* Τον ήπιαμε και τον καφέ και πάει. Βρέ νά 'τανε κι άλλος. Οι μέρες ακόμη μεγάλες, μόν' δεν μεγαλώνουνε άλλο. Είπαμε• ώωωπ! Το πηδηματάκι...
* Στο μετρό κάτω της πόλης, το μεσημέρι, ένα ζεύγος μεσόκοπων κυπρίων πού 'ρθανε να γνωρίσουν την Αθήνα. Μπουκάρανε στα γρήγορα. Σα να μη ξέραν πού πάνε. 'Ακουγα την φωνή, κάπως βαριά και μόνο μ' αρκούσε... Επιτέλους κάτι άλλο, διάφορο από τα ισοπεδωμένα ένα γύρω ελληνικά. Καύλα σού λέω!
Ζήτησαν να κατεβούνε στο Φάληρο. Τούς προτείναμε να πάρουν από το Σύνταγμα το τραμ. Φτάσαμε στο Σύνταγμα κι όμως δεν κάνανε ρούπι.
'Υστερα είπανε• και τί είναι το τραμ; Τούς εξηγήσαμε. Φτάσαμε Μοναστηράκι. Εμείς βγήκαμε αυτοί συνεχίσαν. Για πού; Στο Αιγάλεω πάνε; ρώτησε ένας παππούς.
* Τις προάλλες άλλα παιδιά στο μετρό μιλούσανε ξένα. Μετά από το πρώτο ξάφνιασμα ακούστηκαν καθαρά κάποιες λέξεις και το μουσικό βαρύ ιδίωμα. Κυπριώτικα λόγια. Φοιτητές στο Λονδίνο...
* Βραδιάζει...
Πάει κι αυτή η μέρα. 'Ερχεται η νύχτα• υγρή, γονιμοποιός, βασιλεύουσα...
1 σχόλιο:
Και να πώς τό 'φερε η κουβέντα καπάκι...
Δημοσίευση σχολίου