Τρίτη 28 Αυγούστου 2012

να ξαναδώσω θαύμα


Και 'γω που τόσο πόθησα να σπείρω το κορμί σου
να γίνω άνοιξη βαθιά βροχή χρυσή στους πιο βαθιούς λαγόνες
να γίνω αίμα ποταμός σπασμός χυμένο σπέρμα να γίνω μέσα σου ζωή
ζωή να ξαναδώσω θαύμα



Ζ.Δ. Αϊναλής, από τη σύνθεση∙ «Κάθε Πρωΐ. Πέντε Ποιήματα Για Την...*», από την συλλογή∙ Αποσπάσματα (έκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2008, σ. 110).



-----
* «Τα κείμενα του Κάθε Πρωΐ γράφτηκαν στο Παρίσι από τον Γενάρη μέχρι τον Απρίλη του 2007», σύμφωνα με σημείωση του νεαρού συγγραφέα στην ίδια σελίδα (ό.π.).

23 σχόλια:

ellinida είπε...

Είχα καιρό να' ρθω, μιά χαρά σε βρίσκω. Χαίρε φίλε μου αγαπητέ!

το θείο τραγί είπε...

Καλώς ορίσατε, καλή μου φίλη! Δύναμη σάς εύχομαι πολλή. Την χρειαζόμεστε όλοι, ότι ο βίος ανηφορικός.

Εύχαρις
ο ίδιος.

metabasis είπε...

Μετὰ τὴν καῦλα ἀκολουθεῖ ἡ θυσία. Τὸ γνωρίζει αὐτὸ ἡ χρυσὴ βροχή ;

το θείο τραγί είπε...

Σάς άρεσε το ποίημα, αγαπητή μου Μετάβαση;

Δεν είναι υπέροχο;

Δεν είναι κακό να έχουμε καύλες, άλλωστε. Είναι;
Δέστε εδωδά, και κατόπιν περάστε κι απ' εδώ.

Καλήν απόλαυση να ευχυθώ.
Εύχαρις.
Ο ίδιος.

metabasis είπε...

Σύντροφε σπολάτη σου,

ἐγὼ εἶμαι πάνω ἀπὸ σαράντα καὶ δὲν μοῦ ἀρέσει τὸ ποίημα.

Ἀντιβουλησιοκρατικά

Μ

το θείο τραγί είπε...

Προτιμάτε ίσως (ίδετε εδωδά στο κάτω κάτω της γραφής, χαμηλά) το άλλης αισθητικής Ερωτικό της Αχερουσίας;

'Εχετε παιδιά, αγαπητή μου Μετάβαση; (Και συμπαθάτε με).

metabasis είπε...

Λείπει τὸ link ;
Θὰ γράψω κάτι ἐκτενέστερο γιὰ νὰ συνεννοηθοῦμε.
Ἄς μείνει τὸ post pending.

Ἕχω δύο παιδάκια.
Μ

το θείο τραγί είπε...

Ιδού το θαύμα!

Ωστόσο, link δεν απαιτείται. Το ποίημα του Δάλλα είναι χαμηλά χαμηλά... στο κάτω κάτω της εδώ αώρου μου γραφής...

Εύχαρις
Ο ίδιος

φιλώ σας

metabasis είπε...

OK, συνεννοηθήκαμε
Μ

το θείο τραγί είπε...

Ναι, αλλά τα ερωτήματά μου έμειναν αναπάντητα!

metabasis είπε...

"Έτσι όπως ανεπαίσθητα περνάς από τη μια εποχή στην άλλη κι όλα ειν' ακαθόριστα καθώς το φως το χρώμα κ' οι φωνές της μιας γίνονται αισθήματα και χύνονται μέσα στην άλλη
Όμοια κ' εγώ ταξίδευα κάτω απ' τα δέντρα αυτού του γέρου ποταμού κ' είχα την αχερούσια γυναίκα που άλλαζε μορφές στην αγκαλιά μου
Μαστοί της γης πλόκαμοι ιτιάς μάτια και δέρμα σκίρτημα βυθών και κάτω η γύμνια της ατέλειωτη μες στο κουπί μου
Και στη στροφή που βράδιαζε γυρίζω και τη βλέπω που κιτρίνιζε σαν ν' άρπαξε ο μισός Αχέροντας φωτιά κι αυτή στη μέση τρίζοντας να καμπουριάζει
Κ' εγώ που 'χα το σώμα της αγάπης κ' έτρεμε γεμίζοντας τις χούφτες πήγαινα βουλιάζοντας από τη μια στην άλλη μου ηλικία Μ' ένα λαγήνι στάχτη πέρασα στον Άδη"

ἀνάμεσα στὸ προηγούμενο καὶ σ’αὐτό :

"Νὰ σοῦ γλείψω τὰ χέρια, νὰ σοῦ γλείψω τὰ πόδια –
ἡ ἀγάπη κερδίζεται μὲ τὴν ὑποταγή.
Δὲν ξέρω πῶς ἀντιλαμβάνεσαι ἐσὺ τὸν ἔρωτα.
Δὲν εἶναι μόνο μούσκεμα χειλιῶν,
φυτέματα ἀγκαλιασμάτων στὶς μασχάλες,
συσκότιση παραπόνου,
παρηγοριὰ σπασμῶν.
Εἶναι προπάντων ἐπαλήθευση τῆς μοναξιᾶς μας,
ὅταν ἐπιχειροῦμε νὰ κουρνιάσουμε σὲ δυσκολοκατάχτητο κορμί."

ὑπάρχει ἡ συγγένεια τοῦ βάθους. Γενικά προκρίνεται, κατὰ τὴ γνώμη μου, τὸ «κυκλικό» ποίημα, αὐτὸ ποὺ δείχνει τὴν ἀλυσιτέλεια τοῦ Ἔρωτα, τὴν πορεία πρὸς τὸ μηδέν καὶ ὄχι αὐτὸ - ἂς τὸ ποῦμε «εὐθύγραμμο» - ποὺ δείχνει τὴν αὐτάρεσκη χαρὰ τοῦ γαργαλημένου στὰ ἀχαμνά.

Τὴ γνώμη μου λέω δὲν παριστάνω τὸν εἰδικό. Ἐσὺ ποὺ ἀπὸ ὅ,τι φαίνεται ξέρεις περισσότερα ἀποφάσισε.

Μ

το θείο τραγί είπε...

Θα τα υποστηρίζατε όλα αυτά και διά ζώσης;

metabasis είπε...

Τὶ νὰ κάνω δηλαδή, νὰ δώσω διάλεξη ;
Εἶμαι ἀρκετὰ ντροπαλός, ἢ ὄχι τόσο ἀνθρωποάρεσκος γιὰ νὰ τὸ ἐπιδιώξω.

Τὰ λέμε σὲ νέο post ἢ στὸ χοιροβοσκὸ δοθείσης εὐκαιρίας.

Μ

το θείο τραγί είπε...

Λυπούμαι αλλά δεν σκοπεύω να σάς [παρ]ακολουθήσω μέσα σε τόσην ειρωνεία.

Αρκεί.
Ο ίδιος.

metabasis είπε...

Δεχτεῖτε τὴν συγνώμη μου, ἐὰν ἀθελά μου, σᾶς προσέβαλα.

M

το θείο τραγί είπε...

Οφείλετε τουλάχιστον να δώσετε εξηγήσεις για την λέξη 'θυσία' που αρχικώς χρησιμοποιήσατε και δεύτερον να αποδώσετε τιμή στο ποίημα του Δάλλα. Δεν νομίζετε πως λέει πολύ περισσότερα από αυτά που είδατε; [Κι αφήστε τις ευσεβείς γαλιφιές]. Ο ίδιος.

metabasis είπε...

Στὴν ἤδη μνημονευθείσα (σὲ παλαιότερo post) συνέντευξη Χριστιανόπουλου στὸν Τσαγκαρουσιάνο, ὁ ποιητὴς ἀναφέρεται στὴ θυσία ποὺ πρέπει νὰ κάνει ὁ ἐραστὴς γιὰ νὰ σταθεῖ στὸ ὕψος τῶν συνεπειῶν τῆς πράξης του.
Αὐτὴν τὴ θυσία τὴν καταλαβαίνει κάθε ἄνθρωπος καὶ τόσο εὐκολότερα τὴν ἀποδέχεται, συνήθως, ὅσο ἐντονότερα καταποντίζεται τὸ σῶμα.
Ἡ ἐπίγνωση αὐτὴ λοιπὸν εἶναι κοινή. Ἀσυνήθιστη εἶναι ἡ ἀπόρριψη τῆς Ρεγγίνας ἀπὸ τὸν Kierkegaard, ἡ θυσία τῆς ἀγάπης «διὰ τὸ πλῆθος τοῦ ἔρωτος».
Θεωρεῖστε, λοιπόν, τὴ θυσία ὡς ἕνα τόξο ποὺ τανύεται ἀπὸ τὸ μόχθο γιὰ «νὰ ταϊσω τὰ παιδιά μου» μέχρι τὴ νέκρωση τοῦ αἰσθήματος.
Αὐτὸ ποὺ λέω εἶναι ὅτι τὸ τόξο αὐτὸ ἀνήκει πλήρως στὸν ἔρωτα, ὄχι ὡς ἀνεπιθύμητη παρενέργεια, οὔτε ὡς ὑπερβολὴ τοῦ θρησκεύεσθαι, ἀλλὰ ὡς ἀναγκαῖο ὅπλο γιὰ τὴ στόχευση τοῦ ὑπαρκτικοῦ κέντρου.

Ὅταν ὁ Καρυωτάκης λέει (ἀπὸ μνήμης), «σαρκάζει τὸ κρεββάτι τὴ χαρά τους/κι αὐτοὶ λὲνε πὼς ἔτριξε/δὲ λὲνε πὼς τὸ κρεββάτι/ὁραματίζεται μελλοντικοὺς θανάτους», ἐσεῖς τὶ σκέφτεστε ;

Δῶστε μου λίγο χρόνο γιὰ τὸν Δάλλα.

Μ

metabasis είπε...

// Τὸ ταξίδι τοῦ Δάλλα στὴ σωματικότητα

Θὰ μποροῦσα, ἐὰν εἶχα λίγο χρόνο ( καὶ ἂν μποροῦσα νὰ παραβλέψω ὅτι δὲν ἔχουμε ἐμεῖς τὸ χρόνο, ἀλλὰ ὁ χρόνος ἐμᾶς) νὰ γράψω περισσότερα.
Ἡ «μητριά μας ἡ ἀλύγιστη βαρύτητα» ποὺ λέει κι ὁ Καροῦζος, εὐδοκεῖ στὴν πτώση μας, ἐνῶ ἡ ἐλπίδα ποὺ κομίζει ὁ «τοῖς πεσοῦσι παρέχων Ἀνάστασιν» μετεωρίζεται στὰ διάκενα τῶν λέξεων.
Ἡ ποίηση, κατὰ τὴ γνώμη μου, εἶναι τὸ φύτρο αὐτῆς τῆς ρωγμῆς. Ἡ ρωγμή, τὸ χάσμα - ὄχι τὸ χαῖνον, ἀλλὰ τὸ μεστὸ νοήματος - ἀνάμεσα στὸ ἐνθᾶδε καὶ τὸ ἐπέκεινα στεφανώνει τὸν ποιητή. Ὄχι τοὺς ἀργολόγους τοῦ στίχου καὶ τοὺς καταφερτζῆδες τῆς ρίμας, ἀλλὰ τοὺς κοπιῶντες τῆς γραφῆς ζητᾶμε. Εἰδικότερα ὅταν πρόκειται γιὰ ἑλληνικά, μιὰ γλώσσα δηλαδὴ ποὺ «γράφει» μόνη της, ὁ μόχθος νὰ ἀποφύγουμε τὴν εὐκολία ἐπιβάλλεται.
Πῶς περιγράφεται λοιπὸν ἡ σωματικότητα ἀπὸ τὸν Δάλλα ;
Ἀρχικὰ μὲ μιὰ προειδοποίηση «αχερούσια γυναίκα» , ἔπειτα μὲ μιὰ περιγραφὴ τῆς γειτνίασης τῶν σωμάτων :
«Μαστοί της γης πλόκαμοι ιτιάς μάτια και δέρμα σκίρτημα βυθών και κάτω η γύμνια της ατέλειωτη μες στο κουπί μου»
Πρόκειται γιὰ κλινοπάλη, μὲ ὅπλο τὸ (δολιχόσκιο ; μείλινο ;) κουπί – δόρυ. Ὅ,τι κατακτᾶται μὲ τὸ δόρυ εἶναι δοριάλωτο, ἀλλὰ ἐδῶ τὸ ἔπαθλο - ἂν ὑπάρχει – δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ δορίαλλος (ἡ προφάνεια τῆς γυναικείας φύσης)˙ ἡ γύμνια ἡ ἀτέλειωτη εἶναι βαθύτερο σημαῖνον.
Ποιὸς μπορεῖ νὰ αἰσθάνεται νικητὴς μ’ ἕνα λαγήνι στάχτη στὰ χέρια ;
Ὡστόσο, στὸ στίχο «Μ' ένα λαγήνι στάχτη πέρασα στον Άδη» κρύβεται τὸ ἀναστάσιμο μήνυμα. Μιὰ καὶ τὸ πέρασμα, τὸ Πάσχα δηλαδή, μᾶς ὁδηγεῖ στὴν Ἀνάσταση.

Τὸ ποίημα εἶναι ἀνοιχτό.

Μ

το θείο τραγί είπε...

Σάς ευχαριστώ. Να που ξαναδώσατε θαύμα! 'Ο,τι καλόν! Χαίρομαι.

Βέβαια, αν ο στίχος 'Μαστοί κλπ στο κουπί μου' δεν είναι τίποτα περισσότερο από τον ίδιο τον Αχέροντα ποταμό ή του Λούρου η κατεβασιά [/ ανεβασιά προς τα Γιάννινα - πατρίδα του ποιητή] με τα πλατάνια, τότε η γυναίκα είν' ένας ποταμός και η κλινοπάλη μια ολόκληρη οδύσσεια, με την απαραίτητη νέκυια και τα λοιπά της σωτηρίας μ' ένα λαγήνι στάχτη... και μάλιστα στην πορεία αυτή βουλιάζοντας από τη μια στην άλλη [...] ηλικία.

Και πάλι σάς ευχαριστώ για όλ' αυτά [αν και, κάπως ξινά, μού θυμήσατε δυό φοιτητές που μιλούσαν όλο για το 'επέκεινα' ο ένας και όλο για τον Kierkegaard ο άλλος. Με την ευκαιρία, για την Ρεγγίνα του κι εδωδά.

Καλήν απόλαυση να ευχυθώ, ξανά, εν μέσω τόσων στίχων τώρα πια...

Εύχαρις.
Ο ίδιος.

Υ.Γ. Απαιτείται, βέβαια, πάντοτε ακρίβεια στα από μνήμης στιχάκια, ιδίως από διαδικτύου. 'Ενδοξο, σαφέστατα, το του Καρυωτάκη, αλλά απαιτείται ακρίβεια!, διότι αλλιώς κάτι χάνεται από την σημαντική που θέλει [και τού δίνει] ο ποιητής.

το θείο τραγί είπε...

Υ.Γ. Χωρίς να θέλω να δώσω περαιτέρω συνέχεια, σάς ευχαριστώ για τα ερωτήματα που δημιουργήθηκαν. Διαπιστώνω πως μένετε κάπως προσηλωμένος στον Χριστιανόπουλο. Ωστόσο, το να τα υποστηρίζατε και διά ζώσης όλ' αυτά, μάλλον θα ήταν ό,τι καλόν δι' εμέ. Και δεν αναφέρομαι σε έδρανα, καθέδρες και συμφερτούς. Αναφέρομαι στην διά ζώσης φιλία της ζωής, με όλην την ιερότητα της γονιμότητάς της (για τα ανθρώπινα, τα καθ' ημάς, λέω). Με συγκινούν, βλέπετε, τόσο οι λέξεις όσο και η ίδια η ζωή. Των λέξεων η ιερότητα. [Λέγε με ποίηση]. Η ίδια η ζωή είναι, άλλωστε, απόροια μιάς ιερολογίας... κατά το βιβλικό εκείνο∙ "είπε και εγεννήθησαν..."!

Εύχαρις
Ο ίδιος

metabasis είπε...

PS_Reply

Τώρα πῆρα χαμπάρι τὸ ὑστερόγραφό σας.
Θὰ σᾶς γράψω κάτι πιὸ γενικό, ἀφοῦ ἀγαπᾶτε καὶ τὶς λέξεις καὶ τὰ πράγματα.

Σᾶς εὐχαριστῶ γιὰ τὴ συμπάθεια.

Μ

metabasis είπε...

Λοιπὸν ἀγαπητέ,

Ἕνας προγραμματικὰ μὴ λυρικὸς ποιητὴς μὲ ἐμφατικὴ προσήλωση στὰ ἰδιάζοντα ἐρωτικά του βιώματα (καὶ αὐτὰ ἴσως ἀνορθόδοξα -ἂν εἶναι ἐπιτρεπτὴ αὐτὴ ἡ ἐκτίμηση σ’ ἕναν outsider – π.χ. λατρεία τοῦ λοῦμπεν λαϊκοῦ στοιχείου) , δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι δημοφιλής, ἐκτὸς κι ἂν ἡ ἐξομολογητικὴ εἰλικρίνεια, τὸ ζύγι, ἀντισταθμίσει τὸ ξύκι τοῦ, συχνά, ἁμαρτάνοντος λυρισμοῦ.
Αὐτὸς εἶναι, κατὰ τὴ γνώμη μου, ὁ Χριστιανόπουλος. Τώρα πιὰ θὰ ἔλεγα ὅτι μὲ καλύπτει ὁ Καροῦζος, π.χ. τὸ παρακάτω (ἀπὸ τὸ «Ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου», 1954)

«Νηστεύει ἡ ψυχή μου ἀπὸ πάθη
καὶ τὸ σῶμα μου ὁλόκληρο τὴν ἀκολουθεῖ.
Οἱ ἀπαραίτητες μόνο ἐπιθυμίες -
καὶ τὸ κρανίο μου ὁλημερίς χῶρος μετανοίας
ὅπου ἡ προσευχή παίρνει τὸ σχῆμα θόλου.»

Ὡστόσο, παρατηρῶ ὅτι οἱ ἄνθρωποι δαπανοῦν μελάνι γιὰ νὰ περιγράψουν τὴ μεταφυσικὴ ἑνὸς πράγματος, ἐνῶ θὰ μποροῦσαν νὰ ἀρκεστοῦν στὴν ἀπόλαυση τῆς φυσικῆς του. Πράγμα τὸ ὁποῖο, γιὰ μένα, σημαίνει ὅτι ἡ φυσικὴ δὲν ἐξαρκεῖ. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ἀκόμα καὶ ὁ Sade - ἀνεπιφύλακτος καὶ ἀπροκάλυπτος ὁμολογητὴς τῆς ἐγωτικῆς ἡδονῆς - ἔχει σαφῆ (ἀντί)θεολογικὴ πρόθεση. Τώρα, βέβαια, ἄν κάποιος ἔχει ὄρεξη γιὰ κουβέντα θὰ μποροῦσε νὰ μνημονεύσει τὸν Stirner – καὶ ἄλλοι θὰ ὑπάρχουν, ἀλλὰ ἀναφέρομαι σὲ αὐτοὺς ποὺ γνωρίζω ἀπὸ πρῶτο χέρι - γιὰ μιὰν ἄλλη προοπτικὴ ἐγωτισμοῦ ὥστε νὰ ἀναιρέσει τὰ προηγούμενα…

Ὁ ἀντιβουλησιοκρατικὸς χαιρετισμὸς ποὺ σᾶς ἀπηύθυνα δὲν προσέχθηκε. Πρόκειται γιὰ ἀναφορὰ στὸ ἔργο τοῦ Schopenhauer περὶ βούλησης καὶ ἀναπαράστασης (“The World as Will and Representation”, μετάφραση E.F.J. Payne, 2 τόμοι, ἐκδ. Dover 1966). Παρὰ τὴν ἀθεϊστικὴ στάση του, ἐν γένει, ὁ φιλόσοφος ἐκτιμᾶ -συνοψίζω ἄχαρα τὸ βιβλίο - ὅτι ὁ ἄνθρωπος παίζει ἕνα παιχνίδι τοῦ ὁποίου δὲν ὁρίζει ἐκεῖνος τοὺς κανόνες ὅσο ὑπηρετεῖ τὴ «βούλησή» του. Μόνον ἂν παραιτηθεῖ ἀπὸ τὴν τελευταία μπορεῖ νὰ ἀτενίσει τὴν ἐλευθερία.

Μὴν λησμονοῦμε ὅτι ἡ ἀνάρτηση αὐτὴ ἀφορᾶ σὲ σχόλιο ποιήματος ποὺ ὑμνεῖ τὴ χαρὰ στὰ σκέλια. Ξαναλέω, ἐπανερχόμενος στὸν Schopenhauer καὶ ἀπηχώντας, ἄθελά μου, τὸν Γιανναρᾶ, ὅτι δὲν βλέπω νὰ μᾶς ὁδηγεῖ κάπου – τῆς προκοπῆς - ὁ τρόπος τῆς φύσεως· ζητούμενο μένει ὁ τρόπος τῆς ζωῆς.

Γιὰ νὰ μὴ λέμε μεγάλα λόγια, ὁ καθένας μπορεῖ νὰ κάνει α) τὶς μικρές του, σωτήριες ἐνίοτε, ἐπιλογὲς οἱ ὁποῖες ἀντιστοιχοῦν σὲ μιὰ κατάτμηση τοῦ χρόνου [π.χ. ἐργασία (ἀναγκαστικά), οἰκογένεια, μελέτη, σιωπή, φίλοι (ἐλάχιστοι πιά)] καὶ β) τὶς ἐκτομὲς ἀπὸ τὸ χρόνο του τῶν περιττῶν [π.χ. χρηστικὲς σχέσεις μὲ ἀνθρώπους, μισανθρωπία, τηλεόραση - ἐφημερίδες, φλυαρία].

Μ

ΥΓ. Καὶ δὲν εἶναι μόνον ἡ ποίηση· ὑψηλοῦ ἐπιπέδου πρόζα μπορεῖ νὰ ὑπάρχει κι σ’ἕνα βιβλίο μαθηματικῶν.

το θείο τραγί είπε...

Σάς ευχαριστώ για το εκτενές σας σχόλιο, αν και αφήνει όλως απ' έξω το/ή τα ζητούμενο/α του Υ(στερό)Β(ούλου) που κατέθεσα υπομνηματικώς, διά τα περαιτέρω, στο τελευταίο μου ως άνω σχόλιο.

Ασφαλώς και υπάρχει ποίηση στα μαθηματικά! Το έχω νιώσει αυτό. 'Οπως και ένα μάθημα αρχαίων ελληνικών, για μένα, δεν είναι διάφορο πολύ ενός μαθήματος μαθηματικών, και τούτο διότι ποσότητες υποβάλλονται και μεταβάλλονται εκατέρωθεν και οι σχέσεις αυτών κυβεύονται και αξιολογούνται και στα δυό, για την όποια μεταμόρφωση και παραγωγή νέων τύπων,νέων ζητουμένων και νέων εξαγωμένων, όλως ποιητικώς/δημιουργικώς κλπ.

Και βέβαια ακμάζει κορυφαίος ο Καρούζος, τον οποίο επαναλαμβάνω (μπολνταρισμένο) για να μνημειώσω περισσότερο:

«Νηστεύει ἡ ψυχή μου ἀπὸ πάθη
καὶ τὸ σῶμα μου ὁλόκληρο τὴν ἀκολουθεῖ.
Οἱ ἀπαραίτητες μόνο ἐπιθυμίες -
καὶ τὸ κρανίο μου ὁλημερίς χῶρος μετανοίας
ὅπου ἡ προσευχή παίρνει τὸ σχῆμα θόλου.»


Μια θεσπέσια όντως οπτική, πλήρης νοήματος βίωση και ασκητικής.

Από την άλλη, να είστε βέβαιος πως το "αντιβουλησιαρχικό" σας, σάς βεβαιώ, ότι έγινε αντιληπτό άμα τη πρώτη κρούση [δεν χρειαζόταν υπόμνηση], ενώ τα του Γιανναρά θα βρείτε πολλάκις εντός της απ' εδώ αώρου μου, δίκην μνημουρίου, γραφής... Ιδέστε (και μηρυκάστε), επί παραδείγματι, τούτα τα σπαράγματα εκ διαφόρων βιβλίων του: [Ι], [ΙΙ], [ΙΙΙ], [IV], [V] κλπ. Θα μπορούσαν να είναι πολύ περισσότερα.

Θα σάς πείραζα, ίσως, μνημονεύοντας τον της φύσεως έρω[τα], για να φέρω στο προσκήνιο κι έναν άλλο κορυφαίο σαλονικιό, ο οποίος βάζει στο παιχνίδι κι άλλους τρείς...

'Αλλωστε, κι «ο εμός έρως εσταύρωται»!.

Εύχαρις!
Ο ίδιος.