Σίτός ειμι Θεού
και σπουδάζω λοιπόν
αλησθήναι δεινότατα
όπως τω δεσπότη
έντιμος άρτος
όλος γενήσομαι.*
Δίχως εσένα, Μοναξιά του ανθρώπινου ζήν, που, από τα παιδικά χρόνια ώς τα γηρατειά, είσαι παγίδα ή οίστρος της ανθρώπινης επιθυμίας· δίχως εσένα που παραμονεύεις κάθε της έκφανση και κάνεις το σώμα, το φύλο να θέλγεται πάντα από τον άλλο, κάτοχο αυτού που το ίδιο δεν έχει και επιθυμεί να γνωρίσει, δίχως εσένα που το απειλείς, το σαγηνεύεις και το δηλητηριάζεις, δίχως εσένα που οφείλει να σού ξεφύγει, στο ανθρώπινο είδος δεν θα υπήρχαν παρά μονόλογες σκέψεις, θόρυβοι από φλύαρα λόγια για ενικές ανάγκες ή πληθυντικές, δεν θα υπήρχαν καθόλου έργα, καθόλου πολιτισμός, καθόλου γέλια παιδιών, καθόλου χαρά, γιορτές, ποίηση, τέχνες, επιστήμες, εφευρέσεις, καθόλου ζωντανό τριαδικό μυστήριο, το καθημερινό αυτό μυστήριο που τετριμμένα ονομάζουμε πατρική, μητρική και υιική αγάπη, καθόλου όπλα, καθόλου βιοτεχνία, καθόλου έλεγχος των πραγμάτων, καθόλου ερωτήσεις στον έναστρο ουρανό, στις δυνάμεις των ποταμών, στη γονιμότητα της γής, καθόλου ανταλλαγές, συναλλαγές.
Βέβαια, στον πλανήτη μας θα υπήρχε η φύση· θα ήταν στην πρωταρχική μορφή της, μόνον από τα στοιχεία της θα καταδυναστευόταν, θα υπήρχαν γυμνές ακτές, ποταμοί θα κυλούσαν νωχελικά ή αφανίζοντας τα πάντα στο πέρασμά τους, θα υπήρχαν βουνά χιονοσκέπαστα, παρθένες κορυφές, σπήλαια χωρίς ζωγραφιές στα τοιχώματά τους, μνήματα χωρίς προσφιλή αντικείμενα πλάι στα λείψανα· δεν θα υπήρχε καθόλου κυνήγι, καθόλου ζώα εξημερωμένα, καθόλου καταλύματα οικεία, καθόλου ερωτήσεις στις δυνάμεις της φωτιάς, στις δυνάμεις των ποταμών, των θαλασσών· στη γή, καθόλου ερωτήσεις στη γονιμότητά της· μεταξύ των ανθρώπων, καθόλου παραγωγική εργασία, καθόλου ανάπαυση με τη χαρά του ποτού που φέρνει γέλιο στα χείλη και οδηγεί τους χορούς, καθόλου έργα, μαρτυρίες πολιτισμών, ούτε κατακτήσεις, φθαρτή δόξα του είδους μας, καθόλου εφευρέσεις και γνώση φυλαγμένη που να μεταδίδεται ως διδασκαλία, καθόλου ανάβρυσμα τέχνης στην πεζή καθημερινότητα, καθόλου αφηγήσεις ονείρων και περιπετειών που, στις αγρυπνίες, γεμίζουν τα μάτια θαυμασμό, πλημμυρίζουν τα μάτια γέλιο ή δάκρυα, καθόλου θεοί αρωγοί ή απειλητικοί, πλασμένοι κατ' εικόνα των ανθρώπων.
Βέβαια, θα υπήρχε πολλή οδύνη και πολλή ευχαρίστηση, αλλά καθόλου πόνος και χαρά αγάπης, καθόλου αλληλοβοήθεια, καθόλου μένος αδικοπραγίας καθόλου νόμοι να συνδέουν τις οικογένειες, να ορίζουν τις συμμαχίες, καθόλου ομάδες με γνώμονα τη φιλία.
Ίσως να μην υπήρχε καθόλου ρατσισμός, δεν θα υπήρχαν όμως καθόλου και άσματα πολεμικά, πένθους ή θριάμβου, καθόλου χορός και ποίηση, καθόλου αριθμοί και γραφή, καθόλου παιχνίδια δεξιότητας και τυχερά παιχνίδια, καθόλου παιδιά χαρωπά και αυθάδη, καθόλου βραχιόλια, περιδέραια και δαχτυλίδια, καθόλου μαρτυρίες αγάπης, καθόλου σοφά φίλτρα να ελέγχουν τα αισθήματα, να καταπραΰνουν τους πόνους.
Ασφαλώς θα υπήρχε το ανθρώπινο είδος, θηλαστικά γυμνά, σπαρμένα στον χώρο και στις εποχές, μαζεμένα σε αγέλες με οδηγό την πείνα, στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο μέσα στο κρύο, να φωλιάζουν στον ύπνο, να ουρλιάζουν στους κατακλυσμούς, να τρέφουν και να κρατούν αγκαλιά τα μικρά τους, αλλά δεν θα υπήρχαν καθόλου σοφοί να ερμηνεύουν τα σημεία, καθόλου τριαδικό μυστήριο στα σπλάχνα κάθε εκπροσώπου αυτού του ανθρώπινου είδους, ούτε θα υπήρχε αυτό το μυστήριο που κάνει τη δριμύτητα της ανάγκης να αγνοεί ότι είναι, το μυστήριο που λυτρώνει την επιθυμία του φύλου από κάθε φθόνο, κάθε ζήλια ή αντιζηλία, αυτό το μυστήριο που συναντά κανείς κάθε μέρα και φέρει το όνομα φιλία.
Φρανσουάζ Ντολτό, Για τη μοναξιά (μτφρ. Ελ. Κούκη, έκδ. Σμίλη, σσ. 75-77).
-----
* Το motto εκ του Ρωμανού του Μελωδού γραμμένο για τον Ιγνάτιο Αντιοχείας βέβαια. Ειλημμένο εκ του Γιάννη Δάλλα, Υπερβατική συντεχνία [1958] (έκδ. Έρασμος, Αθήνα 2018, σ. 77).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου