Το πρόβλημα έγκειται στο ότι ο Γιανναράς δεν κατανοεί πως στην ανθρωπολογία του Sartre, την οποία αποδέχεται υπορρήτως ως ερμηνευτικό όργανο της Πατερικής ανθρωπολογίας, η προσωπική εκστατική ελευθερία έγκειται ακριβώς στη δυνατότητα αέναης τροποποίησης της σχέσης της ύπαρξης προς την ουσία/φύση της και, ως συνέπεια τούτου, στον «ακατάπαυστα ανασχηματισμό του εγώ», «μηδενίζοντας» συνεχώς κάθε καθήλωσή του στα όρια της φύσης.
Διατηρείται δηλαδή και πάλι η Νεοπλατωνική-Αυγουστίνεια-Θωμιστική-Χαϊντεγγεριανή γραμμή της ταύτισης του είναι του ανθρώπου με τον τρόπο της έκστασης προς την ελευθερία της σχέσης, ενός «καλού» όντος το οποίο ονομάζεται στους μεν άλλους Ψυχή, ή Νους, ή Dasein, στον δε Γιανναρά Πρόσωπο, ενάντια και έξω από την ανελεύθερη καθήλωση ενός άλλου «κακού» όντος, το οποίο είναι είτε το σώμα, είτε το παθητικό μέρος της ψυχής, είτε το Sein zum Tode, είτε, στον Γιανναρά, η φύση.
*
Η ταύτιση του προσώπου με τη σχέση αποτελεί θεμελιώδες και ολέθριο οντολογικό σφάλμα της θεολογικής «γενιάς του ‘60» και των πολλών μαθητών της (οι οποίοι θαμπωμένοι από το μέγεθος των δασκάλων παραλύουν στη σκέψη και μόνο μιάς κριτικής τους ανάγνωσης) […].
*
Όσον αφορά την επαφή όλων αυτών με τη Δύση, αυτή υπήρξε κάπως ιδιόμορφη: σε καμιά σχεδόν περίπτωση δεν υπήρξε πρωτογενής προσωπική μελέτη των αρχαίων και μεσαιωνικών πηγών της Δυτικής παράδοσης, εξ ού και τα συχνότατα λάθη στην αποτίμηση της τελευταίας στην νεωτερική εκδοχή της, λάθη τα οποία συνήθως μάλιστα αναπαράγονται μιμητικώς και ακρίτως από όλους.
π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Οι τρόμοι του προσώπου και τα βάσανα του έρωτα. Κριτικοί στοχασμοί για μια μετανεωτερική θεολογική οντολογία (έκδ. Αρμός, Αθήνα 2009, σσ. 93, 105, 70-71).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου