Η θλίψη, ο σπαραγμός του τεχνίτη μπροστά στα παλιότερα έργα του, για τα οποία περηφανευόταν κάποτε. Εκείνα που τον ονόμασαν ποιητή. Τώρα τα βλέπει φορτωμένα, ωραίες εικόνες, κραυγαλέοι στίχοι, άσκοπα παραγεμίσματα, λίγο-πολύ αδέξιες κατασκευές. Και ποίηση αληθινή – ελάχιστα πράγματα, σακούλια του φτωχού, του διακονιάρη.
Αυτά τα ποιήματα θα ήθελα να τα ξαναγράψω τώρα, μού λέει, αν είναι δυνατόν σήμερα κιόλας, από την αρχή. Πώς θα μπορέσω όμως να ξαναβρώ εκείνο το μεθύσι, τα αβυσσαλέα οράματα, το κολασμένο πάθος εκείνων των παλιών ημερών; Όλα αυτά τα ποιήματα, με ελάχιστες ίσως εξαιρέσεις, πρέπει να τα πετάξω, λέει πιο αποφασιστικά.
Εμείς οι άλλοι έχουμε διαφορετική γνώμη, του λέω.
Εσείς, οι άλλοι, δεν υπάρχετε, μού αποκρίνεται.
Τάκης Σινόπουλος, Νυχτολόγιο [1978] (έκδ. Κέδρος, Αθήνα 1990, σσ. 87-88).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου