Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

τα μελανόπτερα

Από τον ουρανόν,
όπου τα μελανόπτερα
σύννεφα αρμενίζουν,
το ψυχρόν της αργύριον
ρίπτει η σελήνη.*

[...] Τα μεγάλα επιτεύγματα της Τεχνικής περιβάλλουν τον άνθρωπο του [20ου] αιώνα με ένα νέο ολωσδιόλου κάλλος, που όμως τον είχε μπερδέψει σε κάποιες περιπτώσεις, αναφορικά με τη διαλεχτική συνάρτηση Ζωής και Ποίησης (εννοώντας μ' αυτή την τελευταία λέξη και συνολικά την καλλιτεχνική δημιουργία). Ήδη το πρώτο αισθητικό κίνημα του αιώνα μας, ο φουτουρισμός, εκφράζει αυτή τη σύγχυση. Θα τη σχολιάσουμε στη σύντομη τούτη ομιλία μας, αντιμετωπίζοντας ειδικά την ταραχώδη φουτουριστική λογική, για να ξεμπλέξουμε τα πράγματα.

Στις 20 Φεβρουαρίου 1909 δημοσιεύθηκε στον παρισινό «Φιγκαρό» το «Μανιφέστο του Φουτουρισμού» με την υπογραφή του αρχηγού του κινήματος Φίλιππου Μαρινέττι (1876-1944), ενός δαιμόνιου και έξαλλου Ιταλού, γεννημένου και μεγαλωμένου στην Αλεξάνδρεια. Σ' αυτό το μανιφέστο, που είναι ένα φανταχτερό μίγμα «μηχανολατρίας», άντιπαρελθοντισμού και κακώς εννοούμενου νιτσεϊσμού, διαβάζουμε, στην υπ' αριθμόν 4 πρόταση:

«Διακηρύσσουμε πως η λαμπρότητα του κόσμου πλουτίστηκε με μια καινούργια ομορφιά: την ομορφιά της ταχύτητας. Ένα αυτοκίνητο κούρσας [...], ένα αυτοκίνητο που μουγκρίζει, τρέχοντας ωσάν βολίδα, είν' ωραιότερο απ' τη Νίκη της Σαμοθράκης»...

Ανεξάρτητα με τη δημιουργική ανάγκη της Ποίησης -και πολύ σωστά- να προσαρμόζεται στις ανοδικά εξελισσόμενες μορφές της Ζωής και της Ιστορίας, η πρόταση του Μαρινέττι νοσεί και πάσχει λογικώς. Η Ζωή βέβαια εισχωρεί πάντοτε και καθοδηγεί την Ποίηση, προσφέροντας ή επιβάλλοντας τα νέα στοιχεία της, μα όμως είν' αδύνατο να αντικαταστήσει την Ποίηση, που με τη σειρά της σφραγίζει τη Ζωή πνευματικά κι ανεπανάληπτα. Ο φουτουρισμός εδώ συγχέει δυο διαφορετικές κινήσεις, τις οποίες κάνει η ανθρώπινη συνείδηση.

Στο χώρο της Ζωής ανήκει η μία κίνηση, εκείνη ακριβώς που εντάσσεται στη χρονικότητα, στις χρονικές εκφάνσεις της Ζωής, αρχίζοντας απ' τις βιλογικές αναγκαιότητες έως οποιαδήποτε επαναληπτική διαδικασία κοινωνικού ή ατομικού χαρακτήρα.

Στο χώρο της Ποίησης η άλλη κίνηση που κάνει η ανθρώπινη συνείδηση γίνεται προς τη μη-χρονικότητα, προς το μη επαναλαμβανόμενο, είναι δηλαδή μια κίνηση προς την ακινησία. Για να μιλήσουμε στη γλώσσα της ψυχολογίας, είναι μια κίνηση προς την αθανασία, είναι μια εναντίωση στο θάνατο, σε κάθε φθαρτότητα. Ειπωμένο αυτό με σινιάλα φιλοσοφίας, σημαίνει ξεκάθαρα πως η Ζωή είναι «ηρακλείτεια», ενώ η Ποίηση είναι«ελεατική».

Το αυτοκίνητο κούρσας -επανερχόμαστε στη διατύπωση του Μαρινέττι- δεν είναι πιο όμορφο απ' τη Νίκη της Σαμοθράκης, είναι μονάχα κάτι διάφορο απ' αυτήν.

'Οταν ο Duchamp, μπερδεμένος κι αυτός, επήρε μια ρόδα ποδηλάτου και την εξέθεσε, τότε αυτόματα η περίφημη εκείνη ρόδα έπαψε να είναι εξάρτημα ενός ποδηλάτου και μεταμορφώθηκε ή μεταποιήθηκε σε έργο τέχνης, γιατί η κίνηση αυτή της συνείδησης ήτανε κίνηση προς τη μη-χρονικότητα, ήταν κίνηση προς την ακινησία, περιείχε την απαίτηση του ανεπανάληπτου.

Το ίδιο θα λέγαμε για το ποίημα του Μαρινέττι με τίτλο «Στο αυτοκίνητο κούρσας», ένα ποίημα-δοξολόγημα, η αξιολόγηση δεν έχει την ώρα τούτη σημασία, μάς ενδιαφέρει απλώς η κίνηση που κάνει η ανθρώπινη συνείδηση με την Ποίηση. Το αυτοκίνητο κούρσας της πρώτης δεκαετίας του [20ου] αιώνα, που έχει υπόψη του ο ποιητής, δεν υπάρχει πια σήμερα στην κίνηση της Ζωής, αναρίθμητα μεταγενέστερα μοντέλα το έβγαλαν απ' τη μέση· το ποίημα ωστόσο του Μαρινέττι σαν αξίωση του ανεπανάληπτου δεν παραμερίζεται, δεν υπόκειται στις απορρίψεις του παράγοντα χρόνος. Διαβάζεται ή όχι, συγκινεί ή όχι, πάντως εμπεριέχει την αξίωση της αιωνιότητας. Αντίθετα, η Ζωή, σαν διάσταση της χρονικότητας, δεν παρουσιάζει για ό,τι την αποτελεί και τη συνθέτει τέτοιαν αξίωση. Κατ' αυτήν την έννοια και μόνο οφείλουμε να σκεφτόμαστε τη διαλεχτική σχέση ανάμεσα Ζωή και Ποίηση. Και έτσι, η Νίκη της Σαμοθράκης, παρά τις ρητορείες του Μαρινέττι, δεν υποσκελίστηκε διόλου και ποτέ απ' την αστραφτερή γοητεία, την ήδη νενεκρωμένη, ενός αυτοκινήτου κούρσας της πρώτης δεκαετίας του εικοστού αιώνα· συνεχίζει την ακινησία της αδιατάραχτη, μετέχει στις χιλιετίες της αυτή η Νίκη αρνούμενη συνολικά το χρόνο, ενσωματώνεται στο «αΐδιον» του Παρμενίδη. Δεν έχει καν σημασία η πιθανή κάποτε υλική καταστροφή της.

[...]

Η Τεχνική δεν έχει την υπαρξιακή σημασία που έχει η Τέχνη και γι' αυτόνε το λόγο δεν μπορεί ούτε να την εξουδετερώσει την τελευταία ούτε να την αντικαταστήσει, όπως ο Μαρινέττι στοχαζότανε αντιφάσκοντας με τον ποιητή εαυτό του. Ζωή και Ποίηση αλληλοσυμπληρώνονται στην αντίθεση χρόνου και αιωνιότητας. Η εικοστή μετά Χριστόν εκατονταετία ξεκίνηση τις αισθητικές της ανησυχίες με μια πελώρια σύγχυση. Προσεγγίζει τώρα στη λήξη της, χωρίς πλέον ανόητους εκθαμβωτισμούς, ως προς τα εκπληχτικά τεχνικά άλματα. Θα λέγαμε κάτι πιο πολύ: γνωρίζει τώρα βαθύτερα τη Ζωή και σηκώνει ψηλότερα το νόημα της Ποίησης.

Νίκος Καρούζος, «Αθάνατοι θνητοί, θνητοί αθάνατοι», στον τόμο: Αφιέρωμα στον ποιητή Νίκο Δ. Καρούζο (έκδ. Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων - Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων, 13 Σεπτ. - 6 Οκτ. 1995). Πρώτη φανέρωση στη συλλογή «Αναμνηστική Λήθη» (Γοργώ, 1982).

-----
* Στο motto η ε΄ στροφή εκ της Ωδής εις Θάνατον του μέγιστου Ανδρέα Κάλβου. Ο ίδιος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: