Γιατί όμως μάς συνεπαίρνει ο έρωτας; Τί είναι ο έρωτας; 'Ενα οποιοδήποτε αντικείμενο, όσο όμορφο κι αν είναι, αρκεί για να εξηγήσει τον έρωτα που εμπνέει; Πράγματι, μέσα στον παραμικρό έρωτα υπάρχει η προαίσθηση του απείρου, του υπερβαίνοντος κάθε μορφή, δηλαδή του απολύτου Αγαθού:Περί αυτού δίνει μαρτυρία και το αίσθημα των εραστών. Στον βαθμό που κάποιος μένει στην αισθητή μορφή, δεν αισθάνεται ακόμη τον έρωτα. Οταν όμως από εκείνη την αισθητή μορφή γεννήσει δι’ εαυτόν μια μορφή μη αισθητή στο αδιαίρετο μέρος της ψυχής του, τότε φυτρώνει ο έρωτας. Κι αν ο εραστής επιθυμεί να βλέπει τον ερώμενο, είναι απλά για να ποτίσει αυτή την μη αισθητή μορφή που μαραίνεται. Αν όμως συνειδητοποιούσε πως πρέπει να μεταβαίνει διαρκώς προς το «αμορφότερο», τότε θα επιθυμούσε το ίδιο το Αγαθό. Γιατί αυτό που ένιωσε εξ αρχής είναι έρωτας φωτός μεγάλου που ξεκίνησε από ένα σέλας αμυδρόφωτο. (Εννεάδες VI 7, 33, 22).
Ερωτευόμαστε γιατί κάτι απροσδιόριστο προστίθεται στην ομορφιά: κίνηση, ζωή, λάμψη που την κάνουν ποθητή, και χωρίς αυτές η ομορφιά μένει ψυχρή και αδρανής:Ακόμη κι εδώ κάτω, η ομορφιά υπάρχει περισσότερο στο φως που ακτινοβολεί στην συμμετρία παρά στην ίδια την συμμετρία. Αυτό την κάνει να θέλγει. Γιατί, στ’ αλήθεια, πάνω σε ένα ζωντανό πρόσωπο η ομορφιά είναι απαστράπτουσα, ενώ το νεκρό πρόσωπο δεν διατηρεί απ’ αυτήν παρά ένα ίχνος, ακόμη και αν η σάρκα του και η συμμετρία του δεν έχουν ακόμη φθαρεί;... Ακόμη και η ασχήμια ενός ζωντανού ανθρώπου δεν είναι ομορφότερη από το άγαλμα ενός όμορφου; (Εννεάδες VI 7, 22, 24).
Pierre Hadot, Πλωτίνος ή η απλότητα του βλέμματος (μτφρ. Ευδ. Δελλή, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2007, σσ. 175-176).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου