Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

μπαρούτι δημητσανίτικο


Πρώτες ύλες. Πάντοτε τρείς είναι οι πρώτες ύλες για να παραχθή μπαρούτι. Θείον, το πασίγνωστο θειάφι· άνθραξ, δηλ. κάρβουνο· και νίτρο, κοινώς βερτζιλές.

Το κάρβουνο δεν είχε δυσκολία, γιατί οι παραγωγοί έκαιαν κληματόβεργες ή κοινές σφάκες και συγκέντρωναν την ποσότητα που τούς εχρειάζετο. Από τα ηφαιστειογενή νησιά του Αιγαίου μπορούσε να εξοικονομηθή η αναγκαία πασότητα θείου με την εμπορική οδό, αφού αυτό το είδος ήταν χρήσιμο και για τ' αμπέλια.

Το υλικό που εδημιουργούσε το πρόβλημα ήταν το νίτρο. Καθώς αναφέρει ο Δημητσανίτης Μιχ. Οικονόμου, οι πατριώτες του συνέλεγαν ποσότητες νίτρου από τα σπήλαια και καταφεύγοντας σε εδάφη που είχαν ειδικά μείγματα στην σύστασί τους (Αττικής, Μονεμβασίας κλπ.) εξοικονομούσαν τις αναγκαίες ποσότητες.

Κατά την λαϊκή αντίληψι, τσοπάνηδες που διεχείμαζαν μέσα σε σπήλαια άφηναν εκεί την κόπρο του ποιμνίου τους, η οποία προφυλαγμένη διατηρούσε βασικές ιδιότητες, γι' αυτό και με την επίδρασι του ατμοσφαιρικού αέρα μπορούσε εύκολα ν' αποξηρανθή, ώστε ακατάλληλη γι' άλλη χρήσι αυτή η κοπριά έδινε νίτρο με κάποια ειδική επεξεργασία. Για το ζήτημα τούτο ωρισμένοι Δημητσανίτες μετεκινούντο και κατώρθωναν να εξοικονομούν ποσότητες της πολύτιμης ύλης από την επεξεργασία της κοπριάς των σπηλαίων. Αυτοί ωνομάζοντο βοτανιαραίοι και το νίτρο που εμάζευαν το ωνόμαζαν βοτάνι του μπαρουτιού.

[...]

Το νίτρο - νιτρικό κάλιο είναι μία ουσία λευκή και κρυσταλλική και μοιάζει με την ζάχαρι. Αυτό λοιπόν το βοτάνι του μπαρουτιού στην δημητσανίτικη έκφραση των μπαρουξήδων ήταν το βασικό δυσεύρετο στοιχείο παραγωγής πυρίτιδος και το αναζητούσαν στις σπηλιές του Λούσιου και ανά την Πελοπόννησο από την ξηραμένη κόπρο των σταυλιζομένων ζώων.

Απολύτως γνωστή δεν είναι η εφαρμοζομένη κατεργασία, προστίθεται όμως ότι σε ειδικά καζάνια έβραζαν ποσότητες κοπριάς και αυτό το λεγόμενο γιδοφούσκι έδινε στην κορυφή του την λευκή κρυστάλλινη ύλη. Αυτήν την ύλη εμάζευαν με ειδική «κεψέ» (διάτρυτη κουτάλα) και την άπλωναν κάτω από τις ακτίνες του ηλίου, για να ξεραθή.

Φυσικά η τελευταία εργασία ήταν αυτό το βράσιμο της κοπριάς που εμάζευαν με την βοήθεια των φτυαριών, που σιδερένια, γερά και με μακριά δυνατή λαβή εβοηθούσαν στην συγκέντρωσι της σκληρής ύλης. [...] Στο ποσοστό προσμείξεως των πρώτων υλών, τον πρώτο λόγο είχε το νίτρο με 75%, ενώ 10% ήταν το θειάφι και 15% το κάρβουνο.

Ιωάννα Κ. Γιανναροπούλου, Συνοπτική Ιστορία της Δημητσάνας (Αθήνα 1999, σσ. 145-146).

Δεν υπάρχουν σχόλια: