Η ομορφιά του εφήβου Απολλωνίου του Τυανέως ασφαλέστατα συγκίνησε τον ποιητή, ιδιαιτέρως αισθαντικό στις εφηβικές καλλονές. [...] Ο έφηβος του Καβάφη με τα φθηνά ρούχα, τις τριμμένες γραβάτες, τις κανελιές ξεθωριασμένες φορεσιές και τα αχτένιστα ανασηκωμένα μαλλιά φέρνει στον νού τον ωραιότατο έφηβο Απολλώνιο Τυανέα με τα πρόχειρα λινά ενδύματα, τα γυμνά χωρίς υπιδήματα πόδια και τα μακριά μαλλιά.
«ποί τρέχεις; ή επί τον έφηβον;»
Να η παροιμιώσης φράση που λεγόταν στην Κιλικία, όταν ο έφηβος Απολλώνιος ζούσε στο ιερό του Ασκληπιού. (Φιλόστρατου, Βίος Απολλωνίου Τυανέως 1,8).
Η διαφορά όμως είναι πως ο Απολλώνιος, εκτός από την φημισμένη του καλλονή, υπήρξε ενάρετος και παρθένος, ενώ ο διχασμένος καβαφικός έφηβος προσπαθεί να οπλιστεί με θεωρία και μελέτη, ώστε τα πάθη του να μη φοβάται σα δειλός.
[…]
Η επίγνωση του καβαφικού ανθρώπου πως η ολότητα θα εμποδίσει τον χρόνο που χρειάζεται για την ομαλή εξέλιξη της σχέσης, αναγκάζει τον καβαφικό άνθρωπο να ρίξει το κέντρο βάρους στην σωματική επαφή. Αφού λοιπόν δημιουργείται αυτός ο ψυχικός αποκλεισμός, ο έρωτας μεταμφιέζεται σε πάνδημο αλλά διατηρεί την αυταπάτη πως κυριεύοντας το κορμί του άλλου, παίρνεις ένα τεμάχιο της ψυχής του.
Το σώμα συμβολίζει μία πελώρια χάλκινη κλειδαριά, που ο ερωτευμένος ζητά επιμόνως να ανοίξει. [...]
Ελένη Λαδιά, Άρθρα για την Καβαφική Ποίηση (έκδ. Αρμός, Αθήνα 2016 (γ΄ αναθεωρ.), σσ. 86-87, 78).