Με τις λίγες αυτές γραμμές [Ηροδότου, Ιστορίαι 2, 52] ο πρώτος Έλλην ιστορικός μάς πληροφορεί για πολλά. Ότι στην πελασγική Ελλάδα η θρησκεία δεν ήταν ανθρωπομορφική, ότι σε προελληνική εποχή οι κάτοικοι του ελληνικού κόσμου πήραν τα ονόματα των θεών από τους Αιγυπτίους και ότι οι Έλληνες τα κληρονόμησαν από τους Πελασγούς. Μάς δίνει επίσης την ετυμολογία της λέξης θεός [«επειδή έθεσαν όλα τα πράγματα σε τάξη»] και τούτο φανερώνει ότι είναι προελληνική.
[…] με τα ευρήματα που έχουν προκύψει από τις ανασκαφές στον χώρο της Μικράς Ασίας και της Μεσοποταμίας καθώς και από την αποκρυπτογράφηση οπτών πινακίδων σφηνοειδούς γραφής που χρονολογούνται από το 2.000 π.Χ. και ύστερα, μπορούμε να προσθέσομε στοιχεία και να διευκρινίσουμε μερικά σημεία αρχίζοντας από την διαπίστωση ότι οι Πελασγοί δεν πήραν τα ονόματα των θεών μόνο από την Αίγυπτο και ότι η πολυθεΐα και η θεογονία του Ομήρου και του Ησιόδου δεν είναι πρωτότυπες.
Και οι δυό έχουν εμπνευστεί από πολύ παλαιότερους μύθους, χεττιτικούς (1.400 π.Χ.) που και αυτοί κατάγονται από αρχαιότερους μύθους, ίσως σουμεριακούς, και ιστορούν την διαδοχή στην εξουσία τριών θεών, όπως ιστορεί ο Ησίοδος την διαδοχή Ουρανός- Κρόνος – Δίας, και μάλιστα με την σχεδόν ταυτόσημη περιγραφή του τρόπου εκθρονισμού του πρώτου θεού από τον δεύτερο. Όπως ο Κρόνος κόβει, με δρεπάνι, τα γεννητικά όργανα του πατέρα του Ουρανού, έτσι και στην χεττιτική μυθολογία ο Κουμαρμπί δαγκώνει, κόβει και καταπίνει τα γεννητικά όργανα του πατέρα του Ανού.
*
Φαίνεται πολύ πιθανό η λέξη Ωκεανός (που κατά τους Έλληνες μυθογράφους περιβάλλει, σαν κύκλος την γή) να κατάγεται από την χεττιτική λέξη uginna που σημαίνει κύκλος. Στο γνωστό πια επικό ποίημα, που κατά τους ειδικούς θα ήταν διαδεδομένο στην Μεσοποταμία στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. το επονομαζόμενο έπος του Gilgamech συναντούμε το όνομα Aruru. Είναι η θεά της δημιουργίας και η λέξη αντιστοιχεί με την ομηρική άρουρα = γή (άχθος αρούρης -Ιλ. Σ 52). Συναντούμε επίσης την λέξη Κί που σημαίνει και αυτή γή.
[…] Πανάρχαιες, ασφαλώς, ήσαν οι παραδόσεις που, με την επινόηση της σφηνοειδούς γραφής καταστάλαξαν σε γραπτά κείμενα που βρίσκονταν συγκεντρωμένα στην «βιβλιοθήκη» του Σαρδανάπαλου, βασιλιά της Νινευή, η οποία καταστράφηκε συθέμελα άμα την κατέκτησαν το 612, Μήδοι και Βαβυλώνιοι. Κάτω από τα ερείπια βρισκόταν η βιβλιοθήκη του Σαρδανάπαλου.
Μόνο περί τα μέσα του 19ου αι. ένας άγγλος ερασιτέχνης αρχαιολόγος, άρχισε ανασκαφές στην τοποθεσία της Νινευή και κόμισε στο Βρεταννικό Μουσείο θαυμάσια ασσυριακά γλυπτά και χιλιάδες πινακίδες σφηνοειδούς γραφής που άρχισαν, αρκετά αργότερα, να αποκρυπτογραφούνται αποσπασματικά.
Η σημασία της καταστροφής της βιβλιοθήκης της Νινευή, για την αρχαϊκή περίοδο, ίσως είναι όμοια με την σημασία της καταστροφής της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας για τη κλασική περίοδο. Χάθηκε, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, ολόκληρο το πολιτισμικό έργο μιας εποχής που είχε μόλις μπεί στο κατώφλι της γραπτής απομνημονεύσεως του λόγου.
Άγγ. Βλάχος “Προλεγόμενα”, στο Ησιόδου, Θεογονία (εισαγ., μτφρ., σχόλια Στ.& Άγγ. Βλάχου, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (2η), σσ. 12, 13).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου