Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2025

η παράδοση των ιερών εβραϊκών κειμένων


Πιο παλαιά πηγή θεωρείται ο Ιαβιστής J (Jahve, Γιαχβέ, Ιαβέ), ο οποίος τελευταία αποδίδεται στον ιερέα Εβιατάρ (Ebjatar), έναν σύγχρονο του βασιλιά Δαβίδ. Λίγο αργότερα, άγνωστο πότε, τοποθετείται ο λεγόμενος Ελωχειμιστής (ή Ελοχιστής) Ε, που ανήκε στο βόρειο βασίλειο.

Μετά την κατάρρευση του βόρειου βασιλείου, το 722 [π.Χ.] ένας Εβραίος ιερέας συνένωσε μερικά κομμάτια του J και του E και πρόσθεσε δικά του κείμενα. Αυτή η συλλογή του λέγεται JE. Τον έβδομο αιώνα προστίθεται το Δευτερονόμιον, το πέμπτο βιβλίο, που δήθεν βρέθηκε ολόκληρο στον ναό.

Στην εποχή μετά την καταστροφή του ναού (586), κατά τη διάρκεια της εξορίας και μετά την επιστροφή, τοποθετείται η εκ νέου επεξεργασία που αποκαλείται «κώδικας των ιερέων».

Τον πέμπτο αιώνα το έργο υφίσταται την οριστική του σύνταξη και από τότε δεν έχει μεταβληθεί ουσιαστικά. [-Είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι ο οριστικός καθορισμός του εβραϊκού τύπου είναι αποτέλεσμα της μεταρρύθμισης του Έσδρα και του Νεεμία στον πέμπτο αιώνα π.Χ., δηλαδή μετά την εξορία, υπό την καλοπροαίρετη απέναντι στους Εβραίους περσική κυριαρχία.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας είχαν περάσει τότε περίπου 900 χρόνια από την εμφάνιση του Μωυσή. Σε αυτή την μεταρρύθμιση πραγματοποιήθηκαν όντως οι διατάξεις που σκόπευαν στον καθαγιασμό ολόκληρου του λαού, επιβλήθηκε ο διαχωρισμός από τους μη Εβραίους του περιβάλλοντός τους μέσω της απαγόρευσης των μεικτών γάμων, η Πεντάτευχος, το κυρίως βιβλίο των νόμων, έλαβε την οριστική μορφή του και αποπερατώθηκε η εκ νέου επεξεργασία η γνωστή ως κώδικας των ιερέωνκανόνας]. Καθώς φαίνεται μάλιστα, η μεταρρύθμιση δεν εισήγαγε νέες τάσεις, αλλά δέχθηκε παλαιότερα ερεθίσματα και τα ενίσχυσε].

Η ιστορία του βασιλιά Δαβίδ και της εποχής του είναι πιθανότατα έργο ενός συγχρόνου. Είναι σωστή ιστοριογραφία, πεντακόσια χρόνια πριν από τον Ηρόδοτο, τον «πατέρα της ιστορίας». Μπορεί να κατανοήσει κανείς αυτό το επίτευγμα αν σκεφθεί την αιγυπτιακή επιρροή, όπως την εννοούμε στη θέση που υποστηρίζουμε.

Διατυπώθηκε μάλιστα και η εικασία ότι οι Ισραηλίτες εκείνων των πανάρχαιων χρόνων, δηλαδή οι γραμματείς του Μωυσή, πρέπει να συμμετείχαν στην εφεύρεση του πρώτου αλφαβήτου [-Αν υφίσταντο την πίεση της απαγόρευσης των εικόνων, είχαν μάλιστα λόγο να εγκαταλείψουν τα ιερογλυφικά γράμματα, καθώς ετοίμαζαν τα δικά τους γράμματα για να εκφρασθούν σε μια νέα γλώσσα].

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 117-119).

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2025

η καθιέρωση του μονοθεϊσμού


Καμμιά άλλη πτυχή της θρησκευτικής ιστορίας δεν έγινε για μάς τόσο σαφής όσο η καθιέρωση του μονοθεϊσμού στους Εβραίους και η συνέχειά του στον χριστιανισμό, αν αφήσουμε κατά μέρος την επίσης κατανοητή εξέλιξη από το ζωικό τοτέμ στον ανθρώπινο θεό με τον τακτικό του συνοδό. (Ακόμη και οι τέσσερις Ευαγγελιστές του χριστιανισμού έχουν ο καθένας τους το αγαπημένο του ζώο).

Αν δεχθούμε προσωρινά την φαραωνική κοσμοκρατορία ως αφορμή για την ανάδυση της ιδέας του μονοθεϊσμού, θα δούμε ότι αυτή η ιδέα, ξερριζωμένη από το έδαφός της και μεταφερμένη σε άλλον λαό, διατρέχει μια λανθάνουσα περίοδο και έπειτα καταλαμβάνει αυτόν τον λαό, ο οποίος την φυλάει ως το πιο πολύτιμο κτήμα του και εκείνη με τη σειρά της κρατάει τον λαό στη ζωή προσφέροντάς του την περηφάνια ότι είναι ο περιούσιος λαός.

Είναι η θρησκεία του προπάτορα, με την οποία συνδέεται η ελπίδα για ανταμοιβή, διάκριση και τελικά για κοσμοκρατορία. Αυτή η τελευταία φανταστική επιθυμία, την οποία ο εβραϊκός λαός έχει εγκαταλείψει πριν από πολύν καιρό, ζεί ακόμη και σήμερα στους εχθρούς του εβραϊκού λαού που πιστεύουν στη συνωμοσία των «Σοφών της Σιών».

*

Φαίνεται ότι μια αυξανόμενη συνείδηση ενοχής είχε καταλάβει τον εβραϊκό λαό, ίσως μάλιστα ολόκληρο τον τότε πολιτισμένο κόσμο, ως πρόδρομος της επιστροφής του απωθημένου περιεχομένου, ώσπου κάποτε ένας από τις γραμμές αυτού του λαού, νομιμοποιημένος στον ρόλο ενός πολιτικοθρησκευτικού υποκινητή, βρήκε την αφορμή με την οποία μια νέα θρησκεία, ο χριστιανισμός, αποσπάσθηκε από τον ιουδαϊσμό.

Ο Παύλος, ένας Ρωμαίος εβραϊκής καταγωγής από την Ταρσό, συνέλαβε αυτή την συνείδηση ενοχής και σωστά την ανήγαγε στην προϊστορική της πηγή, στο «προπατορικό αμάρτημα», όπως το αποκάλεσε, ένα έγκλημα κατά του θεού, το οποίο μόνο με το θάνατο μπορεί να ξεπληρωθεί.

Με το προπατορικό αμάρτημα ήλθε στον κόσμο ο θάνατος. Στην πραγματικότητα αυτό το έγκλημα, που άξιζε τον θάνατο, ήταν η δολοφονία του προπάτορα που αργότερα θεοποιήθηκε.

Δεν έγινε όμως μνεία στην δολοφονία, αλλά στη θέση της μπήκε η φαντασίωση για την εξιλέωση από αυτή, γι’ αυτό και τούτη η φαντασίωση χαιρετίσθηκε ως αγγελία λύτρωσης (ευαγγέλιο). Ένας γιός του θεού δέχθηκε να θανατωθεί, αν και ήταν αθώος, και έτσι επωμίσθηκε την ενοχή όλων των ανθρώπων. Έπρεπε να είναι ένας γιός, διότι επρόκειτο για μια πατροκτονία.

Ίσως η ανάπτυξη της φαντασίωσης για την λύτρωση να επηρεάσθηκε από παραδόσεις ανατολικών και ελληνικών μυστηρίων. Το ουσιώδες σε αυτή πρέπει να οφείλεται στον ίδιο τον Παύλο, ο οποίος ήταν ένας άνθρωπος με βαθύτατες θρησκευτικές καταβολές· τα σκοτεινά ίχνη του παρελθόντος ελλόχευαν στην ψυχή του, έτοιμα να εκδηλωθούν σε πιο συνειδητές περιοχές.

Ότι ο λυτρωτής θυσιάσθηκε χωρίς να είναι ένοχος, αυτό ήταν προφανώς μια μεροληπτική παραμόρφωση που δυσκόλευε την λογική κατανόηση, διότι πώς μπορεί ένας αθώος, ένας μη ενεχόμενος στην δολοφονία, να πάρει πάνω του την ενοχή των δολοφόνων δεχόμενος ο ίδιος να θανατωθεί;

Στην ιστορική πραγματικότητα δεν υπήρχε μια τέτοια αντίφαση. Ο «λυτρωτής» δεν μπορούσε να είναι άλλος από τον κύριο υπαίτιο, τον αρχηγό της σπείρας των αδελφών που υπερνίκησε τον πατέρα.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 179, 180-181).

Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2024

περιούσιος λαός


Ακόμη περισσότερο ξενίζει η ιδέα ότι ένας θεός «εκλέγει» μονομιάς έναν λαό, τον κάνει λαό του και τον εαυτό του θεό αυτού του λαού. Νομίζω ότι αυτή η περίπτωση είναι μοναδική στην ιστορία των ανθρώπινων θρησκειών. Οπουδήποτε αλλού ο θεός και ο λαός είναι αδιαχώριστα ενωμένοι, είναι εξαρχής ένα.

Μερικές φορές ακούμε βέβαια ότι ένας λαός δέχεται άλλον θεό, ποτέ όμως ότι ένας θεός διαλέγει για τον εαυτό του άλλον λαό. Ίσως μπορέσουμε να κατανοήσουμε ώς έναν βαθμό αυτό το μοναδικό γεγονός, αν θυμηθούμε τις σχέσεις μεταξύ του Μωυσή και του εβραϊκού λαού. Ο Μωυσής καταδέχθηκε να προσεγγίσει τους Εβραίους και τους έκανε λαό του· ήταν ο «περιούσιος λαός» του.

[-Ο Γιαχβέ ήταν χωρίς αμφιβολία ηφαίστειος θεός. Οι κάτοικοι της Αιγύπτου δεν είχαν λόγο να τον λατρεύουν. Δεν είμαι ασφαλώς ο πρώτος που παρατηρεί την ηχητική συγγένεια του ονόματος Γιαχβέ με την ρίζα του ονόματος του άλλου θεού, του Ju-piter (Jovis) (δηλαδή του Διός. Σ.τ.μ.). […] (Τόσο το ιταλικό Giovedi όσο και το γαλλικό Jeudi, Πέμπτη, σημαίνουν ημέρα του Jovis, του Διός· η Πέμπτη στα γερμανικά λέγεται Donnerstag, ημέρα του θεού της βροντής Donar, αντίστοιχου κατ' αυτά του Jupiter, Jovis. Σ.τ.μ.).

Εδώ ανοίγονται ευρύτερες, αλλά και αβέβαιες προοπτικές. Φαίνεται ότι οι χώρες της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου εκείνους τους σκοτεινούς και ιστορικά σχεδόν ανερεύνητους αιώνες υπήρξαν θέατρα συχνών και έντονων ηφαιστειακών εκρήξεων, που πρέπει να έκαναν τεράστια εντύπωση στους περιοίκους. Ο Έβανς υποθέτει ότι και η τελική καταστροφή του ανακτόρου του Μίνωα στην Κνωσσό ήταν συνέπεια ενός σεισμού.

Στην Κρήτη, όπως μάλλον σε ολόκληρον τον κόσμο του Αιγαίου, λατρευόταν τότε η μεγάλη μητρική θεότητα. Η εμπειρία ότι αυτή δεν ήταν σε θέση να προστατεύσει τον οίκο της από τις επιθέσεις μιας μεγαλύτερης δύναμης μπορεί να ήταν ένας από τους λόγους που έπρεπε να παραχωρήσει τη θέση της σε μια ανδρική θεότητα, οπότε ο ηφαίστειος θεός είχε το προνόμιο να τήν υποκαταστήσει. Ο Ζευς εξακολουθεί να είναι ο «κοσμοσείστης».

Δεν υπάρχουν πολλές αμφιβολίες ότι σε εκείνους τους σκοτεινούς καιρούς τις μητρικές θεότητες τίς διαδέχθηκαν οι αρσενικοί θεοί (οι οποίοι αρχικά ήταν ίσως γιοί;). Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η μοίρα της Αθηνάς Παλλάδας, η οποία ασφαλώς ήταν η τοπική μορφή της μητρικής θεότητας, ενώ αργότερα, με την θρησκευτική ανατροπή, υποβιβάσθηκε σε θυγατέρα, έχασε τη μητέρα της και με την παρθενία που τής επιβλήθηκε αποκλείσθηκε για πάντα από την μητρότητα].

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 122-124, πρβλ. σ. 176).

Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024

εν Κάδης πόλει


[ιστορικός Ed.Meyer:] τα εβραϊκά φύλα από τα οποία αργότερα προήλθε ο λαός Ισραήλ δέχθηκαν κάποτε μια νέα θρησκεία. Αυτό όμως δεν έγινε στην Αίγυπτο ούτε στους πρόποδες ενός βουνού στην χερσόνησο Σινά, αλλά σε έναν τόπο που αποκαλείται Μεριβάτ-Κάδης, μια ιδιαίτερα πλούσια σε πηγές όαση στην περιοχή νότια της Παλαιστίνης, μεταξύ της ανατολικής εξόδου της χερσονήσου Σινά και της δυτικής άκρης της Αραβίας [-Η θέση δεν είναι εξακριβωμένη· μάλλον πρέπει να υποτεθεί ότι βρίσκεται στο σημερινό Νεγκέβ, περίπου στο γεωγραφικό πλάτος της Πέτρας, αλλά κάπου ογδόντα χιλιόμετρα πιο δυτικά. (Το Κάδης άλλοτε είναι τοπωνύμιο και άλλοτε σημαίνει αγίασμα, άγιος, άγια γή, ακόμη και ιερόδουλος [Ωσηέ δ΄ 14])].

Εκεί πήραν την λατρεία ενός θεού Γιαχβέ ίσως από την γειτονική αραβική φυλή των Μαδιανιτών. Σε αυτόν τον θεό πίστευαν πιθανώς και άλλες γειτονικές φυλές.

Ο Γιαχβέ ήταν χωρίς αμφιβολία ένας ηφαίστειος θεός. Όπως είναι όμως γνωστό, η Αίγυπτος δεν έχει ηφαίστεια, και στα βουνά τής χερσονήσου Σινά δεν υπήρξε ποτέ ηφαιστειακή δραστηριότητα, ενώ υπάρχουν ηφαίστεια, που μπορεί να ήταν ενεργά ακόμη και σε όψιμους καιρούς, κατά μήκος της δυτικής άκρης της Αραβίας. Ένα από αυτά τα βουνά πρέπει να ήταν λοιπόν το όρος Σινά-Χωρήβ, που το φαντάζονταν ως τόπο κατοικίας του Γιαχβέ.

*

Είναι γνωστό ότι η κριτική έρευνα της Βίβλου δέχεται δύο κείμενα ως πηγές τής Εξατεύχου. Χαρακτηρίζονται με τα γράμματα J και E, διότι στο πρώτο χρησιμοποιείται ως όνομα του θεού το «Jahve» [Γιαχβέ ή Ιαβέ] και στο δεύτερο το «Elohim» [Ελωχείμ ή Ελοχίμ]. Το όνομα στη δεύτερη περίπτωση είναι βέβαια Ελωχείμ και όχι Αδονάι, αλλά ας θυμηθούμε την παρατήρηση […]: «Τα διαφορετικά ονόματα δείχνουν καθαρά ότι αρχικά επρόκειτο για διαφορετικούς θεούς».

Θεωρήσαμε την διατήρηση της περιτομής ως απόδειξη του γεγονότος ότι κατά την ίδρυση της θρησκείας στο Κάδης έγινε ένας συμβιβασμός. Το περιεχόμενό του το βλέπουμε σε όσα εξιστορούν και οι δύο πηγές J και E, που συμφωνούν μεταξύ τους, δηλαδή σε αυτό το σημείο ανάγονται σε μια κοινή πηγή (γραπτό κείμενο ή προφορική παράδοση).

Η κύρια τάση ήταν να δείξουν το μεγαλείο και τη δύναμη του νέου θεού Γιαχβέ. Επειδή οι άνθρωποι του Μωυσή απέδιδαν πολύ μεγάλη σημασία στο βίωμα της εξόδου τους από την Αίγυπτο, αυτή η πράξη απελευθέρωσης έπρεπε να πιστωθεί στον Γιαχβέ, και αυτό το γεγονός στολίσθηκε με στοιχεία που φανερώνουν το φοβερό μεγαλείο του ηφαίστειου θεού, όπως είναι ο στύλος νεφέλης που τη νύχτα μετατρεπόταν σε στύλο πυρός [Έξοδος ιγ΄ 21], και ο ισχυρός άνεμος που για λίγο μετέτρεψε τη θάλασσα σε στεριά ανοίγοντας τα νερά, έτσι που τα επιστρέφοντα νερά έπνιξαν τους διώκτες [Έξοδος ιδ΄ 21-28].

Ταυτόχρονα τα γεγονότα τής εξόδου και τής ίδρυσης τής θρησκείας τοποθετήθηκαν το ένα κοντά στο άλλο και το μεγάλο διάστημα ανάμεσά τους αποσιωπήθηκε· επίσης η παράδοση του νόμου δεν έγινε στο Κάδης, αλλά στους πρόποδες του όρους τού θεού κάτω από τα σημάδια μιας ηφαιστειακής έκρηξης.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 105-106, 114-115, πρβλ. σσ. 154-155 για τις παραδόσεις που συναντήθηκαν στο Κάδης). - Στο τίτλο του παρόντος λεξούλες εκ του χωρίου των Αριθμών κ΄ 16.

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2024

ο αρχηγός της εξόδου


Ο ονειροπόλος Ιχνατόν είχε αποξενωθεί από τον λαό του και άφησε την αυτοκρατορία του να θρυμματισθεί. Στη δραστήρια φύση του Μωυσή ανταποκρινόταν το σχέδιο να ιδρύσει ένα νέο βασίλειο, να βρεί ένα νέο λαό, στον οποίο ήθελε να χαρίσει για λατρεία την περιφρονημένη στην Αίγυπτο θρησκεία. Ήταν, όπως βλέπουμε, μια ηρωική προσπάθεια να εναντιωθεί στο πεπρωμένο, να αποζημιωθεί από δύο μεριές για τις απώλειες που τού έφερε η καταστροφή του Ιχνατόν.

Τότε ήταν ίσως τοποτηρητής σε εκείνη την παραμεθόριο επαρχία (Γκοσέν, [Γεσέμ]) όπου (ακόμη στην εποχή των Υκσώς; [-Μια εποχή ταραχών περίπου 200 χρόνια πριν από τον Ιχνατόν, όταν ένας σημιτικός λαός, οι λεγόμενοι «βασιλείς-ποιμένες», κατείχαν την βόρεια Αίγυπτο]) είχαν εγκατασταθεί ορισμένα σημιτικά φύλα. Αυτά διάλεξε ως νέον λαό του. Μια κοσμοϊστορική απόφαση!

Συνεννοήθηκε μαζί τους, τέθηκε επικεφαλής και οργάνωσε την αποδημία «εν χειρί κραταιά» [Έξοδος ιγ, 3, 14, 16]. Σε πλήρη αντίθεση προς την βιβλική παράδοση πρέπει να υποθέσουμε ότι αυτή η έξοδος πραγματοποιήθηκε ειρηνικά και χωρίς διωγμούς. Την κατέστησε δυνατή το κύρος του Μωυσή, και μια κεντρική εξουσία που θα ήθελε να την εμποδίσει δεν υπήρχε εκείνη την περίοδο.

Σύμφωνα με την κατασκευή μας αυτή η έξοδος από την Αίγυπτο εμπίπτει στο χρονικό διάστημα μεταξύ του 1358 και του 1350, δηλαδή μετά τον θάνατο του Ιχνατόν και πριν από την αποκατάσταση της κρατικής εξουσίας από τον Χορεμχέβ [-Δηλαδή έναν αιώνα νωρίτερα απ' ότι υποθέτουν οι περισσότεροι ιστορικοί, που την τοποθετούν στην 19η δυναστεία υπό τον Μενεφθά].

Στόχος της πορείας μπορούσε να είναι μόνον η γή Χαναάν. Εκεί είχαν εισβάλει μετά την κατάρρευση της αιγυπτικής κυριαρχίας στίφη Αραμαίων πολεμιστών, που κατακτώντας και λεηλατώντας έδειξαν πού μπορεί ένας άξιος λαός να αποκτήσει γή.

Γνωρίζουμε αυτούς τους πολεμιστές από τις επιστολές που βρέθηκαν το 1887 στο αρχείο της ερειπωμένης πόλης Αμάρνα. Εκεί αποκαλούνται ΧαμπιρίΧαμπιρού], ένα όνομα που, δεν ξέρουμε πώς, πέρασε στους αργότερα ερχόμενους εισβολείς -Εβραίους- τούς οποίους είναι αδύνατον να εννοούν οι επιστολές της Αμάρνα.

Νοτιότερα της Παλαιστίνης -στη γή Χαναάν- κατοικούσαν και εκείνα τα φύλα που συγγένευαν πιο στενά με τους εξερχόμενους τώρα από την Αίγυπτο Εβραίους.
*

Η ίδια η βιβλική ιστορία αποδίδει στον Μωυσή μερικά γνωρίσματα που φαίνονται απίστευτα. Τον περιγράφει ως θυμώδη, ευέξαπτο, όπως όταν στην αγανάκτησή του σκοτώνει τόν βάναυσο επόπτη που χτύπησε έναν Εβραίο εργάτη [Έξοδος β΄ 11-12] ή όταν οργισμένος για την αποσκίρτηση του λαού συνέτριψε τις πλάκες με τους νόμους, που τίς είχε φέρει από το όρος τού θεού [Σινά] [Έξοδος λβ΄ 19]· ακόμη και ο θεός τόν τιμωρεί στο τέλος, επειδή συμπεριφέρθηκε χωρίς υπομονή, αλλά δεν αναφέρεται η πράξη ανυπομονησίας [-Αν αυτό εννοεί ότι στο τέλος της ζωής του απαγορεύθηκε στον Μωυσή να μπεί στη Γή της Επαγγελίας (Δευτερονόμιον λδ΄ 4), σε άλλο χωρίο δίδεται μια αιτιολογία: Ο θεός τόν τιμωρεί για την ανυπομονησία του, διότι, αντί απλώς να μιλήσει στην πέτρα για να βγεί νερό, τήν χτύπησε με το ραβδί του (Αριθμοί κ΄ 11-12)]. Επειδή μια τέτοια ιδιότητα δεν υπηρετεί την εξύμνηση, θα μπορούσε να ανταποκρίνεται στην ιστορική αλήθεια.

Δεν μπορούμε επίσης να αποκλείσουμε την δυνατότητα μερικά από τα χαρακτηριστικά τής παλαιάς ιδέας των Εβραίων για τον θεό τους, ότι είναι πλήρης ζήλου, αυστηρός και ανεπιεικής, να οφείλονται κατά βάθος στις αναμνήσεις από το Μωυσή, διότι στην πραγματικότητας δεν τούς έφερε από την Αίγυπτο ένας αόρατος θεός, αλλά ο άνδρας Μωυσής.

Ένα άλλο γνώρισμα που τού αποδίδεται αξίζει να προσεχθεί ιδιαίτερα. Ο Μωυσής φέρεται ως «βραδύγλωσσος», είχε δηλαδή μια γλωσσική αναστολή ή ένα γλωσσικό ελάττωμα, και έτσι στις υποτιθέμενες διαπραγματεύσεις με τον φαραώ χρειαζόταν την υποστήριξη του Ααρών, ο οποίος αποκαλείται αδελφός του [Έξοδος δ’ 10, 14]. Μπορεί και αυτό να ανταποκρίνεται στην ιστορική αλήθεια, οπότε θα ήταν μια επιθυμητή συμβολή στο ζωντάνεμα τής φυσιογνωμίας του μεγάλου άνδρα.

Μπορεί όμως να έχει άλλη, πιο σπουδαία σημασία. Η πληροφορία μπορεί να μνημονεύει με ελαφρά παραποιημένον τρόπο το γεγονός ότι ο Μωυσής ήταν ξενόγλωσσος και με τους σημιτικής καταγωγής νεοαιγυπτίους του δεν μπορούσε να επικοινωνήσει χωρίς διερμηνέα, τουλάχιστον στο πρώτο στάδιο των σχέσεών τους. Δηλαδή μια νέα επιβεβαίωση της θέσης ότι ο Μωυσής ήταν Αιγύπτιος.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 98-99, 103-105, πρβλ. σ. 127).

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2024

η πρόοδος στην πνευματικότητα


Για να ασκήσει κανείς διαρκείς επιδράσεις σε έναν λαό, δεν αρκεί προφανώς να τον διαβεβαιώσει ότι είναι ο εκλεκτός του θεού. Για να το πιστέψει ο λαός και να βγάλει συμπεράσματα από αυτή την πίστη, πρέπει κανείς κατά κάποιον τρόπο και να τού το αποδείξει. Τέτοια απόδειξη στην μωσαϊκή θρησκεία ήταν η έξοδος από την Αίγυπτο. Ο θεός, ή ο Μωυσής στο όνομά του, δεν κουραζόταν να επικαλείται αυτή την εκδήλωση εύνοιας.

Η γιορτή του Πάσχα (Πεσάχ, από το αιγυπτιακό Πισσάχ, η γιορτή της εαρινής ισημερίας, Σ.τ.μ.) καθιερώθηκε για να διατηρείται η μνήμη αυτού του γεγονότος, ή μάλλον μια πατροπαράδοτη γιορτή έλαβε το περιεχόμενο αυτής της ανάμνησης. Ήταν όμως μόνο μια ανάμνηση, αφού το γεγονός ανήκε σε ένα συγκεκριμένο παρελθόν.

Στο παρόν ήταν πολύ σπάνια τα σημάδια της εύνοιας του θεού, η μοίρα αυτού του λαού έδειχνε μάλλον ότι είχε περιπέσει σε δυσμένεια. Πρωτόγονοι λαοί καθαιρούσαν συνήθως τους θεούς τους ή ακόμη και τούς τιμωρούσαν, όταν δεν εκπλήρωναν την υποχρέωσή τους να τούς εξασφαλίσουν νίκη, ευτυχία και άνεση.

Οι βασιλιάδες όλων των εποχών δεν είχαν διαφορετική μεταχείριση από εκείνη που υφίσταντο οι θεοί· αυτό αποδεικνύει μια παλαιά ταυτότητα, την γένεση και των δύο από κοινή ρίζα. Αλλά και οι σύγχρονοι λαοί διώχνουν επίσης τους βασιλιάδες τους, όταν οι ήττες με τις αντίστοιχες απώλειες σε εδάφη και χρήματα αμαυρώνουν την αίγλη της κυριαρχίας τους.

Γιατί όμως ο λαός Ισραήλ έδειχνε πάντα τόσο μεγαλύτερη αφοσίωση στον θεό του όσο χειρότερη μεταχείριση είχε από αυτόν είναι ένα πρόβλημα που προς το παρόν πρέπει να αφήνουμε ανοιχτό.

Μάς προτρέπει ίσως να εξετάσουμε μήπως η μωσαϊκή θρησκεία δεν είχε αποφέρει στον λαό τίποτε άλλο από την τόνωση του αισθήματος αυτοεκτίμησης μέσω της συνείδησης ότι είναι ο περιούσιος λαός. Και το επόμενο στοιχείο είναι όντως εύκολο να βρεθεί.

Η θρησκεία απέφερε στους Εβραίους μια πολύ πιο μεγαλειώδη παράσταση του θεού ή, όπως θα λέγαμε πιο νηφάλια, την παράσταση ενός πιο μεγαλειώδους θεού. Όποιος πίστευε σε αυτόν τον θεό συμμετείχε κατά κάποιον τρόπο στο μεγαλείο του, μπορούσε να αισθάνεται και αυτός εξυψωμένος.

*

[…] Αλλά αυτή η στροφή από τη μητέρα προς τον πατέρα δηλώνει επιπλέον μια νίκη της πνευματικότητας επί του κόσμου των αισθήσεων, δηλαδή μια πρόοδο του πολιτισμού, αφού η μητρότητα αποδεικνύεται με την μαρτυρία των αισθήσεων, ενώ η πατρότητα είναι μια παραδοχή στηριζόμενη σε ένα συμπέρασμα και σε μια προϋπόθεση.

*

[…] Ο άνθρωπος αισθάνθηκε την ανάγκη να αναγνωρίσει γενικά «πνευματικές» δυνάμεις, δυνάμεις δηλαδή που δεν μπορούν να συλληφθούν με τις αισθήσεις, προπάντων με την όραση, αλλά που έχουν αδιαμφισβήτητες, και μάλιστα πανίσχυρες επιδράσεις.

Αν μπορούμε να εμπιστευθούμε την μαρτυρία της γλώσσας, πρότυπο της πνευματικότητας αποτέλεσε ο κινούμενος αέρας, διότι το πνεύμα δανείσθηκε την ονομασία του από την πνοή (animus, spiritus, [άνεμος], εβραϊκά: ρουάχ, δηλαδή πνοή).

Έτσι ανακαλύφθηκε και η ψυχή ως πνευματική αρχή του ανθρώπινου ατόμου. Η παρατήρηση ξανάβρισκε τον κινούμενο αέρα στην αναπνοή του ανθρώπου, που με τον θάνατο σταματάει· ακόμη και σήμερα ο θνήσκων άνθρωπος εκπνέει την ψυχή του. Έτσι αποκαλύφθηκε στον άνθρωπο το βασίλειο των πνευμάτων· ήταν πια έτοιμος να αποδώσει σε κάθε στοιχείο της φύσης την ψυχή που ανακάλυψε μέσα του.

Όλος ο κόσμος εμψυχώθηκε, και η επιστήμη, που ήλθε πολύ αργότερα, κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να αναγορεύσει άψυχο ένα μέρος του κόσμου, ένα έργο που δεν έχει αποπερατώσει ακόμη.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 210-211, 219-220, 220-221).