Τετάρτη 12 Μαΐου 2021

για μια χριστιανική οντολογία της ελευθερίας


Αν μαντεύουμε σωστά τις πιο μύχιες σκέψεις του Γρηγορίου Νύσσης, τολμούμε να υποστηρίξουμε ότι, γι' αυτόν, είναι φυσικό Θεός να γεννά Θεό (ο Πατήρ τον Υιό) ισότιμό Του, όμως δεν είναι και αναγκαίο.

Αντιθέτως, κατά τον Πλωτίνο είναι φυσικό αλλά και αναγκαίο θεός (το Έν) να γεννά θεό (τον νοητό κόσμο) και μάλιστα κατώτερό του.

Ό,τι αντιπαρατίθεται εδώ είναι μια χριστιανική οντολογία της ελευθερίας εμπνεόμενη από τις έρευνες του Ωριγένη απέναντι στην πλωτινική οντολογία της ανάγκης.

*

Για τη διάσπαση της οντολογικής συνέχειας Θεού και κόσμου: Οι απαντήσεις που έδωσε η αρχαία ελληνική φιλοσοφία κατά τη διαδρομή της στο ζήτημα της δημιουργίας και της συντήρησης του δημιουργημένου κόσμου προϋπέθεταν, συχνά, λιγότερο ή περισσότερο τροποποιημένη την πλατωνική θεωρία της μεθέξεως.

Ειδικά για την πλωτινική κοσμολογία, ο κόσμος αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ζωής του Θεού, καθώς ο τελευταίος είναι από πάντοτε φορέας των «δυνάμει» δημιουργημάτων του. Μια τέτοια θεώρηση είχε ως συνέπεια να μην μπορούν να διασφαλισθούν σαφή όρια μεταξύ του Θεού και του κόσμου που Αυτός δημιουργεί.

Αντιθέτως, η απάντηση που προσπάθησε να δώσει η χριστιανική διανόηση του Γρηγορίου Νύσσης στο ίδιο πρόβλημα προϋπέθετε σαφή οντολογική διαφοροποίηση Θεού και κόσμου, την οντολογική ασυνέχεια του άκτιστου Θεού με τον κτιστό κόσμο.

Έτσι, ο Γρηγόριος Νύσσης πέτυχε όχι μόνο να διακρίνει καθαρά μεταξύ «ακτίστου» φύσεως και «κτιστών» φύσεων (και κατά συνέπεια μεταξύ θεολογίας και κοσμολογίας, πράγμα αδύνατο στο πλαίσιο της πλωτινικής, για παράδειγμα. φιλοσοφίας), αλλά και να κατοχυρώσει κοινή φύση για τον άκτιστο Τριαδικό Θεό ώστε να υπηρετηθεί το χριστιανικό αίτημα ισοτιμίας και των τριών θεϊκών Υποστάσεων.

*

Η διάνοια δεν αποτελεί κέντρο της ύπαρξης, αλλά μία μόνο από τις λειτουργίες της. Η διάνοια δεν κατακτά επιθετικά το υπερνοητό, αλλά το υποδέχεται σχεδόν παθητικά υποκλεινόμενη στην ανωτερότητά του.

Η ύπαρξη νιώθει ολόκληρη από παντού (κι όχι με μια μόνο ή και περισσότερες από τις λειτουργίες της) να τήν καταυγάζει η διαύγεια του υπερνοητού που συγκροτεί την ίδια κι ό,τι την περιβάλλει σε εύπλαστες διαφάνειες.

Η ύπαρξη συλλαμβάνει τον εαυτό της όχι με ενδοσκόπηση αλλά ως αντικατοπτρισμό της διαύγειας που τήν ξεπερνά και

Η ύπαρξη αποτελεί πραγματικότητα διαμεσολαβημένη. Η πλατωνική ιδέα υπάρχει χάρις στο Αγαθό κι ο πλωτινικός Νούς χάρις στο Έν. Επιπλέον, η ύπαρξη γνωρίζει διαμεσολαβημένα:

Όπως το μάτι γνωρίζει χάρις στο ηλιακό φώς έτσι κι ο πλατωνικός νούς, που είναι το μάτι της ψυχής, γνωρίζει χάρις στην ιδέα. Ύπαρξη και γνώση μιάς ύπαρξης προϋποθέτουν το «διά» μιάς μεσολάβησης είτε αυτό είναι η πλατωνική ιδέα είτε το πλωτινικό Έν.

Διαφορετικά απ' ό,τι θα νόμιζε κάποιος, η όποια πυκνότητα του διαμεσολαβούντος μέσου, αντί να αυξάνει τη γνωσιολογική ασάφεια (αλλά και την οντολογική αοριστία), επιτείνει τη γνωσιολογική βεβαιότητα (αλλά και την οντολογική προσδιορισιμότητα).

Το βότσαλο, μοιάζει να λέει ο Πλωτίνος, λάμπει από φώς περισσότερο μέσα στο νερό.

Γεώργιος Α. Λέκκας, Πλωτίνος. Προς μια Οντολογία του Τρόπου (έκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2009, σσ. 110-111, 115-116).

Δεν υπάρχουν σχόλια: