Ο τάφος είναι μια αδιάψευστη μαρτυρία
για το θάνατο κάποιου ανθρώπου,
όπως ασφαλώς ήταν και το «μνημείον» όπου «έθηκαν αυτόν»
για το θάνατο του Ιησού.*
Ο Ιησούς λοιπόν προτού ακόμη αποκυλισθεί ο λίθος
είχεν ήδη εγερθεί και εξέλθει από το «μνημείον» του.**
για το θάνατο κάποιου ανθρώπου,
όπως ασφαλώς ήταν και το «μνημείον» όπου «έθηκαν αυτόν»
για το θάνατο του Ιησού.*
Ο Ιησούς λοιπόν προτού ακόμη αποκυλισθεί ο λίθος
είχεν ήδη εγερθεί και εξέλθει από το «μνημείον» του.**
Τα ρήματα «ηγέρθη» και «ανέστη» εκ του τάφου δεν είναι μόνο ουσιαστικού περιεχομένου λέξεις, αλλά και όροι που συνιστούν κρίσιμες αποστολικές εκφράσεις για να προβληθεί κατάλληλα το γεγονός της ανάστασης (Ρωμ. 6, 4· Α΄ Κορ. 15, 4 εξ., Α΄ Θεσ. 4, 14). Και είναι γνωστό, ότι από πλευράς καθαρά θεολογικής, οι όροι αυτοί είναι αρχαιότεροι και πολύ παλαιότεροι ασφαλώς και από αυτή την αρχική χρήση τους μέσα στο χριστιανικό κήρυγμα σε σχέση με την ανάσταση του Ιησού Χριστού (βλ. Δαν. 12, 2 εξ.).
Ότι οι δίκαιοι του Θεού κατά το θάνατό τους απλώς «καθεύδουν» και ο Θεός θα τούς «εγείρει» την εσχάτη ημέρα, ή ότι κατά την «έγερσίν» τους οι νεκροί θα εγκαταλείψουν τους τάφους τους, ήταν θεολογική παράδοση και αυτής της αποκαλυπτικής γραμματείας (βλ. Αιθιωπ. Ενώχ 51, 1 εξ., 91, 10· 92, 3· Αποκ. Μωϋσ. 41, 4· Έσδρ. 7, 29 εξ., Συρ. Βαρούχ 50, 2 εξ. κ.α.).
Γι' αυτό και η βιβλική παράδοση περί του κενού τάφου έχει μεγάλη σημασία για τη χριστιανική πίστη (Μάρκ. 16, 8· Ιωάν. 20, 2), έστω και αν για πολλούς σύγχρονους ερμηνευτές το γεγονός αυτό, ως «σημείο» αναφοράς της όλης πίστεως και θεολογίας, επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Πάντως, κάθε ερμηνεία αυτού του «σημείου» πρέπει να σχετίζεται άμεσα με αυτό το ίδιο το γεγονός της ανάστασης και με τις εμφανίσεις του αναστάντος Κυρίου (βλ. Λουκ. 24, 24 εξ., Ιωάν. 20, 11 εξ.).
Είτε ομιλούμε για τον κενό τάφο είτε για τις εμφανίσεις, εννοούμε το ίδιο γεγονός της ανάστασης και το ίδιο αναστάσιμο μήνυμα που οι μαθητές και Απόστολοι μάς διέσωσαν και μάς παρέδωσαν από την πρώτη εκείνη πασχάλια Κυριακή ημέρα.
Η έγερση των νεκρών και ιδιαίτερα των δικαίων, για την οποία μιλούσε η αρχαία ιουδαϊκή παράδοση και ήταν μέρος των υποσχέσεων του Θεού αλλά και της εσχατολογικής θεολογίας, φανερώθηκε πλέον μπροστά τους ως συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, που ήταν και «απαρχή» μιας νέας πραγματικότητας.
Ο Θεός δεν εγκατέλειψε τον Υιό του και Χριστό στον τάφο, αλλά τον «ήγειρεν» εκ νεκρών. Ο Ιησούς και Κύριος «ανέστη» πλέον. Έτσι οι όροι αυτοί, σε οποιαδήποτε χριστιανική παράδοση και αν απαντώνται, βρίσκονται σε άμεση σχέση με το πασχάλιο μήνυμα και αναφέρονται πάντοτε και στον κενό τάφο του Ιησού.
*
Σε πρώτη μορφή βρίσκουμε τους όρους αυτούς στη γνωστή πέτρεια παράδοση των Πράξεων των Αποστόλων και αναφέρονται αμέσως στο γεγονός του κενού τάφου και της ανάστασης του Κυρίου (Πραξ. 2, 24· 3, 15· 4, 10· 5, 30· 10, 40), καθώς επίσης και στην προπαύλεια ομολογία περί του αναστάντος Χριστού (Α΄ Κορ. 15, 4) που σχετίζεται με την ίδια έμφαση και στις Επιστολές του Παύλου (Ρωμ. 6, 4· Α΄ Θεσ. 4, 14 κ.α.).
Η όλη αυτή αρχική παράδοση της Εκκλησίας, η συνυφασμένη με τη μαρτυρία της ανάστασης και τον κενό τάφο του Ιησού, όχι μόνο καταλαμβάνει παράλληλα και όλες τις ευαγγελικές παραδόσεις, αλλά συνεχίζεται και στη μεταγενέστερη αποστολική και μεταποστολική εποχή και φθάνει διά μέσου των αιώνων ώς και σήμερα, μεταφέροντας το πασχάλιο μήνυμα προς τον κόσμο και τους ανθρώπους, μήνυμα ζωής και αιωνιότητας.
Έτσι, η σημασία του κενού τάφου για τη διαμόρφωση της όλης χριστιανικής θεολογίας μπορεί να θεωρηθεί αποφασιστική. Όταν ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται στον Ιησού Χριστό ως Αμνό του Θεού που προσφέρεται κατά την ημέρα του Πάσχα «υπέρ ημών», ανοίγει μια νέα εποχή και για τη θεολογία (βλ. Α΄ Κορ. 5, 7 εξ.).
Ο αναστάς Κύριος θεωρείται η «απαρχή» αυτής της νέας πραγματικότητας και ο νέος καρπός του εσχατολογικού θέρους (Α΄ Κορ. 15, 20 εξ.). Οπως ο Χριστός «ηγέρθη» το πρωί της Κυριακής του Πάσχα, «πρωτεύων» και γινόμενος «πρωτότοκος εκ των νεκρών», αφήνοντας πίσω του έναν κενό τάφο, καθ' όμοιο τρόπο και οι νεκροί θα εγερθούν και θα εγκαταλείψουν τα μνήματά τους (Κολ. 1, 18· 2, 12).
Η χριστιανική όμως πίστη για την ανάσταση δεν σχετίζεται μόνο με τον κενό τάφο, βρίσκεται σε άμεση σχέση και με τις εμφανίσεις του αναστάντος Χριστού. Και τα δύο αυτά γεγονότα είναι αλληλένδετα μέσα στα ιερά Ευαγγέλια (βλ. Λουκ. 24, 22 εξ., Ιωάν. 20, 11 εξ.). Είναι ενδεικτικό μάλιστα, ότι ο αρχαιότερος κατάλογος εμφανίσεων του Αναστάντος διασώθηκε από τον Απόστολο Παύλο. Όμως αυτός ο κατάλογος, καθώς και οι αρχαιότερες αναφορές στις εμφανίσεις, προέρχονται χωρίς καμιά αμφιβολία από προπαύλεια ομολογία και παράδοση, όπως αναφέρει και ο ίδιος ο Απόστολος (βλ. Α' Κορ. 15, 3 εξ.), και πιθανώς να σχετίζονται με τη χριστιανική κοινότητα της Αντιόχειας.
Γεώργιος Πατρώνος, Η ιστορική πορεία του Ιησού από τη φάτνη ώς το κενό τάφο (έκδ. Δόμος, Αθήνα 1991, σσ. 515-518). -Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 512, 513).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου