Η ΣΤΡΟΥΓΚΑ
Γύρω εκεί απ' τη Λαμπρή
που χορτάριαζε κι η γή
έδιναν κατσίκια αρνιά και
τ' απόκοβαν μικρά
Να μην τρώνε πια το γάλα
να το πήζουνε τυριά
ή να το κοπανάν στη βούρτσα
για βουτύρατα παχιά.
Στο μαντρί εκεί κοντά
ή στου στάλου τη μεριά
στρούγκα έστηναν ξανά
για ν' αρμέγουν ζωντανά.
Μια ή δυο στρουγκαλιθιές
είχανε οι στρούγκες αυτές
για ν' αρμέγουν δυο μαζί
να τελειώνουν το πρωί.
Για τα πρόβατα η στρούγκα
ήτανε λιθαροστρούγκα
για τα γίδια τα ζαβά
με παλιούρια και κλαριά
Όταν στρούγκιαζαν τα ζώα
σαλαγόντας τα σιγά
έκλειναν την πίσω ρούγα
να μη φύγουνε αυτά.
Με την γκλίτσα ένα παιδί
ή μικρό ένα κλαδί
σαλαγούσε τα ζωντανά
να περάσουν με σειρά.
Τα πολλά με υπομονή
φθάναν ώς τον αρμεχτή
Ήταν όμως μερικά
που πηδούσαν τα φραχτά.
Άρχιζαν κυνηγητά
να τ' αρμέξουνε κι αυτά
μη στερέψουν από γάλα
και το κάνουνε και άλλα.
*
Ο ΣΤΑΛΟΣ
Απ' τα μέσα του Μαϊού
ώς τα γύρω του Σταυρού
γίδια, πρόβατα, παιδιά τους
θέλουν νά 'χουν την ισκιά τους.
Απ' της δέκα κάθε μέρα
μόλις είναι αρμεγμένα
τρέχουνε για το σταλό
που τούς έχει τ' αφεντικό.
Ριζοσπηλιές, πλατάνια
άλλα δέντρα με κλαδιά
και κοντά λίγο νερό
κάνουν τον καλό σταλό.
Με ρυθμό αναμασούν
ό,τι φάγαν να τραφούν
και κοιμούνται ελαφρά
μεσ' τη δροσερή ισκιά...
Γύρω γύρω τα σκυλιά
ξεκουράζονται κι αυτά
και πιο πέρα ο βοσκός
κοιμισμένος ξαπλωτός.
Αν τ' απόσκια ρθούν στο στάλο
ξεσταλίζουν από δώ
και πηγαίνουν για βοσκή
ώς την άλλη την αυγή.
Βασίλης Αποστολόπουλος, Οι μνήμες ξαναχτίζουν το χωριό μου (αυτοέκδοση, Αγία Παρασκευή 2017, 2021(β΄), σσ. 57-58, 59).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου