοι, μην με ξεσυνερίζεστε... Παρακαλώ σας. Αλλά εδώ που τα λέμε, αν σας αρέσει τόσο το κρασάκι του αμερικάνου, χαλάλι σας.
Ιδού, η τράπεζα: το πόστ μου.
Συνοπτικά η παρατήρηση ήταν:
Γιατί διακρίνεις τον έρωτα από τις άλλες "τυφλές ελπίδες"?
Από τις άλλες ματαιότητες?
Ο θάνατος ναι.Μιλώντας πάντα για το βαθύ μας είναι-που βρίσκεται μονίμως στη δύσκολη θέση να προσλαμβάνει τα πάντα σαν εξωτερικότητες- είναι φανερό ότι η βεβαιότητα του θανάτου μας (η μνήμη του θανάτου) είναι το μόνο αληθινό μας μέτρο .
Αλλά όσο ζούμε και όχι η αποτίμηση των άλλων ενώπιον του λειψάνου μας.
Alberich,
Καλέ μου φίλε. Ο θάνατος είναι μόνον το δοκιμαστήριο. Τίποτε άλλο. Λειτουργεί ως ένα αψευδές κριτήριο. Τί άλλο; Η ζωή είναι εδώ. Είναι αυτή. Και το ζητούμενο είναι –μές ακόμη και από την λαγνεία της, της ζωής, λέω, που είναι γυναίκα- η αgάπη, που είναι το αγκάθι. ΄Ο,τι, δηλαδή, μάς δυσκολεύει περισσότερο απ’ ο,τιδήποτε άλλο.
Προϋποτίθεται –για την κατανόηση των συνειρμών εδώ- η βίωση του θανάτου στο πετσί μας. Μόνον τότε θα δοκιμαζόταν αληθινά κανείς στον δικό του τον θάνατο, όταν βρεθεί και παρασταθεί στην εξόδιο θητεία ενός δικού του προσώπου. Λίγες μόλις στιγμές μετά, η σύγκριση είν’ αναπόφευκτη. (Εχει δίκιο ο Γιανναράς). Τί επέτυχε ο καψερός; Πού ατύχησε; «Περιλειπόμενοι», φυσικά, δεν είναι αυτοί που έμειναν πίσω λυπημένοι, αλλά αυτοί που έμειναν πίσω από το εν λόγω δοκιμαστήριο, δηλαδή, οι ζωντανοί, εκεί γύρω από το νεκρό λείψανο. Λείψανο, βέβαια, αφού αυτό μάς απόμεινε για κάθε φροντίδα, αρμόζουσα σ’ έναν νεκρό. (Αλλά αυτά τα έκανε πράξη η Αντιγόνη).
Νομίζω, από τα βιβλία, οφείλουμε καλύτερα να μένουμε στις πέτρες. Σ’αυτές ν’ αγκιστρωθούμε. Αυτές πρώτα να διαβάσουμε, απ’ την στιγμή που γεννηθήκαμε σε τούτη τη χώρα. «Και ποθώ, καί τρελαίνομαι»...
Δεν νομίζω πως διακρίνω τον έρωτα από τις άλλες «τυφλές ελπίδες». Απλά, από την στιγμή που ζήτησα να σχολιάσω –και ν’ απαντήσω- σε μιά γραφή που με μέθυσε με την ποιότητά της –ήταν ο Thas πίσω από το κείμενό μου. Εκείνον ζήτησα να τον πάρω να φύγουμε- όφειλα να είμαι πιστός στις προτάσεις του, στις αντιρρήσεις του, στην διαλεκτική του. Γιαυτό, πρώτα θα μελετήσει κανείς την σελίδα του και όλα τα υπόλοιπα (κι έξω από την σελίδα του) στα οποία παραπέμπω, ώστε να εκθέσει κατόπιν δίχως προσκόμματα την θέση του.
Ιδού το σκάμμα: (γράφει ο Thas:)
«Αυτό σιγά σιγά άρχισε να με στοιχειώνει, πώς δηλ. μπορείς να μετατρέψεις τη λαγνεία (διότι έτσι καταλαβαίνω εγώ το σεξ: λαγνικό) σε προσευχή». Και συνεχίζει: «Τέλος πάντων, αυτά δεν τα λέω ούτε υποτιμητικά ούτε από θέση ισχύος και αν υπάρχει κάποιος με διαφορετική εμπειρία (από τον χοιροβοσκό και την ενδιαφέρουσα παρέα του ή και από αλλού) θα χαρώ να την ακούσω. Επίσης, ενδέχεται να μην κατάλαβα καλά, παρότι, ένα μεγάλο κομμάτι της (μικρής) βιβλιοθήκης μου είναι θεολογικό (σκονισμένο, όμως, πλέον)»...
Βλέπεις πόσο ωραία μιλάει. Μπορείς ν’ αντισταθείς σε τέτοια διαφάνεια; (Να μιά άλλη λέξη που σα να ερμηνεύει λιγάκι τ’ αγκάθι).
Ξέρεις, ήσουνα κι εσύ στην παρέα του Χοιροβοσκού. Εγώ, αλεξίπτωτος έπεσα. Ζήτησα όμως την δικαιη εκδοχή. Γιαυτό και βυθίστηκα στις σελίδες σας. Ολωνών σας.
Γράφουμε «μετ’ αισθήματος», φίλε μου. Δεν αντιγράφουμε. Θα χαρώ την απόκριση.
Δες πώς μιλά ο Φίλος από την Αμερική. (Μοιάζει, ξάφνου, ν' αναδύεται απ' έναν άλλο κόσμο).
Και γω αλεξιπτωτιστής΄είμαι στο μπλογκ του χοιροβοσκού επειδή γράφει συχνα για μουσική και κείμενα που μου αρέσουν.
Υπέθεσα ότι διακρίνεις την αγάπη από τα υπόλοιπα επειδή είδα ότι παρέθεσες αυτό το κομμάτι:
Αυτές λοιπόν αφού έλαβαν αφορμή μετανοίας από την γεύσι αυτή, μετέστρεψαν αυτόν τον έρωτα σε έρωτα προς τον Κύριο. Ετσι ξεπέρασαν αμέσως κάθε αίσθημα φόβου και κεντρίστηκαν στην άπληστη αγάπη του Θεού»
Υπέθεσα λοιπόν ότι της αποδίδεις κάποια ξεχωριστή θέση.
Γράφω λίγα γιατί είμαι εν πλω και περιμένουν διάφοροι άγγλοι, γάλλοι πορτογάλοι να ελευθερώσω το μηχάνημα.
Οπως και νά ‘χει, το εκτιμώ που με πήρες μαζί σου στο πλοίο... Προέχει, όμως τώρα η ανάπαυλα, η ξεγνοιασιά, το κολύμπι...
Και γώ σού γράφω απ’ το Λουτράκι, με τον όγκο τούτου τού βουνού πάνωθέ μου να θέλει να μέ πλακώσει. Κόμο, νιώθω, σα να του φέρνει λίγο...
Υ.Γ. Δές τα γυμνά της DiS...
Βλέπεις οι γυναίκες αναπτύσσουν και ολοκληρώνουν τα θέματα καλύτερα από μάς! Φεύ, γουστάρω περισσότερο την πρώτη. Η δεύτερη σαφώς υπολείπεται σε νοήματα.
Μόνον, μή μπείς ανάμεσά τους τώρα που τα ‘χουν βρεί και τά λένε. Πάνω στη βακχεία τους θα σε σπαράξουν όπως ακριβώς οι Λημνιώτισσες αμαζόνες τον Ορφέα, είτε οι μαινάδες τον Πενθέα στον Κιθαιρώνα μου. (Κι έτσι γυρίσαμε στις Βάκχες, την ματιά δηλαδή του Ευριπίδη πάνω στο πώς εγκαθιδρύεται μία θρησκεία. Μυροφόρες πάντα οι γυναίκειες ψυχές μας.)
Υ.Γ. Την «διαφάνεια» άφησες απ’ έξω. Ξέρεις, δεν ήταν σχήμα.
Πώ πώ! Μ' αυτά και μ' αυτά ξεχάστηκα, αδέλφια, κι εδώ βλέπω ανοιχτές πληγές να φωνάζουν...
Γιατι οι ελπιδες ειναι τυφλες? Θεωρουσα οτι μονο τις αομματες..
τις τυχες..που δεν εγραψα ως αομματη
Μόλις τελειώσω με τα τεχνικά θέματα θα σού απαντήσω.
Το κατάλαβα πως ήταν λειψό, το αρχικό σου μήνυμα. Αλλά γιατί πάλι συχνή η επίκληση τ' "αόμματου";
Αποποιουμαι μια αισθηση. Με τοσο εντονη οσφρηση τουτες τις μερες, αφαιρεσα την οραση."Βοτσαλάκια" του μυαλου.
Δημοσίευση σχολίου