Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2022

επίγειες, φυσικά


τρεις φορές κονταροχτυπήθηκε, ως ίσος προς ίσον, με τον δαίμονα.
απαρνήθηκε (επίγειες, φυσικά) τη δύναμη, τη βασιλεία, τη δόξα,
τους κόρφους των γυναικών που μοσκοβολούν σαν κιτρολέμονα.
η άσκηση τα κατέδειξε χυδαίες κατατμήσεις του κύκλου σε τόξα.
[Ματθ. δ΄ 1-11]

*

Ματθ. κστ΄ 47-50, κζ΄ 3-10

Καθώς ο Ισκαριώτης βάδιζε στους κέδρους, είχεν απαντήσει στο πανάρχαιο δίλημμα·
ήξερε, πια, πως δε διέθετε βούληση ελευθέρα, πως του Κυρίου καθολικώς ανήκει.
τί έμενε; όλος ο έρωτας κι η απιστία όλη κι η απελπισία να σμίξουν σ' ένα φίλημα.
την ώρα που έκλινε για να τον ασπαστεί αποδέχτηκε με ανακούφιση (φρονώ) την καταδίκη.

αναλογίστηκε όσα όφειλε ν' απαρνηθεί. τα χείλη του σχημάτισαν κάτι σαν ψέλλισμα.
άκουσε, σαν από απόσταση, ράβδους να βροντούν, μαχαίρια να κροτούν, χυδαία την κουστωδία.
τους ήχους βάναυσους, να ενορχηστρώνονται σ' ένα (κοινό και για τους δυό) επιτάφιο μέλισμα.
πατήρ και διάολος, αντιστοίχως, προετοιμάζαν του ενός και του άλλου την κηδεία.

τότε, ευλογήθηκε να εννοήσει ότι τα πάντα έχουν προοριστεί, ότι θ' ανταμειφθούν στο τίποτα.
προείδε τη μετάνοιά του, αλλόφρονη την είσοδό του μες στην αίθουσα του συμβουλίου,
σπασμένες τις φράσεις του ν' αποπειρώνται να ταξινομήσουνε τ' ανείπωτα.
εν τέλει, τα κουρασμένα μάτια του να θεωρούν, μ' απάθεια, την έσχατη ανατολή του ηλίου.

τον αγρό του αίματος που εκχέρσωσε και έσπειρε και πότισε μ' αργύρια τριάκοντα,
τα κλαδιά της συκιάς να θροούν, ανεπαίσθητα και τελεσίδικα, κατά τη μεριά του νότου,
τη μοίρα, τραχύτερη κι από τον δάσκαλό του, να τον κατευθύνει εκεί, εκόντα άκοντα.
και, πρόθυμα ή όχι, πάντως προχώρεσε για ν' ανταμώσει τον σταυρό του.

Ηλίας Λάγιος, Ο άνθρωπος από τη Γαλιλαία (ένα πόνημα θεολογικόν) (έκδ. Ερατώ, Αθήνα 2004, σσ. 17, 47).

Δεν υπάρχουν σχόλια: