συν αγερμός τε και άμιλλα ευγενής
Το να επιχειρήσεις να συνταιριάξεις, μάλλον να ανθολογίσεις (πάντως, σίγουρα, να φιλοξενήσεις) δέκα - δεκαπέντε διαφορετικές φωνές κάτω από μία στέγη δεν είναι εύκολο πράμα. Το εγχείρημα αποφάσισε ο κριτικός λογοτεχνίας και επιμελητής βιβλίων Μισέλ Φάϊς, ο οποίος κάλεσε κάμποσες τέτοιες φωνές – γραφές της σμικράς ghetoniaς μας, και τις δεξιώνεται ήδη στον προσωπικό του ιστοχώρο (www.fais.gr) στο διαδίκτυο.
Συμμετέχω. Μουδιασμένος στην αρχή, είπαμε αγερμός είν' αυτός, περίμενα να φέξει...
Και έφεξε. 'Ηδη ο vita moderna, ως Βέρθερος, χάραξε τη ρότα και άφησε το πλεούμενο να γλιστρίσει απαλά στα απανδόχευτα ύδατα. Διάβασε το πρώτο του κείμενο, το δίκην ταυτότητος, εδωδά (ρολάρισε όμως, κάτω-κάτω θα το βρείς). Μελέτησε το ανάλαφρο ξεδίπλωμα της ιστορίας αυτής, πρώτης μιάς σειράς από ανάλογες ιστορίες δεμένες μεταξύ τους όσο χρειάζεται ώστε να αποτελέσουν μίαν ενότητα. (Τί το ζητούμενο εδώ αν όχι η συνέχεια;). Μελέτησε το πως πλέκεται από τον δεξιοτέχνη αυτόν, η ατμόσφαιρα του χορού στη σάλα με τη δεσποσύνη να του γνέφει, τις κλεφτές της ματιές. Ακολούθησε τις μοναχικές του σκέψεις, στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου, όπου φιλοξενείται και φιλοξενούμεθα. Αμέσως γεννάται στον συμμετέχοντα, εντόνως, το ενδιαφέρον να τρυγήσει τα υπολοιπόμενα προς ίδιον όφελος... να υφαρπάσει, δηλαδή, την ανέμελη κόρη. 'Αλλωστε, κείνος, εγκλωβισμένος στο δικό του αίσθημα, σε παρασέρνει στην δίνη των ρωτημάτων του. Αφ' ής στιγμής το κείμενο ανέτειλε μέσα μου, δεν είχα παρά να το ακολουθήσω, έστω από μίαν απόσταση...
(στον losTromo που το έκανε ζήτημα στο προπροηγούμενο ποστ, επ' ευκαιρία της εμφανίσεως του παλαιόθεν κατηραμένου όφι, αλλά και σ' όλους τους συμμετέχοντες, έναν προς ένα).
*
Το και θείον τραγί (με πεζά το γράφουμε πάντοτε) 'Ασημος πλέον γραφέας (να λέμε), έλαβε την αρχή από την εισαγωγική της Μαριάννας Κορομηλά πρόταση στο εξαντημένο πιά
ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑΝ ΧΑΜΕΝΗ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟ (σε προσεγμένη καλαίσθητη έκδοση της πολιτιστικής εταιρείας «
ΠΑΝΟΡΑΜΑ»,
Αθήνα 1989).
[Πάντοτε θα τιμώ τους ανθρώπους που εργάζονται με μεράκι και φέρουν στο φως της δημοσιότητος σμαράγδια και ρουμπίνια και διαμάντια... Λίθους πολύτιμους].
Την εν λόγω, όμως, εναρκτήρια παράγραφο συμπλήρωναν και τούτα τα λόγια (-αντιγράφω ξανά):«...και ακολουθώντας τες συνταγές αρχαίων ελληνοσύρων μάγων και τες συμβουλές παλμυρινών αστρολόγων, τες προτροπές του 'Ιμπν Μπατούτα και του Γεωργίου Αμοιρούτζη, το παράδειγμα της αγίας Μαράνας και της σεβασμίας Ούμ Χαράμ, έφτασα εδώ, στη σκιά του δέντρου που άπονες εξουσίες ξερίζωσαν σε τούτον τον αιώνα.
'Εφτασα, λέγω, εδώ, για να αρχινίσω ξανά το παραμύθι, ζητώντας σας για άλλη μιά φορά να με συμπονέσετε και να με ανεχθείτε. ...
'Αλλωστε το μόνο που ζητώ είναι να μού αφήσετε το κεφάλι στους ώμους, όσο θα χρειαστεί, για να σάς διηγηθώ ένα μου ταξίδι. ...
Το δισάκι του οδοιπόρου είναι ελαφρύ μόνο για κείνους που αγαπούν τα ταξίδια περισσότερο από τον εαυτό τους, και τα λόγια του παραμυθά είναι μπάλσαμο μόνο γι' αυτούς που δεν φοβούνται τα παραμύθια.
Κατά τα άλλα, όλα κι όλοι θα μένουν πάντα στη θέση τους, αμετακίνητοι. Και μόνον οι παραμυθάδες θα πληρώνουν με το κεφάλι τους τις όποιες παρεκκλίσεις».
Ας παρακολουθεί, λοιπόν, η σμικρά ghetonia μας τις εξελίξεις. Ο καθένας υφαρπάζει (είτε σώζει να πώ) ό,τι μπορεί. Συν α γε λα ζό Μεθας... κι εγώ μαζί.
P.S. κιχώριον και πάλι ανθίζεις.