Οι «Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας» του Βάλτερ Μπένγιαμιν περιέχουν το ακόλουθο χωρίο:
«Υπάρχει ένας πίνακας του Klee ονομαζόμενος Angelus Novus. Δείχνει έναν άγγελο που κοιτάζει σα να αποστρέφεται από κάτι που ατενίζει. Τα μάτια του είναι ορθάνοιχτα, το στόμα του χάσκει, τα φτερά του είναι τεντωμένα. Ο άγγελος της ιστορίας θα πρέπει να 'χει αυτή την όψη. Έχει γυρισμένο το πρόσωπό του προς το παρελθόν. Εκεί όπου εμείς βλέπουμε μια αλυσίδα συμβάντων, εκείνος βλέπει μια και μόνη καταστροφή που ασταμάτητα σωρεύει ερείπια πάνω στα ερείπια και τα γκρεμίζει στα πόδια του. Θα ήθελε σίγουρα να μείνει εκεί, να ξυπνήσει τους νεκρούς και να ξαναζωντανέψει τους σκοτωμένους. Όμως φυσά μια θύελλα από τον παράδεισο, μια θύελλα που έχει αδράξει τα φτερά του αγγέλου και που είναι τόσο δυνατή ώστε ο άγγελος δεν μπορεί πια να τα διπλώσει. Η θύελλα τούτη τον σπρώχνει ανελέητα προς το μέλλον, προς το οποίο γυρίζει την πλάτη του, ενώ ο σωρός τα ερείπια μπροστά του φτάνει στα ουράνια. Η θύελλα αυτή είναι εκείνο που αποκαλούμε πρόοδο».
Ο ίδιος άγγελος ενέπνευσε τον Προυστ και τον Τζόϋς, τον Κάφκα και τον Έλιοτ: τα κατακερματισμένα συντρίμμια του παρελθόντος, το παρελθόν ως πραγματικότητα, ευρύνθηκε μπρος στα μάτια της δημιουργικής τους φαντασίας. [...] Ο Κάφκα ονειρεύτηκε έναν άγγελο που ξαφνικά μετατράπηκε σε νεκρό πράγμα, «όχι ζωντανός άγγελος, αλλά μόνο μια ζωγραφιστή ξύλινη φιγούρα από την πλώρη ενός καραβιού όπως τη βλέπετε να κρέμεται από το ταβάνι στις ταβέρνες των ναυτικών. Τίποτ' άλλο...». Ήταν ένα φριχτό όνειρο για όλα τα ζωντανά πράγματα που μετατρέπονται σε αντικείμενα.
Έρνστ Φίσερ, Η αναγκαιότητα της τέχνης (μτφρ. Φ. Χατζηδάκη, έκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1966, σσ. 241-242).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου