πώς της υάλου η καθαρότης από άμμου γίνεται;*
Ανάσκελα η ξανθή χαρά, η τροφαντή παιδούλα, η Μπετίνα, με αυθάδεια και χάρη, κλωτσάει κι αψηφά τον ήλιο που ανατέλλει· τους νόμους τους αιώνιους περιγελά κι εμπαίζει· με περισσή χαρά και νάζι, αυτάρεσκα τυρβάζει· η πράξη είναι η αρχή, κι η θέληση ο τρόπος.
Από τον Όλυμπο ψηλά, ο Δίας ο μουρντάρης, κρυφογελώντας αναδεύει τ' άσπρα γένια του, κι έχει το βλέμμα του για ώρες καρφωμένο, στους ατέλειωτους σπασμούς της αγωνίας, που συνταράζουν το εφηβικό, ωραία καμωμένο σώμα, ακούγοντάς την πώς κραυγάζει και σαν λύκαινα ουρλιάζει, σαν θηρίο, χαρούμενη, ελεύθερη, κρουστή και λιγωμένη, πώς, τώρα, κάτω απ’ το μεσημεριανό, το άγριο το φώς, τα σκέλια της ανοίγει, σπονδή προσφέροντας στον ουρανό, σε όλους τους θεούς από καταβολής του κόσμου, πώς σαν μετάληψη το μέλι της σταλάζει, στην άμμο την καυτή, την αλεξανδρινή, την πάντα διψασμένη, ενώ περιστερές πολλές, του κάθε χρώματος και είδους, πάνω της τριγυρίζουν, και όλο τιτιβίζουν, σαν μάρτυρες του θαύματος, της ηδονής συνένοχες, του πάθους παραστάτες.
Λίγο πιο πέρα, ο Αλί, ο ποιητής της θάλασσας της μαύρης, αθέατος σ' απόσκιο καταγώγιο, σιγοσφυρίζοντας τα πίνει στην υγειά της, μοιρολογώντας τα μιλιούνια ομορφόπαιδα, που όπου νά 'ναι καταφθάνουν, με μάτια έκπληκτα και γλώσσα κρεμασμένη, με άνθη, με γραβάτες, με νιάτα και λαμπρή στολή και άτια της ερήμου, με πολυποίκιλτες ωδές, χρυσά σπαθιά, ή και μακριά ντουφέκια, γυρεύοντας στο νέκταρ της να βρούν αθανασία.
Αυτός γυναίκα τήν κατέστησε, την τροφαντή παιδούλα, κι έχει ακόμα πάνω του, στο σώμα του να ζέχνει, τον φλογερό ιδρώτα του κορμιού της, αφού το πανηγύρι τους μόλις στο γλυκοχάραμα ετέλεψε και πάει.
Σκύβει λίγο στον κόρφο του, την ευωδιά της σάρκας της μυρίζει, τη χάρη της Μπετίνας μακαρίζει, χαμογελά, και ευτυχής μονολογεί: «Δεκαεφτά τα χρόνια σου κι οι νύχτες μας· το πιο πολύ θα ήταν ρομαντζάδα».
Κώστας Βούλγαρης, Στον καιρό της ανέχειας. Ερημόλαλες ιστορίες και εξουσίες (έκδ. Βιβλιόραμα, εκτός εμπορίου, Αθήνα 2017, σσ. 89-90). - Το εκφραστικό motto εκ του ιδίου, (ό.π., σ. 58).
*
η Ξένη
Καμιά ευθύνη. Εγώ είχα μόνο έρωτα - πού χώρος για μυαλό; Σού 'δινα ό,τι ήθελες πριν κάν να το θελήσεις.
ο Άντρας της
Μόνο για μένα τά 'κανες;
η Ξένη
Μόνο για νά 'μαι δίπλα σου.
ο Άντρας της
Εγώ άλλα θυμάμαι.
Εσύ ήθελες να τιμωρήσεις τον πατέρα σου χρόνια πριν να με δείς. Να φύγεις απ' την πόλη σου πριν φτάσω εγώ σε σένα. Εγώ ήμουν μόνο οι ρόδες που θα σε παίρνανε μακριά. Σχέδιο είχες, όχι έρωτα.
η Ξένη
Σχέδιο που βόλευε και σένα, γι' αυτό ερωτευθήκαμε. Έτσι δεν κάνουν όλοι; Για ένα σχέδιο βρίσκονται οι άντρες κι οι γυναίκες. Εμένα ήταν να φύγω αποκεί, εσένα νά 'ρθεις με μια γυναίκα εδώ και να ξεχάσεις τι έγινε, μπας και ξεχάσουν κι οι άλλοι.
ο Άντρας της
Δεν είναι έρωτας αυτό-
η Ξένη
Αυτό είναι ο έρωτας χωρίς τα ψέματά του.
ο Άντρας της
Το σώμα σου άλλα μού 'λεγε.
(Μικρή παύση.)
Αλεξάνδρα Κ*, γάλα, αίμα (έκδ. Νεφέλη, Αθήνα2021, σσ. 56-57).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου