Κυριακή 23 Μαΐου 2021

η ψυχή μπορεί από μόνη της να δεί το Έν


Το φώς αυτό είναι το Έν,
που κατά τη θεώρησή του από την ψυχή
δεν είναι πλέον μέσο αλλά το ίδιο το τέλος.*

Διαφορετικά από τους κατοπινούς του Πορφύριο και Ιάμβλιχο, η θέση του Πλωτίνου είναι ότι η ψυχή μπορεί από μόνη της να δεί το Έν, καθώς η ίδια αποτελεί οντολογική εκδήλωση του Ενός. Όποιος αδιαφορεί για το Έν αδιαφορεί για τον εαυτό του, διαβάζουμε στην 9η πλωτινική πραγματεία, δήλωση που πιθανώς αποτελεί μακρινή ανάμνηση των «αξύνετων» του Ηράκλειτου.

Ως οντολογική εκδοχή του υπερούσιου Ενός, η ψυχή είναι από καταγωγής της ερωτευμένη με το Έν και πάσχει γι' αυτό όπως «το όμοιο για το όμοιο». Ο Πλωτίνος χρησιμοποιεί ορολογία διαφοράς κυρίως όταν πρόκειται για την περιγραφή της «προόδου» των κατώτερων πραγματικοτήτων από το Έν, το Έν που δεν είναι ό,τι δημιουργεί. Χρησιμοποιεί, όμως, ορολογία ομοιότητας κυρίως όταν πρόκειται για την «επιστροφή» των κατώτερων πραγματικοτήτων στο Έν, καθώς η επιστροφή τους είναι δυνατή μόνο χάρις στην οντολογική ομοιότητα μαζί του και διαμέσου αυτής.

Στην VI.9.7 ο Πλωτίνος καταδεικνύει τον ενεργητικό χαρακτήρα του βλέμματος. Η ψυχή οφείλει να αδειάσει από τα πάντα και να επιστρέψει μέσα της για να δεί το Έν. Η διαδικασία αυτή είναι η κάθαρση. Η κάθαρση αποτελεί για τον Πλωτίνο, όπως άλλωστε για το σύνολο της ελληνικής φιλοσοφίας, την οδό της γνώσης. Η κάθαρση είναι επιστημονική μέθοδος με σκοπό τα «άριστα», όχι δηλαδή τη γνώση των επί μέρους κανόνων που διέπουν τις διαφορετικές πτυχές του γίγνεσθαι, αλλά εκείνη των «όντως όντων», των θεμελίων του γίγνεσθαι.

Αυτός είναι ο λόγος που για τον Πλωτίνο, η μεταφυσική ως επιστήμη των «αρχών» προϋποθέτει την ηθική κάθαρση αυτού που την ασκεί. Έτσι, η ψυχική ανάβαση, που με τη μορφή πλατωνικών αναβαθμών προτείνει ο Πλωτίνος στην 1η κιόλας πραγματεία του -συγκεκριμένα από τα «καλά επιτηδεύματα» στα «καλά έργα» και από εκεί στην αυτοθεωρία της ψυχής ως καλής κι ακόμα παραπέρα στην ανάβαση «επί τον νούν κακεί» και την «επέκεινα τούτου την του αγαθού λεγομένην φύσιν»-, δεν αποτελεί εξωτερική αλλά εσωτερική πορεία της ψυχής προκειμένου αυτή να γίνει «φώς αληθινόν μόνον» και «όψις», δηλαδή καθρέφτης του Ενός ώστε να το βλέπει πάνω της.

Ο Πλωτίνος είναι σαφής: Η συνηθισμένη μορφή ανθρώπινης γνώσης, η ειδητική γνώση, δεν μπορεί να μάς διαφωτίσει αναφορικά με το Έν που είναι «ανείδεον». Αλλά και η αποφατική γνώση είναι αναποτελεσματική, αφού περιτρέχει εξωτερικά το Έν χωρίς να το φθάνει, παραμένοντας στο πλαίσιο μιας αναζήτησης ειδητικού τύπου ακόμα κι όταν αρνείται το «είδος» αναφορικά με το Έν. Το Έν δίνεται μόνο ως βραβείο ηθικού αγώνα, ως εμπειρία ζωής και θεωρίας.

Το μειονέκτημα τόσο της ειδητικής όσο και της αποφατικής γνώσης είναι ότι και οι δυό τους αποτελούν μορφές διαμεσολαβημένης γνώσης.

*

Ο Πλωτίνος, προκειμένου να περιγράψει τον υπερνοητικό τρόπο προσέγγισης του Ενός, χρησιμοποιεί εκτός από το παράδειγμα της όρασης κι αυτό της σωματικής επαφής επιστρατεύοντας όρους όπως «έρως», «πάθος», «ψαύσις», «θίξις» κ.λ.π.. Εκ πρώτης όψεως η περιγραφή της υπερνοητικής γνώσης του Ενός με όρους σωματικής επαφής αποτελεί οπισθοδρόμηση για τον πλωτινικό ιδεαλισμό, όπως και κάθε ιδεαλισμό. […] Στην πραγματικότητα, όμως, η πρόθεση του Πλωτίνου εξαντλείται στην αξιοποίηση των μεταφορών τόσο της όρασης όσο και της σωματικής επαφής προκειμένου να περιγραφεί η δυνατότητα αδιαμεσολάβητης γνώσης του Ενός, ηλιοειδούς βλέμματος που βλέπει φώς, σώματος που αγγίζει σώμα. […]

Γεώργιος Α. Λέκκας, Πλωτίνος. Προς μια Οντολογία του Τρόπου (έκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2009, σσ. 80-81, 82). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 80).

Δεν υπάρχουν σχόλια: