λόγος γαρ σος, [μεγ]Αλέξανδρε, άρτος εστί καθαρώτατος... *
Νάϊ, νάϊ, γλυκύ.
Νάζι – κατά έν ζήτα ελαττούται.
Αύρα, ουρανός, άσμα γλυκερόν, μελιχρόν, αβρόν, μεθυστικόν.
Νάϊ, νάϊ.
Κατά δύο κοκκίδας, διαφέρει δια να είναι το Ναί, οπού είπεν ο Χριστός.
Το Ναί το ήμερον, το ταπεινόν, το πράον, το Ναί το φιλάνθρωπον.
Κάτω εις το βάθος, εις τον λάκκον, εις το βάραθρον, ως κελάρυσμα ρύακος εις το ρεύμα, φωνή εκ βαθέων αναβαίνουσα, ως μύρον, ως άχνη, ως ατμός, θρήνος, πάθος, μελωδία, ανερχομένη επί πτύλων αύρας νυκτερινής, αιρομένη μετάρσιος, πραεία, μειλιχία, άδολος, ψίθυρος, λιγεία, αναρριχωμένη εις τας ριπάς, χορδίζουσα τους αέρας, χαιρετίζουσα το αχανές, ικετεύουσα το άπειρον, παιδική, άκακος, ελισσομένη, φωνή παρθένου μοιρολογούσης, μινύρισμα πτηνού χειμαζομένου, λαχταρούντος την επάνοδον του έαρος.
μεγΑλέξανδρος ο Παπαδιαμάντης επονομαζόμενος, Ο ξεπεσμένος δερβίσης (1896).
*
όλο το πένθος το σηκώνουν οι ελιές...
π. Παναγιώτης Καποδίστριας
-----
Ως άνω, εμβόλιμο στιχάκι του π. Παναγιώτη Καποδίστρια, δίκην επιτυμβίου, χαρισμένο απ' εμέ στον όντως μεγΑλέξανδρον. Παρμένο από το ποίημα «Ξένες γλώσσες», το οποίο περιέχεται στα «Ζωΰφια ζωής», της συλλογής Ο αρχαίος αγροφύλαξ, γραμμένο την 'Ανοιξη του 2005 (έκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2007, σ. 69).
* Το motto, όμως, στίχος εκ της γ' ωδής του Κανόνος του 'Ορθρου εκ των υμνογραφικών σχεδιασμάτων των Παπαδιαμαντείων, ήτοι της ακολουθίας στον άγιο, ποίημα του ελαχίστου εν Αναγνώσταις Παντελεήμονος, τουπίκλην Κεχριαίου (έκδ. ΕΛΙΑ, Αθήναι 1981).
Ενδιαφέρει απ' ανάμεσα και το δοκίμιο "Η Ρωμηοσύνη του Παπαδιαμάντη", του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου, δημοσιευμένο εδωδά.
2 σχόλια:
Περί σωτηρίου ανακριβολογίας (χρόνια μας πολλά Σαγματά):
― Δὲ μοῦ λές, Ἀλεξανδρή, τί θὰ πῇ, τώρα, στὴν καταβασία τῶν Χριστουγέννων, «ὁ ἀνυψώσας τὸ κέρας ἡμῶν»; Ποιὸς εἶν᾽ αὐτός, ὁ ἀνυψώσας;
― Νά, ὁ ἀνιψιός σας, ἀπήντα ὁ κὺρ Ἀλεξανδρὴς μὴ ἐννοῶν ἄλλως τὴν λέξιν.
― Καὶ τί θὰ πῇ «Σκῦλα Βαβυλὼν τῆς βασιλίδος Σιών»; ἠρώτα πάλιν ὁ παπάς.
― Νά, σκύλα Βαβυλών, ἀπήντα ὁ ψάλτης, νομίζων ὅτι περὶ σκύλας πράγματι ἐπρόκειτο.
Και πού να ιδείτε αγαπητέ, τούτο το κέρας ημών ανυψωμένον έτι και έτι στην περιλάλητη διασταύρωση των μεγάλων παρ' Αθήναις οδών Μεσογείων και Κατεχάκη, φεύγοντας για τα Μεσόγαια ή κατερχόμενος εν Αθήναις...
Θα ιδείτε όντως το κατά Καλατράβαν κέρας ημών πώς αίρεται στον ουρανό, ανερχόμενον, αναρριχόμενον, ελισσόμενον, χορδίζον, μάλιστα χορδίζον δίκην ιστίων αρχαίας τριήρεως και χαιρετίζον, όντως ανορθούμενον (μην δίκην φρονήματος παλαιού;) κι όμως ουχί ικετεύον, άρα μηδέποτε υψούμενον!
Μένει, τώρα, να μάς ορίσετε και σείς με την σειρά σας, την δική σας φωτό "από την γουρνοχαρά στον 'Αγιο Κοσμά Γρεβενών" που εδημοσιεύσατε και ελάβομεν άρτι.
- Τί ακριβώς δεικνύει στο τεψί και τί στο μεντένι; Επί του εδάφους τί κείται; Πώς η κουτάλα υψώνεται και τί κενώνει σιμά στα πλατανόφυλλα;
Ο ίδιος, όλως ευχέτης διάπυρος!
Δημοσίευση σχολίου