[...] η πρακτική των ανθρώπων,
να πηγαίνουν σε έναν μοναχό που δεν είναι ιερέας
για νουθεσία και για τη συγχώρηση του Θεού,
δεν σταμάτησε τελείως.*
να πηγαίνουν σε έναν μοναχό που δεν είναι ιερέας
για νουθεσία και για τη συγχώρηση του Θεού,
δεν σταμάτησε τελείως.*
[...] ενώ ο πρώτος κανόνας της μετάνοιας σε βάζει στον ορθό δρόμο, τη στιγμή που μόλις έχεις λοξοδρομήσει, ο πρώτος κανόνας της εξομολόγησης των λογισμών, ελπίζει κανείς, ότι τον βάζει πάλι στον ορθό δρόμο προτού λοξοδρομήσει.
Η διήκουσα αρχή που διαπερνάει τη μοναστική εξαγόρευση των λογισμών είναι προφανής: περιγράφεται με τον ακόλουθο τρόπο στο Γεροντικό, τη συλλογή αυτή των αποφθεγμάτων των Πατέρων της ερήμου:
Εάν ανήθικες σκέψεις σε προβληματίζουν, μην τις κρύψεις, αλλά εξομολογήσου τις αμέσως στον πνευματικό σου και καταδίκασέ τες.
Όσο περισσότερο ένας άνθρωπος φανερώνει τις σκέψεις του, τόσο περισσότερο αποκτά δύναμη. Αλλά μια κακή σκέψη, όταν έρχεται στην επιφάνεια, αμέσως καταστρέφεται.
Εάν κρύβεις πράγματα, αυτά διαθέτουν μεγαλύτερη δύναμη πάνω σου, αλλά εάν τα φανερώνεις ενώπιον τού Θεού, ενώπιον κάποιου άλλου, στην περίπτωση αυτή θα μαραθούν και θα χάσουν τη δύναμή τους.
Η διαδικασία να φέρει κανείς στο φώς ό,τι είναι κρυμμένο, έχει αποφασιστική αξία για την πνευματική νουθεσία. Πρόκειται, βεβαίως, εδώ επίσης και για μία αρχή της σύγχρονης ψυχοθεραπείας, αν και οι Πατέρες τής ερήμου τη σκέφτηκαν πρώτοι πριν από τον Φρόιντ και τον Γιούνγκ.
*
Εάν το μοντέλο της δημόσιας εξαγόρευσης των αμαρτιών έχει δικανικό χαρακτήρα, το μοντέλο αυτό της πνευματικής νουθεσίας είναι περισσότερο θεραπευτικό. Η εξομολόγηση, όπως την ξέρουμε σήμερα, εκφράζει την από κοινού ανάπτυξη των δύο τάσεων.
Από τον 4ο αιώνα και εξής, με την αύξηση του αριθμού των χριστιανών, το σύστημα της δημόσιας εξαγόρευσης των αμαρτιών έπεσε σταδιακά σε αχρησία. Σε μία μεγαλύτερη χριστιανική κοινότητα, η εμπιστοσύνη που υπήρχε στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες της Εκκλησίας άρχισε να χάνεται. Το να συζητήσει κανείς δημόσια, ενώπιον του συνόλου της κοινότητας, τις αμαρτίες των επιμέρους μελών της κατέστη τελικά αιτία σκανδάλων.
Επομένως από τον 4ο αιώνα και εξής, η μετάνοια έχασε σταδιακά τον δημόσιο χαρακτήρα της. Κατέληξε τελικά να είναι μια προσωπική συνάντηση μεταξύ του επισκόπου και εκείνου που είχε αμαρτήσει. Επίσης με την αύξηση του αριθμού των χριστιανών, ο επίσκοπος μόνος του δεν μπορούσε να διαχειρίζεται την πρακτική της μετάνοιας, με αποτέλεσμα να αναθέσει το καθήκον αυτό σε συγκεκριμένους ιερείς.
*
Αυτό που φέρνουμε στον Χριστό δεν είναι μια εξαντλητική λίστα αμαρτιών, αλλά τον ίδιο τον εαυτό μας. Δεν φέρνουμε απλά τις αμαρτίες μας, αλλά την αμαρτωλότητά μας, επειδή συχνά η αμαρτωλότητα είναι πολύ βαθύτερη από την εξαγόρευση ορισμένων συγκεκριμένων πράξεων.
Αλλά και πάλι δεν απομονώνουμε την αμαρτωλότητά μας από ολάκερη την προσωπικότητά μας. Αυτό που φέρνουμε ενώπιον του Χριστού κατά την εξομολόγηση είναι ο εαυτός μας, και για κάτι τέτοιο απαιτείται χρόνος.
Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 52-53, 53, 58). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 53).