Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2006

Θεόδωρoν


Θεόδωρος

στα βήματα ενός μοναχού του δεκάτου αιώνα στο Βυζάντιο,

κι αυτό επειδή με ρώτησες, όχι για κάποιον άλλο λόγο.



Παίξ' το λίγο. Θα σού κάνει καλό. Να το δουλέψεις καλά. Για να γνωρίσεις, να μάθεις. Πώς αλλιώς;


Περισσότερες πληροφορίες εντός.

Μιά προσφορά του Ιδρύματος Μείζoνος Ελληνισμού.


Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2006

στoύς ανθoύς ξανά των μoυσμoυλιών...


Για εμάς, τους εραστές του ύφους της, είναι μεγάλη χαρά να ξανακούσουμε έστω για ένα δίωρο, αύριο το πρωΐ του Σαββάτου [25-11-06], την αγαπημένη φωνή της Μαριάννας Κορομηλά, φιλοξενούμενη τώρα από τη ραδιοσυχνότητα του ΣΚΑΙ 100,3 FM (10:00 με 12:00) σε μιάν έκτακτη εκπομπή.

Παρά όλους όσους με καθησύχαζαν το καλοκαίρι, εδώ - από διαδικτύου (και το λέω με πικρία αυτό) πως θα ξαναβρώ την αγαπητή φωνή της στη γνωστή συχνότητα, δεν τη βρήκα. Στο μήνυμα που παρέθεσε στο radiofono.gr, στις 13 Νοεμβρίου (και ανέγνωσα κι εγώ με μεγάλη λαχτάρα) ευχαριστεί όλους όσους της:


κράτησαν συντροφιά αυτό το οδυνηρότατο καλοκαίρι


και δηλώνει:


Είμαι ακόμα πολύ μουδιασμένη και ψυχικά άκρως ταλαιπωρημένη. Για να συνέλθω και να ορθοποδήσω θα χρειαστώ κάμποσο χρόνο. Και το χειρότερο είναι ότι ο εμπαιγμός συνεχίζεται.


Respect, που λένε και οι διαδικτυακοί φίλοι.
Κάπου μέσα σε αυτή την επιστολή, σε κάποιες αποστροφές, εμείς, οι εραστές του ύφους της, αναγνωρίσαμε την παλιά μας φίλη, όταν έγραφε:


Ανήκω κι εγώ σε εκείνες τις «παλιοσειρές», που δεν έχουν εξοικειωθεί με όλα αυτά τα θαυμαστά [ενν. το διαδίκτυο]. Όχι πως δεν τα γνωρίζω αλλά δεν τα κατέχω σε βάθος και δυστυχώς δεν έχω μάθει να τα χειρίζομαι-χρησιμοποιώ. Κακώς βέβαια, αλλά αυτή είναι η αλήθεια.


Ξαναφέραμε στο νου μας κείνο το γνώριμο “παλιοσειρά” που συχνά-πυκνά χρησιμοποιούσε από ραδιοφώνου, και χαμογελάσαμε κρυφά γιατί ήταν αυτή η ίδια που απευθυνόταν ξανά σε εμάς. Αλλού θυμηθήκαμε τον αυστηρά περιγραφικό και δροσερό της λόγο και την αγάπη της μαζί για την ακρίβεια, όταν στάθηκε μέχρι και τη φωτογραφία της που είδαμε δημοσιευμένη εκειδά, να σχολιάσει:


Την φωτογραφία δεν ξέρω πού την βρήκαν. Είναι του Τάκη Διαμαντόπουλου, προ οκταετίας νομίζω. Αν και λίγο εκτός κλίματος, δεν πειράζει.


Αγαπητή μας Μαριάννα,

όπως ήδη και άλλοι έσπευσαν στο radiofono.gr να αναγράψουν (-σχόλια που ξεπέρασαν τα εκατό και επισκέψεις που κοντεύουν τη μυριάδα)

μάς λείπετε ήδη πολύ!

Αναγνωρίζουμε στο πρόσωπό σας τη δασκάλα μας εκείνη, που μάς πήρε από το χεράκι και μάς έδειξε πέρα για πέρα τον ορίζοντα αυτού εδώ του τόπου με τα βράχια και τις ξερολιθιές τις ανεμοδαρμένες, σε τούτες ένα γύρω τις θάλασσες, τα βουνά και τους κάμπους. Και αυτό είναι κάτι που ακόμη διψούμε πολύ. Κάτι που δεν το χορταίνουμε. Και δεν θα το χορτάσουμε ποτέ.


με τις μουσμουλιές ν’ ανθούν ξανά τούτο το Νοέμβρη
ανυπομονούμε να σάς ακούσουμε και πάλι
έστω για ένα δίωρο - αύριο

θ. [τρ.]
ένας του ύφους σας εραστής και του τρόπου



Υ.Γ. "Κρατώ, λοιπόν, το θέμα για μελλοντική επεξεργασία. Προς το παρόν, δεσμεύομαι να στρατευτώ υπέρ του διαδικτυακού πολιτισμού (και πολύ συντόμως να φτιάξω ένα blog, για να διατηρηθεί η επαφή και να συνεχιστεί ο διάλογος)". ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΟΡΟΜΗΛΑ


Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2006

εξωγή


Ι Ι Ι


…ο ών εκ της γης εστι και εκ της γης λαλεί
ΙΩΑΝΝ. 3, 31

νεοσσοί και τα λόγια της μαντείας και γεννήματα και οι όψεις και ο ποταμός αφανέρωτος και πορεύεται την σήμερον ο υιός της ερήμου έχων την τίγριν σύντροφον και έλεος αυτού και λέγει αδελφέ μου αγαπάς τον άνθρωπον και τα ζώα; και ο νιούτσικος που λέγει ποιος είναι όπως ο Θεός αποκρίνεται αγαπώ όλα τα πλάσματα του Θεού ανθρώπους και ζώα και ψάρια και πετεινά και βράχια και φωτιά και νερό και όλα τα ορατά και αόρατα. και ο ερημογιός πάλι λέγει αδελφέ μου μπορείς ν’ αγαπάς ακόμα και μια τίγρι μιαν άγρια τίγρι; και ο νιούτσικος πάλιν αποκρένεται αδελφέ μου η αγάπη μου για την άγρια τίγρι είναι πλατειά σαν τη θάλασσα. και ο γενναίος γιος της ερήμου λέγει: είναι η αγάπη σου τόση για μιαν τίγρι που να μπορής να βάλης το κεφάλι σου στο ανοιχτό της στόμα; εψές η τίγρις έκλεισε το στόμα της γύρω από το κεφάλι του ώριμου του πετρογεννημένου και δεν υπάρχει άλλος στον κόσμο με τόσο μεγάλη αγάπη για όλα τα πλάσματα του παντοδύναμου. και ο νιούτσικος που έλεγε ποιος είναι όπως ο Θεός αποκρένεται αδελφέ μου θα βάζω το κεφάλι μου στο ανοιχτό στόμα της άγριας τίγρης του καλού Θεού δώδεκα φορές την ημέρα. και πορεύονται την πάσα ημέρα επί τις κώμες ο υιός της ερήμου και η τίγρις η σύντροφος αυτού και ο νιούτσικος που λέγει ποιος είναι όπως ο Θεός σύντροφος της τίγρεως. ύστερα στρατί ελλαμπτικόν και το χοροστάσι φθάνουν πατροπόρθητον ότι ο κρουσμένος εν σαρκί διεξήλθε την έγνοια της σαρκός και αιθερώδης περίκειται της ψυχής αυτού ορχούμενος εν στόματι τίγρεως και προς άρκτον και περί τα μεσημβρινά αστρόγληνος

Β.Ν. Μπόνου, «εξωγή» (1970)

[απόσπασμα, σσ. 114-115 του συγκεντρωτικού τόμου αυτόμελα, τον οποίο μπορεί κανείς να θαυμάσει
στις προθήκες του βιβλιοπωλείου των εκδόσεων ΔΩΔΩΝΗ, στη Στοά του Βιβλίου]


Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2006

νταμουζλούκι


Είπα: θα βγώ!
Πήρα μαζί μου την τελευταία μου φράση και έκλεισα πίσω την πόρτα.
'Οπου με βγάλει.
Τραβάει κανείς ώρες-ώρες για όπου τον βγάλει. Ο καιρός νά 'ναι καλός. Η μπόρα να έχει περάσει. Η μπόρα; Μα βγάζει αυτό πουθενά;
Με ταλάνιζε αυτή μου η φράση' την έκλωθα γύρω-γύρω με τη γλώσσα μου σαν όπως πειράζω ξεχάρβαλο δόντι. [Μία μου φράση].
Στην πρώτη βιτρίνα-καθρέφτη μ' απάντησα ανήσυχον και τα μαλλιά ανάκατα. 'Ημουν εγώ;
Αξύριστος, ασουλούπωτος, μες στην πολλή μου τη θλίψη έφερνα πάλι και πάλι κείνη τη φράση, τη φράση μου, και αναμάσαγα πώς να τη χτίσω.
Το βλέμμα σκοτεινό, γυρισμένο ασπράδι, ανασηκώνεται και βλέπει ό,τι στον ορίζοντά μου προβάλλει ανάκατα.
Τό 'κοψα από Βουρνάζου, Γέλωνος και Δεινοκράτους 'σα πέρα. Φυλλωσιές μού έκρυβαν τον ουρανό. Και από κάτω κρυβόμουνα. Την λύπη μου περιέφερα. Λύπη που γελάστηκα, που με γέλασες. Και την πολλή μου θλίψη. Κάτι πάλι μού έφταιγε. 'Ολο κάτι μού φταίει. Και μία φράση ανάμεσα. 'Οχι έτσι, πρώτα εκείνο, ή, ακόμη καλύτερα [για τη φράση...] χωρίς αντικείμενο.
Δε μπορεί. Θα έφταιγε και το άλλο.
Εκ νεότητός μου πολλ ...
Κατεβαίνω τα σκαλιά της Πινδάρου με την ίδια μου σκέψη. 'Επιασα την Αλεξάνδρου Σούτσου και βγήκα από Αμερικής στη Σταδίου. 'Α! Μάλιστα!

Νωρίτερα είπα: θα βγώ! Και είμαι μέσα ακόμη. 'Ως το λαιμό. Μέσα καλά-καλά. 'Ομως μέσα. Το δίχως άλλο, το πράμα με βάραινε. Και δεν έκανα βήμα.
Κρύο αεράκι με φλόγιζε. Σφίγγω το πέτο στο λαιμό. Να φυλάξω το στέρνο. Κρύγιο.
Μια γύρα τώρα στην Ευριπίδου. Κυριακή απόγευμα και το μπαχάρι κανέλλα ανέπαφο.
Μέ γέλασες. Γέλασες; Μπά! Δεν ακούστηκε. Ποιόν βρίζεις;
Γυρίζω αμέτοχος. Κολωνού και Αγησιλάου γωνία. Χώθηκα μέσα [για μία μου φράση...]. 'Ο,τι πιο φτηνό.

'Εστρωσα ξανά το υποκάμισο πάνω μου. Αρχινώ πάντα από τα πάνω στα κάτω. Ημίφως. Τόσο μικρά τα κουμπάκια! Δεν είναι για μένα.
'Εξω η νύχτα, υγρή, ραίνει το μέτωπο. 'Εως θανάτου περίλυπος. Είπα γυρνώ; Μπά, στα ίδια κυλάω.


[Από μιά λέξη και πρόταση μαζί του Χοιροβοσκού. Δημοσιεύτηκε στο Hotel memory, μαζί με ένα σκίτσο του Νίκου Αγγελίδη.]

Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2006

lastnightidreamtthatsomebodylovesme


Χαίρεται
πραγματικά χαίρεται κανείς
να το διαβάζει ετούτο το παιδί. Πόση αγάπη κατόρθωσε!
Πόση αγάπη ενέθεσε στις λεξούλες του, τούτο το παιδί. Λέξεις για το μωρό του.
Κάθε του λέξη ένα κάλεσμα, εν' άγγελμα κι αγκάλιασμα μαζί. Κάθε του λέξη μια γιορτή για την δική του αγάπη. Το μωρό του. Τον λένε Αλέξανδρο. 'Ετσι υπογράφει κι είναι απ' την Αθήνα. 'Ω, μην ενοχλείτε εισβάλλοντας στο blog αυτό. Αυτό που τώρα δά επαινώ. Αν είναι να κάνετε φασαρία, αυτού μέσα, μη μπείτε καθόλου! Προς Θεού! Ας σεβαστούμε την αγάπη. Την αγάπη του.

'Ονειρα γράφει καθ' ύπαρ, τούτο το παιδί. Στην ευτυχία χαρισμένα. Την ευτυχία του. [Κι όποιος πεί πως επαναλαμβάνεται στα γιορτινά του γραφόμενα, πιπέρι στο στόμα του θα βάλω].
Για τους πολλούς σκάνδαλον, γιατρειά για μένα, ο λόγος του. Στον αντίποδα, κείνη η φτιασιδωμένη αμάχη. Κείνη η γνωστή ασθένεια: κόρες κραγμένες της χλαλοής. Τα βάζουν με τον ένα και τον άλλο. Και κρατημό δεν έχουν. Πόση θλίψη, αλήθεια…
Τουλάχιστον αυτός κατάφερε να γλιτώσει απ' την ασθένεια την πολλή, της ψυχής, που απροκάλυπτα μέρες τώρα μαυρίζει σε, ψυχή μου. [-Πως τα κατάφερες, άθλιε, να ξεζουμίσεις τη ψυχούλα σου, έτσι… Τόσο άχθος φέρεις; Τόσο βαριά ταλανίζεσαι; Και ζητάς, τί αλήθεια;] Ενώ, τούτος εδώ, ώ πόση αγάπη κατόρθωσε! Για το μωρό του!
Επέτυχε αυτό που λέγαν παλιά οι γεροντάδες. την αγάπη.
Elke dag.
Κάθε βράδυ.


Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2006

εγκαύματα 21, 2


Διήγηση για έναν * που

γύρισε
πίσω
και

δε βρήκε τα πράματα
στην εντέλεια.




--------
* χνοάζων άρτι λευκανθές κάρα
(Σοφοκλής, Οιδ. Τύρανν., στ. 742)


Δευτέρα 6 Νοεμβρίου 2006

[πως]


Μ' αυτά και μ' αυτά θα έπρεπε ωστόσο να έχει γίνει αντιληπτό πως οι λέξεις αφήνουν σημάδια στο σώμα μας. Κάτι σαν τον βιασμό κοριτσιού και μώλωπες.