ΔΙΑΠΛΟΥΣ ΑΧΕΡΟΥΣΙΑΣ
Άρωμα μοίρας
και φώς που δεν το κυνηγά η νύχτα.
Μια μυρωδιά από βρεγμένους κλάδους
του δέντρου που κρεμόταν το χρυσόμαλλο.
Είμαστε κομμένοι στα μέτρα σου, ώ ύπαρξη
και κάνουμε περίπατο
πάνω στη κουρελού των πράξεών μας
που μένουν ακατάγραφες και ξεχασμένες.
Παιχνίδια τόσων λέξεων στο μαύρο
και μάταιοι θησαυροί που δεν χωράνε
στη βάρκα του Αχέροντα
καθώς φωτίζουμε το ωραίο ψέμα.
Και οι στοχασμοί μας κολυμπούν πίσω από ίσκιους
ενώ οι τόσες λέξεις της ζωής μας
γίνονται στάχτη και σιωπή στην παραλία
της πεθαμένης Τροίας δίχως λάμψη.
*
ΤΟ ΑΝΕΦΙΚΤΟ
Ευτυχώς που το ανέφικτο
δεν προσγειώνεται
στου βίου το χωμάτινο διάδρομο
κι ο βίος παρατείνεται
σαν νερωμένος οίνος.
Το ανέφικτο είναι θεός
κι αν έρθει στο κατώφλι μας
όλα τα ισοπεδώνει.
Είναι μία ανάσταση νεκρών
χωρίς καμία κρίση.
Μαρμαρωμένος δικαστής,
ανενεργής αιώνας,
χωρίς καλίγια βασιλιάς
αποκεφαλισμένος.
Και ο Κύριος πολύ ψηλά-μια κίτρινη σελήνη.
*
ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΕΔΩ
Και πάλι εδώ, μέσα στη φύση ζωντανός
όχι νεφώδης, όχι μεταφυσικός,
μονάχα ήλιος-άνθρωπος που κυνηγά τα σκότη
όμορφος όπως η Εδέμ πριν το αμάρτημα.
Είμαι ένας μύθος που σηκώνει το ναό του
επάνω στον πυρήνα του πραγματικού,
μια πάλλουσα διαύγεια που ευωδιάζει.
Είμαι μια σιγανή βροχή πάνω σε τάφο
και μού αρκεί η ομορφιά της ματαιότητας.
Δουλειά του ανθρώπου, Κύριε, που εποίησες
δεν είναι να ερμηνεύει τα αινίγματά σου.
Είναι να περπατεί στα όρια της συγκατάβασης
χωρίς να συμφωνεί πάντα μαζί σου.
Θανάσης Παπαθανασόπουλος, Το ανθισμένο δέντρο (έκδ. Νέος Αστρολάβος / Ευθύνη 5, Αθήνα 2012, σσ. 28, 44, 88).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου